Στη Βρετανία οι εταιρείες παροχής φυσικού αερίου PfP Energy, MoneyPlus Energy, People's Energy και Utility Point κήρυξαν χρεοκοπία και τους καταναλωτές ανέλαβε η ρυθμιστική αρχή Ofgem, η οποία αύξησε το τιμολόγιο για ένα μέσο νοικοκυριό από τις 139 στις 1.277 στερλίνες.
Ακολούθως, ο όμιλος λιπασμάτων CF Industries ανακοίνωσε ότι κλείνει επ’ αόριστον δύο εργοστάσια στη Μεγάλη Βρετανία, χωρίς να προσδιορίζει τον χρόνο επαναλειτουργίας τους.
Πρόκειται για τα άμεσα αποτελέσματα ενός "ράλι" που έχει οδηγήσει σε τριπλασιασμό των τιμών του φυσικού αερίου κατά μέσο όρο στην Ευρώπη, συντελώντας στην περαιτέρω ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων που ήδη καταγράφονται διεθνώς σε όλη την γκάμα εμπορευμάτων, από τα τρόφιμα μέχρι τα μέταλλα, στο φόντο της αφειδούς ρευστότητας που διοχέτευσαν οι κεντρικές τράπεζες στο σύστημα όλη τη δεκαετία της κρίσης και με ανανεωμένη ένταση κατά την περίοδο της πανδημίας, οπότε διαταράχθηκαν και οι εφοδιαστικές αλυσίδες.
Οι αγορές παραγώγων παρακολουθούν
Όμως, παραμονές του χειμώνα, το ζήτημα της θέρμανσης τίθεται με ιδιαίτερη οξύτητα. Και η γηραιά ήπειρος καταγράφει σοβαρά προβλήματα τροφοδοσίας και αποθήκευσης, αναζητώντας εναλλακτικές της τελευταίας στιγμής από οποιαδήποτε κατεύθυνση.
Μόλις την Τετάρτη, οι τιμές έφτασαν τα 79,31 ευρώ ανά μεγαβατώρα, υψηλό όλων των εποχών στην ευρωπαϊκή αγορά αναφοράς, αφού εκτινάχθηκε κατά σχεδόν 30% από την αρχή της εβδομάδας.
Μάλιστα, η Goldman Sachs προειδοποιεί και για τον κίνδυνο τυχόν διακοπών ηλεκτροδότησης, που θα δημιουργήσουν ασφαλώς αρνητικό σπιράλ σε όλη την οικονομία και στις ίδιες τις τιμές της ενέργειας. Οι αγορές παραγώγων ήδη λαμβάνουν αυτά τα ρίσκα υπόψη τους.
Δεν πρόκειται απλώς για στρεβλώσεις της αγοράς που έχουν δημιουργήσει αυτή την πρωτοφανή κατάσταση, αλλά για ένα γεωπολιτικό μπρα-ντε-φερ στις τρεις γωνίες του τριγώνου Ευρώπη - Ρωσία - ΗΠΑ. Δεν λείπουν, μάλιστα, και οι αναλυτές που θεωρούν ότι ζούμε το αντίστοιχο του "πετρελαϊκού σοκ" του OPEC το 1973, μεταφρασμένου αυτή τη φορά σε όρους φυσικού αερίου.
Το ουκρανικό στο επίκεντρο
Στο επίκεντρο βρίσκεται η παράκαμψη της Ουκρανίας ως χώρας διέλευσης ρωσικού φυσικού αερίου από την υπόλοιπη Ευρώπη, με την ολοκλήρωση του υποθαλάσσιου αγωγού NordStream2. Ο αγωγός, ο οποίος ξεκινά από την επαρχία Λένινγκραντ (διατηρεί το σοβιετικό της όνομα) στη Ρωσία, διαπερνά τη Βαλτική και καταλήγει στη Γερμανία, αποτελεί το θεμέλιο της ρωσογερμανικής ενεργειακής συνεργασίας, η οποία θα εξασφαλίσει στη μεν μία πλευρά αδιατάρακτη και οικονομική τροφοδοσία της βιομηχανικής της παραγωγής, στη δε άλλη μια εγγυημένη αγορά για την εξαγωγή των υδρογονανθράκων της, χωρίς περιθώριο παρεμβολής "δύστροπων" ενδιαμέσων, όπως το Κίεβο και οι Βαλτικές Δημοκρατίες. Είναι ακριβώς για αυτόν τον λόγο που τόσο η Κομισιόν παλαιότερα, με το δεύτερο ενεργειακό πακέτο της, όσο και η Ουάσινγκτον πιο πρόσφατα, με την απειλή κυρώσεων, προσπάθησαν να παρεμποδίσουν την ολοκλήρωση του έργου, το οποίο δημιουργεί μια κατάσταση εξάρτησης της ηγέτιδας δύναμης της Ευρωζώνης από τη χώρα του Βλαντίμιρ Πούτιν.
