Sponsor

ATHENS WEATHER

Ο «αετός» και ο «δράκος»: Γιατί οι ΗΠΑ φαίνονται να ετοιμάζονται για πιθανό πόλεμο με την Κίνα

Από τότε που η Κίνα άρχισε να διεκδικεί τον τίτλο της «υπερδύναμης», αρκετοί είναι αυτοί που εξετάζουν σενάρια μιας πιθανής πολεμικής σύγκρουσης της Λαϊκής Δημοκρατίας με τις ΗΠΑ. Ωστόσο, τα σενάρια αυτά μέχρι πριν αρκετούς μήνες παρέπεμπαν περισσότερο σε «technothriller», καθώς ένα τέτοιο ενδεχόμενο,
χωρίς να είναι απίθανο, σίγουρα φαινόταν αρκετά «μακρινό», τόσο λόγω του κόστους (σε πολλούς τομείς) που θα είχε και για τις δύο πλευρές, όσο και λόγω της πεποίθησης ότι, παρά τους περιστασιακούς «λεονταρισμούς» και τις επιδείξεις δύναμης της κάθε πλευράς, στο τέλος πάντα θα επικρατούσαν οι πιο ψύχραιμες αντιλήψεις, βάσει των οποίων μια τέτοια σύγκρουση θα ήταν απευκταία από κάθε δυνατή πλευρά.

Στις αρχές του 2017, ωστόσο, παρατηρούνται εντάσεις και στρατιωτικό (ψυχροπολεμικό, θα μπορούσε να πει κανείς) «σκάκι» στις Θάλασσες Νότιας και Ανατολικής Κίνας μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ και των συμμάχων τους. Επίσης ερωτηματικά και προβληματισμούς προκαλούν και οι τοποθετήσεις και κινήσεις του νέου προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει εμμέσως πλην σαφώς απειλήσει με εμπορικό πόλεμο την Κίνα, ενώ έχει παραβιάσει επίσης την πολιτική της «μίας Κίνας», όσον αφορά στο πώς αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ την Ταϊβάν, προκαλώντας έντονη ενόχληση στο Πεκίνο- και από τη στιγμή που, κατά τον Κλαούζεβιτς, ο πόλεμος είναι στην ουσία «συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα», η πιθανότητα μιας ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ των υπερδυνάμεων πρέπει να αντιμετωπίζεται ως υπαρκτό ενδεχόμενο: Σημειώνεται άλλωστε πως, βάσει μελέτης του Χάρβαρντ, από το 1500 και μετά έχει προκύψει πόλεμος στις 11 από τις 15 περιπτώσεις όπου ήρθαν αντιμέτωπες μια ανερχόμενη δύναμη με μια καθιερωμένη. Οπότε, η ελαφρά τη καρδία παράβλεψη/ απόρριψη ενός τέτοιου ενδεχομένου είναι, στην καλύτερη περίπτωση, αισιόδοξη προσέγγιση των πραγμάτων, ενώ στη χειρότερη, απλά αφέλεια.

Από τα πιο πρόσφατα παραδείγματα πονημάτων που ασχολούνται με το ενδεχόμενο αυτό είναι το ντοκιμαντέρ «The Coming War on China» του βραβευμένου Αυστραλού δημοσιογράφου και σκηνοθέτη Τζων Πίλτζερ. Όπως σημειώνεται στο ντοκιμαντέρ, ενώ στην ανατολική Ευρώπη, στα σύνορα με τη Ρωσία, λαμβάνει χώρα η μεγαλύτερη κινητοποίηση στρατιωτικών δυνάμεων από το ΝΑΤΟ των τελευταίων δεκαετιών, στην άλλη πλευρά του πλανήτη, η άνοδος της Κίνας ως δεύτερης οικονομικής δύναμης στον κόσμο αντιμετωπίζεται στην Ουάσινγκτον ως άλλη μια απειλή προς την αμερικανική κυριαρχία. Ως εκ τούτου, το 2011, ο πρόεδρος Ομπάμα ανακοίνωσε τη «στροφή στην Ασία», κάτι που σήμαινε πως περίπου τα 2/3 των αμερικανικών ναυτικών δυνάμεων θα μεταφέρονταν στην Ασία και τον Ειρηνικό.



«Σήμερα, περίπου 400 αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις περικυκλώνουν την Κίνα με πυραύλους, βομβαρδιστικά, πολεμικά πλοία και πυρηνικά όπλα. Σχηματίζουν ένα τόξο από την Αυστραλία, προς τα βόρεια, διαμέσου του Ειρηνικού, στην Ιαπωνία, την Κορέα και διαμέσου της Ευρασίας στο Αφγανιστάν και την Ινδία. Είναι, σύμφωνα με έναν Αμερικανό στρατηγιστή, “η τέλεια θηλιά”» αναφέρεται στην ιστοσελίδα του ντοκιμαντέρ. «Υπό μυστικότητα, η μεγαλύτερη μεμονωμένη υπό αμερικανική διοίκηση στρατιωτική άσκηση των τελευταίων ετών, γνωστή ως Talisman Sabre- διεξάγει ένα “Air Sea Battle Plan, μπλοκάροντας τις ναυτικές οδούς στα Στενά της Μαλάκκα, αποκόπτοντας την πρόσβαση της Κίνας σε πετρέλαιο, αέριο και άλλες πρώτες ύλες από τη Μ. Ανατολή και την Αφρική. Σε μεγάλο βαθμό είναι αυτός ο φόβος ενός οικονομικού αποκλεισμού που έχει κάνει την Κίνα να κατασκευάζει αεροδρόμια σε αμφισβητούμενα νησιά και υφάλους στη Θάλασσα Νότιας Κίνας» συμπληρώνεται, μεταξύ άλλων.

Ο Πίλτζερ φαίνεται να θεωρεί τον πόλεμο μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων λίγο – πολύ αναπόφευκτο, ωστόσο δεν είναι λίγοι αυτοί που διαφωνούν με αυτή την άποψη. Όπως αναφέρει στο Unilad o καθηγητής Σκοτ Λούκας του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ (ειδικός σε θέματα αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και διεθνών σχέσεων, με θητεία στη δημοσιογραφία), στο πλαίσιο σχετικού δημοσιεύματος, το δεδομένο ότι η Κίνα κατασκευάζει τεχνητά νησιά – στρατιωτικές εγκαταστάσεις «δεν σημαίνει πως νομίζω ότι η Αμερική απειλείται από αυτά τα νησιά με οποιονδήποτε τρόπο, αλλά σημαίνει ότι θεωρώ πως υπάρχει κάτι που ο Πίλτζερ φαίνεται να αγνοεί, ότι δεν πρόκειται για θέμα ΗΠΑ- Κίνας. Υπάρχουν άλλοι που προβληματίζονται για την άνοδο της κινεζικής στρατιωτικής ισχύος, όπως η Ιαπωνία, οι Φιλιππίνες, η Ινδονησία και η Νότια Κορέα, και οι χώρες αυτές δεν είναι απλά υποχείρια των ΗΠΑ. Οπότε διαφωνώ με τον Πίλτζερ στο ότι πρόκειται για μια αντιπαράθεση δύο πόλων που θα μας οδηγήσει σε πόλεμο».

Ο Λούκας γενικότερα θεωρεί ότι η αλληλοεξάρτηση μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας είναι πολύ μεγάλη, με αποτέλεσμα και οι δύο πλευρές να έχουν πάρα πολλά να χάσουν από μια στρατιωτική αντιπαράθεση- πόσο μάλλον από μία στην οποία θα χρησιμοποιούνταν πυρηνικά όπλα.

Κάπου στη «μέση» μεταξύ των δύο απόψεων βρίσκονται οι Πίτερ Σίνγκερ (στρατηγιστής και senior fellow στο New America Foundation) και Όγκαστ Κόουλ (nonresident senior fellow, Brent Scowcroft Center on International Security στο Atlantic Council) - που συνέγραψαν το «Ghost Fleet» (2016) - best seller, φουτουριστικού θρίλερ γύρω από μια σύγκρουση ΗΠΑ-Κίνας, στο πνεύμα του «Red Storm Rising» του Τομ Κλάνσι (από πολλές απόψεις «προφητικό» βιβλίο, καθώς, αν και δεν έλαβε χώρα ποτέ η συμβατική σύγκρουση μεταξύ ΝΑΤΟ και Συμφώνου της Βαρσοβίας την οποία περιέγραψε, «έπεσε μέσα» σε πολλά θέματα όσον αφορά σε πρακτικές εφαρμογές στρατιωτικών τεχνολογιών που ήταν νέες τη δεκαετία του 1980, καθώς και άλλους τομείς). Το συγκεκριμένο βιβλίο συνδυάζει τη μυθοπλασία με τεράστιο όγκο πραγματικών, σημερινών δεδομένων, έχοντας προκαλέσει αίσθηση και στο αμερικανικό Πεντάγωνο.



Πέρα από τη μυθοπλασία, οι δύο συγγραφείς γράφουν σε άρθρο τους στο Atlantic πως εκτιμούν ότι η γεωπολιτική του 21ου αιώνα θα διαμορφωθεί από έναν εκκολαπτόμενο ψυχρό πόλεμο μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, η οποία έχει στο πλάι της τη Ρωσία (έναν «μικρότερο» εταίρο, ασχέτως που η ίδια η Ρωσία δεν το αντιλαμβάνεται, γράφουν σχετικά). «Αν αυτές οι δύο μεγάλες δυνάμεις κατέληγαν σε πόλεμο, μια από τις κύριες διαφορές από παλαιότερες συγκρούσεις είναι ότι δεν θα λάμβανε χώρα μόνο στα νερά του Ειρηνικού...θα λάμβανε χώρα και στους ουρανούς, επεκτεινόμενη σε δύο θέατρα που δεν έχουν δει ξανά μεγάλες μάχες: Το Διάστημα και τον κυβερνοχώρο. Η προσδοκία μιας περιορισμένης σύγκρουσης, που βρίσκεται πίσω από μεγάλο μέρος των αμερικανικών και των κινεζικών σχεδιασμών σήμερα, θα καταρριπτόταν γρήγορα» αναφέρουν σχετικά. Ωστόσο, υπογραμμίζουν πως σε καμία περίπτωση δεν θεωρείται ότι ένας τέτοιος πόλεμος είναι «αναπόφευκτος». Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως, όπως αναφέρεται σε σχετική ανάλυση του Foreign Policy, αν και το ενδεχόμενο αυτό δεν συζητείται και τόσο πολύ στη Δύση, πολλοί Κινέζοι αξιωματούχοι θεωρούν εδώ και καιρό πως ένας πόλεμος μεταξύ των δύο χωρών είναι αναπόφευκτος- σε μεγάλο βαθμό λόγω της εδραιωμένης αντίληψης πως μια ανερχόμενη δύναμη πάντα θα συγκρούεται με την προηγούμενη, εδραιωμένη κυρίαρχη δύναμη. Η εκτίμηση στην οποία καταλήγει το εν λόγω άρθρο είναι πως «ένας πόλεμος μεταξύ μιας ανερχόμενης Κίνας και των εδραιωμένων ΗΠΑ δεν είναι αναπόφευκτος- δεδομένου του ότι κάθε πλευρά είναι προετοιμασμένη να προβεί σε επώδυνους συμβιβασμούς».

* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια