Γράφει ο Αλέξανδρος Μαλλιάς *
Όπως είναι φυσικό, το πρώτο ταξίδι του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ προκάλεσε το παγκόσμιο ενδιαφέρον. Αξίζει να αναλύσουμε τα βασικά χαρακτηριστικά των «σταθμών» που επέλεξε ο κ. Τραμπ: Πρώτος, το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας, «θεματοφύλακα» των ιερών πόλεων της Μέκκας και της Μεδίνας.
Δεύτερος σταθμός το Ισραήλ με επισκέψεις βέβαια στην Ιερουσαλήμ και τη Βηθλεέμ. Τρίτος και τελευταίος το Βατικανό. Μόνο συμπτωματική δεν είναι η επιλογή.
Παρακολούθησα δια ζώσης τις βασικές ομιλίες του Αμερικανού προέδρου στο Ριάντ και στο Ισραήλ. Αξίζει να συμφωνήσουμε ότι, πέρα από οποιαδήποτε κριτική προσέγγιση, είναι σημαντική η προσπάθεια του κ. Τραμπ να φέρει στο τραπέζι της ειρήνης το σύνολο των αραβικών χωρών και το Ισραήλ και να ξαναδώσει το «φιλί της ζωής» στην αναζήτηση λύσης στο Παλαιστινιακό.
Ας μην λησμονούμε ότι το Παλαιστινιακό Ζήτημα είναι το μεγάλο θύμα, η παράπλευρη απώλεια της κατ’ ευφημισμόν λεγόμενης Αραβικής Άνοιξης. Οι προσπάθειες που κατέβαλε ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα και, κυρίως, ο υπουργός Εξωτερικών Τζο Κέρι κάθε άλλο παρά οδηγούσαν προς την λύση. Το Ισραήλ και, ειδικότερα, ο πρωθυπουργός Μπένζαμιν Νετανιάχου έβλεπαν με καχυποψία τις προσπάθειες της προηγούμενης αμερικανικής διοίκησης.
Τη χαριστική βολή, που κλόνισε τις σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ της Ουάσιγκτον και του Τελ Αβίβ, απετέλεσε η διαδικασία που κατέληξε στην Συμφωνία για τον έλεγχο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Να προσθέσω ότι η Συμφωνία κλόνισε, ταυτόχρονα, τις σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ της Ουάσιγκτον και του Ριάντ, καθώς και άλλων «αραβικών αυλών». Ενίσχυσε δε την αντίληψη, κυρίως μεταξύ των αραβικών χωρών του Κόλπου, ότι το Ισραήλ θα μπορούσε εν τέλει να αποτελέσει φυσικό τους σύμμαχο κατά της ιρανικής απειλής.
Το Δόγμα Τραμπ
Κατά την επίσκεψή του στο Ριάντ (21-22 Μαΐου) ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έδωσε, με σαφήνεια και ακρίβεια, το προσωπικό του στίγμα για το πώς αντιλαμβάνεται το μέλλον της περιοχής, τις σχέσεις του με το Βασίλειο και τον Αραβικό Κόσμο και, εν τέλει, το πλαίσιο συνεργασίας με τον Ισλαμικό Κόσμο.
Το Δόγμα Τραμπ στηρίζεται στην ασφάλεια (security) και στην οικονομία. Ο ίδιος, κατά την ομιλία του ενώπιον των ηγετών άνω των πενήντα μουσουλμανικών χωρών –μεταξύ των οποίων και η Αλβανία– που τον χειροκροτούσαν στο Ριάντ, χαρακτήρισε το δόγμα του ως «πραγματισμό βασιζόμενο σε αρχές» (Principled Realism), ως δόγμα που στηρίζεται σε κοινές αξίες και συμφέροντα.
Επανέλαβε τις θέσεις του για την αξιοπιστία της Αμερικής έναντι φίλων και συμμάχων –που στηρίζεται στην ισχύ– καθώς και στην αποφασιστικότητά της απέναντι στους εχθρούς της. Η πολιτική του θα ενισχύσει την ασφάλεια μέσω της σταθερότητας και όχι μέσω «ριζοσπαστικής αναστάτωσης» (radical disruption). Ο σταδιακός εκσυγχρονισμός και οι προσεκτικές μεταρρυθμίσεις θα προτιμηθούν των αιφνιδιαστικών παρεμβάσεων.
Αλλαγή πορείας
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ξετυλίγοντας το δόγμα του μη αιφνιδιασμού των φίλων και συμμάχων του στον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο, κλείνει το κεφάλαιο των αμερικανικών παρεμβατικών επιλογών, όπως εκδηλώθηκαν κατά την τελευταία επταετία των εξεγέρσεων, συγκρούσεων και πολέμων στη Βόρειο Αφρική και Μέση Ανατολή. Ενώ ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα και η υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον βρίσκονται στο κέντρο της κριτικής του, στην πραγματικότητα ο Αμερικανός πρόεδρος αποστασιοποιείται και από τον «πολιτικό μεσσιανισμό» της μεσανατολικής πολιτικής του προέδρου Τζωρτζ Μπους που περιλαμβάνεται στις λέξεις “freedom agenda”.
Το σχέδιο Τραμπ, όπως τουλάχιστον με σαφήνεια δημοσιοποιήθηκε από τον ίδιο, έχει τα ακόλουθα στοιχεία :
Χρυσοφόρα συμβόλαια
Στον οικονομικό τομέα, οι κολοσσιαίες συμφωνίες, που υπεγράφησαν με την Σαουδική Αραβία, αντανακλούν, ακριβώς, το σχέδιο του προέδρου Τραμπ, όπως περιγράφεται στο βιβλίο του «Αμερική Σπουδαία Ξανά» (Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ, 2017). Περιλαμβάνουν πώληση των πλέον σύγχρονων οπλικών συστημάτων στο Βασίλειο ύψους 110 δισ δολαρίων με ταυτόχρονες, όμως, επενδύσεις της Σαουδικής Αραβίας στις ΗΠΑ άνω των 200 δισ δολαρίων. Άρα, όχι μόνο ωφελείται η αμερικανική αμυντική βιομηχανία, αλλά, μέσω των σαουδαραβικών επενδύσεων, δημιουργούνται χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας στην Αμερική. Πρόκειται για ορθή προσέγγιση.
Ο πρόεδρος Τραμπ θεωρεί ότι η συμφιλίωση της Σαουδικής Αραβίας και των χωρών του Κόλπου με το Ισραήλ είναι σημαντικότερη για τα αμερικανικά συμφέροντα από την αποκατάσταση ενός πλαισίου λειτουργικών σχέσεων μεταξύ των Αράβων και του Ιράν. Αφήνει σε βάθος χρόνου το πλέον δύσκολο εγχείρημα, τη δημιουργία των συνθηκών που θα επέτρεπαν την συμβίωση με ασφάλεια του Ισραήλ, των Αράβων και του Ιράν.
Κατά την σημαντική, ως προς το Ιράν κυρίως, ομιλία του στο Εθνικό Μουσείο του Τελ Αβίβ (23 Μαΐου), ο πρόεδρος Τραμπ έκανε απολύτως σαφές ότι:
Τόσο κατά τις δηλώσεις του με τον Παλαιστίνιο πρόεδρο Αμπάς, όσο και κατά τις ομιλίες και δηλώσεις του στο Τελ Αβίβ και στην Ιερουσαλήμ, ο πρόεδρος Τραμπ ήταν αρκετά προσεκτικός και λιτός για το Παλαιστινιακό. Περιορίστηκε να καταγράψει την δήλωση καλών προθέσεων του Παλαιστίνιου προέδρου και του πρωθυπουργού του Ισραήλ, εκφράζοντας ταυτόχρονα την ελπίδα για τη δυνατότητα εξεύρεσης λύσης.
Απέφυγε, όμως, να προσδιορίσει το είδος της λύσης. Εάν, δηλαδή, πρόκειται για τη λεγόμενη «λύση των δύο κρατών» ή όχι. Σε παλαιότερες δηλώσεις του στην Ουάσιγκτον, είχε αφήσει να διαφανεί ότι δεν θεωρούσε τη λύση των δύο κρατών (Ισραήλ και Παλαιστίνης) μονόδρομο.
Να σημειώσω, επίσης, ότι, κατά την παραμονή του στο Ισραήλ, ο πρόεδρος Τραμπ καίτοι υπογράμμισε τη σημασία των Ιεροσολύμων για τις τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες και προσευχήθηκε στο Δυτικό Τείχος σε μια πράξη υψηλού συμβολισμού, δεν επανέλαβε τις δηλώσεις που είχε κάνει, ως υποψήφιος, περί αναγνώρισης της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ.
Η επίσκεψη του προέδρου Τραμπ στο Ισραήλ παρείχε την μεγαλύτερη δυνατή εγγύηση για τους άρρηκτους δεσμούς φιλίας μεταξύ των δύο χωρών, παρέχοντας ταυτόχρονα ακλόνητες εγγυήσεις ασφάλειας.
Το άμεσο μέλλον θα δείξει κατά πόσον το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, το Μπαχρέιν, το Κουβέιτ και οι λοιπές χώρες του Κόλπου θα αποφασίσουν να κάνουν το ιστορικό βήμα συμφιλίωσης, συνεργασίας και συνύπαρξης. Βέβαιον είναι ότι η επίσκεψη του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ προετοίμασε, όσο ποτέ στο παρελθόν, το έδαφος.
Το Ιράν στο στόχαστρο
Απομένει να δούμε κατά πόσον η δαιμονοποίηση και απομόνωση του Ιράν, παρά την επανεκλογή του μεταρρυθμιστή προέδρου Ροχανί, αποτελεί ικανή προς την κατεύθυνση αυτή συνθήκη. Ειδικότερα, ως προς το Ιράν, οι κατηγορίες που προσάπτει η Ουάσιγκτον –όπως προκύπτει από την ανάλυση της ομιλίας του προέδρου Τραμπ– στο καθεστώς της Τεχεράνης περιλαμβάνουν και τα εξής:
Το ερώτημα εντούτοις παραμένει. μπορεί να υπάρξει ασφάλεια μέσω σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή από τον Περσικό Κόλπο μέχρι τη Μεσόγειο χωρίς την, υπό όρους και προϋποθέσεις, συμμετοχή και του Ιράν;
* Ο Αλέξανδρος Μαλλιάς είναι πρέσβης επί τιμή. Πτυχιούχος Οικονομικών του πανεπιστημίου Αθηνών
** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
Όπως είναι φυσικό, το πρώτο ταξίδι του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ προκάλεσε το παγκόσμιο ενδιαφέρον. Αξίζει να αναλύσουμε τα βασικά χαρακτηριστικά των «σταθμών» που επέλεξε ο κ. Τραμπ: Πρώτος, το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας, «θεματοφύλακα» των ιερών πόλεων της Μέκκας και της Μεδίνας.
Δεύτερος σταθμός το Ισραήλ με επισκέψεις βέβαια στην Ιερουσαλήμ και τη Βηθλεέμ. Τρίτος και τελευταίος το Βατικανό. Μόνο συμπτωματική δεν είναι η επιλογή.
Παρακολούθησα δια ζώσης τις βασικές ομιλίες του Αμερικανού προέδρου στο Ριάντ και στο Ισραήλ. Αξίζει να συμφωνήσουμε ότι, πέρα από οποιαδήποτε κριτική προσέγγιση, είναι σημαντική η προσπάθεια του κ. Τραμπ να φέρει στο τραπέζι της ειρήνης το σύνολο των αραβικών χωρών και το Ισραήλ και να ξαναδώσει το «φιλί της ζωής» στην αναζήτηση λύσης στο Παλαιστινιακό.
Ας μην λησμονούμε ότι το Παλαιστινιακό Ζήτημα είναι το μεγάλο θύμα, η παράπλευρη απώλεια της κατ’ ευφημισμόν λεγόμενης Αραβικής Άνοιξης. Οι προσπάθειες που κατέβαλε ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα και, κυρίως, ο υπουργός Εξωτερικών Τζο Κέρι κάθε άλλο παρά οδηγούσαν προς την λύση. Το Ισραήλ και, ειδικότερα, ο πρωθυπουργός Μπένζαμιν Νετανιάχου έβλεπαν με καχυποψία τις προσπάθειες της προηγούμενης αμερικανικής διοίκησης.
Τη χαριστική βολή, που κλόνισε τις σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ της Ουάσιγκτον και του Τελ Αβίβ, απετέλεσε η διαδικασία που κατέληξε στην Συμφωνία για τον έλεγχο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Να προσθέσω ότι η Συμφωνία κλόνισε, ταυτόχρονα, τις σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ της Ουάσιγκτον και του Ριάντ, καθώς και άλλων «αραβικών αυλών». Ενίσχυσε δε την αντίληψη, κυρίως μεταξύ των αραβικών χωρών του Κόλπου, ότι το Ισραήλ θα μπορούσε εν τέλει να αποτελέσει φυσικό τους σύμμαχο κατά της ιρανικής απειλής.
Το Δόγμα Τραμπ
Κατά την επίσκεψή του στο Ριάντ (21-22 Μαΐου) ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έδωσε, με σαφήνεια και ακρίβεια, το προσωπικό του στίγμα για το πώς αντιλαμβάνεται το μέλλον της περιοχής, τις σχέσεις του με το Βασίλειο και τον Αραβικό Κόσμο και, εν τέλει, το πλαίσιο συνεργασίας με τον Ισλαμικό Κόσμο.
Το Δόγμα Τραμπ στηρίζεται στην ασφάλεια (security) και στην οικονομία. Ο ίδιος, κατά την ομιλία του ενώπιον των ηγετών άνω των πενήντα μουσουλμανικών χωρών –μεταξύ των οποίων και η Αλβανία– που τον χειροκροτούσαν στο Ριάντ, χαρακτήρισε το δόγμα του ως «πραγματισμό βασιζόμενο σε αρχές» (Principled Realism), ως δόγμα που στηρίζεται σε κοινές αξίες και συμφέροντα.
Επανέλαβε τις θέσεις του για την αξιοπιστία της Αμερικής έναντι φίλων και συμμάχων –που στηρίζεται στην ισχύ– καθώς και στην αποφασιστικότητά της απέναντι στους εχθρούς της. Η πολιτική του θα ενισχύσει την ασφάλεια μέσω της σταθερότητας και όχι μέσω «ριζοσπαστικής αναστάτωσης» (radical disruption). Ο σταδιακός εκσυγχρονισμός και οι προσεκτικές μεταρρυθμίσεις θα προτιμηθούν των αιφνιδιαστικών παρεμβάσεων.
Αλλαγή πορείας
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ξετυλίγοντας το δόγμα του μη αιφνιδιασμού των φίλων και συμμάχων του στον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο, κλείνει το κεφάλαιο των αμερικανικών παρεμβατικών επιλογών, όπως εκδηλώθηκαν κατά την τελευταία επταετία των εξεγέρσεων, συγκρούσεων και πολέμων στη Βόρειο Αφρική και Μέση Ανατολή. Ενώ ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα και η υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον βρίσκονται στο κέντρο της κριτικής του, στην πραγματικότητα ο Αμερικανός πρόεδρος αποστασιοποιείται και από τον «πολιτικό μεσσιανισμό» της μεσανατολικής πολιτικής του προέδρου Τζωρτζ Μπους που περιλαμβάνεται στις λέξεις “freedom agenda”.
Το σχέδιο Τραμπ, όπως τουλάχιστον με σαφήνεια δημοσιοποιήθηκε από τον ίδιο, έχει τα ακόλουθα στοιχεία :
- Πρώτον, την ανάληψη μεγαλύτερων ευθυνών και βαρών εκ μέρους των αραβικών και ισλαμικών χωρών για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας.
- Δεύτερον, την ενθάρρυνση της προσέγγισης της Σαουδικής Αραβίας και των λοιπών χωρών του Κόλπου με το Ισραήλ. Προσέγγιση που θα μπορούσε να φτάσει μέχρι την αναγνώριση του Εβραϊκού Κράτους. Το πλαίσιο φαίνεται ότι δεν περιλαμβάνει την απόσυρση του Ισραήλ από όλα τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, όπως προβλέπει η απόφαση 242(1967) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, αλλά πάγωμα του προγράμματος εποικισμού. Προβλέπει, επίσης, λίαν συμφέρουσες για όλες τις πλευρές οικονομικές διευθετήσεις.
- Τρίτον, κυρίως, τον αποκλεισμό και την απομόνωση του Ιράν -στο ορατό τουλάχιστον μέλλον- από τα σχήματα συνεργασίας σε ολόκληρη την περιοχή. Το σχέδιο αυτό, στις γενικές του γραμμές, φαίνεται να είχε συζητηθεί κατά την προετοιμασία της επισκέψεως του προέδρου Τραμπ μεταξύ του Λευκού Οίκου και του εκσυγχρονιστή και μεταρρυθμιστή διαδόχου του Βασιλείου, πρίγκιπα Μωχάμετ Μπιν Σαλμάν.
Χρυσοφόρα συμβόλαια
Στον οικονομικό τομέα, οι κολοσσιαίες συμφωνίες, που υπεγράφησαν με την Σαουδική Αραβία, αντανακλούν, ακριβώς, το σχέδιο του προέδρου Τραμπ, όπως περιγράφεται στο βιβλίο του «Αμερική Σπουδαία Ξανά» (Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ, 2017). Περιλαμβάνουν πώληση των πλέον σύγχρονων οπλικών συστημάτων στο Βασίλειο ύψους 110 δισ δολαρίων με ταυτόχρονες, όμως, επενδύσεις της Σαουδικής Αραβίας στις ΗΠΑ άνω των 200 δισ δολαρίων. Άρα, όχι μόνο ωφελείται η αμερικανική αμυντική βιομηχανία, αλλά, μέσω των σαουδαραβικών επενδύσεων, δημιουργούνται χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας στην Αμερική. Πρόκειται για ορθή προσέγγιση.
Ο πρόεδρος Τραμπ θεωρεί ότι η συμφιλίωση της Σαουδικής Αραβίας και των χωρών του Κόλπου με το Ισραήλ είναι σημαντικότερη για τα αμερικανικά συμφέροντα από την αποκατάσταση ενός πλαισίου λειτουργικών σχέσεων μεταξύ των Αράβων και του Ιράν. Αφήνει σε βάθος χρόνου το πλέον δύσκολο εγχείρημα, τη δημιουργία των συνθηκών που θα επέτρεπαν την συμβίωση με ασφάλεια του Ισραήλ, των Αράβων και του Ιράν.
Κατά την σημαντική, ως προς το Ιράν κυρίως, ομιλία του στο Εθνικό Μουσείο του Τελ Αβίβ (23 Μαΐου), ο πρόεδρος Τραμπ έκανε απολύτως σαφές ότι:
- Πρώτον, δεν θα επιτρέψει στο Ιράν να αποκτήσει πυρηνικό οπλοστάσιο.
- Δεύτερον, ουδέποτε θα επιτρέψει στο Ιράν να απειλήσει το Ισραήλ. Με τον τρόπο αυτό, έκλεισε, επίσης, ένα κεφάλαιο αμφιβολιών και καχυποψίας έναντι της Ουάσιγκτον που είχε μείνει ανοιχτό -κατά την ερμηνεία του Ισραήλ- από τον πρόεδρο Ομπάμα.
Τόσο κατά τις δηλώσεις του με τον Παλαιστίνιο πρόεδρο Αμπάς, όσο και κατά τις ομιλίες και δηλώσεις του στο Τελ Αβίβ και στην Ιερουσαλήμ, ο πρόεδρος Τραμπ ήταν αρκετά προσεκτικός και λιτός για το Παλαιστινιακό. Περιορίστηκε να καταγράψει την δήλωση καλών προθέσεων του Παλαιστίνιου προέδρου και του πρωθυπουργού του Ισραήλ, εκφράζοντας ταυτόχρονα την ελπίδα για τη δυνατότητα εξεύρεσης λύσης.
Απέφυγε, όμως, να προσδιορίσει το είδος της λύσης. Εάν, δηλαδή, πρόκειται για τη λεγόμενη «λύση των δύο κρατών» ή όχι. Σε παλαιότερες δηλώσεις του στην Ουάσιγκτον, είχε αφήσει να διαφανεί ότι δεν θεωρούσε τη λύση των δύο κρατών (Ισραήλ και Παλαιστίνης) μονόδρομο.
Να σημειώσω, επίσης, ότι, κατά την παραμονή του στο Ισραήλ, ο πρόεδρος Τραμπ καίτοι υπογράμμισε τη σημασία των Ιεροσολύμων για τις τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες και προσευχήθηκε στο Δυτικό Τείχος σε μια πράξη υψηλού συμβολισμού, δεν επανέλαβε τις δηλώσεις που είχε κάνει, ως υποψήφιος, περί αναγνώρισης της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ.
Η επίσκεψη του προέδρου Τραμπ στο Ισραήλ παρείχε την μεγαλύτερη δυνατή εγγύηση για τους άρρηκτους δεσμούς φιλίας μεταξύ των δύο χωρών, παρέχοντας ταυτόχρονα ακλόνητες εγγυήσεις ασφάλειας.
Το άμεσο μέλλον θα δείξει κατά πόσον το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, το Μπαχρέιν, το Κουβέιτ και οι λοιπές χώρες του Κόλπου θα αποφασίσουν να κάνουν το ιστορικό βήμα συμφιλίωσης, συνεργασίας και συνύπαρξης. Βέβαιον είναι ότι η επίσκεψη του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ προετοίμασε, όσο ποτέ στο παρελθόν, το έδαφος.
Το Ιράν στο στόχαστρο
Απομένει να δούμε κατά πόσον η δαιμονοποίηση και απομόνωση του Ιράν, παρά την επανεκλογή του μεταρρυθμιστή προέδρου Ροχανί, αποτελεί ικανή προς την κατεύθυνση αυτή συνθήκη. Ειδικότερα, ως προς το Ιράν, οι κατηγορίες που προσάπτει η Ουάσιγκτον –όπως προκύπτει από την ανάλυση της ομιλίας του προέδρου Τραμπ– στο καθεστώς της Τεχεράνης περιλαμβάνουν και τα εξής:
- Χρηματοδότηση και εκπαίδευση τρομοκρατών και άλλων εξτρεμιστικών ομάδων στον Λίβανο, στο Ιράκ και στην Υεμένη. Στην κορυφή βρίσκονται η Χαμάς και η Χεζμπολάχ.
- Εκτόξευση ανοιχτών απειλών για μαζικές δολοφονίες, στοχεύοντας στην καταστροφή του Ισραήλ, κατά των ΗΠΑ και εναντίον πολλών αραβικών κρατών.
- Αποσταθεροποιητικός ρόλος του Ιράν σε ολόκληρη την περιοχή, κυρίως δε στη Συρία, υποστηρίζοντας τον Άσαντ.
- Βαλλιστικό πρόγραμμα του Ιράν.
Το ερώτημα εντούτοις παραμένει. μπορεί να υπάρξει ασφάλεια μέσω σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή από τον Περσικό Κόλπο μέχρι τη Μεσόγειο χωρίς την, υπό όρους και προϋποθέσεις, συμμετοχή και του Ιράν;
* Ο Αλέξανδρος Μαλλιάς είναι πρέσβης επί τιμή. Πτυχιούχος Οικονομικών του πανεπιστημίου Αθηνών
** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια