Ο Ν. Ανδρουλάκης και η νέα ηγετική ομάδα που τον πλαισίωσε, συμπλήρωσε ένα και πλέον χρόνο στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Η εκλογή της νέας ηγεσίας, από μια ομάδα νέων ανθρώπων που δεν βαρύνονταν με τα δύσκολα χρόνια της καθοδικής πορείας του ΠΑΣΟΚ, δημιούργησε προσδοκίες για την ισχυρή επαναφορά του χώρου της σοσιαλδημοκρατίας και της ιστορικής δημοκρατικής παράταξης, στο πολιτικό προσκήνιο της Ελλάδας.
Η μεγάλη συμμετοχή στις εκλογικές διαδικασίες ενός κόσμου που αναθάρρησε, αλλά και σημαντικού μέρους των εκτός πολιτικής δράσης στελεχών του Κινήματος, αποτέλεσαν την κρίσιμη μάζα αυτής της απόπειρας επανεκκίνησης. Ήταν στα χέρια της νέας ηγεσίας, να δώσει ένα νέο σχέδιο πορείας και κατάλληλα πολιτικά δείγματα γραφής, ότι ο ενδιάμεσος πολιτικός χώρος, σε όλες τις ιδεολογικές και πολιτικές του παραλλαγές, θα επανακτούσε πλέον κομματική συγκρότηση με προοπτική.
Αυτή η θετική προσδοκία της σοσιαλδημοκρατικής επανεκκίνησης, είχε δύο σοβαρούς ευνοϊκούς παράγοντες: το δομικό τέλμα της αριστεράς ύστερα από την καταστροφική εμπειρία διακυβέρνησης του Σύριζα, και τα πρώτα σημάδια κόπωσης της σημερινής κεντροδεξιάς διακυβέρνησης. Έτσι, η νεοκλεγμένη ηγεσία, αφού πήρε, ως είθισται σε κάθε νέα προσπάθεια, τον πολιτικό χρόνο ανοχής για την επιτελική και οργανωτική διαμόρφωση της νέας παράταξης, άρχισε να φανερώνει βασικά πολιτικά δείγματα της ταυτότητάς της.
Αυτή η νέα ταυτότητα, σε όλες τις πολιτικές της εκφράσεις μέχρι σήμερα, χαρακτηρίστηκε από ένα καθολικό, όσο και ξεχωριστό στοιχείο πολιτικής, τον αρνητικό ετεροπροσδιορισμό της. Ενώ ξεκίνησε με την πρόταση για πολιτική αυτονομία, στην πορεία τη μετεξέλιξε σε αρνητισμό, που σε πολλές περιπτώσεις αγγίζει τα όρια ενός παρωχημένου συνδικαλισμού της πρώιμης μεταπολίτευσης. Κορυφαία αποτύπωση του νέου πασοκικού ηγετικού στυλ, αποτέλεσε η θέση ότι δεν θα δεχθούν ούτε Μητσοτάκη ούτε τον Τσίπρα ως πρωθυπουργούς, ανεξάρτητα από τη θέση που θα καταλάβουν τα κόμματά τους στις εκλογές. Προσπερνώ τις ακραίες τοποθετήσεις για παραίτηση Μητσοτάκη, μέσα από την μονοθεματική λογική εμμονικότητας στις παρακολουθήσεις, όπως και την σταδιακή πολιτική διολίσθησης σε παρωχημένης αντιδεξιάς κοπής και προελεύσεως, αρνήσεις.
Η παραπάνω διμετωπική εμβληματική θέση, αποτελεί την επιτομή του πολιτικού αρνητισμού της νέας ηγεσίας. Είναι αυτή, που καθιστά το ΠΑΣΟΚ συνδικαλιστική γκρούπα διαμαρτυρίας και το ξεκόβει ριζικά από το πεδίο της διακυβέρνησης, με τελική κατάληξη το πολιτικό περιθώριο.
Πρόσφατα μάλιστα, με αφορμή την υπόθεση Καϊλή, διατυπώθηκε μια νέα αποκαλυπτική θέση, που δυστυχώς συνιστά «τομή» στη συνέχεια του ηγετικού δρόμου περιθωριοποίησης του ΠΑΣΟΚ. Αυτή τη θλιβερή υπόθεση, που σοκάρισε την Ευρώπη και την Ελλάδα, αποπειράθηκε η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, να την καταγράψει ως « Δούρειο Ίππο» μιας άλλης παράταξης! Στην πραγματικότητα, η διαχείριση της υπόθεσης Καϊλή από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, ίσως κάνει μεγαλύτερη ζημιά στο κόμμα, από ότι η υπόθεση καθεαυτή.
Το επόμενο, που ίσως αποδειχθεί και ολέθριο εκλογικά, είναι η σαφής πολιτική τοποθέτηση του Ν. Ανδρουλάκη ότι βασική του επιδίωξη είναι να περάσει η ΝΔ στην αντιπολίτευση και να σχηματισθεί «προοδευτική κυβέρνηση». Με άλλα λόγια, αφού η ΝΔ θα είναι αντιπολίτευση, δεν χρειάζεται και μεγάλη φαντασία για το ποια μπορεί να είναι η «προοδευτική κυβέρνηση»: ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ και λοιπές «δημοκρατικές δυνάμεις»!
Έτσι, ο πολιτικός αρνητισμός του Ν. Ανδρουλάκη, μετατρέπεται ραγδαία σε έλλειψη πολιτικής ενσυναίσθησης και στοιχειώδους ηγετικής πολιτικής ευθύνης, που προσβάλλει την ίδια την ιστορική παράταξη, την οποία εκπροσωπεί. Είναι φανερό, ότι το ΠΑΣΟΚ οδηγείται σε αυτοπαγίδευση, που καθορίζεται από την ελλειμματικότητα της ηγεσίας του. Στην προκειμένη περίπτωση λοιπόν, δεν έχουμε να κάνουμε με Δούρειους Ίππους της Δεξιάς, αλλά με την Αχίλλειο Πτέρνα του ΠΑΣΟΚ, η οποία πλέον εντοπίζεται καθαρά στην ηγεσία της.
Γιώργος Φλωρίδης
0 Σχόλια