Η ιστορία του ελληνικού κράτους είναι γεμάτη από ανταλλαγές φιλοφρονήσεων στην καλύτερη περίπτωση μέχρι απειλές
Μια πολύ συνηθισμένη ένδειξη ανωριμότητας και άλυτων ψυχολογικών θεμάτων,
είναι αυτή η συμπεριφορά κατά την οποία κάποιος όσο περισσότερο
απορρίπτεται από το αντικείμενο του πόθου του τόσο περισσότερο το ποθεί.
Πρόκειται για την κατάσταση που περιγράφει πολύ καλά η γνωστή φράση με το
γραμματόσημο που όσο πιο πολύ το φτύνεις τόσο πιο πολύ κολλάει. Μέχρι τώρα
νόμιζα πως αυτή η προβληματική συμπεριφορά έχει να κάνει μόνο με τα
γκομενικά, αλλά τελικά φαίνεται πως εμφανίζεται και στις εθνικές σχέσεις
και ειδικά στην προσκόλληση κάποιων συμπολιτών (συγκεκριμένου ύφους και
αντίληψης που περιγράφει τέλεια η λέξη «Ελληνάρας») με τη
Ρωσία.
Ακούγοντας κάποιος άσχετος με την ελληνική ιστορία τους ρωσόφιλους
συμπατριώτες να μιλούν για τις σχέσεις Ελλάδας – Ρωσίας θα πίστευε ότι οι
Ελληνες χρωστούν πολλά στους Ρώσους και ότι η ιστορία των δύο χωρών είναι
γεμάτη από ρωσικές παρεμβάσεις υπέρ των Ελλήνων. Αν αποφάσιζε να διαβάσει
ιστορία θα διαπίστωνε πως ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Η ιστορία του
ελληνικού κράτους είναι γεμάτη από ανταλλαγές φιλοφρονήσεων στην καλύτερη
περίπτωση μέχρι ρωσικές απειλές για πυρηνικό βομβαρδισμό στη χειρότερη και
τα μόνα «πειστήρια» ρωσικής βοήθειας στην Ελλάδα (ελλείψει σοβαρής έρευνας
για τη χρηματοδότηση μέσων και κομμάτων) είναι τα πρωτοσέλιδα κάποιων
εφημερίδων.
Μόνο στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα η Ελλάδα χρωστάει στη Ρωσία (ή
Σοβιετική Ένωση όπως ήταν το όνομα με το οποίο έκανε καριέρα για περίπου
80 χρόνια) έναν εμφύλιο, μια έμμεση απειλή για πυρηνικό βομβαρδισμό από
τον σύντροφο Χρουτσόφ (ναι, το κάνουν από παλιά) και μια άνευ προηγουμένου
διασπορά ψευδών ειδήσεων και ψεκασμένης προπαγάνδας οι οποίες στην
πανδημία στοίχισαν τη ζωή σε χιλιάδες Έλληνες.
Παρόλα αυτά, πολλοί αντιμετωπίζουν τη Ρωσία ως έναν σωτήρα (από τι και
πότε;) την ώρα που τις χώρες που κυριολεκτικά έσωσαν την Ελλάδα και
μάλιστα παραπάνω από μία φορά οι Ελληναράδες συμπολίτες τις αντιμετωπίζουν
μάλλον εχθρικά. Χωρίς την Αγγλία και την Αμερική η Ελλάδα θα ήταν άλλη μια
βαλκανική χώρα του πρώην ανατολικού μπλοκ, χωρίς τις χώρες της ΕΟΚ θα ήταν
μια πολύ φτωχότερη χώρα και χωρίς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα ήταν
μια χρεοκοπήμενη χώρα που θα έψαχνε και δεν θα έβρισκε στον ήλιο μοίρα
(για να πούμε πάλι μόνο για το δευτερο μισό του 20ού αιώνα). Παρόλα αυτά ο
Ελληνάρας νιώθει πιο κοντά στη Ρωσία της οποίας η μόνη «προσφορά» στη χώρα
μας είναι ότι ήταν η αντίπαλός μας στο τελικό του Γιουρομπάσκετ του 87
(και αντιμετώπισε την ήττα της με αστείες συκοφαντίες).
Προφανώς η δράση της λειτουργών της ορθοδοξίας δεν είναι άμοιρη ευθυνών
για αυτή την ανιστόρητη στάση αλλά δεν αρκεί για να την εξηγήσει. Στο
κάτω-κάτω οι μπανανόφλουδες που πετάει η Ρωσική Εκκλησία στο Οικουμενικό
Πατριαρχείο είναι γνωστές ακόμα και σε όσους δεν ασχολούνται με τα
εκκλησιαστικά θέματα. Είμαι βέβαιος πως πολύ μεγαλύτερο ρόλο παίζει η
διαχρονικά αυταρχική διακυβέρνηση της Ρωσίας και απο τους Τσάρους και από
τους Κομμουνιστές και από τον Πούτιν η οποία καταφέρνει να ενώσει τους
οπαδούς κάθε είδους αυταρχισμού (μοναρχικού, σοσιαλιστικού και
φασιστικού).
Και ποιοι κυρίως είναι οπαδοί αυταρχικών καθεστώτων; Οι πιο ανώριμοι από
τους πολίτες. Αυτοί που στρέφονται εναντίον όσων τους ευεργετούν και
προσκυνούν αυτούς που τους σνομπάρουν ή τους απειλούν. Αυτοί που όσο τους
φτύνουν κολλάνε. Και μπράβο τους.
ΥΓ: Είναι αυτονόητο αλλά δεν πειράζει να το γράψω για όσους μπορεί να
μην το καταλαβαίνουν. Στις χώρες που δεν έχουν δημοκρατία η ταύτιση του
λαού με το καθεστώς είναι μικρή. Ενώ στις δημοκρατίες οι πολίτες
αποφασίζουν για τη μοίρα τους (αλλά και πάλι δεν ταυτίζονται απολύτως με
τις κυβερνήσεις τους) στις δικτατορίες οι πολίτες είναι αιχμάλωτοι του
καθεστώτος.
0 Σχόλια