Η επίσκεψη Μπλίνκεν στην Αθήνα και η συνάντηση του Αμερικανού ΥΠΕΞ με τον Έλληνα πρωθυπουργό, ανατροφοδότησε - όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο - και μια σειρά από υπερφίαλες προσεγγίσεις για τον «στρατηγικό χαρακτήρα» που προσλαμβάνουν οι σχέσεις των δύο χωρών…
Του Κ. Κυριακόπουλου
Αναντίρρητα το ειδικό βάρος της Ελλάδας, στο πλαίσιο του περιφερειακού στρατηγικού σχεδιασμού των ΗΠΑ, εμφανίζεται να είναι εξαιρετικά αναβαθμισμένο σε σχέση με το παρελθόν. Αυτή όμως η διαπίστωση από μόνη της δεν αρκεί εάν δεν συνοδεύεται από την σωστή και απροκατάληπτη ανάγνωση των πραγματικών δεδομένων.
Για την οικοδόμηση αυτής της σχέσης και για την τοποθέτησή της σε μια βάση διαφορετική από αυτήν που γνωρίσαμε καθ’ όλη την διάρκεια της μετεμφυλιακής περιόδου, η Ελλάδα προσέφερε την προθυμία της και μια συμβιβαστική στρατηγική αφωνία (και αυτό δεν συνιστά μια αισιόδοξη διαπίστωση) σε μια περίοδο που οι ΗΠΑ βρέθηκαν αντιμέτωπες με την ανάγκη να διαχειριστούν την στρατηγική τους ανασφάλεια, τους στρατηγικούς τους αναπροσανατολισμούς, αλλά και τις συνέπειες από συσσωρευμένες αστοχίες δεκαετιών στην ευρύτερη περιοχή.
Εάν λοιπόν θέλουμε να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, αυτή η πολυδιαφημιζόμενη «στρατηγική σχέση» και ο συνακόλουθος «στρατηγικός διάλογος» μεταξύ των δύο χωρών, που είναι διαρκής και επικαιροποιούμενος, δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια επιθετική διαχείριση την οποία ασκεί η Ουάσιγκτον σε μια πολυδύναμη περιφερειακή επένδυση που της προσφέρθηκε αφειδώς και με εξαιρετικά συμφέροντες όρους. Ενώ την ίδια στιγμή…
Για την χώρα μας, όλο αυτό το βαρύγδουπο και πομπώδες αφήγημα, είναι πρωτίστως μια διαχείριση φτηνής επικοινωνίας, στο πλαίσιο της οποίας...
οι θριαμβολογίες και οι μεγαλοκουβέντες επιτρέπονται από την στιγμή που δεν κοστίζουν. Άλλωστε στην ατζέντα αυτής της σχέσης, ΔΕΝ ενσωματώνονται εθνικά αιτήματα… ΔΕΝ καταγράφονται εθνικά ωφελήματα… ΔΕΝ προαπαιτούνται ανατροπές ικανές να ενδυναμώσουν αυτοτελώς την περιφερειακή θέση της πατρίδας μας στο γεωπολιτικό αποτύπωμα της επόμενης μέρας.
Έτσι… Παρά τις επίμονες προσπάθειες όλων εκείνων που επιδιώκουν να εμφανίσουν τα συντελούμενα ως κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι πραγματικά, η αλήθεια κατά την γνώμη μας δεν εμπνέει κανενός είδους αισιοδοξία.
Η σχέση της χώρας μας με τις ΗΠΑ, θα μπορούσε να είναι, αλλά δυστυχώς ΔΕΝ είναι σχέση στρατηγικά αμοιβαία επωφελής. Είναι σχέση επικαιροποιημένης και αναβαθμισμένης στρατηγικής εξάρτησης, διότι το ανίκανο και άβουλο πολιτικό της προσωπικό, ΔΕΝ αξιοποίησε την αλληλουχία των ευκαιριών που του προσεφέρθησαν, προκειμένου να αποσπάσει στρατηγικά ωφελήματα με μόνιμο αποτύπωμα στην Γεωπολιτική και στην οικονομική Γεωγραφία. Επέλεξε να «εμπορεύεται» την προθυμία του και την πλειοδοσία που επιδεικνύει, προκειμένου να τα εξαργυρώνει με φιλικά χτυπήματα στην πλάτη και να αναζητεί εκφραστικά ατού σε δηλώσεις ίσων αποστάσεων που κατά καιρούς εκπέμπουν οι Αμερικανοί επιτελείς στην προσπάθειά τους να ικανοποιήσουν όλα τα γούστα.
Η υπογραφή της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας – ΗΠΑ (MDCA) και οι συνακόλουθες επικαιροποιήσεις της, ΔΕΝ συνοδεύτηκε από ένα πρόγραμμα ευρείας ανασύνταξης της Ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, με στοχευμένο χωροταξικό αποτύπωμα, με ευρεία γκάμα παραγωγικών δραστηριοτήτων και με προσανατολισμό σε εξειδικευμένη και πρωτοποριακή τεχνολογία.
Οι Αμερικανικές επενδύσεις στην Ελλάδα, ΔΕΝ επιδιώχτηκε να είναι στοχευμένες επενδύσεις ικανές να μεταμορφώσουν το παραγωγικό της προφίλ και να επαναπροσδιορίσουν το αποτύπωμα της ανθρωπογεωγραφίας της. Αρκεστήκαμε σε λύσεις με μοναδικό κριτήριο την συμβολή σε μια χωρίς ταυτότητα τόνωση του ΑΕΠ και την ανάσχεση της Κινεζικής διεισδυτικότητας.
Η κρατούσα Βαλκανική ρητορική, εξαντλείται σε έναν διαμεσολαβητικό ρόλο που διευκολύνει την προώθηση των Ευρωαμερικανικών σχεδιασμών, αλλά ΔΕΝ θεμελιώνει την έννοια της ισχυρής Ελλάδας που ανακτά τον έλεγχο στον Βαλκανικό Ελληνισμό, που διασφαλίζει την ισχυροποίηση της θέσης του και βάζει οριστικά την ταφόπλακα στους αλυτρωτισμούς και στην επεκτατική νεοοθωμανική παρουσία.
Οι ενεργειακοί σχεδιασμοί, ΔΕΝ συνδυάστηκαν με εγγυήσεις για την καθολική και απαρέγκλιτη εφαρμογή των προβλέψεων του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας στο Αιγαίο και στην ΝΑ Μεσόγειο και η Υπερδύναμη των «ίσων αποστάσεων» δεν έχει αναλάβει δεσμευτικές υποχρεώσεις επί όλων αυτών. Ούτε καν την αυτονόητη δέσμευση πως η ιδιότητα της χώρας μας ως χώρα –παραγωγός, δεν θα απομειωθεί ούτε κατ’ ελάχιστον στους σχεδιασμούς της επόμενης μέρας.
Το Τουρκολυβικό μνημόνιο ΔΕΝ ακυρώθηκε…
Η Ελληνική ΑΟΖ ΔΕΝ ανακηρύχτηκε…
Το δικαίωμα της πατρίδας μας στην επέκταση των Χωρικών Υδάτων στα 12νμ ΔΕΝ ασκήθηκε…
Η Κύπρος ΔΕΝ στηρίχτηκε έναντι των αυθαίρετων και πειρατικών ενεργειών της κατοχικής δύναμης…
Είναι λοιπόν φανερό, ότι στο πλαίσιο αυτής της αποκαλούμενης στρατηγικής σχέσης, οι Αμερικανοί μπορούν να απαριθμήσουν τα δικά τους ASSETS τα οποία διασφάλισαν με την ενισχυμένη παρουσία τους στην Ελληνική επικράτεια. Η Ελλάδα, ποια ακριβώς ASSETS μπορεί να απαριθμεί όταν πανηγυρίζει και θριαμβολογεί για την συγκεκριμένη «στρατηγική συνεργασία»;;;
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της
αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια