Ο 66χρονος γιατρός από την Πάφο που έχασε αυτές τις μέρες τη ζωή του από τον κορωνοϊό ήταν ένας παθιασμένος αρνητής των εμβολιασμών, όπως μαρτυρούν οι δεκάδες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τις οποίες έκανε όλους τους προηγούμενους μήνες. Ειδικά τις τελευταίες εβδομάδες, οπότε είχε ανοίξει η συζήτηση για την έκδοση του Ευρωπαϊκού Πιστοποιητικού για τους εμβολιασμένους, ο λόγος του γινόταν όλο και πιο ακραίος.
Από τη στιγμή που έγινε γνωστός ο θάνατός του, αρκετοί φίλοι, συνάδελφοι και ασθενείς του τεθνεώτος μιλούν με θερμά λόγια για εκείνον, εκθειάζοντας τον χαρακτήρα και την επιστημοσύνη του. Διατρέχοντας, ωστόσο, κανείς τη δημόσια διαδικτυακή δραστηριότητά του δεν διακρίνει τίποτε περισσότερο από ένα απλό αναμάσημα των γνωστών συνωμοσιολογικών θεωριών που -της Ελλάδας μη εξαιρουμένης- συναντώνται σχεδόν σε όλες τις χώρες του πλανήτη.
Η διαφωνία του, όπως εύκολα φαντάζεται κανείς, δεν αφορούσε μόνον στα εμβόλια που δεν πρέπει να γίνονται επειδή οι εμβολιασμοί ξεκίνησαν να γίνονται χωρίς, υποτίθεται, να προηγηθούν οι απαραίτητες δοκιμές. Με την ίδια ένταση ξιφουλκούσε κατά των περιοριστικών μέτρων και καταφερόταν ενάντια των φαρμακευτικών, εν γένει, εταιριών, που προτίμησαν να λανσάρουν εμβόλιο και όχι φάρμακο κατά της Covid-19, του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, της Κίνας, του Μπιλ Γκέιτζ, του Σόρος αλλά και –που το θυμήθηκε άραγε;- του ιδρύματος Ροκφέλερ.
«Όλοι αυτοί», σύμφωνα με τον μακαρίτη γιατρό, «θέλουν να πουλήσουν την πραμάτεια τους που είναι τα εμβόλια». Και, όπως υποστήριζε, για να πείσουν τον πληθυσμό να εμβολιαστεί, επέλεξαν «τον συνεχή εγκλεισμό, την οικονομική πίεση και την ψυχολογική φθορά». Επειδή, όμως, διέβλεπε προφανώς ότι η «επιχειρηματολογία» του μπορεί να μη συγκινούσε τον μέσο Κύπριο, στον οποίο απευθυνόταν, συμπλήρωνε ότι τα lockdown επιβλήθηκαν με σκοπό «ο κόσμος να πάψει να ασχολείται με τα σκάνδαλα της κυβέρνησης» του προέδρου Νίκου Αναστασιάδη. Η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, αναδείχθηκε νικήτρια από τις κάλπες που στήθηκαν στη Μεγαλόνησο τις μέρες που ο άμοιρος γιατρός δοκιμαζόταν σκληρά στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Νοσοκομείου Λευκωσίας.
Στον αντίποδα της θλίψης που ίσως δικαιολογημένα εκφράζουν οι άνθρωποι που τον είχαν γνωρίσει, δεν λείπουν, δυστυχώς, και όσοι έκαναν, μάλλον χαιρέκακα, λόγο για «δίκαιη τιμωρία» του. Και αυτό διότι, όπως υποστηρίζουν, όχι μόνον αρνήθηκε να εμβολιαστεί ο ίδιος, αλλά, λόγω της επαγγελματικής του ιδιότητας, απέτρεψε και πολλούς συνανθρώπους του να κάνουν το εμβόλιο. Είναι αλήθεια ότι η στάση των υγειονομικών έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από εκείνη των υπολοίπων αρνητών, αφού επηρεάζει πολλούς ανθρώπους οι οποίοι είτε αρνούνται είτε διστάζουν και μεταθέτουν για το μέλλον για τον εμβολιασμό τους.
Καλώς ή κακώς, το φαινόμενο των αρνητών της πανδημίας, οι οποίοι μετεξελίχθηκαν σε αρνητές των εμβολιασμών, δεν περιορίζεται σε κάποιες περιοχές του πλανήτη, ούτε βρίσκει πιστούς σε ορισμένες κατηγορίες συνανθρώπων που να ορίζονται αποκλειστικά και μόνον από το μορφωτικό τους επίπεδο. Καθώς ο αριθμός των διαθέσιμων εμβολίων αυξάνεται, διαπιστώνεται ότι σε όλη την υφήλιο υπάρχει ένας σκληρός πυρήνας του πληθυσμού ό οποίος παραμένει δύσπιστος στις επανειλημμένες εκκλήσεις τόσο των κυβερνήσεων όσο και των καθ΄ ύλην αρμόδιων επιστημόνων να προσέλθουν στα εμβολιαστικά κέντρα.
Ακόμη και σε χώρες που ξεκίνησαν πολύ νωρίτερα από τις υπόλοιπες τους εμβολιασμούς, όπως είναι η Βρετανία, οι ΗΠΑ και το Ισραήλ, ένα ποσοστό που κυμαίνεται από 20 έως 40% δεν δείχνει προθυμία να εμβολιαστεί παρά το γεγονός ότι όλα τα στοιχεία καταδεικνύουν ότι οι νοσηλευόμενοι λόγω κορωνοϊού προέρχονται πλέον κατά συντριπτικό ποσοστό από τις τάξεις των ανεμβολίαστων.
Από τη μια οι καμπάνιες στις οποίες επιδίδονται οι κάθε λογής ψεκασμένοι ζηλωτές, από την άλλη η υπερπροβολή την οποία βρίσκουν σε μέσα ενημέρωσης κάποια μεμονωμένα περιστατικά παρενεργειών που εμφανίζονται σε εμβολιασμένους, δημιουργούν το υπόστρωμα στο οποίο καλλιεργούνται οι αμφιβολίες και οι δισταγμοί σε ανθρώπους που, υπό άλλες συνθήκες, θα έσπευδαν να εμβολιαστούν. Οι περισσότεροι εξ ημών, άλλωστε, έχουμε εμβολιάσει τα παιδιά μας και δεν διανοηθήκαμε να επικαλεστούμε τις… ανύπαρκτες διατάξεις του Συντάγματος για να μην προσκομίσουμε στο σχολείο τα σχετικά πιστοποιητικά.
Όπως και να έχει, πάντως, από τα μέχρι τώρα δεδομένα προκύπτει ότι τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς το ποσοστό όσων διστάζουν, αποφεύγουν ή και αρνούνται πεισματικά να εμβολιαστούν είναι τέτοιο που ορθώνει εμπόδιο στην οικοδόμηση του πολυπόθητου τείχους ανοσίας το οποίο θα αποτρέψει ένα νέο κύμα επέλασης του ιού. Μαζί με αυτή τη δυσοίωνη διαπίστωση ανακύπτουν και τα ερωτήματα για το δέον γενέσθαι προκειμένου να απαλλαγούμε άπαξ δια παντός από τα περιοριστικά μέτρα που δοκίμασαν τις αντοχές όλων μας. Το δίλημμα, λοιπόν, που από πολλές πλευρές τίθεται είναι το εξής: Μαστίγιο ή καρότο για τους αρνητές;
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι εδώ που φθάσαμε αποτελεί μονόδρομο η σκληρή επιβολή ειδικών περιορισμών προς όσους, ενώ μπορούν, αρνούνται να εμβολιαστούν. Άλλοι, ωστόσο, αντιτείνουν ότι προέχουν η πειθώ, τα κίνητρα, ακόμη και τα… δώρα που κάποιες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, παρέχουν σε όσους πάνε και εμβολιάζονται. Θεωρούν ότι έτσι, μαζί με τη δύναμη του παραδείγματος, θα καμφθούν, συν τω χρόνω, οι δισταγμοί όλων και περισσοτέρων.
Η συζήτηση διεθνώς μόλις άνοιξε και το πιθανότερο είναι ότι θα πάρει αρκετό χρόνο έως ότου ληφθούν οριστικές αποφάσεις.
Γρηγόρης Τζιοβάρας
0 Σχόλια