Οι Ρώσοι ιθύνοντες, από την πλευρά τους, υποστηρίζουν ότι οι αντιδράσεις δεν αποτελούσαν παρά άσκηση εξωοικονομικής βίας, ώστε να αποκτήσουν πλεονέκτημα οι ακριβότερες εισαγωγές αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου. Και οπωσδήποτε, πέρα από τις ασκήσεις επί χάρτου, μένει πάντα το ερώτημα ποιος πραγματικά έχει να προσφέρει το αέριο στην ποσότητα που υπαγορεύουν οι ευρωπαϊκές ανάγκες. Αντικειμενικά, η ρωσική Gazprom επέχει θέση φυσικού μονοπωλίου.
"Γεωπολιτικός εκβιασμός";
Όπως και αν έχει, ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν πρόσφατα σήκωσε "λευκή σημαία" απέναντι στην ιδιαίτερα επενδεδυμένη στον NordStream2 πολιτικο-οικονομική ηγεσία της Γερμανίας και ο αγωγός (μικρότερος κατά 2.000 χιλιόμετρα από όλους τους προϋπάρχοντες), που ολοκληρώθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου, εκτιμάται ότι θα είναι έτοιμος να τεθεί σε λειτουργία τον Δεκέμβριο. Εξοργισμένοι οι Ρεπουμπλικάνοι της Γερουσίας απειλούν τον Μπάιντεν ότι θα μπλοκάρουν την έγκριση προτεινόμενων διορισμών του στο υπoυργείο Οικονομικών αν αυτός δεν επιμείνει στην οδό των κυρώσεων.
Την ίδια ώρα, έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου, την οποία υπογράφει ο πρώην πρωθυπουργός της Λιθουανίας Άντριους Κουμπίλιους, ζητά από τις χώρες της Ε.Ε. να συντονιστούν στις προσπάθειας απεξάρτησης από τις ενεργειακές πηγές αλλά και την πυρηνική τεχνολογία της Ρωσίας.
Η Ουκρανία, η οποία στηρίζεται οικονομικά σε μεγάλο βαθμό στα τέλη διέλευσης του ρωσικού αερίου και είχε εμπλακεί σε "ενεργειακούς πολέμους" με τη Μόσχα, ήδη πριν από την ανεπανόρθωτη επιδείνωση των σχέσεών τους το 2014, καταγγέλλει τώρα ότι η παρατηρούμενη μείωση της τροφοδοσίας της Ευρώπης σε αέριο αποτελεί "γεωπολιτικό εκβιασμό" ώστε να διασφαλιστεί η επιτάχυνση της αδειοδότησης του NordStream2 από την αρμόδια γερμανική ρυθμιστική αρχή.
Πολυπαραγοντικό πρόβλημα
Δεν πρόκειται για την πλήρη αλήθεια. Είναι γεγονός ότι ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δεν έχασε την ευκαιρία να τονίσει ότι η ταχύτερη δυνατή έναρξη λειτουργίας του NordStream2 αναμφίβολα θα εξισορροπήσει σημαντικά τις τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Όμως η τροφοδοσία πλήττεται από πολλούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της πυρκαγιάς που σημειώθηκε στο δίκτυο της Gazprom, αλλά και της αυξημένης ζήτησης υγροποιημένου φυσικού αερίου από τους Ασιάτες αγοραστές, που πληρώνουν κατά 10% έως 20% περισσότερο.
Η δε Goldman Sachs υποστηρίζει ότι το κυριότερο πρόβλημα είναι αυτό της αποθήκευσης. Χαρακτηριστικά, οι αποθηκευμένες ποσότητες αερίου στην Ολλανδία και τη Γερμανία εκτιμώνται στο 52% και το 63% της χωρητικότητας αντιστοίχως, όταν σε τέτοια εποχή του χρόνου θα πρέπει να πλησιάζουν το 90%.
Το πολιτικό πρόβλημα
Για τις ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί κινδυνεύει να εξελιχθεί σε εφιάλτη, καθώς οι μεγάλες ανατιμήσεις και οι ελλείψεις θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν κοινωνική αναταραχή. Κυρίως, όμως, διότι απειλείται απαξίωση στη συλλογική συνείδηση των προσπαθειών της Ε.Ε. για μετάβαση σε πράσινες μορφές ενέργειας.
Ήδη πολλοί καλοθελητές, όπως η κυβέρνηση της ανθρακοπαραγωγού Πολωνίας, υποστηρίζουν ότι το σχήμα ανταλλαγής εκπομπών αερίων που έχει καθιερώσει η Κομισιόν οφείλει να αναθεωρηθεί, διότι οι επιβληθέντες περιορισμοί τροφοδοτούν την παρούσα κρίση. Όμως ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Φρανς Τίμερμανς, αντιτείνει ότι η αύξηση των τιμών στον άνθρακα ευθύνονται μόνο για το ένα πέμπτο των αυξήσεων στην τιμή του ρεύματος φέτος. Προσθέτει, πάντως, και ο ίδιος ότι η μέριμνα για το κλίμα δεν πρέπει να αφεθεί να τεθεί αντιπαραθετικά με την κοινωνική μέριμνα.
0 Σχόλια