Της Ανθής Αγγελοπούλου
Μια κοινή εξέταση της ροής του καρδιακού αίματος πριν από ένα χειρουργείο μπορεί να προβλέψει αν ο ασθενής θα αντιμετωπίσει επιπλοκές μετά την επέμβαση, σύμφωνα με μια διεθνή μελέτη που έγινε από τους ερευνητές του Hamilton Health Sciences (HHS).
Όπως αναφέρουν οι επιστήμονες, σε παγκόσμιο επίπεδο, από τα 200 εκατομμύρια ενήλικες που υποβάλλονται σε σοβαρή χειρουργική επέμβαση όπως, αντικαταστάσεις ισχίου και γόνατος, εκτομή εντέρων και αποκατάσταση του κοιλιακού αορτικού ανευρύσματος, το 18% θα παρουσιάσει σοβαρές καρδιακές και αγγειακές επιπλοκές συμπεριλαμβανομένου του θανάτου εντός 30 ημερών μετά την επέμβαση.
Σύμφωνα με τον Dr. PJ Deveraux, καθηγητής καρδιολογίας στο Hamilton Health Sciences (HHS), στο Πανεπιστήμιο McMaster και στο Ινστιτούτο Έρευνας για την Υγεία του πληθυσμού του HHS (PHRI), πολλές επεμβάσεις μπορούν να προκαλέσουν βλάβη στον καρδιακό ιστό, μέσω σχηματισμού θρόμβων αίματος, μεγάλων περιόδων φλεγμονής ή αιμορραγίας.
Η μελέτη VISION συμπεριέλαβε 10.402 ασθενείς ηλικίας 45 ετών και άνω με μη καρδιοχειρουργική επέμβαση από 16 νοσοκομεία σε 9 χώρες και εξέτασε κατά πόσο τα επίπεδα καρδιακού αιματολογικού ελέγχου, NT-proBNP, που μετρήθηκαν πριν από τη χειρουργική επέμβαση, μπορούν να προβλέψουν καρδιακές και αγγειακές επιπλοκές. Τα υψηλότερα επίπεδα NT-proBNP, τα οποία μπορεί να προκληθούν από διάφορες ανωμαλίες στον καρδιακό μυ, όπως το άγχος, η φλεγμονή ή η υπερβολική έκταση, μπορούν να βοηθήσουν στον εντοπισμό των ασθενών που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο καρδιακών επιπλοκών μετά από χειρουργική επέμβαση.
Ο Δρ. Devereaux εξήγησε ότι τα ευρήματα της μελέτης έδειξαν με σαφήνεια ότι οι γιατροί μπορούν να προβλέψουν ποιος κινδυνεύει περισσότερο από καρδιακές προσβολές και άλλα αρνητικά αγγειακά συμβάματα μετά από χειρουργική επέμβαση.
«Αυτή η απλή εξέταση αίματος μπορεί να γίνει γρήγορα και εύκολα ως μέρος της προεγχειρητικής αξιολόγησης του ασθενούς και μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς να κατανοήσουν καλύτερα τον κίνδυνο των μετεγχειρητικών επιπλοκών τους και να λάβουν τεκμηριωμένες αποφάσεις σχετικά με τη χειρουργική επέμβαση», δήλωσε ο ένας από τους συγγραφείς της μελέτης, Dr. Emmanuelle Duceppe, ερευνητής στο Πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Μόντρεαλ (CHUM), υποψήφιος διδάκτορας στην κλινική επιδημιολογία στο Πανεπιστήμιο McMaster και συνεργάτης ερευνητής στο PHRI. Ενώ, συμπλήρωσε ότι αυτή η εξέταση αίματος είναι είκοσι φορές φθηνότερη από τις πιο χρονοβόρες δοκιμασίες όπως οι καρδιακές δοκιμές αντοχής και η διαγνωστική απεικόνιση.
Τα αποτελέσματα αυτής της απλής ανάλυσης αίματος μπορούν να αναλύσουν τον τύπο της χειρουργικής επέμβασης που θα υποβληθεί ο ασθενής, όπως η λαπαροσκοπική ή ανοικτή χειρουργική επέμβαση, τον τύπο της αναισθησίας που θα χρησιμοποιηθεί κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης και ο οποίος θα απαιτήσει πιο εντατική παρακολούθηση μετά την επέμβαση. Μπορούν επίσης να μειώσουν την ανάγκη για προ-χειρουργικές ιατρικές εξετάσεις για ασθενείς που δεν παρουσιάζουν κίνδυνο για καρδιακές επιπλοκές.
Ο Dr. Brian H. Rowe, επιστημονικός διευθυντής στο Ινστιτούτο Κυκλοφορικής και Αναπνευστικής Υγείας του Canadian Institutes for Health Research επεσήμανε ότι η καρδιακές επιπλοκές έπειτα από μη καρδιακή χειρουργική επέμβαση αποτελούν ένα σημαντικό ζήτημα υγείας που απαιτεί μεγάλη προσοχή. Χρησιμοποιώντας τη χρηματοδότηση του CIHR, η ερευνητική ομάδα με επικεφαλής τον Δρ Devereaux και το PHRI αποσαφήνισε τη σχέση μεταξύ ενός κοινού βιοδείκτη και του κινδύνου της διαλειτουργικής νοσηρότητας και θνησιμότητας.
McMaster University
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια