Γράφει ο Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής διεθνών σχέσεων - Στρατηγικών Σπουδών
Η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες μετά την ετυμηγορία των Ελλήνων πολιτών καλό θα ήταν να αποτελέσει και αφορμή για δημόσια συζήτηση των ζητημάτων εθνικής στρατηγικής, αυτοκριτική και εν μέσω προεκλογικής αναμέτρησης ορθολογιστική διάγνωση της Τουρκικής απειλής. Γνωρίζοντας εκ πείρας ότι η Τουρκία εκμεταλλεύεται κάθε ευκαιρία που προσφέρουν ρευστές και μεταβατικές καταστάσεις και δικές μας διαιρέσεις απαιτείται εγρήγορση.Πρώτον, να επιδιωχθεί άμεσα πολιτική συναίνεση για την περίπτωση που η Τουρκία προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί την μεταβατική αυτή φάση ή αμέσως μετά. Δεύτερον, να ζητηθεί από τις Ένοπλες Δυνάμεις να βρίσκονται σε πλήρη ετοιμότητα. Τρίτον, όπως απαιτούν οι περιστάσεις να υπάρξει πολιτική ομογνωμία για κοινές στάσεις και αποφάσεις εάν η Τουρκία δοκιμάσει να δημιουργήσει τετελεσμένα.
Έχοντας κατά νου αυτή την συγκυρία θα επιχειρηθεί εδώ να γίνει περιγραφή του στρατηγικού περιβάλλοντος και του τρόπου επηρεάζει την περιφέρειά μας στην συντρέχουσα ιστορική συγκυρία. Μια συγκυρία που συμπίπτει με επιτάχυνση των καταιγιστικών στρατηγικών παιγνίων πάνω στην Περίμετρο της Ευρασίας και με όξυνση των Τουρκικών αναθεωρητικών αξιώσεων.
Η Τουρκία βρίσκεται, ουσιαστικά, ένα βήμα πριν την στρατιωτικοποίηση των ενεργειών της, κάτι που ανέφερε και ο απερχόμενος πρωθυπουργός λίγο πριν τις Ευρωεκλογές όταν μίλησε για τον κίνδυνο θερμού επεισοδίου. Το πώς θα εξελιχθούν τα ζητήματα αυτά είναι υπόθεση των κρατικών στρατιωτικών και διπλωματικών επιτελείων υπό την καθοδήγηση της πολιτικής ηγεσίας υπό συνθήκες δια-παραταξιακής πολιτικής συναίνεσης.
Ένα πράγμα είναι σίγουρο: Ανάλογα και αντίστοιχα με το πώς εξελίσσονται τα πράγματα οι δικές μας στάσεις και αποφάσεις επηρεάζουν τον στρατηγικό σχεδιασμό τρίτων κρατών, ιδιαίτερα των μεγάλων δυνάμεων. Περιορισμοί χώρου δεν επιτρέπουν να επεκταθούμε ιδιαίτερα για το μείζον ζήτημα του πως λειτουργούν και αποφασίζουν οι ηγεμονικές δυνάμεις, ζήτημα για το οποίο έχουμε γράψει ξανά. Εδώ υπογραμμίζεται μόνο το γεγονός ότι οι ηγεμονικές δυνάμεις βρίσκονται σε αδιάλειπτο ανταγωνισμό στα περιφερειακά πεδία και κυρίως πάνω στην Περίμετρο της Ευρασίας από την Ευρώπη Μέχρι την Ιαπωνία διαμέσου Βαλκανίων, Μέσης και Μείζονος Ανατολής και της Ινδικής Χερσονήσου.
Ο ανταγωνισμός και η αντιπαράθεση πάνω στην Περίμετρο της Ευρασίας έχει προϊστορία αιώνων. Πιο συγκεκριμένα, η επί αιώνες πρωτοκαθεδρία του Ηνωμένου Βασιλείου ως μιας πανίσχυρης ναυτικής δύναμης συγκρατούσε τις ηπειρωτικές δυνάμεις στην ενδοχώρα της Ευρασίας, ήλεγχε τις θαλάσσιες οδούς και με διαίρει και βασίλευε εμπόδιζε μια δύναμη ή μια συμμαχία δυνάμεων να κυριαρχήσει στην ηπειρωτική Ευρώπη. Την σημαία αλλά και την σκυτάλη της κυρίαρχης δύναμης πήραν οι ΗΠΑ οι οποίες μετά το 1945 όχι μόνο κυριάρχησαν στις θάλασσες και στην Περίμετρο της Ευρασίας αλλά επιπλέον αρχίζοντας από την Ατλαντική Συμμαχία που συσπείρωσε τον Ευρωατλαντικό χώρο συγκρότησαν μια αλυσίδα συμμαχιών και στρατιωτικής παρουσίας πλανητικής κλίμακας.
Αυτό που έχει σημασία να τονίσουμε εδώ είναι ότι κατά την διάρκεια της Μεταψυχροπολεμικής εποχής και ολοένα περισσότερο ενόσω προχωρούμε βαθύτερα στον 21ο αιώνα, και ενώ διαιωνίζονται περίπου οι ίδιες γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές δομές, η Αμερικανική πρωτοκαθεδρία αμφισβητείται από νέες περιφερειακές δυνάμεις του αναδυόμενου πολυπολικού διεθνούς συστήματος. Το 1990, δεν ήταν η αφετηρία ενός ανθόσπαρτου διεθνούς βίου όπως υποστήριζε το κυρίαρχο αφήγημα στην Ελλάδα αλλά η αρχή μιας νέας αστάθειας μακροχρόνιων προεκτάσεων για νέες περιφερειακές και πλανητικές ισορροπίες ισχύος και συμφερόντων.
Αυτό σημαίνει ότι ενώ η ηγεμονική διαπάλη βαθαίνει και εντείνεται ολοένα και περισσότερο προκαλώντας τριβές, διενέξεις, πολέμους και ανακατανομές συνόρων και ελέγχου πλουτοπαραγωγικών πόρων, οι διεθνείς εξελίξεις βρίσκουν την Ελλάδα σε βαθιά οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση που ροκανίζει ή και αποδυναμώνει την εθνική στρατηγική. Στον βαθμό που αυτό ισχύει, απαιτείται να συνεκτιμηθούν δεόντως αφενός το γεγονός πως όπως είπαμε εισήλθαμε σε μια μεταβατική φάση ενόψει εκλογών και αφετέρου το γεγονός ότι ο κίνδυνος κλιμάκωσης των Τουρκικών προκλήσεων εντείνεται.
Επιπλέον, εν μέσω καταιγιστικών στρατηγικών εξελίξεων και ανακατατάξεων που επιταχύνονται η Ελλάδα όχι μόνο είναι εξ αντικειμένου αδύναμη λόγω κρίσης αλλά επιπλέον με αφορμή την διαμάχη για την συμφωνία ακούστηκαν ξανά τα ίδια λανθασμένα επιχειρήματα της δεκαετίας του 1990: Τα διεθνή προβλήματα επιλύονται με αισθητικά κριτήρια, προωθείται μια ιδεαλιστικών προδιαγραφών «συναδέλφωση των λαών» και αντιφατικά ότι όλα αυτά αποτελούν «αντί-ιμπεριαλιστικές» στάσεις και αποφάσεις. Γύρω μας και στον κόσμο, όμως, έχουμε κράτη το κάθε ένα με το δικό του εθνικό αφήγημα, με δικά του κριτήρια πολιτικής ηθικής και με δικά του ιεραρχημένα συμφέροντα των οποίων η σύγκλιση και ανταγωνισμός με τα αντίστοιχα άλλων κρατών εναλλάσσονται προκαλώντας διαρκείς αλλαγές συμμαχιών και διενέξεις.
Οι στρατηγικές των ηγεμονικών κρατών είναι πολύ καλά γνωστές. Οι στρατηγικοί τους σκοποί είναι μακροχρόνιας εμβέλειας και παρά το γεγονός ότι αυτό δεν είναι πάντα ορατό οι βραχυχρόνιες και μεσοπρόθεσμες στάσεις και αποφάσεις υπηρετούν αυτούς τους σκοπούς. Τα λιγότερο ισχυρά κράτη στις περιφέρειες εκπληρώνουν τα συμφέροντά τους και κυρίως το συμφέρον επιβίωσης μόνο εάν έχουν θέαση αυτών των στρατηγικών επιλογών και εάν συντεταγμένα ιεραρχούν ανάλογα και αντίστοιχα τις δικές τους στρατηγικές επιλογές, τις στάσεις τους και τις αποφάσεις τους. Πιο συγκεκριμένα με υπόμνηση ξανά του γεγονότος ότι μέχρι τις εκλογές της 7ης Ιουλίου και αμέσως μετά η Τουρκία όπως ξανά έκανε αναζητά παράθυρο ευκαιρίας εκτέλεσης τετελεσμένων:
Πρώτον, είναι επαρκώς ισχυρά για να αποτρέπουν αποτελεσματικά τις εναντίον τους αναθεωρητικές απειλές και να εφαρμόζουν τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου για την Επικράτειά τους.
Η Ελλάδα α) απέτυχε όσον αφορά την εφαρμογή των προνοιών του δικαίου της θάλασσας,
β) το «κρυφτούλι» στο Ιόνιο αντί οριοθέτησης σε όλο το Αιγαίο την καθιστά στρατηγικά αναξιόπιστο κράτος,
γ) η αποτυχία αποτροπής των εμπράγματων επιθετικών κινήσεων στην Κύπρο αποδυναμώνει σε πολύ μεγάλο βαθμό την αξιοπιστία της και
δ) η επέκταση των Τουρκικών προκλήσεων Δυτικά ενδέχεται να οδηγήσει σε μικρή ή μεγάλη πολεμική εμπλοκή. Εδώ και δεκαετίες πολλοί δεν κατανοούν ότι όταν ένα κράτος έτσι απειλείται είναι ένα πράγμα η αποφυγή του πολέμου και άλλο η αποτροπή του πολέμου ή εάν ο αντίπαλος επιτεθεί να αντιμετωπιστεί με έλεγχο της κλιμάκωσης. Ως προς αυτά και όλα τα συμπαρομαρτούντα ζητήματα απαιτείται πολιτική συναίνεση για σχέδια, στάσεις και αποφάσεις.
Δεύτερον, η Ελληνική εξωτερική πολιτική τα τελευταία χρόνια και ολοένα και περισσότερο την συντρέχουσα περίοδο διολισθαίνει στον κατευνασμό των αναθεωρητικών απειλών μη εκπληρώνοντας έτσι τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου και διολισθαίνοντας σε ομηρία εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων στην Κύπρο κάτι που θα σημαίνει μια άνευ προηγουμένου στρατηγική παγίδα. Ιστορικά καταμαρτυρείται ότι ο κατευνασμός οδηγεί σε απώλεια κυριαρχίας και ερεισμάτων χωρίς πόλεμο ή προκαλεί εκατέρωθεν στρατηγικό, πολιτικό και στρατιωτικό ανορθολογισμό με αποτέλεσμα πολεμική εμπλοκή. Εσχάτως η Ελλάδα κατευνάζει ακατάσχετα τους αναθεωρητισμούς Βαλκανικών κρατών, την Τουρκική απειλή και την επιθετικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Άγκυρα έχει πλήρη επίγνωση τι σημαίνει αυτό και το δείχνει με λόγια και πράξεις.
Τρίτον, οι επωφελείς συναλλαγές με τα ισχυρότερα κράτη και μάλιστα τα συμμαχικά είναι προϋπόθεση επιβίωσης ενός λιγότερο ισχυρού περιφερειακού κράτους. Για να επιτυγχάνει όμως ισόρροπες και συμμετρικές σχέσεις με τα ισχυρότερα συμμαχικά κράτη, απαιτείται να ισχύουν οι δύο προαναφερθείσες προϋποθέσεις, δηλαδή μια αξιόπιστη αποτρεπτική στρατηγική κατά των αναθεωρητικών απειλών και απουσία κάθε κατευναστικής στάσης.
Ολοκληρώνοντας συνοψίζουμε και υπογραμμίζουμε την ανάγκη για απόλυτη συναίνεση για ζητήματα εθνικής ασφάλειας και αντιμετώπισης τυχόν κλιμάκωσης των Τουρκικών ενεργειών με σκοπό να δημιουργήσει τετελεσμένα εν μέσω εκλογικής αναμέτρησης ή αμέσως μετά τις εκλογές. Απαιτείται επίσης να συνεκτιμηθεί ότι καθώς το διεθνές σύστημα κινείται βαθύτερα στον 21ο αιώνα τα πολλά, μεγάλα, κυμαινόμενα και συμπλεκόμενα αίτια αστάθειας αφορούν σε μεγάλο βαθμό τις ζώνες Ανατολικά του Αιγαίου. Εν μέσω καταιγιστικών στρατηγικών ανακατατάξεων και εν μέσω εκλογικής αναμέτρησης απαιτείται α) αποφυγή κάθε κατευναστικής στάσης ή συμπεριφοράς, β) επιδίωξη πολιτικής συναίνεσης για όλα τα ενδεχόμενα, γ) μετάδοση παραστάσεων αποφασιστικότητας πως δεν θα αντικρουστεί δεόντως κάθε προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων και δ) πλήρη συνεργασία της μεταβατικής πολιτικής ηγεσίας με τα διπλωματικά και στρατιωτικά επιτελεία.
(Photo: ANADOLU AGENCY VIA GETTY IMAGES)
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια