Ενώ οι υπάρχουσες δομές ασφαλείας, έχουν οργανωθεί γύρω από κρατικούς δρώντες και τις τρομοκρατικές απειλές, οι κίνδυνοι όπου δεν υπάρχουν δρώντες, ή δεν υπάρχουν σύνορα, όπως είναι η κλιματική κρίση, πέφτουν πολύ συχνά σε χαμηλή προτεραιότητα και απολαμβάνουν μικρότερης προσοχής από τις λεγόμενες «σκληρές» απειλές ασφάλειας, όπως είναι η τρομοκρατία και ο ανταγωνισμός μεγάλης ισχύος που θεωρούνται πιο σημαντικές.
Ωστόσο, όπως διαπιστώθηκε, χρόνο με το χρόνο, με τις εκτεταμένες πυρκαγιές ή τις θανατηφόρες πλημύρες και όπως δυστυχώς μας έχει διδάξει τελευταία, η κρίση της πανδημίας COVID-19, στον σημερινό κόσμο η διάκριση μεταξύ δήθεν «σκληρών» και «ηπίων» θεμάτων ασφάλειας δεν έχει πλέον νόημα. Δεν μπορεί κανείς να αναλύσει τον ανταγωνισμό με τα γειτονικά κράτη, μόνο ως “ ισορροπία ισχύος ”, χωρίς να εξετάσει πώς η κλιματική αλλαγή θα επηρεάσει τα αποθέματα τροφίμων και νερού τους, ή τις ενεργειακές απαιτήσεις ή τα θέματα υγειονομικής ασφάλειας. Ομοίως, δεν μπορεί κανείς να προβλέψει την πιθανότητα σύγκρουσης με γειτονικά κράτη χωρίς να διερευνήσει, πώς η κλιματική κρίση συμβάλλει στην αστάθεια, ούτε μπορεί να κατανοήσει τις εξτρεμιστικές συμπεριφορές χωρίς να ερευνήσει την αύξηση ευκαιριών ένταξης σε τρομοκρατικές ομάδες όταν οι επιπτώσεις μιας κλιματικής κρίσης εξαλείφουν την ικανότητα βιοπορισμού ή τη δυνατότητα να ζήσουν με αξιοπρέπεια, ή ενισχύουν το ριζοσπαστισμό τους. Οπότε η κλιματική αλλαγή μπορούμε να πούμε ότι είναι ένας πολλαπλασιαστής των εθνικών απειλών.
Στην παρούσα μελέτη θα προσπαθήσω να αναλύσω τη κλιματική αλλαγή ως τον πλέον σημαντικό παράγοντα εθνικής ασφαλείας.
Όλοι γνωρίζουμε ότι η κλιματική αλλαγή, δεν είναι η βόμβα με την οποία μας έχουν παγιδεύσει, απειλώντας να μας ανατινάξει το σπίτι, αλλά είναι οι εκατομμύρια τερμίτες, σε όλα τα σπίτια, που προκαλούν επιμέρους μικρές επιπτώσεις δύσκολα ορατές, όμως η συλλογική επίδραση τους είναι δυνητικά εξίσου καταστροφική. Λόγω του πολύπλοκου χαρακτήρα αυτών των απειλών, η κλιματική αλλαγή δεν αντιμετωπίζεται απόλυτα με τα συμβατικά πρότυπα ασφάλειας με σκοπό, τον μετριασμό μιας κρίσης ή την εξουδετέρωση του κινδύνου. Αυτό συνεπάγεται ότι η παραδοσιακή εργαλειοθήκη για την αντιμετώπιση των απειλών ασφάλειας θα πρέπει να ενισχυθεί με μια πιο περιεκτική προσέγγιση για τον σχεδιασμό των απειλών για την εθνική ασφάλεια και τις υπηρεσίες πολιτικής προστασίας που έχουν επιφορτιστεί να τις αντιμετωπίσουν. Όλοι οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι αποδέχονται ότι απαιτείται επείγουσα δράση για την αντιμετώπιση αυτών των απειλών. Ωστόσο, μπορεί επίσης να παραδεχτούν ότι είναι εξαιρετικά αβέβαιοι για το τι θα κάνουν.
