Το έτος 2023, οπότε συμπληρώνονται εκατό χρόνια από την ίδρυση της Τουρκικής
Δημοκρατίας, έχει τεθεί συμβολικά από τον Ταγίπ Ερντογάν ως το ορόσημο για
την ολοκλήρωση της ανάδυσης μιας "νέας Τουρκίας", περισσότερο σύμφωνης προς
τα ιδεώδη του πολιτικού Ισλάμ παρά του κοσμικού εκσυγχρονιστή Κεμάλ Ατατούρκ
και ταυτοχρόνως περισσότερο αποδεσμευμένης στο γεωπολιτικό πεδίο από το
κράτος που γεννήθηκε με την εγγύηση της Συμφωνίας της Λωζάννης.
Συμβαίνει επίσης, διόλου τυχαία, το 2023 να είναι η προβλεπόμενη χρονιά
διεξαγωγής των επόμενων προεδρικών και βουλευτικών εκλογών. Όμως αποτελεί
πλέον μέγα ερώτημα κατά πόσον ο νυν πρόεδρος έχει τη βιολογική και πολιτική
ευρωστία που θα του επιτρέψουν να επιτρέψει τη μετάβαση στη "νέα Τουρκία" με
τη δική του επανεκλογή.
Ιατρικό θρίλερ;
Για την κατάσταση της υγείας του 67χρονου Ερντογάν λέγονται τελευταίως
πολλά. Τόσο, ώστε ο Στήβεν Κουκ του αμερικανικού Council on Foreign
Relations να αφιερώσει στο θέμα ειδικό άρθρο στο Foreign Policy. Ο ένοικος
του Λευκού Ανακτόρου έχει θεαθεί να υποβαστάζεται προκειμένου να περπατήσει,
ακόμη και να χάνει τα λόγια του σε τηλεοπτικό χαιρετισμό προς τα μέλη του
κόμματός του. Και το πιο ενδιαφέρον είναι ότι ο κλοιός προστασίας της
εικόνας του Τούρκου προέδρου έχει χαλαρώσει τόσο, ώστε να καθίσταται δυνατή
η δημοσιοποίηση τέτοιων περιστατικών.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου ζήτησε ήδη τη
σύνταξη ανεξάρτητης ιατρικής έκθεσης, υποστηρίζοντας ότι η υγεία του
προέδρου αποτελεί ζήτημα κρατικής ασφαλείας.
Οι φιλομαθείς ανατρέχουν ήδη στα σχετικά άρθρα του τουρκικού Συντάγματος που
προβλέπουν ότι σε περίπτωση πρόωρης απόσυρσης του αρχηγός του κράτους,
αναλαμβάνει τα καθήκοντά του ο πρώτος αντιπρόεδρος (εν προκειμένω, ο Φουάτ
Οκτάι), με την υποχρέωση διεξαγωγής νέων εκλογών εντός 45 ημερών. Πρόκειται
για σενάριο στο οποίο είναι άγνωστο ποιος πολιτικός θα μπορούσε να
επωφεληθεί μετά από 18 χρόνια ερντογανικής κυριαρχίας.
Στοιχεία-σοκ
Προς το παρόν, οι ωδίνες της έλευσης της εποχής μετά τον Ερντογάν γίνονται
αισθητές πρωτίστως στα δημοσκοπικά δεδομένα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία-σοκ της εταιρείας Konda, το 54,2% των πολιτών δεν
εγκρίνει τον τρόπο με τον οποίο ο Ερντογάν ασκεί τα καθήκοντά του, ενώ το
64% των ερωτηθέντων στέκεται αρνητικά απέναντι στο ενδεχόμενο επανεκλογής
του.
Αλλά και σε επίπεδο πολιτικών συσχετισμών η ίδια έρευνα αποκαλύπτει ότι ο
συνασπισμός της αντιπολίτευσης που συγκροτείται κυρίως από το
κεντροαριστερό-κεμαλιστικό Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό (CΗΡ) του Κιλιτσντάρογλου
και το εθνικιστικό "Καλό Κόμμα" της Μεράλ Άκσενερ συγκεντρώνει αθροιστικά το
44,1% της πρόθεσης ψήφου (με αύξηση κατά 2,8% σε έναν μήνα), ξεπερνώντας
έτσι το κυβερνώντα συνασπισμό του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP)
με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP) του Μπαχτσελί που αποσπά το 41%. Το
αριστερό φιλοκουρδικό Κόμμα Δημοκρατίας των Λαών (HDP), το οποίο βρίσκεται
υπό διωγμό και πολιτική απομόνωση, αποκαλύπτεται ανθεκτικό, με ελαφρά αύξηση
της δύναμής του στο 11,7%, ενώ όλα τα μικρότερα κόμματα περιορίζονται στο
2,6% αθροιστικά – συμπεριλαμβανομένων και των σχηματισμών που ίδρυσαν με
μεγάλες προσδοκίες εγκαταλείποντας το ΑΚΡ οι Αλί Μπαμπατζάν και Αχμέτ
Νταβούτογλου.
Επιπλέον, τo 69% των Τούρκων (συμπεριλαμβανομένου ακόμη και του 56% των
ψηφοφόρων του ΑΚΡ) θεωρεί αναγκαία τη διατήρηση του κοσμικού καθεστώτος,
δηλ. του χωρισμού θρησκείας και κράτους, δίνοντας έμπρακτη απάντηση στις
ιδέες που διατύπωσε περί του αντιθέτου ο αντιπρόεδρος του Προεδρικού
Συμβουλευτικού Σώματος, Ισμαήλ Καραχμάν.
Οι μετατοπίσεις στο εκλογικό σώμα δεν θεωρείται πλέον ότι αποτυπώνουν
αντιστρεπτές διακυμάνσεις, καθώς η οικονομική κρίση βαραίνει καθοριστικά στα
νοικοκυριά, ενώ η νεολαία αποστασιοποιείται από την ερντογανική εξουσία – τη
μόνη που έχει γνωρίσει στη ζωή της.
0 Σχόλια