Την παλιά καλή ευχή για αίσιον και ευτυχές το νέο έτος, συνοδεύει το ερώτημα
εάν θα είναι και εκλογικό. Καθώς το νέο κύμα της πανδημίας αποδομεί την
κυβέρνηση απαξιώνοντας προσωπικά τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και οι
συνέπειές της επιδεινώνουν έτι περαιτέρω την δευτερογενή οικονομική κρίση,
οι εκλογές διαγράφονται εντός του 2022 ως η πιθανότερη αν όχι βέβαιη
εξέλιξη.
Το κυβερνητικό επιτελείο εξακολουθεί να διαδίδει ότι οι εκλογές δεν
αποτελούν επιλογή για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Προβάλλουν τρεις βασικούς
λόγους, εν ολίγοις ότι είναι δεσμευμένος από την πάγια θέση του για την
εξάντληση της τετραετίας προκειμένου να κριθεί συνολικά για το έργο του στο
τέλος σε σύγκριση με την τετραετία του ΣΥΡΙΖΑ. Ακολούθως ότι δεν υπάρχει
σοβαρός λόγος να επικαλεστεί για την προσφυγή στις κάλπες και τρίτον ότι τα
καλύτερα για την οικονομία που ανακάμπτει είναι μπροστά και οι πολίτες
θέλουν σταθερότητα και ανάκαμψη. Φυσικά τίποτε από αυτά δεν ισχύει, ο
Κυριάκος Μητσοτάκης δεν δεσμεύεται από προηγούμενες δηλώσεις του όπως έχει
δείξει σε πλείστες όσες περιπτώσεις. Ακολούθως, η υγειονομική και οικονομική
κρίση και η διαχείριση της επόμενης ημέρας είναι επαρκής νομιμοποιητικός
λόγος για την προσφυγή στις κάλπες. Όσο για την πορεία της οικονομίας μόνο
όποιος απορεί γιατί ο λαός δεν τρέφεται με παντεσπάνι μπορεί να
αντιπαρέρχεται την ακρίβεια και να προσδοκά βελτίωση. Μέχρι στιγμής η
οικονομία άντεξε από το μαξιλάρι του ΣΥΡΙΖΑ και από την χαλάρωση των
δημοσιονομικών περιορισμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο λόγω του Covid. Ο Κυριάκος
Μητσοτάκης συγκράτησε την κοινωνική δυσαρέσκεια μοιράζοντας περί τα 5 δισ.
με απευθείας αναθέσεις σε δικά του πελατειακά κοινά. Μόνο που όλα δείχνουν
ότι η περίοδος της δημοσιονομικής χαλάρωσης παίρνει τέλος με το πρώτο
εξάμηνο του 2022 ενώ ο προϋπολογισμός προβλέπει δημοσιονομική διόρθωση το
δεύτερο εξάμηνο, άρα περιοριστικά μέτρα. Η ακρίβεια δεν ήταν προσωρινό
φαινόμενο, όπως έλεγαν στην αρχή και κάθε μήνα επιβαρύνει την μέση
οικογένεια επιβαρύνοντας και το πολιτικό κλίμα. Είναι χαρακτηριστικός ο
τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε η κυβέρνηση την έξαρση της πανδημίας από
την μετάλλαξη «Ο»: Δεν πήγαν σε περιορισμένο lockdown για να προστατεύσουν
τον πληθυσμό, γιατί πολύ απλά δεν το άντεχε η οικονομία.
Χιονοστιβάδα εξελίξεων
Η τελευταία εβδομάδα του 2021 ανέδειξε τον χαρακτήρα της κυβέρνησης
Μητσοτάκη: Με διαλυμένο το επιτελικό κράτος και την χώρα να έχει αρνητική
πρωτιά στους θανάτους από covid-19, με το δημόσιο σύστημα υγείας να έχει
καταρρεύσει και τον πληθυσμό σε κατάσταση αλλοφροσύνης από τον φόβο για την
υγεία του και τα αντιφατικά και αναποτελεσματικά μέτρα, ο πρωθυπουργός έκανε
αυτό που ξέρει καλύτερα, έφυγε για μίνι χειμερινές διακοπές και επιστράτευσε
τον επικοινωνιακό μηχανισμό του κόμματος για να απαντά “στα τρολ του
διαδικτύου”, όπως ανέφερε η σχετική ανακοίνωση της Πειραιώς.
Ακόμη και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μέσα σε έναν χρόνο το προβάδισμα της
ΝΔ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ μειώθηκε περίπου κατά 5-7 μονάδες αν και επιμένουν να
εμφανίζουν ακόμη διψήφια διαφορά. Παράλληλα εμφάνισαν απώλεια 3 μονάδων τον
τελευταίο μήνα χωρίς να έχει μετρηθεί το μπάχαλο που προκάλεσαν τα μέτρα για
την αντιμετώπιση της «Ο». Είναι ενδιαφέρον ότι το ΚΙΝΑΛ που εμφανίζεται
φουσκωμένο, παίρνει ποσοστό περισσότερο από την ΝΔ παρά από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Υποτίθεται ότι αποσπά αναποφάσιστους ψηφοφόρους αλλά όχι από τον σκληρό
πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ.
Το βασικό ερώτημα με το ξεκίνημα της νέας χρονιάς είναι εάν οι εκλογές θα
γίνουν επειδή θα το επιλέξει ο πρωθυπουργός ή γιατί θα εξαναγκαστεί από τις
αρνητικές πολιτικές εξελίξεις που τείνουν πλέον σε καθεστώς γενικευμένης
απαξίωσης να αποκτήσουν χαρακτήρα χιονοστιβάδας. Το δεύτερο συναρτώμενο
ερώτημα είναι ο χρόνος των εκλογών, αν θα είναι προς το τέλος της Άνοιξης ή
εάν ο πρωθυπουργός θα διακινδυνεύσει να περάσει ένα φλεγόμενο καλοκαίρι και
φτάσει μέχρι τον Σεπτέμβριο.
Η βασική αρχή είναι ότι ένας πρωθυπουργός προκαλεί εκλογές όταν θεωρεί ότι
μπορεί να τις κερδίσει και εξαντλεί την τετραετία όταν είναι βέβαιο ότι θα
χάσει, αν βέβαια αντέχει. Μέσα από αυτό το πρίσμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει
κάθε λόγο να πάει σε εκλογές όσο διατηρεί ακόμη στοιχειώδες προβάδισμα
έναντι του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα και να ελπίζει ότι κατά την
προεκλογική περίοδο η διαφορά δεν θα εξανεμιστεί. Μία βασική προϋπόθεση
είναι ότι θα έχει ξεπεραστεί η «Ο» και δεν θα έχει ενσκήψει άλλη μετάλλαξη
και παράλληλα θα έχει παρέλθει ικανό διάστημα ώστε να ξεχαστεί το πλήρες
ξεχαρβάλωμα του επιτελικού κράτος και οι εγκληματικές ευθύνες της κυβέρνησης
στην διαχείριση της πανδημίας. Στο πλαίσιο αυτό προβάλλει ως πιθανός χρόνος
εκλογών το τέλος της Άνοιξης ή ο Ιούνιος. Στα υπέρ, εκτιμούν οι
σεναριογράφοι, είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα έχει ανακάμψει ακόμη ή τουλάχιστον
όχι πλήρως και ο Νίκος Ανδρουλάκης θα έχει συρρικνωθεί στο όριο του διψήφιου
ποσοστού αλλά δεν θα έχει ξεφουσκώσει εντελώς όπως προβλέπουν ότι θα γίνει
μέχρι το τέλος της τετραετίας.
Οι αρθρογράφοι του συστήματος προβάλλουν ως πιθανότερο χρόνο τον Σεπτέμβριο
του 2022. Το σκεπτικό είναι ότι η πανδημία θα είναι πίσω και θα έχει
παρέλθει ικανός χρόνος ώστε να ξεχαστεί η εγκληματική διαχείριση, ο
τουρισμός θα φέρει έσοδα, το καλοκαίρι ελαφραίνει πάντα την κοινωνική και
πολιτική ατμόσφαιρα και τα δημοσιονομικά μέτρα δεν θα έχουν αρχίσει ακόμη να
επιβαρύνουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το ενδεχόμενο να εξαντλήσει την
τετραετία σε συνθήκες κατάρρευσης θα πρέπει να αποκλειστεί καθώς ήδη οι πιο
μακρινές προβολές δίνουν στην ΝΔ σε μία τέτοια περίπτωση τα ποσοστά του
Μαΐου του 2012. Τόσο ο ίδιος όσο και τα υποσυστήματα που τον στηρίζουν,
εντός και εκτός ΝΔ, έχουν κάθε λόγο να το αποφύγουν.
Στην πιάτσα σενάρια ανασχηματισμού
Οι περί το Μέγαρο Μαξίμου παράλληλα με το ότι οι εκλογές δεν είναι μέσα στο
οπτικό πεδίο του πρωθυπουργού άρχισαν ξανά να «σπρώχνουν» στην
δημοσιογραφική και πολιτική πιάτσα σενάρια ενός ακόμη ανασχηματισμού. Από
μόνο του είναι ενδεικτικό της αμηχανίας που επικρατεί στο κυβερνητικό
επιτελείο, αφού το υπουργικό σχήμα που διαμορφώθηκε από τον δεύτερο
ανασχηματισμό του Κυριάκου Μητσοτάκη τον περασμένο Σεπτέμβριο δεν έχει καν
κλείσει εξάμηνο. Το δέλεαρ και ταυτόχρονα φόβητρο του ανασχηματισμού είναι
αποτελεσματικό μέχρι να γίνει. Οι εκτός κυβέρνησης δυσαρεστημένοι βουλευτές
έχουν έναν λόγο ώστε να μην δημοσιοποιούν την δυσαρέσκειά τους. Οι εντός που
βλέπουν το πλοίο να πηγαίνει στα βράχια δεν διαταράσσουν το κλίμα για να μην
υποπέσουν στην δυσμένεια του Κυριάκου Μητσοτάκη και μείνουν εκτός στον
επαπειλούμενο ανασχηματισμό. Το επιχείρημα που προβάλλεται είναι ότι ο
Κυριάκος Μητσοτάκης θα διαμορφώσει υπουργικό σχήμα με το οποίο θα πάει σε
εκλογές.
Το σενάριο Γεραπετρίτη
Πρώτα στην Βουλή και μετά με άρθρο του στην Καθημερινή ο υπουργός
Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης υποστήριξε ότι ακόμη και αν παραιτηθεί ο
νυν πρωθυπουργός ή και η κυβέρνησή του, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα
κινήσει διαδικασίες από τις οποίες δύναται να προκύψει κυβέρνηση από την
ίδια Βουλή. Εν ολίγοις ο κ. Γεραπετρίτης περιγράφει ένα ενδεχόμενο κατά το
οποίο ο κ. Μητσοτάκης παραιτείται, αλλά η κοινοβουλευτική του ομάδα δεν τον
ακολουθεί και εκλέγει άλλον αρχηγό και πρωθυπουργό. Περιγράφει και μία
δεύτερη δυνατότητα σύμφωνα με την οποία η Πρόεδρος της Δημοκρατίας ερμηνεύει
τις διατάξεις του Συντάγματος κατά τρόπο που να μπορεί να αντιπαρέλθει την
παραίτηση του εκλεγμένου πρωθυπουργού, συγκαλεί το Συμβούλιο των πολιτικών
αρχηγών και προκύπτει κυβέρνηση συνεργασίας από την παρούσα Βουλή. Κάτι
τέτοιο προϋποθέτει όμως απόσχιση ομάδας βουλευτών του κόμματος που έχει την
απόλυτη πλειοψηφία και συνεργασία με την αντιπολίτευση. Μοιάζουν με σενάρια
πολιτικής ανωμαλίας… Ο κ. Γεραπετρίτης δεν απάντησε στο αίτημα του Αλέξη
Τσίπρα για παραίτηση Μητσοτάκη και προκήρυξη εκλογών. Η νομοτεχνική του
ανάλυσή αντανακλά ευφάνταστα σενάρια που εξυφαίνονται στο παρασκήνιο για
αλλαγή κυβέρνησης εν κινήσει, δηλαδή πριν από τις επόμενες εκλογές και έχουν
αρχίσει να πέφτουν και ονόματα. Το ένα είναι δελφίνου του κυβερνώντος
κόμματος και το έτερο οικονομικού παράγοντα. Αυτό που συνοδεύει το σχετικό
σενάριο είναι ότι «ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν τραβάει, το σύστημα που τον
στηρίζει αναζητά εναλλακτικές και εξετάζει το ενδεχόμενο για άλλον
πρωθυπουργό». Είναι η μόνη βάσιμη υπόθεση εργασίας που βεβαίως δεν
ομολογείται ρητά. Το ερώτημα είναι: Ο κ. Γεραπετρίτης ευνοεί αυτό το σενάριο
που δεν είναι τιμητικό για τον πρωθυπουργό; Ή του δείχνει μία διέξοδο εν
όψει των αρνητικών εξελίξεων;
0 Σχόλια