Η κλιματική αλλαγή, απειλεί την ασφάλεια μέσω ενός ιλιγγιώδους ντόμινο κρίσεων, αφού επηρεάζει την πρόσβαση στο νερό, τα τρόφιμα και την ενέργεια. Καθένα από αυτά τα αγαθά συνδέεται με το κίνδυνο συγκρούσεων και με την εθνική ασφάλεια μέσω διαφορετικών διαύλων, όπως και με τα πρωτόκολλα μετάδοσης των μολυσματικών ασθενειών, τη συχνότητα και το μέγεθος των ανθρωπιστικών κρίσεων και τις μαζικές μεταναστεύσεις των ανθρώπων. Ήδη, οι προκαλούμενες κρίσεις λόγω της κλιματικής αλλαγής έχουν ενισχύσει την εσωστρέφεια των κρατών και των διεθνών οργανισμών στη διαχείριση των διασυνοριακών πόρων, όπως των υδάτινων πόρων και της αλιείας για τα παράκτια κράτη, και μπορεί να επηρεάσει άμεσα τον κίνδυνο σύγκρουσης μεταξύ των κρατών, ο οποίος μπορεί να επιταχύνει και τις ένοπλες συγκρούσεις. Οι κρίσεις από τη κλιματική αλλαγή θα επηρεάσουν επίσης άμεσα τις οικονομίες σε όλο το φάσμα των επιπέδων ανάπτυξης.
Τις συμβατικές απειλές, όπως ορίζονται στην εθνική ασφάλεια, έχουν την ευθύνη για την αντιμετώπιση των κινδύνων που θα προκαλέσουν τα επιτελεία εθνικής άμυνας, η διπλωματία και οι υπηρεσίες πληροφοριών. Για την αλλαγή του κλίματος, η αντιμετώπιση των κινδύνων θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε μια πιο περιεκτική απάντηση, όπου οι σχετικοί φορείς πολιτικής προστασίας θα αντλούνται από τις προαναφερθείσες υπηρεσίες με επί πλέον συνδρομή από, τα σώματα ασφαλείας, τη δημόσια υγεία, τους οργανισμούς διαχείρισης φυσικών πόρων, τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα (ιδίως όσον αφορά ενεργειακά συστήματα και δημιουργία προσαρμοστικής τεχνολογίας) και του μη κυβερνητικού τομέα. Δηλαδή το σύνολο σχεδόν των υπηρεσιών καθώς και ιδιώτες με όλους τους διατιθεμένους πόρους. Μπορεί να ακούγεται ως μια τρελή ιδέα για κάποιους, αλλά αυτό φαίνεται να είναι μια κατάσταση όπου η προσέγγιση είναι πραγματικά απαραίτητη.
Η κλιματική ασφάλεια είναι πλέον επικρατούσα, τουλάχιστον θεωρητικά. Γνωρίζουμε ότι η κλιματική αλλαγή θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στις ένοπλες συγκρούσεις, αν δεν έχει ήδη γίνει. Η τομή της κλιματικής αλλαγής και των συγκρούσεων είναι μια τρομερά δυσδιάκριτη περιοχή. Δύο σύνθετα συστήματα, ένα βιοφυσικό και ένα κοινωνικό συγκρούονται επανειλημμένα, αλλά είναι σχεδόν αδύνατο να απομονωθεί η επίδραση έστω και μίας από αυτές τις συγκρούσεις στο σημερινό περιβάλλον, καθώς τρεις συνιστώσες απαιτούν την εύρεση της συνισταμένης:
Πρώτον, τα έμπειρα στελέχη εξακολουθούν να επεξεργάζονται πώς να δώσουν προτεραιότητα στην κλιματική αλλαγή στον προγραμματισμό τους, όμως δεν έχουν ξεκαθαρίσει αν αυτό είναι ένα πρόβλημα που μπορούν ακόμη να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση ή απλώς ένα πρόβλημα στο οποίο πρέπει να προσαρμοστούν.
Δεύτερον, οι στρατιωτικοί γνωρίζουν ότι το επιχειρησιακό τους τοπίο πρόκειται να αλλάξει ριζικά, αλλά γνωρίζουν επίσης ότι αυτά τα προβλήματα δεν έχουν στρατιωτικές λύσεις.
Τρίτον, υπάρχει ένα μακροχρόνιο χάσμα μεταξύ των συγκρούσεων και των εμπειρογνωμόνων περιβάλλοντος που θα χρειαστεί χρόνος για να ξεπεραστεί.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι η κλιματική αλλαγή θα απαιτήσει επανεκπαίδευση των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, καθώς και επικαιροποίηση όλων των σχεδίων αντιμετώπισης θεομηνιών. Επίσης οι υπηρεσίες πληροφοριών χρειάζεται να επαναπροσεγγίσουν την οργάνωση τους, γύρω από το σχεδιασμό προβλημάτων διασφαλίζοντας εξοικείωση με τα θέματα κλιματικών κρίσεων. Τέλος θα απαιτήσει τη δημιουργία πολιτικής εθνικής ασφάλειας για την προώθηση των στρατηγικών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την αποκατάσταση της ελληνικής πολιτείας στις διεθνείς διαπραγματεύσεις για το κλίμα και τη διακυβέρνηση του περιβάλλοντος.
Επίλογος
Οι τρεις μεγαλύτερες απειλές για τον Ελληνισμό είναι ο επαπειλούμενος πόλεμος με την αναθεωρητική Τουρκία, οι πανδημίες και η κλιματική αλλαγή, αλλά μόνο οι τουρκική απειλή λαμβάνει την προσοχή που της αξίζει. Αυτό φαίνεται να αλλάζει με την ίδρυση του νέου υπουργείου Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτικής Προστασίας, το οποίο θα έχει τρεις μεγάλες προκλήσεις να αντιμετωπίσει:
Πρώτα την ολοκλήρωση σχεδιασμού και οργάνωσης της Πολ. Προστασίας.
Δεύτερο την απόκτηση ικανών πόρων στο μέλλον για την αποτελεσματική λειτουργία του.
Τρίτο να πείσει τους πολίτες ότι είναι αξιόπιστο υπουργείο.
Επίσης, ένας εξωγενής παράγοντας, αλλά σημαντικός είναι οι υπηρεσίες πληροφοριών οι οποίες χρειάζεται να επαναβαθμονομήσουν την προσέγγισή τους στο μεταβαλλόμενο τοπίο ασφάλειας. Να αξιοποιήσουν τα νέα εργαλεία και μεθόδους ανάλυσης, ιδιαίτερα αυτά που υπάρχουν στον πραγματικό, μη ταξινομημένο κόσμο.
Η προηγμένη κλιματική μοντελοποίηση μας επιτρέπει να προβάλλουμε τις επιπτώσεις των διαφορετικών επιπέδων εκπομπών σε κινδύνους όπως η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, η μεταβλητότητα των βροχοπτώσεων, οι πυρκαγιές, οι επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα και τα θαλάσσια και χερσαία οικοσυστήματα και λειτουργίες, καθώς και νέα φάσματα ασθενειών. Η έγκαιρη ανάλυση από κορυφαίους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής είναι το επόμενο βήμα.
Αυτές οι δομές θα αποδώσουν καρπούς μόνο εάν έχουν την πλήρη υποστήριξη του συνόλου του πολιτικού συστήματος με εθνική συναίνεση. Επομένως, ακόμη μια βασική ενέργεια που πρέπει να γίνει, είναι να γνωστοποιείται τακτικά και με σαφήνεια η σοβαρότητα των κινδύνων εθνικής ασφάλειας που θέτει η κλιματική αλλαγή.
Τέλος, για να διασφαλιστεί ότι αυτές οι προτάσεις ακολουθούνται από ενέργειες, απαιτείται το κατάλληλο προσωπικό και η παροχή οικονομικών πόρων για να εκτελέσουν το έργο. Δεν αρκεί, ωστόσο, να δημιουργήσουμε απλώς μεγαλύτερες ομάδες λειτουργικών εμπειρογνωμόνων. Πρέπει να ληφθούν υπόψη νέες προσεγγίσεις για την οργάνωση αναλυτικών προσπαθειών δεδομένου ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει σχεδόν κάθε άλλη κορυφαία προτεραιότητα ασφάλειας. Η ανάλυση της κλιματικής ασφάλειας πρέπει να είναι πλήρως ολοκληρωμένη.
Η έγκαιρη αντιμετώπιση των προτεραιοτήτων για την κλιματική ασφάλεια θα διασφαλίσει ότι οι ενασχολούμενοι μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις που θα θέσει η κυβέρνηση σε αυτούς. Είναι σημαντικό ότι αυτές οι αλλαγές πρέπει να θεσμοθετηθούν με τέτοιο τρόπο ώστε να αντέχουν στο χρόνο. Ενώ το νέο υπουργείο πρέπει να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του Ελληνισμού, έχει επίσης την ευθύνη να προειδοποιεί τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για απειλές ανεξάρτητα από τις τρέχουσες πολιτικές προτεραιότητες. Είναι βέβαιο ότι η κλιματική αλλαγή θα διαμορφώσει όλο και περισσότερο το τοπίο της εθνικής ασφάλειας κατά τις επόμενες τουλάχιστο δύο δεκαετίες.
* Ο Υποναύαρχος Δημήτριος Τσαϊλάς δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου, είναι μέλος και ερευνητής του Ινστιτούτου για την Εθνική και Διεθνή Ασφάλεια.
Πηγή Εφημερίδα “Μακεδονία” 11.09.21
0 Σχόλια