Του Luigi Scazzieri
Από την Λιβύη στο Ιράν, ο Donald Trump έχει επαναπροσδιορίσει την αμερικανική πολιτική στη Μέση Ανατολή, ανοίγοντας μια κόντρα με την Ευρώπη. Τον Μάιο του 2018, αποσύρθηκε από την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, και επέβαλε εκ νέου κυρώσεις για να υποχρεώσει την Τεχεράνη να διαπραγματευτεί μια νέα συμφωνία που επιβάλει επιπλέον περιορισμούς στο πυρηνικό της πρόγραμμα και την υποχρεώνει να αλλάξει ριζικά την εξωτερική της πολιτική και να εγκαταλείψουν το πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων. Οι Ευρωπαίοι διαφώνησαν έντονα, θεωρώντας ότι η συμφωνία ήταν ο καλύτερος τρόπος για να περιοριστεί το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και προσπάθησαν, ανεπιτυχώς, να διατηρήσουν τη συμφωνία ζωντανή.
Τώρα το Ιράν έχει ανακοινώσει ότι πλέον δεν θα συμμορφώνεται με αυτά που προβλέπει η συμφωνία, διευρύνοντας τις πυρηνικές δραστηριότητες και αυξάνοντας τον κίνδυνο μιας περιφερειακής σύγκρουσης. Ενώ υπάρχει πιθανότητα η ΕΕ να στραφεί προς την αμερικανική προσέγγιση και να επιβάλλει εκ νέου κυρώσεις, η κίνηση είναι πιο πιθανό να προκαλέσει περαιτέρω αποκλίσεις μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ, εάν τα κράτη-μέλη θεωρήσουν ότι ο Trump ενεργεί επιθετικά ενώ το Ιράν είναι συγκρατημένο.
Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη έχουν επίσης διαφωνήσει για την πολιτική απέναντι στο Ισράηλ και στην ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή. Υπό τη διακυβέρνηση Trump, η αμερικανική πολιτική έχει αλλάξει προς την άνευ όρων υποστήριξη προς το Ισραήλ. Έχει μεταφέρει την αμερικανική πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ και αναγνώρισαν την ισραηλινή κυριαρχία στα Υψίπεδα του Γκόλαν, μια κίνηση που επιτρέπει στη Ρωσία να ισχυριστεί ότι η προσάρτηση της Κριμαίας, βασισμένη σε ένα αυθαίρετο δημοψήφισμα, ήταν νόμιμη.
Ακόμη και όταν οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές πολιτικές δεν είναι άμεσα αντίθετες, οι ασταθείς και μονομερείς πολιτικές του Trump έχουν δημιουργήσει προκλήσεις για την Ευρώπη. Η μονομερής απόφασή του να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία, θα επιτρέψει στο Ιράν να παγιώσει την επιρροή του στην περιοχή, ρισκάροντας την σύγκρουση μεταξύ της Τουρκίας και των Κούρδων της Συρίας, και θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναζωπύρωση του εξτρεμισμού. Στο μεταξύ, η απόφασή του να αλλάξει την αμερικανική πολιτική στη Λιβύη μακριά από την υποστηριζόμενη από τον ΟΗΕ κυβέρνηση και προς τον στρατιωτικό διοικητή Khalifa Haftar, ρισκάρει να οδηγήσει σε παρατεταμένη σύγκρουση, νέες μεταναστευτικές ροές, και ενίσχυση των εξτρεμιστικών ομάδων στη Λιβύη και στο Σαχέλ.
Ασφαλώς, υπάρχουν ακόμη πολλά ζητήματα στην περιοχή στα οποία ευθυγραμμίζονται οι ΗΠΑ και η Ευρώπη. Είναι ενωμένοι στην υποστήριξή τους προς το Λίβανο, την Ιορδανία και το Ιράκ -εύθραυστα αλλά στρατηγικά κρίσιμα κράτη. Και με εξαίρεση τη Λιβύη, οι προσεγγίσεις της ΕΕ και των ΗΠΑ για τη Βόρεια Αφρική παραμένουν ίδιες. Επιπλέον, οι πιο σημαντικές διαφορές αναφορικά με τη Σαουδική Αραβία είναι μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ παρά διατλαντικές. Ενώ κάποια κράτη-μέλη όπως η Γερμανία, έχουν σταματήσει τις πωλήσεις όπλων στη Σαουδική Αραβία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν παραμείνει δεσμευμένοι στη διατήρηση στενών σχέσεων με το Βασίλειο.
Εάν ο Trump επανεκλεγή το 2020, η μονομερής και απρόβλεπτη εξωτερική πολιτική του, θα συνεχίσει να αποσταθεροποιεί την περιοχή, και να δημιουργεί νέες προκλήσεις για την ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική. Ορισμένα κράτη-μέλη θα μπουν στον πειρασμό να συνεργαστούν πιο στενά με τις ΗΠΑ σε κάποια θέματα, όπως το Ιράν, καθιστώντας δύσκολη την επίτευξη μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής. Εάν εκλεγεί ένας Δημοκρατικός, υπάρχει ευρύ περιθώριο για τις πολιτικές των ΗΠΑ και της ΕΕ στη Μέση Ανατολή να ευθυγραμμιστούν εκ νέου. Αλλά η προσοχή της Ουάσιγκτον έχει στραφεί στην Ασία-Ειρηνικό, και στον μεγαλύτερο ανταγωνιστή των ΗΠΑ, την Κίνα. Ο αυξημένος ακτιβισμός της Κίνας και της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή μπορεί επίσης να εισάγει νέα δυναμική και στην ευρωπαϊκή και στην αμερικανική εξωτερική πολιτική. Η Ευρώπη θα μπορούσε να ωθηθεί να εργαστεί με άλλους παράγοντες, όπως τη Ρωσία και την Κίνα, για να προωθήσει τα συμφέροντά της. Αυτό θα μπορούσε να υπονομεύσει τις διατλαντικές σχέσεις ευρύτερα και να αποδειχθεί πηγή μελλοντικών προστριβών.
Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να προσπαθήσουν να κρατήσουν τις ΗΠΑ μακριά από πολιτικές που πλήττουν την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Η τωρινή αμερικανική προσέγγιση προς το Ιράν καθιστά πιθανό το Ιράν να ξεκινήσει από την αρχή ένα πλήρες πυρηνικό πρόγραμμα για την κατασκευή πυρηνικών όπλων, διακινδυνεύοντας τον κίνδυνο σύγκρουσης. Αυτός ο κίνδυνος θα μπορούσε να μειωθεί εάν οι Ευρωπαίοι είναι ικανοί να πείσουν τον Trump να επιτρέψει στο Ιράν να πουλήσει πετρέλαιο. Στη Συρία, η ΕΕ θα μπορούσε να επιδιώξει να πείσει την Ουάσιγκτον να επιβραδύνει την αποχώρησή της, δίνοντας έμφαση στους κινδύνους που θα μπορούσε να οδηγήσει, αναφορικά με την μεγαλύτερη ιρανική επιρροή. Και οι Ευρωπαίοι και οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να επιβλέπουν από κοινού το εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ στη Λιβύη μέσω του ΝΑΤΟ, για να πιέσουν τις διαφορετικές πλευρές σε μια κατάπαυση του πυρός.
Αλλά τελικά, δεν θα είναι πάντα δυνατό να επηρεάσουμε τις ΗΠΑ και να εργαστούμε πάντα από κοινού. Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να αφήσουν στην άκρη την παθητικότητά τους εάν θέλουν να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους στην περιοχή. Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να είναι έτοιμα να δράσουν μέσω συνασπισμών εκτός του πλαισίου της ενιαίας εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας της Ένωσης, δίνοντας προτεραιότητα στη δράση έναντι της ενότητας.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια