Sponsor

ATHENS WEATHER

H κυβέρνηση Μητσοτάκη και η ελλείπουσα στρατηγική αντιπολίτευση


Γράφει ο Γιώργος Καραμπελιάς
Συγγραφέας, Πολιτικός Αναλυτής

Οι Έλληνες, με τη συμπεριφορά τους στην παρούσα κρίση, η οποία διαρκεί εδώ και πέντε τουλάχιστον μήνες, αρχίζοντας από την επίταση της τουρκικής επιθετικότητας, περνώντας στο μεταναστευτικό και φτάνοντας στην κρίση του κορωνοϊού, δημιουργούν τη βάσιμη ελπίδα ότι έχουν αρχίσει να ξεπερνούν με θετικό τρόπο την κατάρρευση του μεταπολιτευτικού προτύπου. Η κατάρρευση είχε αρχίσει με αρνητικό τρόπο ήδη από το 2009. Αρχικώς κατέρρευσε το οικονομικό μοντέλο του παρασιτικού εκσυγχρονισμού. Εν συνεχεία, συνετρίβη το δόγμα της ελληνοτουρκικής φιλίας και των ζεϊμπέκικων.

Τέλος, με την κρίση του προσφυγικού, κατέρρευσε η πολυπολιτισμική θεωρία της άρνησης της εθνικής συνοχής. Σήμερα, έχει μάλλον αρχίσει η θετική υπέρβαση της μεταπολίτευσης και η είσοδος στη νέα ιστορική εποχή  κατά την οποία κυρίαρχο διακύβευμα καθίσταται η ιστορική επιβίωση του ελληνισμού.

Το γεγονός ότι βρισκόμαστε όντως στο τέλος μιας εποχής καταδεικνύεται περίτρανα από τη μεταβολή του πολιτικού συστήματος από πολυπολικό σε μονοπολικό, εξ αιτίας της κατάρρευσης της αντιπολίτευσης. Έτσι συμβαίνει πάντοτε στις στιγμές μετάβασης. Το 1974 με την κατάρρευση της δικτατορίας ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μεταβλήθηκε στον κεντρικό πόλο της μεταπολίτευσης και η ηγεμονία του διήρκεσε μερικά χρόνια.  Μέχρις ότου το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου υπερθεματίζοντας στα κοινωνικά και εθνικά ζητήματα συγκροτήσει έναν δεύτερο πολιτικό πόλο. Σήμερα η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ-KINAΛ αρχικώς που αποτελούσε τον δεύτερο και ιδεολογικά ηγεμονικό ρόλο της μεταπολιτευτικής περιόδου και η αυξανόμενη κρίση  του ΣΥΡΙΖΑ, προσφέρει τη δυνατότητα στον Κυριάκο Μητσοτάκη να εγκαινιάσει αυτός, ως κυρίαρχος πόλος την νέα μετα-μεταπολιτευτική ιστορική περίοδο.
Χαρακτηριστικά στοιχεία που επιβεβαιώνουν αυτές τις διαπιστώσεις  συνάγονται και από τις δύο τελευταίες δημοσκοπήσεις του Μαΐου.

Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της Metron Analysis που δημοσιεύτηκε στις 28 Μαΐου, η αξιολόγηση των πολιτών για την Αξιωματική Αντιπολίτευση τον Ιανουάριο του 2020 ήταν κατά 57%  αρνητική και 24% θετική ενώ πέντε μήνες μετά, τον Μάϊο του 2020 ήταν  69% αρνητική και μόνο 21% θετική. Και αυτό  παρότι υπήρχε μία σχετική μείωση και των θετικών ποσοστών υπέρ της κυβέρνησης από το 68% στο 63%, διότι είχαμε μπει ήδη στην περίοδο του προβληματισμού σε σχέση με την οικονομία. Παρόλα ταύτα  τα ποσοστά της αντιπολίτευσης συρρικνώνονται δραματικά. Και το ίδιο θα συμβεί ακόμα και με το «δυνατό χαρτί» του Σύριζα, τον Τσίπρα που εισπράττει 65% αρνητική αξιολόγηση και μόλις 25% θετική στην ίδια δημοσκόπηση και μάλιστα με μία κατάρρευση κα οκτώ μονάδες στις θετικές γνώμες από  το 33% τον Απρίλιο στο 25% τον Μάιο.  Αλλά και η δημοσκόπηση της GPO της 27ης  Μαΐου θα έχει ανάλογα αποτελέσματα. Το πιο χαρακτηριστικό κατά τη γνώμη μου είναι το γεγονός ότι σε αυτή το 46,9% των ψηφοφόρων του Σύριζα έχει θετική γνώμη για τον Μητσοτάκη και το  49,4% αρνητική! Δηλαδή οι μισοί ψηφοφόροι του Σύριζα δεν μπαίνουν πλέον στο κλασικό δίπολο.

Οι αναλογίες με την πρώτη Καραμανλική περίοδο είναι εντυπωσιακές. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μετά το 1974 εκτός από εκλογικό απόθεμα της δεξιάς επεκτάθηκε στρατηγικά στο χώρο του παλιού Κέντρου. Σήμερα ο Μητσοτάκης στηρίζεται μεν στη Νέα Δημοκρατία αλλά την υπερβαίνει και σε επίπεδο στελεχών και σε επίπεδο απεύθυνσης, μία και έχει συμπεριλάβει ένα μεγάλο ποσοστό του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ. Από τον Χρυσοχοΐδη και τον Θεοδωρικάκο μέχρι τον Πιερρακάκη και τον…  Βλαστάρη, ο Μητσοτάκης  έχει ενσωματώσει στο κυβερνητικό του σχήμα ευρύτερες συστημικές δυνάμεις.  Και ανάλογες είναι οι κοινωνικές στρατηγικές που ακολουθεί.
Έτσι ο παλαιός κεντροαριστερός πόλος (ΠΑΣΟΚ και παραδοσιακή Αριστερά) πού συνεχίζει εμφανίζεται ως αντιπολίτευση είναι στρατηγικά ξεπερασμένος, διότι η νέα ιστορική περίοδος –κατά την οποία  η Ελλάδα παίζει κυριολεκτικά τα ρέστα της ως αυτόνομο έθνος-κράτος– δεν επιτρέπει απέναντι σε ένα κυρίαρχο συστημικό μπλοκ, το οποίο εκφράζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη μια αντιπολίτευση περισσότερο εθνομηδενιστική από την κυβέρνηση! Γι’ αυτό και η αντιπολίτευση καθίσταται παραπληρωματική ως προς την κυβέρνηση! Γι’ αυτό και απέναντι στην παρούσα αντιπολίτευση το κυρίαρχο μπλοκ εξουσίας φαντάζει ακόμα και ως πατριωτικό, όπως κατεφάνη και στην περίπτωση της μεταναστευτικής κρίσης στον Έβρο.

Ακριβώς γιατί δεν έχει στρατηγικό λόγο ύπαρξης η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ διατηρείται στη ζωή με τον αναπνευστήρα που του προσφέρει το σύστημα των εσωτερικών και εξωτερικών στηριγμάτων που χρειάζονται μια τέτοια αντιπολίτευση. Διότι ποιος άλλος θα μπορούσε να ελέγξει την αντιπολιτευτική διάθεση του ελληνικού λαού, όσο ένα πειθήνιο και δοκιμασμένο κόμμα ελεγχόμενο από τους  ολιγάρχες, το διεθνές σύστημα, κ.ο.κ.; Σε συνθήκες κατάρρευσης του μεταπολιτευτικού σκηνικού –με την εξαέρωση του ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ –, μια παραπέρα υποβάθμιση του ΣΥΡΙΖΑ συνιστά απειλή για το σύστημα, διότι θα έθετε επί τάπητος το ζήτημα της συγκρότησης μιας στρατηγικής αντιπολίτευσης.

Αρκεί να δει κανείς τα κανάλια των ολιγαρχών για να καταλάβει από πού φυσάει ο άνεμος καθώς πασχίζουν απεγνωσμένα να γεμίσουν το αδειανό πουκάμισο του ΣΥΡΙΖΑ. Και σε αυτό το έργο πρωτοστατούν τα δύο κανάλια του κ. Βαρδινογιάννη που προσπαθεί με κάθε μέσο να ενσωματώσει το ΚΙΝΑΛ στον ΣΥΡΙΖΑ ώστε να συγκροτηθεί ένας ελεγχόμενος αντιπολιτευτικός πόλος. Αλλά όσο και αν φαίνεται παράδοξο από πρώτη άποψη και το Mega του κ. Μαρινάκη στην ίδια κατεύθυνση κινείται, όπως και το Open του κ. Σαββίδη.`
Ακόμα και η ίδια η Νέα Δημοκρατία επιθυμεί να έχει τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝΑΛ,  το ΚΚΕ και τους υπολοίπους στον ρόλο της αντιπολίτευσης. Για να διατηρήσει την απρόσκοπτη ηγεμονία που ονειρεύεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επιθυμεί διακαώς τη διατήρηση μιας αντιπολίτευσης τύπου, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, Βαρουφάκη και Βελοπούλειου «πατριωτισμού».
Φοβούνται όσο τίποτε άλλο την πιθανότητα το αντιπολιτευτικό πολιτικό κενό να καλυφθεί σταδιακώς από νέες πολιτικές δυνάμεις που να ανταποκρίνονται στη καινούργια πατριωτική και εθνοκρατική συγκυρία. Μια συγκυρία η οποία αναδεικνύεται  ήδη από την εποχή των κινητοποιήσεων ενάντια στη Συμφωνία των Πρεσπών και επιταχύνεται με θυελλώδη τρόπο από την περίοδο του Έβρου μέχρι σήμερα.

Μόνο μια αντιπολίτευση που θα είχε χαρακτηριστικά αμφισβήτησης του κυρίαρχου μοντέλου, σε επίπεδο ατζέντας και στρατηγικής, θα είχε νόημα σήμερα. Μην ξεχνάμε πως ο Ανδρέας Παπανδρέου για να υπερκεράσει την Καραμανλική ηγεμονία μετά το 1974 θα επενδύσει στρατηγικά στον πατριωτισμό. Και η στιγμή και η συγκυρία απαιτούν σήμερα τη συγκρότηση ενός δεύτερου πόλου που θα έχει υποχρεωτικά πατριωτικά, δημοκρατικά και εθνοκρατικά χαρακτηριστικά. Ενός πόλου που και θα εκφράζει το λαϊκό αίσθημα και θα πιέζει στην ίδια κατεύθυνση την ίδια την κυβέρνηση

Και όμως σήμερα απουσιάζουν πολιτικές δυνάμεις από την κεντρική πολιτική σκηνή που να μπορούν να αναλάβουν έναν αντίστοιχο ρόλο. Αυτό κατεφάνη στις Πρέσπες, στα ελληνοτουρκικά και τοι μεταναστευτικό, όπου η κοινωνία αυθόρμητα και ακαθοδήγητα πίεζε την κυβέρνηση να πάρει πατριωτικές θέσεις. Στην περίπτωση της κρίσης του μεταναστευτικού, οι κάτοικοι των νησιών άλλαξαν την ατζέντα, ενάντιά στην κυβερνητική πολιτική  Και η κυβέρνηση υποχρεώθηκε απλώς να πράξει επί τέλους αυτό που εδώ και καιρό απαιτούσε η κοινωνία, στον Έβρο και στα θαλάσσια σύνορα.

Δηλαδή, η ενίσχυση της εθνικής συνοχής, που αναδεικνύεται ως αναγκαιότητα σε όλα τα μεγάλα ζητήματα της συγκυρίας –δημογραφικό, ελληνοτουρκικά, μεταναστευτικό, κορωνοϊός, παραγωγικό μοντέλο–, μπορεί πρόσκαιρα να δείχνει ενισχυμένη την κυβέρνηση, στην πραγματικότητα όμως ενισχύει υποδόρια αυτή την κοινωνική για την ώρα αντιπολίτευση που αργά ή γρήγορα θα αναδυθεί και πολιτικά και μόνο τότε  το πολιτικό σύστημα θα πάψει να είναι ουσιαστικά μονοπολικό. Αυτό σε ένα βαθμό το αντιλαμβάνεται και ο κ. Τσίπρας, γι’ αυτό και επιχειρεί εν μέρει να μετακινηθεί σε πατριωτικότερες θέσεις. Όμως για την ώρα με ένα κόμμα γαλουχημένο στον εθνομηδενισμό και με τις δεσμεύσεις που έχει, είναι αδύνατον να το πράξει.

Και όμως η στρατηγική αντιπολίτευση αποτελεί τη μόνη πρόταση που αντιστοιχεί στη νέα πραγματικότητα: Οι Έλληνες βρίσκονται ήδη «πέραν της Αριστεράς και της Δεξιάς», ενώ η «ενότητα του ελληνικού έθνους» και η «υπέρβαση των εμφυλιοπολεμικών συνδρόμων» αποτελεί μονόδρομο. Αυτό εξάλλου καταδεικνύει και το γεγονός  ότι στις δημοσκοπήσεις τόσοι ψηφοφόροι του Σύριζα  αρνούνται αυτούς τους διαχωρισμούς. Η πολιτική και η αντιπολίτευση θα πρέπει να διεξάγεται όπως αρμόζει στους «εθνικοαπελευθερωτικούς» αγώνες. Συσπείρωση του λαού, από όποια πολιτική προέλευση και αν έρχεται, γύρω από συγκεκριμένους στόχους.
Σήμερα μπήκαμε σε μια μεγάλη μάχη την οποία αν χάσουμε δεν θα υπάρχει αύριο για τον ελληνισμό ως διακριτή ταυτότητα. Και η στρατηγική αντιπολίτευση καθίσταται αναγκαία σε μια νέα ιστορική περίοδο όπου πρωτεύον καθίσταται η εθνική συνοχή.


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια