Κατά την προεδρία του Τραμπ, ο Πούτιν πέτυχε τους στρατηγικούς του στόχους

EPA, SERGEY GUNEEV, HOST PHOTO AGENCY POOL MANDATORY CREDIT
Γράφει ο Αλέξανδρος Θ. Δρίβας * 

Η επόμενη μέρα στις ΗΠΑ, είτε με Τραμπ πρόεδρο είτε χωρίς, θα σημάνει την αρχή ενός επαναπροσδιορισμού των σχέσεων ΗΠΑ – Ρωσίας. Η Ρωσία έχει αποκτήσει σημαντικά γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα τα οποία οι ΗΠΑ δεν μπορούν να αγνοήσουν.

Από το έτος 1999-2000 η Ρωσία πέρασε σε μια νέα εποχή. Ο Βλάντιμιρ Πούτιν κατάλαβε πως ο λαός της Ρωσίας ήταν ταπεινωμένος και πως οικονομική ανασυγκρότηση χωρίς αποκατάσταση του διεθνούς ρόλου της Ρωσίας δεν θα μπορούσε να λάβει χώρα.

Η Ρωσία συνέδεσε τους άφθονους υδρογονάνθρακες με την γεωπολιτική ανασυγκρότηση της περιοχής της. Ταυτόχρονα, άρχισε να προσαρμόζεται ακολουθώντας έναν αποτελεσματικό ρεαλισμό στον ”δυτικό τρόπο” παιχνιδιού.

Η Ρωσία αντιλήφθηκε πως δεν μπορεί να πετύχει τους στόχους της απέναντι σε μια ενιαία Δύση. Το σχέδιο του Πούτιν ήταν απλό: Τα έθνη-κράτη, όσο και αν είναι εντός συμμαχιών, έχουν διαφορετικούς στόχους μεταξύ τους.

Η Ρωσία επένδυσε στις διαφωνίες εντός της ΕΕ και του ΝΑΤΟ και πιο συγκεκριμένα, στις διαφωνίες που προέκυψαν στο νέο τύπο διεθνούς συστήματος που προέκυψε μετά τη μονοπολική στιγμή των ΗΠΑ. Η ύπαρξη ενός ”κοινού αντιπάλου” αποτελεί πολύ σημαντικό παράγοντα για τη συνοχή ενός οργανισμού. Τι πέτυχε ο Πούτιν την τελευταία τετραετία και τι σημαίνει αυτό για τις αμερικανορωσικές σχέσεις της επόμενης μέρας;

Η Ρωσία γνωρίζει πως δεν μπορεί να γίνει η πρώτη δύναμη στον κόσμο. Ο στόχος που είναι εφικτός είναι να σέβονται τη δική της ξεχωριστή φωνή στον κόσμο. Η Ρωσία του Πούτιν επιδίωξε και επιδιώκει να είναι ισότιμος συνομιλητής μεταξύ εκείνων των δυνάμεων που θα διαμορφώσουν τον κόσμο του 21ου αιώνα. Τι κατάφερε λοιπόν η Ρωσία κατά τη διάρκεια αυτής της τετραετίας;

Πρώτον, το ζήτημα του Russiangate στις ΗΠΑ έφερε κλυδωνισμούς στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα και εσωστρέφεια στην Ουάσινγκτον. Η πόλωση και ο διχασμός δεν θυμίζουν σε τίποτε την πάγια πολιτική ατμόσφαιρα των ΗΠΑ η οποία στηριζόταν στη συναίνεση των δύο κομμάτων.
Δεύτερον, η Ρωσία κατόρθωσε να έρθει σε συμφωνία με την Ουκρανία για τους αγωγούς. Αυτό το κατάφερε ανοίγοντας περισσότερα ενεργειακά μέτωπα όπως αυτό του Nord Stream II αλλά και του Turk Stream. Ανεξάρτητα από το αν θα γίνουν αυτά τα έργα ή όχι, η Ρωσία διατήρησε το ζωτικό ενεργειακό της δίκτυο σε μια περιοχή που αποτελεί την ραχοκοκαλιά της ασφάλειας της Ρωσίας καθώς αποτελεί το μαλακό της υπογάστριο.
Οι κυρώσεις σαφώς και έβλαψαν τη ρωσική οικονομία όμως ήδη έχει ξεκινήσει η συζήτηση στις ΗΠΑ στο κατά πόσον οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές σαν μέσο τιμωρίας και αποτροπής σε χώρες σαν τη Ρωσία.

Η Μόσχα αντέδρασε επιθετικά και κατά την τελευταία τετραετία έγινε η δύναμη η οποία λύνει και δένει όχι μόνο στη Συρία αλλά και στη Μέση Ανατολή.

Η Ρωσία μεταβάλλεται σταδιακά σε έναν διαμεσολαβητή στην περιοχή κρατώντας ανοικτούς διαύλους με κάθε δύναμη ή ”αντιπρόσωπο” στον πόλεμο δι’ αντιπροσώπων που εξελίσσεται.

Επενδύοντας στον άξονα Μόσχας-Άγκυρας-Τεχεράνης

Η Ρωσία έχει δημιουργήσει έναν άξονα τον οποίο χειρίζεται με μαεστρία. Δεν είναι άλλος από τον άξονα Μόσχα-Άγκυρα-Τεχεράνη. Η Ρωσία αντιλήφθηκε πως οι πολιτικές Τουρκίας και Ιράν αντιμετωπίζονται εχθρικά από τη Δύση και έτσι διέκρινε έγκαιρα τη δίψα των δύο χωρών για ισχυρούς συμμάχους.

Όταν η Ρωσία παρατηρεί πως κάποια από τις δύο δυνάμεις αξιώνει περιφερειακούς ρόλους που δεν συμβαδίζουν με τα ρωσικά συμφέροντα, τότε είτε δρα υβριδικά, είτε κάνει πιο στενές τις σχέσεις της με μια από τις δύο δυνάμεις, έναντι της άλλης. Κλασική Realpolitik ισορροπίας δυνάμεων σαν αυτή που έλαβε χώρα από το 1815 μέχρι το 1914 στην Ευρώπη.

Η Ρωσία ανοίχθηκε παντού σε όλον τον κόσμο προκειμένου να μετριάσει τις επιπτώσεις από τις κυρώσεις που της έχουν επιβληθεί. Ακόμη και στην Ινδία, στην οποία πολλά ποντάρει η Ουάσιγκτον για το «Pivot to Asia» το οποίο στοχεύει στην ανάσχεση του σινικού επεκτατισμού, η Μόσχα έχει πουλήσει S-400.

Το πιο σημαντικό από όλα όμως, είναι ότι η Ρωσία κατάφερε να καταστήσει το ΝΑΤΟ ”εγκεφαλικά νεκρό”, μια φράση που χρησιμοποιήθηκε πολύ πρόσφατα από τους Γάλλους μετά την γαλλοτουρκική διένεξη στη Λιβύη. Η Ρωσία κατέβηκε πιο νότια από την Ουκρανία προκειμένου να θωρακίσει το μαλακό της υπογάστριο. Κριμαία, Τουρκία, Συρία και Λιβύη έγιναν εκείνα τα εδάφη στα οποία χτίζονται οι πυλώνες της ρωσικής εθνικής ασφάλειας.
Η μη-αποκοπή της Ρωσίας από τη Μεσόγειο, αποτελεί πάγιο γεωπολιτικό πονοκέφαλο για τη Ρωσία η οποία πλέον έχει ισχυρή παρουσία και στη Λιβύη, αναγκάζοντας έτσι την ΕΕ και όλα τα κράτη της Βορείου Αφρικής να συνδιαλέγονται με τη Ρωσία. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την αποχώρηση μεγάλου μέρους των αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία.

Η στρατηγική ομηρία της Τουρκίας, αποτελεί έναν ακόμη θρίαμβο της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής. Η Τουρκία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος χερσαίος στρατός του ΝΑΤΟ και η μερική στήριξη που παρέχει η Ρωσία στην Τουρκία για να υλοποιήσει σχέδια που δεν συμφέρουν το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ δημιουργεί ρήγμα στο ΝΑΤΟ το οποίο έχει πράγματι αποσυντονιστεί. Η Τουρκία αγόρασε S-400 από τη Ρωσία και έφερε το ΝΑΤΟ σε ακόμη πιο δύσκολη θέση.

Το ΝΑΤΟ δεν περνά και τις καλύτερες ημέρες του

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται στην κόψη του ξυραφιού, οι γαλλοτουρκικές σχέσεις επιδεινώνονται κάθε μέρα, ενώ το πόρισμα του ΝΑΤΟ το οποίο ζήτησε η Γαλλία για το «κλείδωμα» του γαλλικού πλοίου στη Λιβύη από τουρκικό βγήκε από… Βρετανούς αθωωτικό για την Τουρκία.

Το ΝΑΤΟ δεν περνά και τις καλύτερες μέρες του και έτσι η Ρωσία έχει κάθε λόγο να χαμογελά. Ακόμη και το πάγωμα του Nord Stream II λόγω κυρώσεων που επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ σε κάθε εμπλεκόμενο στο έργο έχει ένα πολιτικό κέρδος για τη Μόσχα και αυτό δεν είναι άλλο από την γερμανική αντίδραση που φέρνει σε ακόμη πιο δύσκολη θέση της ευρωατλαντικές σχέσεις.

Τι πρόκειται λοιπόν να ακολουθήσει; Η επόμενη μέρα στις ΗΠΑ, είτε έχει τον Τραμπ πρόεδρο, είτε δεν τον έχει, θα σημάνει την αρχή ενός επαναπροσδιορισμού των σχέσεων ΗΠΑ – Ρωσίας. Η Ρωσία έχει αποκτήσει σημαντικά γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα τα οποία οι ΗΠΑ δεν μπορούν να αγνοήσουν.

Άλλωστε, η μεγάλη απειλή για τις ΗΠΑ εντός του 21ου αιώνα, είναι η Κίνα. Όταν υπάρχουν τρεις μεγάλες δυνάμεις, η συντηρητική δύναμη του διεθνούς status quo (εν προκειμένω οι ΗΠΑ) επιλέγουν για σύμμαχο την πιο αδύναμη χώρα από τις άλλες δύο. Το θέμα είναι όμως τι θα κάνει η Ρωσία και κατά πόσο θα μπορέσει να σταθεί ανάμεσα σε Κίνα και ΗΠΑ αρθρώνοντας μια διαφορετική φωνή.

Σε κάθε περίπτωση, τα όσα κατάφερε η Ρωσία τα τελευταία τέσσερα χρόνια, την αναβαθμίζουν καθώς στο όποιο τραπέζι διαπραγματεύσεων λάβουν χώρα συνεννοήσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, η Μόσχα έχει πολλά θέματα τα οποία μπορεί να τα χρησιμοποιήσει ως ανταλλάγματα. Αυτά τα ανταλλάγματα βρίσκονται γεωγραφικά από την Κορεατική Χερσόνησο και τις Φιλιππίνες μέχρι τον Ινδικό Ωκεανό και την Αραβική Χερσόνησο, και από το Ιράν μέχρι την Λιβύη και την Ευρώπη.

* Ο Αλέξανδρος Θ. Δρίβας είναι Διεθνολόγος -Συντονιστής του Τομέα Ευρασίας & Νοτιοανατολικής Ευρώπης – Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων

** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια