Γράφει ο Σάββας Καλεντερίδης
Η άσκηση εξωτερικής πολιτικής στην Ελλάδα είναι ίσως ένα από τα δυσκολότερα πράγματα, γι’ αυτό θα πρέπει πάντα οι κυβερνήσεις να επιλέγουν με μεγάλη υπευθυνότητα τους διπλωμάτες και το λοιπό προσωπικό που θα υπηρετήσει έναν τόσο ευαίσθητο και κρίσιμο τομέα, όπως αυτός της εξωτερικής πολιτικής μας.
Φυσικά, ανάλογη ευαισθησία και υπευθυνότητα θα πρέπει να επιδεικνύουν και οι εκάστοτε πρωθυπουργοί, όταν επιλέγουν υπουργούς και υφυπουργούς για το νευραλγικό πόστο του υπουργείου Εξωτερικών.
Οσον αφορά τους τελευταίους, την τελευταία δεκαετία πέρασαν από το ΥΠ.ΕΞ. τυχάρπαστοι και τυχάρπαστες, που λεηλάτησαν τα απόρρητα κονδύλια, εξυπηρέτησαν συγγενείς και φίλους με κάθε τρόπο, επιφέροντας μεγάλο πλήγμα και καταστρέφοντας το πολιτικο-διπλωματικό κεφάλαιο το οποίο συσσώρευσε στο πολύπαθο αυτό υπουργείο ο ευπατρίδης «Νέστωρ» της ελληνικής διπλωματίας, πρέσβης ε.τ. Πέτρος Μολυβιάτης.
Για τη λεηλασία που έλαβε χώρα στους οικονομικούς πόρους του ΥΠ.ΕΞ. είναι σε εξέλιξη δικαστική διαδικασία, στην οποία εμπλέκονται και υπηρεσιακοί παράγοντες (πρέσβεις), δίχως τη σύμπραξη των οποίων δεν είναι δυνατόν να γίνουν τα εγκλήματα που έκαναν οι πολιτικοί προϊστάμενοί τους τα προηγούμενα χρόνια.
Οσον αφορά τους διπλωμάτες, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών διαθέτει εξαιρετικούς, με υψηλό αίσθημα ευθύνης της αποστολής τους. Φυσικά, υπάρχουν και διάφορα προβλήματα, όμως αυτά θα ήταν πολύ λιγότερα αν λειτουργούσαν με υπευθυνότητα οι πολιτικοί.
Είπαμε στην αρχή του σημειώματός μας ότι ένα από τα δυσκολότερα πράγματα στη χώρα μας είναι ο σχεδιασμός και η άσκηση εξωτερικής πολιτικής. Να εξηγήσουμε γιατί.
Η γεωπολιτική θέση της Ελλάδος σε συνδυασμό με το μέγεθος αλλά και τις εθνοθρησκευτικές συγγένειες του ελληνικού έθνους φέρνουν διαχρονικά την Ελλάδα μεταξύ σφύρας και άκμονος, και καθιστούν το ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής δυσεπίλυτη εξίσωση.
Στον χερσαίο, νησιωτικό και θαλάσσιο ελληνικό χώρο (Ελλάδα - Κύπρος), ο οποίος έχει ασύλληπτη γεωπολιτική αξία, διασταυρώνονται διαχρονικά και ενίοτε συγκρούονται ζωτικά συμφέροντα μεγάλων και περιφερειακών δυνάμεων, και τότε ακριβώς είναι που η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονται μεταξύ σφύρας και άκμονος.
Και το γεγονός ότι το ελληνικό έθνος είναι ανάδελφο δεν επιτρέπει στην Ελλάδα και την Κύπρο να ταυτιστούν απολύτως και να γίνουν μέρος του αγγλοσαξονικού, του σλαβικού, του γερμανικού, του λατινικού ή του αραβικού γεωπολιτικού παράγοντα.
Φυσικά, η Ελλάδα, κυρίως μετά τον Εθνικό Διχασμό, έχει προσανατολιστεί «προς την Δύσιν»: Το 1952 έγινε μέλος του ΝΑΤΟ, το 1981 πλήρες μέλος της ΕΟΚ και το 2001 μέλος της ευρωζώνης. Από τον συγκεκριμένο γεωπολιτικό προσανατολισμό η Ελλάδα και κέρδισε και έχασε. Κέρδισε τη συμμετοχή της στο στρατόπεδο των νικητών στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, χάνοντας όμως, λόγω γεωπολιτικών παιχνιδιών, τη Μικρά Ασία.
Κέρδισε τη συμμετοχή της στο στρατόπεδο των νικητών και στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, χάνοντας όμως το τρένο της εθνικής συνοχής και της ομόνοιας, λόγω του εμφυλίου, ο οποίος κατά την άποψή μας προκλήθηκε και για να μη διεκδικήσει η Ελλάδα την Κύπρο μετά το τέλος του πολέμου.
Επίσης, ένα από τα πράγματα που έχασε, ιδιαίτερα μετά τη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ, είναι το παιχνίδι με την Τουρκία στην Κωνσταντινούπολη, στην Ιμβρο, στην Τένεδο, στην Κύπρο, στο Αιγαίο και στη Θράκη. Εκεί, την πορεία των πραγμάτων καθόρισαν βασικά δύο πράγματα: το ένα ήταν η θέση και το μέγεθος της Τουρκίας στο ζήτημα της αντιμετώπισης της κομμουνιστικής απειλής από τη Σοβιετική Ενωση και το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, και το άλλο η ικανότητα των κυβερνήσεων σε Αθήνα και Αγκυρα να διαχειριστούν αυτή τη συμμαχική και ταυτοχρόνως εχθρική σχέση.
Οσον αφορά το πρώτο, η Ουάσινγκτον και το Λονδίνο πόνταραν περισσότερα στην Τουρκία, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της επιρροής της Ελλάδος στα κέντρα αποφάσεων στις ως άνω πρωτεύουσες και την έδρα του ΝΑΤΟ, τις Βρυξέλλες. Η κατάσταση έγινε δραματικά χειρότερη με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, το 1981, το οποίο, αντί να ενισχύσει την επιρροή της χώρας μας στις δομές του ΝΑΤΟ για να ελαχιστοποιηθούν οι όποιες αρνητικές συνέπειες στην ελληνοτουρκική διαμάχη, το δαιμονοποίησε με συνθήματα του τύπου «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» και με τοποθετήσεις στις σχετικές θέσεις αξιωματικών και διπλωματών συνήθως χειρίστης ποιότητας, με αποτέλεσμα να αυξηθεί το χάσμα στον ελληνοτουρκικό συσχετισμό δυνάμεων στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Τα αποτελέσματα όλης αυτής της κατάστασης ήταν τραγικά, αφού η Ελλάδα σε αυτό το διάστημα έχασε τον Ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης, της Ιμβρου και της Τενέδου, η Κύπρος απώλεσε το 40% του εδάφους της, στο Αιγαίο έχουμε τις γνωστές διεκδικήσεις και τις γκρίζες ζώνες, και στη Θράκη την τρομοκρατία που ασκεί η Αγκυρα για να εκτουρκίσει τους Πομάκους και τους Ρομά.
Πηγή εφημ. "Δημοκρατία"
Ας Μιλήσουμε Επιτέλους
Η άσκηση εξωτερικής πολιτικής στην Ελλάδα είναι ίσως ένα από τα δυσκολότερα πράγματα, γι’ αυτό θα πρέπει πάντα οι κυβερνήσεις να επιλέγουν με μεγάλη υπευθυνότητα τους διπλωμάτες και το λοιπό προσωπικό που θα υπηρετήσει έναν τόσο ευαίσθητο και κρίσιμο τομέα, όπως αυτός της εξωτερικής πολιτικής μας.
Φυσικά, ανάλογη ευαισθησία και υπευθυνότητα θα πρέπει να επιδεικνύουν και οι εκάστοτε πρωθυπουργοί, όταν επιλέγουν υπουργούς και υφυπουργούς για το νευραλγικό πόστο του υπουργείου Εξωτερικών.
Οσον αφορά τους τελευταίους, την τελευταία δεκαετία πέρασαν από το ΥΠ.ΕΞ. τυχάρπαστοι και τυχάρπαστες, που λεηλάτησαν τα απόρρητα κονδύλια, εξυπηρέτησαν συγγενείς και φίλους με κάθε τρόπο, επιφέροντας μεγάλο πλήγμα και καταστρέφοντας το πολιτικο-διπλωματικό κεφάλαιο το οποίο συσσώρευσε στο πολύπαθο αυτό υπουργείο ο ευπατρίδης «Νέστωρ» της ελληνικής διπλωματίας, πρέσβης ε.τ. Πέτρος Μολυβιάτης.
Για τη λεηλασία που έλαβε χώρα στους οικονομικούς πόρους του ΥΠ.ΕΞ. είναι σε εξέλιξη δικαστική διαδικασία, στην οποία εμπλέκονται και υπηρεσιακοί παράγοντες (πρέσβεις), δίχως τη σύμπραξη των οποίων δεν είναι δυνατόν να γίνουν τα εγκλήματα που έκαναν οι πολιτικοί προϊστάμενοί τους τα προηγούμενα χρόνια.
Οσον αφορά τους διπλωμάτες, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών διαθέτει εξαιρετικούς, με υψηλό αίσθημα ευθύνης της αποστολής τους. Φυσικά, υπάρχουν και διάφορα προβλήματα, όμως αυτά θα ήταν πολύ λιγότερα αν λειτουργούσαν με υπευθυνότητα οι πολιτικοί.
Είπαμε στην αρχή του σημειώματός μας ότι ένα από τα δυσκολότερα πράγματα στη χώρα μας είναι ο σχεδιασμός και η άσκηση εξωτερικής πολιτικής. Να εξηγήσουμε γιατί.
Η γεωπολιτική θέση της Ελλάδος σε συνδυασμό με το μέγεθος αλλά και τις εθνοθρησκευτικές συγγένειες του ελληνικού έθνους φέρνουν διαχρονικά την Ελλάδα μεταξύ σφύρας και άκμονος, και καθιστούν το ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής δυσεπίλυτη εξίσωση.
Στον χερσαίο, νησιωτικό και θαλάσσιο ελληνικό χώρο (Ελλάδα - Κύπρος), ο οποίος έχει ασύλληπτη γεωπολιτική αξία, διασταυρώνονται διαχρονικά και ενίοτε συγκρούονται ζωτικά συμφέροντα μεγάλων και περιφερειακών δυνάμεων, και τότε ακριβώς είναι που η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονται μεταξύ σφύρας και άκμονος.
Και το γεγονός ότι το ελληνικό έθνος είναι ανάδελφο δεν επιτρέπει στην Ελλάδα και την Κύπρο να ταυτιστούν απολύτως και να γίνουν μέρος του αγγλοσαξονικού, του σλαβικού, του γερμανικού, του λατινικού ή του αραβικού γεωπολιτικού παράγοντα.
Φυσικά, η Ελλάδα, κυρίως μετά τον Εθνικό Διχασμό, έχει προσανατολιστεί «προς την Δύσιν»: Το 1952 έγινε μέλος του ΝΑΤΟ, το 1981 πλήρες μέλος της ΕΟΚ και το 2001 μέλος της ευρωζώνης. Από τον συγκεκριμένο γεωπολιτικό προσανατολισμό η Ελλάδα και κέρδισε και έχασε. Κέρδισε τη συμμετοχή της στο στρατόπεδο των νικητών στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, χάνοντας όμως, λόγω γεωπολιτικών παιχνιδιών, τη Μικρά Ασία.
Κέρδισε τη συμμετοχή της στο στρατόπεδο των νικητών και στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, χάνοντας όμως το τρένο της εθνικής συνοχής και της ομόνοιας, λόγω του εμφυλίου, ο οποίος κατά την άποψή μας προκλήθηκε και για να μη διεκδικήσει η Ελλάδα την Κύπρο μετά το τέλος του πολέμου.
Επίσης, ένα από τα πράγματα που έχασε, ιδιαίτερα μετά τη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ, είναι το παιχνίδι με την Τουρκία στην Κωνσταντινούπολη, στην Ιμβρο, στην Τένεδο, στην Κύπρο, στο Αιγαίο και στη Θράκη. Εκεί, την πορεία των πραγμάτων καθόρισαν βασικά δύο πράγματα: το ένα ήταν η θέση και το μέγεθος της Τουρκίας στο ζήτημα της αντιμετώπισης της κομμουνιστικής απειλής από τη Σοβιετική Ενωση και το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, και το άλλο η ικανότητα των κυβερνήσεων σε Αθήνα και Αγκυρα να διαχειριστούν αυτή τη συμμαχική και ταυτοχρόνως εχθρική σχέση.
Οσον αφορά το πρώτο, η Ουάσινγκτον και το Λονδίνο πόνταραν περισσότερα στην Τουρκία, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της επιρροής της Ελλάδος στα κέντρα αποφάσεων στις ως άνω πρωτεύουσες και την έδρα του ΝΑΤΟ, τις Βρυξέλλες. Η κατάσταση έγινε δραματικά χειρότερη με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, το 1981, το οποίο, αντί να ενισχύσει την επιρροή της χώρας μας στις δομές του ΝΑΤΟ για να ελαχιστοποιηθούν οι όποιες αρνητικές συνέπειες στην ελληνοτουρκική διαμάχη, το δαιμονοποίησε με συνθήματα του τύπου «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» και με τοποθετήσεις στις σχετικές θέσεις αξιωματικών και διπλωματών συνήθως χειρίστης ποιότητας, με αποτέλεσμα να αυξηθεί το χάσμα στον ελληνοτουρκικό συσχετισμό δυνάμεων στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Τα αποτελέσματα όλης αυτής της κατάστασης ήταν τραγικά, αφού η Ελλάδα σε αυτό το διάστημα έχασε τον Ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης, της Ιμβρου και της Τενέδου, η Κύπρος απώλεσε το 40% του εδάφους της, στο Αιγαίο έχουμε τις γνωστές διεκδικήσεις και τις γκρίζες ζώνες, και στη Θράκη την τρομοκρατία που ασκεί η Αγκυρα για να εκτουρκίσει τους Πομάκους και τους Ρομά.
Πηγή εφημ. "Δημοκρατία"
Ας Μιλήσουμε Επιτέλους
0 Σχόλια