Γράφει ο Γιώργος Καπόπουλος
|
Με άλλα λόγια ποιο είναι το κυρίαρχο συναίσθημα ως αντίδραση στην πλειοψηφία του πληθυσμού: Η συσπείρωση γύρω από τον Ερντογάν επειδή η πατρίδα κινδυνεύει ή η μαζική διαρροή σημαντικού τμήματος της εκλογικής βάσης που χρεώνει στους χειρισμούς του τον βαρύ φόρο αίματος, αποσταθεροποίησης και αβεβαιότητας που πληρώνει η χώρα;
Μέχρι την άνοιξη του 2015 και πιο συγκεκριμένα τις εκλογές του Απριλίου της ίδιας χρονιάς όπου η είσοδος του Κουρδικού HDP στη Βουλή στέρησε από το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία, ήταν ανοικτός ο δίαυλος της απευθείας διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης με τον έγκλειστο στο Ιμραλι, Οτσαλάν, με τακτικό συνομιλητή του τον επικεφαλής της Υπηρεσίας Πληροφοριών ΜΙΤ, Φιντάν, στενό συνεργάτη του Ερντογάν. Από τις συνομιλίες προέκυπταν συνεχείς εκκλήσεις του Οτσαλάν για τερματισμό του ένοπλου αγώνα και αποχώρηση των μαχητών στο Ιράκ.
Την ίδια περίοδο, στα τέλη του 2014 αρχές του 2015, η Άγκυρα υπό την πίεση των ΗΠΑ στον απόηχο της ραγδαίας προέλασης των Τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ τον Ιούλιο του 2014 πήρε αποστάσεις από αυτούς διακόπτοντας μια πολύπλευρη στήριξη που ξεκίνησε το 2011.
Τα παραπάνω είναι ευρύτατα γνωστά στην Κοινή Γνώμη η οποία νομιμοποιείται να θέσει το ερώτημα γιατί Τζιχαντιστές και Κούρδοι που ήταν συνομιλητές οι δεύτεροι και προστατευόμενοι οι πρώτοι της κυβέρνησης Ερντογάν μεταλλάχτηκαν σε θανάσιμους εχθρούς της Άγκυρας τα τελευταία δύο χρόνια.
Ποιος άλλωστε έχει ξεχάσει την προκλητική δήλωση του επικεφαλής της ΜΙΤ, Φιντάν, ότι οι Tζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους είναι μια συνιστώσα των περιφερειακών ισορροπιών το ίδιο αναγκαίοι όσο τα φίδια στη φύση;
Αν προσθέσουμε στα παραπάνω και τη μη αντιστρέψιμη πορεία προς την ύφεση της τουρκικής οικονομίας που προαναγγέλλει το τέλος μιας φούσκας που στηρίχθηκε κατά κύριο λόγο στον κατασκευαστικό τομέα και στην κατανάλωση με ταυτόχρονα εκτόξευση του εσωτερικού δανεισμού, όλα μαζί αθροιστικά δίνουν την αίσθηση ότι πλησιάζει το τέλος μιας δεδομένης, διαρκώς αυξανόμενης και στη χειρότερη περίπτωση στάσιμης ηγεμονικής πρωτοκαθεδρίας του Ερντογάν και του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ στην κοινή γνώμη της Τουρκίας.
Με τον ορίζοντα σκοτεινό, χωρίς προοπτική αποκλιμάκωσης της βίας και επανόδου στους ρυθμούς ανάπτυξης του παρελθόντος, η πολιτική κυριαρχία του Ερντογάν προβάλλει στην καλύτερη περίπτωση ως υποθηκευμένη.
Υπάρχει δηλαδή για τον πρόεδρο και την κυβέρνηση κάθε κίνητρο για την όσο το δυνατόν το συντομότερο διεξαγωγή του δημοψηφίσματος για τη Συνταγματική Μεταρρύθμιση που εγκαθιδρύει προεδρικό σύστημα που παραπέμπει σε εξουσίες σουλτάνου.
Είναι βέβαιο ότι τόσο οι επιθέσεις τυφλής βίας των Τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους, όσο και οι στοχευμένες ένοπλες επιθέσεις του ΡΚΚ θα συνεχισθούν και θα κλιμακωθούν στην πορεία προς το δημοψήφισμα.
Έτσι θα εξακολουθήσουν να αναδεικνύουν και την κατάσταση μεταξύ αποδιοργάνωσης και διάλυσης στην οποία έχουν περιέλθει οι Ένοπλες Δυνάμεις και η Αστυνομία στην Τουρκία λόγω των πρωτοφανών εκκαθαρίσεων πραγματικών ή φανταστικών ερεισμάτων του Δικτύου του Ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν.
Αθροιστικά η εικόνα θα μπορούσε να αποδομήσει έως να εκμηδενίσει το ηγετικό προφίλ του Ερντογάν, να του χρεώσει ταυτόχρονα την ευθύνη της μετωπικής σύγκρουσης με αντιπάλους, με τους οποίους συνομιλούσε ή και συνεργαζόταν μέχρι πρόσφατα, αλλά και την πρωτοφανή στην Ιστορία της Τουρκίας μετά το 1923 αποδιοργάνωση του Στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας.
Τέλος είναι υπεράνω αμφιβολίας ότι η Τουρκία μάλλον επικυρώνει τις επιλογές που έχουν χαράξει για τη Συρία, Μόσχα, Τεχεράνη και Δαμασκός παρά τις συνδιαμορφώνει ή έστω τις επηρεάζει.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια