Οι περισσότεροι κάνουν λόγο για "ιστορική στιγμή". Άλλοι όμως βλέπουν ένα "τρομακτικό σόου ανικανότητας". Ο πρώτος χαρακτηρισμός ανήκει στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και αφορά την απόφαση των "27” να αναγνωρίσουν καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη χώρας στην Ουκρανία, τη Μολδαβία και σε επόμενο βήμα στη Γεωργία.
Η κραυγή αγανάκτησης, πάλι, ανήκει στον Αλβανό πρωθυπουργό Έντι Ράμα, καθώς η ευρωπαϊκή προοπτική της δικής του χώρας συμπαρασύρθηκε από το αδιέξοδο ανάμεσα στη γειτονική Βόρεια Μακεδονία και τη Βουλγαρία, η οποία εγείρει βέτο απέναντι στα Σκόπια, λόγω των εκκρεμών διαφορών των δύο πλευρών σε θέματα γλώσσας, ιστορίας, κοινής κληρονομιάς και μειονοτήτων.
Από αυτή την άποψη, η ευρωπαϊκή σύνοδος κορυφής αποκάλυψε ένα κουβάρι κραυγαλέων αντιφάσεων. Οι "27” οδηγήθηκαν σε μία απόφαση ως προς την Ουκρανία και τη Μολδαβία στην οποία, όπως αναγνωρίζουν, δεν θα είχαν προχωρήσει υπό κανονικές συνθήκες, όμως κατά τα λοιπά εξακολουθούν να παριστάνουν ότι οι συνθήκες είναι κανονικές και οι ίδιοι μπορούν να συνεχίσουν να επιδίδονται στα εσωτερικά τους παζάρια (ήδη η Γερμανία ζητά ως αντάλλαγμα την αύξηση του αριθμού των ευρωβουλευτών της), ενώ απευθύνονται στα υποψήφια κράτη μέλη με τον γνωστό συνδυασμό αυστηρότητας και συγκατάβασης.
Τέτοια λ.χ. είναι η περίπτωση της Γεωργίας στην οποία επισημάνθηκε ότι χρειάζεται να επιμείνει στην οδό των μεταρρυθμίσεων για να "κλειδώσει” την υποψηφιότητά της. Οι Γεωργιανοί μπορούν να είναι ευτυχείς: ο λόγος για τον οποίο στην περίπτωσή τους ισχύουν οι απαιτήσεις της κανονικότητας είναι ότι η χώρα τους δεν βρίσκεται σε πόλεμο.
Στην περίπτωση της Ουκρανίας, πάλι, η fast track απόδοση υποψηφιότητας σημαίνει την κατάλυση όλων των προαπαιτουμένων και δεν είναι παρά μία πολιτική χειρονομία τόνωσης του ηθικού των μαχόμενων Ουκρανών - τη στιγμή που πληθαίνουν (και εντός Ε.Ε.) οι φωνές όσων εκτιμούν ότι ανατροπή της κατάστασης που έχει προκύψει με την ρωσική εισβολή δεν μπορεί να επέλθει με στρατιωτικά μέσα και επείγει η ειρήνευση μέσω διαπραγματεύσεων και άρα οδυνηρών για την ουκρανική πλευρά συμβιβασμών.
Η ευρωενωσιακή υποψηφιότητα αποτελεί υποκατάστατο της ανέφικτης ένταξης στο ΝΑΤΟ για χάρη της οποίας η Ουκρανία έχει βυθιστεί στον πόλεμο. Αλλά η ευρωενωσιακή υποψηφιότητα ούτε κερδίζει ούτε σταματά πολέμους. Για αυτό άλλωστε και είναι εφικτή: διότι δεν έχει επιπτώσεις ασφαλείας σαν αυτές που απαντήθηκαν από τη Ρωσία δια των όπλων.
Αλλά και η "ένεση ηθικού" δεν πρόκειται να λειτουργήσει παρά βραχυπρόθεσμα. Η Ουκρανία αναπόφευκτα θα βρεθεί στο τέλος της ουράς στην οποία ήδη βρίσκονται η Αλβανία και η Βόρεια Μακεδονία – για να μη μιλήσει κανείς για την Τουρκία, η οποία έλαβε ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων στη Σύνοδο της Κοπεγχάγης πριν από είκοσι ακριβώς χρόνια.
Ο Εμανουέλ Μακρόν, μάλιστα, δεν έχασε την ευκαιρία να επαναφέρει την πρότασή του, η οποία διατυπώθηκε ακριβώς ως απάντηση στην ουκρανική υποψηφιότητα, για συγκρότηση μιας ευρωπαϊκής πολιτικής ένωσης, διακριτής από την Ε.Ε., η οποία θα απαντά στο στρατηγικό ερώτημα διατήρησης των γειτόνων σε τροχιά (και εκ των υστέρων θεραπείας του βρετανικού διαζυγίου), χωρίς να επιβαρύνει το ενοποιητικό εγχείρημα.
Οι Γερμανοί πολίτες, από την άλλη, σκέπτονται πεζά και αυτό τους βραχυκυκλώνει. Κατά τις δημοσκοπήσεις, οι υποστηρικτές της μελλοντικής ένταξης της Ουκρανίας στην Ε.Ε. υπολογίζονται σε 35%, όσοι και οι αντιτιθέμενοι. Στο 45% ισοβαθμούν επίσης τα "ναι” και τα "όχι” στην αποστολή βαρέος οπλισμού στην Ουκρανία, ενώ μόνο το 23% των Γερμανών πιστεύει σε μία στρατιωτική νίκη των Ουκρανών.
Από ειρωνεία της ιστορίας, έτσι, η ουκρανική κρίση επιστρέφει στην αρχική της αφετηρία, καθώς η υπαναχώρηση το 2013 του τότε προέδρου της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς από την Συμφωνία Σύνδεσης με την Ε.Ε. που ο ίδιος είχε διαπραγματευτεί προκάλεσε την εξέγερση του Μαϊντάν και όλη τη θεαματική συνέχεια. Μία συνέχεια, η οποία κατεξοχήν καθορίστηκε από την αδυναμία της Ε.Ε. να ελέγξει τις εξελίξεις, από την συμφωνία ειρηνικής αποχώρησης του Γιανουκόβιτς, που μεσολαβήθηκε από τους υπουργούς Εξωτερικών Γερμανίας, Γαλλίας, Πολωνίας και είχε ζωή μόλις ενός 24ώρου, μέχρι τις Συμφωνίες του Μινσκ.
0 Σχόλια