Γράφει ο Σταύρος Λυγερός
|
Ο Νταβούτογλου λέει στους Ευρωπαίους συνομιλητές του ότι έχουν συλληφθεί 1700 διακινητές και 80.000 περίπου παράνομοι μετανάστες. Οι αριθμοί, όμως, είναι αποκαλυπτικοί. Σημαντική μείωση των εισροών έχουμε μόνο τις ημέρες κακοκαιρίας. Ο Γιούνκερ επιχείρησε να συντηρήσει τις προσδοκίες όσον αφορά την ανταπόκριση της Άγκυρας, δίνοντας παραπλανητικά στοιχεία, αλλά το γερμανικό περιοδικό Σπίγκελ τον διέψευσε.
Το ευρωιερατείο συνεχίζει να αντιμετωπίζει διχασμένο και με αμηχανία το πρόβλημα. Στις αρχές του φθινοπώρου, όταν το προσφυγικό-μεταναστευτικό ρεύμα είχε κορυφωθεί, Γερμανοί αξιωματούχοι είχαν ρίξει την ιδέα των κοινών ελληνοτουρκικών ναυτικών περιπολιών στο Αιγαίο με σκοπό τη σύλληψη των διακινητών και την ανάσχεση των εισροών. Τη σκυτάλη είχε αμέσως πάρει ο Γιούνκερ, αλλά τελικώς η πρόταση ναυάγησε λόγω της ελληνικής άρνησης.
Το ευρωιερατείο επανήλθε με την πρόταση για συγκρότηση ευρωπαϊκής συνοριοφυλακής και ακτοφυλακής με αποστολή τη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της ζώνης Σένγκεν. Προβλέπεται, μάλιστα, πως η δύναμη αυτή θα μπορεί να παρεμβαίνει εντός της επικράτειας χώρας-μέλους ακόμα και παρά τη βούληση της αντίστοιχης εθνικής κυβέρνησης! Για την ακρίβεια προβλέπεται μία τόσο μεγάλη πλειοψηφία εντός του ευρωπαϊκού συμβουλίου που είναι πρακτικά αδύνατον να συγκεντρωθεί από μία χώρα-μέλος.
Το σχέδιο θα έλθει προς έγκριση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εντός του πρώτου εξαμήνου του 2016. Δεδομένου ότι η βασική πύλη εισόδου προσφύγων και παράνομων μεταναστών στην Ευρώπη είναι το Αιγαίο, όλα αυτά ουσιαστικά αφορούν την Ελλάδα. Και πιο συγκεκριμένα αφορούν τα ευαίσθητα ανατολικά σύνορά της, όπου εδώ και δεκαετίες εκδηλώνονται οι μονομερείς τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις.
Η ευρωπαϊκή συνοριοφυλακή και ακτοφυλακή θα μπορεί με τα χερσαία, εναέρια και πλωτά μέσα της να έχει πλήρη εικόνα των συνόρων. Θα λαμβάνει κρίσιμες πληροφορίες για την αμυντική διάταξη της χώρας, χωρίς να τις διαχειρίζεται με την ευθύνη της ελληνικής πλευράς. Μετά την –μέσω των Μνημονίων– έμμεση ακύρωση της εθνικής κυριαρχίας στον τομέα της οικονομίας, με αυτό το σχέδιο επιχειρείται η έμμεση ακύρωση της εθνικής κυριαρχίας και στον τομέα της εθνικής ασφάλειας. Κι αυτό παρότι οι ευρωπαϊκές συνθήκες (άρθρα 72, 77 και 79) αναγνωρίζουν σαφώς ότι τέτοια ζητήματα είναι αρμοδιότητα των χωρών-μελών και όχι της ΕΕ.
Το εξοργιστικό σ’ αυτή την υπόθεση δεν είναι μόνο η προσπάθεια ωμής παραβίασης των ευρωπαϊκών συνθηκών. Είναι και το γεγονός ότι τα όσα προτείνει η Κομισιόν δεν λύνουν το πρόβλημα στο επιχειρησιακό επίπεδο. Παρά τις βαρύγδουπες δηλώσεις, δεν εξασφαλίζουν την αποτελεσματική φύλαξη των εξωτερικών συνόρων.
Η μέθοδος που εφαρμόζουν οι Τούρκοι διακινητές στο Αιγαίο είναι η εξής: επιλέγουν λιμανάκια στις μικρασιατικές ακτές, τα οποία απέχουν λίγα μίλια από τα απέναντι ελληνικά νησιά, ώστε μεταξύ των ελληνικών και των τουρκικών χωρικών υδάτων να μην παρεμβάλλονται διεθνή ύδατα. Σ’ αυτά τα λιμανάκια επιβιβάζουν σε φουσκωτά ή παλιά πλοιάρια ένα πλήθος προσφύγων και παράνομων μεταναστών και τους στέλνουν στα ελληνικά νησιά.
Εάν τα δουλεμπορικά πλοιάρια δεν εντοπισθούν από το Λιμενικό και την FRONTEX (ευρωπαϊκή υπηρεσία για τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων) φθάνουν ανενόχλητα στα νησιά. Εάν εντοπισθούν, το σκάφος του Λιμενικού ή της FRONTEX δεν μπορεί να εισέλθει στα τουρκικά χωρικά ύδατα για να εμποδίσει την παράνομη είσοδο. Είναι υποχρεωμένο να κινείται στο όριο της μέσης γραμμής. Όταν, όμως, το πλοιάριο φθάνει στο νοητό θαλάσσιο σύνορο, οι πρόσφυγες-μετανάστες το τρυπάνε, ή πέφτουν στη θάλασσα, γεγονός που υποχρεώνει τους Έλληνες λιμενικούς ή τους άνδρες της FRONTEX να μετατρέψουν την επιχείρηση ανάσχεσης σε επιχείρηση διάσωσης.
Τί μπορεί να προσφέρει παραπάνω ακόμα και η πιο πολυπληθής και άριστα εξοπλισμένη ευρωπαϊκή ακτοφυλακή; Θα μπορεί να καταγράφει και να ταυτοποιεί πολύ πιο γρήγορα και με μεγαλύτερη ακρίβεια όσους εισέρχονται στη ζώνη Σένγκεν και να διαχωρίζει τους πρόσφυγες από τους παράνομους οικονομικούς μετανάστες. Αυτό είναι αναγκαίο, αλλά δεν εμποδίζει την είσοδο.
Ας υποθέσουμε ακόμα ότι θα μπορεί επίσης να εντοπίζει εγκαίρως όλα τα δουλεμπορικά πλοιάρια και να έχει συνεχή παρουσία στη νοητή θαλάσσια συνοριακή γραμμή. Ούτε τότε, όμως, θα λύσει το πρόβλημα. Εκτός και εάν η ΕΕ αποφασίσει πως όταν οι πρόσφυγες-μετανάστες τρυπήσουν το πλοιάριό τους ή πέσουν στη θάλασσα θα τους αφήσει αβοήθητους να πνιγούν. Κανείς, όμως, Ευρωπαίος αξιωματούχος δεν έχει προτείνει αυτή την αποτελεσματική, αλλά φονική μέθοδο.
Στην πραγματικότητα, το πρόβλημα θα λυθεί χωρίς ανθρώπινες απώλειες μόνο εάν εμποδισθεί η επιβίβαση προσφύγων-μεταναστών και η αναχώρηση των πλοιαρίων. Αυτό πρακτικά σημαίνει αυστηρή χερσαία και ναυτική επιτήρηση των μικρασιατικών ακτών. Οι ελληνικές και ευρωπαϊκές υπηρεσίες γνωρίζουν επακριβώς και τα στέκια των διακινητών και τα σημεία συγκέντρωσης των προσφύγων-μεταναστών και τα λιμανάκια από τα οποία αποπλέουν τα δουλεμπορικά πλοιάρια.
Προφανώς, η Άγκυρα γνωρίζει πολλά περισσότερα. Δεν έχει, όμως, την πολιτική βούληση να εμποδίσει τις ροές. Οι αρμόδιες τουρκικές αρχές όχι μόνο κάνουν τα στραβά μάτια, αλλά και ατύπως συνεργάζονται και διευκολύνουν τους διακινητές. Για την ακρίβεια, το καθεστώς Ερντογάν άδραξε την ευκαιρία και χρησιμοποιεί το προσφυγικό-μεταναστευτικό ρεύμα ως μοχλό πίεσης προς την ΕΕ και κατ’ επέκτασιν ως αποτελεσματικό διαπραγματευτικό όπλο.
Εάν, λοιπόν, η ΕΕ θέλει να λύσει πραγματικά το πρόβλημα πρέπει να χρησιμοποιήσει όλα τα διαθέσιμα μέσα για να πειθαναγκάσει την Άγκυρα για κοινή χερσαία και ναυτική επιτήρηση των μικρασιατικών ακτών από τις αρμόδιες τουρκικές αρχές και την FRONTEX, η οποία για να φέρει αποτέλεσμα θα πρέπει να δρα εντός της τουρκικής επικράτειας. Το καθεστώς Ερντογάν, όμως, δεν συζητάει ένα τέτοιο ενδεχόμενο και η ΕΕ δεν έχει τολμήσει να το απαιτήσει.
Αφού είναι έτσι τα πράγματα, γιατί το Βερολίνο και συνολικά το ευρωιερατείο προωθούν το σχέδιο για τη συγκρότηση της ευρωπαϊκής συνοριοφυλακής-ακτοφυλακής και μάλιστα απαιτούν αυτή να δρα ακόμα και όταν η χώρα-μέλος διαφωνεί;
Μία πρώτη απάντηση είναι πως θέλουν να δείξουν πως κάτι κάνουν και πως οι πρόσφυγες-μετανάστες εισέρχονται στην Ευρώπη λόγω της ελληνικής ανικανότητας και απροθυμίας να φυλάξει τα εξωτερικά σύνορα. Μία δεύτερη απάντηση είναι ότι επιχειρούν να παρακάμψουν τη βούληση της Αθήνας για να διαμορφώσουν στο ανατολικό Αιγαίο καταστάσεις, οι οποίες θα επιτρέψουν στους Τούρκους να προωθήσουν τις επεκτατικές διεκδικήσεις τους. Με άλλα λόγια, προσπαθούν να προσφέρουν πρόσθετο δώρο στην Άγκυρα για να κρατήσει το κύμα των προσφύγων-μεταναστών στο έδαφός της.
Όποια και να είναι η πρόθεση του ευρωιερατείου, η Αθήνα έχει κάθε συμφέρον να τορπιλίσει αυτό το σχέδιο. Έχει, μάλιστα, όλη τη δυνατότητα να το επιτύχει, χωρίς να απομονωθεί πολιτικά. Θα πρέπει σ’ όλα τα επίπεδα και βεβαίως στη σύνοδο κορυφής η ελληνική πλευρά να επιφυλαχθεί μέχρι οι εισηγητές του εν λόγω σχεδίου να εξηγήσουν πειστικά πως μπορεί να λύσει επιχειρησιακά το πρόβλημα της αποτελεσματικής φύλαξης των εξωτερικών συνόρων.
Πειστική εξήγηση, όμως, δεν μπορεί να δοθεί, επειδή –όπως προαναφέραμε– δεν υπάρχει. Ως εκ τούτου, μία τέτοια στάση εκ μέρους της ελληνικής διπλωματίας θα αποκάλυπτε όχι μόνο την υποκρισία του ευρωιερατείου, αλλά και την ανικανότητά του να προτείνει πραγματική λύση του προβλήματος. Θα πρέπει ακόμα να δηλωθεί πως εάν η Άγκυρα πειστεί για κοινή τουρκο-ευρωπαϊκή επιτήρηση των μικρασιατικών παραλίων, η Αθήνα είναι πρόθυμη να στείλει σκάφη του Λιμενικού για να συμμετέχουν στις κοινές περιπολίες εντός πάντα της τουρκικής επικράτειας και με αποστολή να εμποδίζουν τον απόπλου των δουλεμπορικών πλοιαρίων.
Είναι αληθές ότι η Ελλάδα είχε πρωτοστατήσει στη δημιουργία ευρωπαϊκής ακτοφυλακής. Είχε, μάλιστα, αναλάβει και σχετική πρωτοβουλία από κοινού με την Ισπανία. Τότε, πίστευε πως με την παρουσία ευρωπαϊκής δύναμης στα ανατολικά θαλάσσια σύνορά της θα ενίσχυε τη θέση της έναντι των τουρκικών επεκτατικών διεκδικήσεων, αλλά και θα προστατευόταν από το κύμα των παράνομων μεταναστών.
Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δεν είναι λόγος η Αθήνα να δεχθεί τώρα το σχέδιο της Κομισιόν. Δεν διαφωνεί, άλλωστε, με τη δημιουργία ευρωπαϊκής συνοριοφυλακής και ακτοφυλακής. Διαφωνεί με το προβλεπόμενο στο σχέδιο δικαίωμά της να δρα στην επικράτειας χώρας-μέλους χωρίς την έγκριση της εθνικής κυβέρνησης.
Το προσφυγικό-μεταναστευτικό ρεύμα διογκώθηκε απότομα το 2015 κυρίως λόγω δύο γεγονότων:
Πρώτον, η τακτική της προηγούμενης αναπληρώτριας υπουργού μεταναστευτικής πολιτικής Χριστοδουλοπούλου να θεωρεί όλους όσους εισέρχονταν παράνομα στην Ελλάδα πρόσφυγες και να μην τους καταγράφει.
Δεύτερον και σημαντικότερο η περίφημη δήλωση-κάλεσμα Μέρκελ με την οποία ουσιαστικά υιοθέτησε πολιτική ανοικτών συνόρων. Αυτή ήταν κυρίως που ερμηνεύθηκε από πρόσφυγες και επίδοξους μετανάστες σαν χρυσή ευκαιρία και πυροδότησε το ρεύμα.
Προφανώς, έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι ο πόλεμος στη Συρία δείχνει να μην έχει τέλος. Όσοι Σύριοι είχαν καταφύγει στην Τουρκία, την Ιορδανία και τον Λίβανο ανέμεναν υπομονετικά τις άθλιες συνθήκες των πρόχειρων καταυλισμών, ελπίζοντας ότι ο πόλεμος θα τελείωνε γρήγορα και θα επέστρεφαν στις εστίες τους. Η διάψευση αυτής της ελπίδας, σε συνδυασμό με τη δήλωση-κάλεσμα της Μέρκελ εξώθησαν μυριάδες να αποφασίσουν το επικίνδυνο ταξίδι προς την Ευρώπη. Εάν δεν λυθεί το Συριακό, το κύμα του 2015 θα ωχριά μπροστά στο κύμα του 2016.
Η Ελλάδα κινδυνεύει να πληρώσει το μεγαλύτερο τίμημα, αφού όχι μόνο δέχεται στο έδαφός της αδιάκριτα πρόσφυγες και παράνομους οικονομικούς μετανάστες, αλλά και δέχεται εύκολες κατηγορίες από τους εταίρους της. Μπορεί το ευρωιερατείο και οι γραφειοκράτες της Κομισιόν να χρησιμοποιούν διπλωματικές διατυπώσεις, αλλά αυτό που σκέπτονται το είπε ρητά ο Ούγγρος πρωθυπουργός Ορμπάν.
Ουσιαστικά αναγνωρίζοντας ότι στο Αιγαίο δεν μπορεί να υπάρξει αποτελεσματική φύλαξη των εξωτερικών συνόρων, δήλωσε: «Η επόμενη γραμμή άμυνας που πρέπει να ενισχύσουμε είναι τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας» και στο πλαίσιο αυτό ζήτησε ενίσχυση της FYROM. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι μεταφέρουν το φράγμα στην Οιδομένη και κατ’ αυτό τον τρόπο αφήνουν την Ελλάδα εκτός, μετατρέποντάς την σε αποθήκη ψυχών με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνική ισορροπία σε τόσο δύσκολες οικονομικές συνθήκες.
Η διάκριση μεταξύ πολεμικού πρόσφυγα και οικονομικού μετανάστη είναι δυσχερής ακόμα και όταν κάποιος προέρχεται από κράτη, όπου λαμβάνουν χώρα αιματηρές συγκρούσεις, οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια ενός μεγαλύτερου ή μικρότερου αριθμού κατοίκων. Πώς μπορεί, όμως, να αποφανθεί κανείς με βεβαιότητα ότι ένας Σύρος, ένας Αφγανός, ένας Ιρακινός, ένας Λίβυος ή ένας Σομαλός που εισέρχεται παράνομα στην ΕΕ είναι πρόσφυγας ή οικονομικός μετανάστης;
Δεν πρόκειται απλώς και μόνο για ζήτημα νομικού ορισμού. Πρόκειται για κρίσιμο πολιτικό ζήτημα. Εάν χαρακτηρίζεται πρόσφυγας όποιος προέρχεται από κλασικές περιπτώσεις ανασφαλών κρατών (π.χ. Συρία, Αφγανιστάν, Ιράκ, Λιβύη, Σομαλία) τότε η Ευρώπη θα πρέπει δυνάμει να είναι έτοιμη να προσφέρει άδεια εγκατάστασης και προστασία σε πολλά εκατομμύρια.
Είναι προφανές ότι αυτό δεν θα συμβεί. Ούτε η ΕΕ το αντέχει, ούτε οι Ευρωπαίοι είναι διατεθειμένοι να σηκώσουν τέτοιο βάρος. Τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι οι ρητορικές κορώνες περί αλληλεγγύης είναι αβαθείς όσον αφορά το πραγματικό αντίκρισμά τους και η συγκίνηση από τους δραματικούς θανάτους προσφύγων περιστασιακή.
Στην ΕΕ δεν προχωράει ούτε η αποφασισμένη αναλογική κατανομή μόλις 120.000 προσφύγων, τη στιγμή που έχει ήδη συρρεύσει πολλαπλάσιο πλήθος. Δεν είναι μόνο χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης (χαρακτηριστικές περιπτώσεις η Ουγγαρία και η Πολωνία), οι οποίες αρνούνται να δεχθούν στην επικράτειά τους ακόμα και μικρούς αριθμούς προσφύγων.
Η Βρετανία κλείνει τις πόρτες της. Η Σουηδία επανέφερε τους συνοριακούς ελέγχους όταν οι πρόσφυγες έφθασαν τους 190.000. Το ίδιο η Δανία που φιλοξενεί μόλις 18.000. Νομοθέτησε, μάλιστα, ότι οι δανικές αρχές θα κατάσχουν πολύτιμα αντικείμενα που έχουν μαζί τους οι πρόσφυγες για να πληρωθούν τα έξοδα φιλοξενίας τους!
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, η εφαρμογή μίας αυστηρής πολιτικής επαναπατρισμού όσων προέρχονται από κράτη, στα οποία δεν υπάρχουν πολεμικές συγκρούσεις είναι αναγκαία, αλλά όχι και ικανή συνθήκη. Τουλάχιστον ο Δανός πρωθυπουργός Ράσμουσεν δεν είναι υποκριτής. Ζήτησε ευθέως η σύμβαση του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες να αναθεωρηθεί για να ανταποκριθεί στα σημερινά δεδομένα. Είναι κάτι που πολλοί συζητούν σε ευρωπαϊκούς κυβερνητικούς διαδρόμους, αλλά ελάχιστοι θέτουν δημοσίως προς συζήτηση για να μην κατηγορηθούν.
Καθοριστικό για τον τρόπο που θα κινηθεί το επόμενο διάστημα η ΕΕ είναι το κλίμα που επικρατεί στη Γερμανία. Η δημοτικότητα της Μέρκελ δοκιμάζεται από την επιλογή της να δεχθεί μαζικά πρόσφυγες. Η επιλογή της δεν πήγασε μόνο από λόγους αλληλεγγύης σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη προστασίας. Οφείλεται και στην ανάγκη που έχει η γερμανική βιομηχανία για φθηνά εργατικά χέρια. Το είχε δηλώσει ευθέως ο πρόεδρος των Γερμανών βιομηχάνων, ο οποίος είχε ζητήσει το άνοιγμα των συνόρων σε πρόσφυγες-μετανάστες.
Η είσοδος σε χρόνο-ρεκόρ περίπου ενός εκατομμυρίου προσφύγων-μεταναστών, όμως, άλλαξε το αρχικά ευνοϊκό κλίμα. Ισχυροί κύκλοι των Χριστιανοδημοκρατών, με πρωταγωνιστές του Χριστανοκοινωνιστές της Βαυαρίας, αντιδρούν στη μαζική εισδοχή μουσουλμάνων. Θέτουν σε δεύτερη μοίρα την οικονομική σκοπιμότητα, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι η πολιτική της Μέρκελ για υποδοχή όλων των προσφύγων θα αλλοιώσει την πολιτισμική ταυτότητα της Γερμανίας και ευρύτερα της Ευρώπης.
Είναι ένα επιχείρημα που βρίσκει ολοένα και μεγαλύτερη απήχηση όχι μόνο στη γερμανική, αλλά και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση, μόνο το 16% των Γερμανών θεωρεί πλέον περισσότερο θετική παρά αρνητική την παρουσία των προσφύγων-μεταναστών.
Ο μεγάλος αριθμός σεξουαλικών παρενοχλήσεων τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς στην Κολωνία ήταν η αφορμή για να ανοίξει μία δημόσια συζήτηση. Μετά το πρώτο σοκ βγαίνουν τώρα στην επιφάνεια όχι μόνο τα πραγματικά κοινωνικά προβλήματα που προκαλεί η μαζική εισροή, αλλά και η διάχυτη ξενοφοβία και φαινόμενα ρατσισμού.
Η ιδιότυπη αυτή «εισβολή των αμάχων» στις ευρωπαϊκές κοινωνίες δεν δοκιμάζει την αντοχή μόνο της συνθήκης Σένγκεν για την ελεύθερη κυκλοφορίας των προσώπων. Επειδή συμπίπτει με άλλα ρήγματα που λόγω της οικονομικής κρίσης έχουν ενεργοποιηθεί στους κόλπους της ΕΕ απειλεί με σταδιακή αποσύνθεση το ίδιο το ενοποιητικό εγχείρημα.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια