Στην τελική ευθεία εισήλθαν οι διαδικασίες για την εκλογή νέου προέδρου στο ΚΙΝΑΛ. Από μόνο του είναι θετικό γεγονός καθώς τελειώνει η καρκινοβατούσα εσωστρέφεια που το ταλανίζει ένα χρόνο τώρα, από πέρυσι τον Σεπτέμβριο που η Γεννηματά ανακοίνωσε πρόωρα και «εξωθεσμικά», απαντώντας σε δημοσιογραφική ερώτηση, ότι θα είναι και πάλι υποψήφια.
Δεν είναι σίγουρο ότι η εσωστρέφεια επηρέασε τη δημοσκοπική καθήλωση. Σίγουρα δεν βοήθησε στην άνοδο, καθώς ο χώρος πορεύεται επί ένα χρόνο με αρχηγό που είναι υπό «προθεσμία».
Δεν υπονοούμε κάτι για το μέλλον της νυν ηγεσίας του ΚΙΝΑΛ. Το αυτονόητο λέμε, ότι κάθε αρχηγός του οποίου η θητεία έχει προκαθορισμένη ημερομηνία λήξης, σαφώς είναι αποδυναμωμένος έναντι των υπολοίπων αρχηγών.
Και επειδή είναι ευνόητη ανθρώπινη συμπεριφορά, τα μέλη του κόμματος που θα ήθελαν κάποιον εκ των άλλων υποψηφίων, δεν ρίχνονται με ζέση στη «μαζική δουλειά» για την προπαγάνδιση των θέσεων του – αν υποθέσουμε ότι στο κόσμο του ΚΙΝΑΛ υπάρχει ακόμη σπίθα ενεργητικής υποστήριξης των κομματικών θέσεων, και όχι απλή παθητική αποδοχή τους, εκφραζόμενη με θετική ψήφο στις εκλογές.
Το στοίχημα για τον όποιο νέο πρόεδρο θα είναι ο επαναπατρισμός ψηφοφόρων που απέδρασαν προς ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Στοίχημα δύσκολο γατί η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ απελευθέρωσε τους δύο κόσμους που συνυπήρχαν στο εσωτερικό του. Τους είχε προσελκύσει και τους ένωσε κάποια στιγμή ο Αντρέας, αλλά στη συνέχεια τους κράτησε ενωμένους ο συγκολλητικός μαγνήτης της εξουσίας.
Όταν αυτός «αποφορτίστηκε», οι ψηφοφόροι αποκολλήθηκαν και το κόμμα αποσυσπειρώθηκε. Σε γενικές γραμμές, η εκσυγχρονιστική πλευρά εμπιστεύτηκε τη ΝΔ, ενώ η μπρουτάλ παραδοσιακή αντιδεξιά πλευρά, καθώς και το ευνοημένο από το ΠΑΣΟΚ τμήμα του δημόσιου τομέα, παραδόθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ.
Η θητεία του νέου Προέδρου, (στη φράση περιλαμβάνεται και η κα Γεννηματά), δεν θα είναι απερίσπαστη από το γενικό πλαίσιο. Δεν θα μπορέσει να αναμορφώσει το κόμμα σε αδρανή πολιτικό χρόνο, καθώς άμεσα θα κληθεί από τον δημοσιογραφικό χώρο και τους δυο βασικούς αντιπάλους, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, να απαντήσει με ποιον θα συνεργαστεί στις επόμενες διπλές εκλογές.
Η απλή αναλογική που καθιέρωσε ο ΣΥΡΙΖΑ για να ρυμουλκήσει (παγιδεύσει) το ΚΙΝΑΛ σε κυβερνητική συνεργασία (και «ο Μητσοτάκης να μη γίνει ποτέ Πρωθυπουργός», όπως μας είχε εμπιστευθεί συνεργάτης του Τσίπρα), εξακολουθεί να επικρέμαται ως δαμόκλειος σπάθη για το κόμμα της ελάσσονος αντιπολίτευσης.
Θα πιεστεί λιγότερο στις πρώτες εκλογές της απλής αναλογικής, αφού κατά τα φαινόμενα δεν θα αρκούν τα ποσοστά για τη δημιουργία «προοδευτικής» κυβέρνησης, αλλά πολύ στις δεύτερες της ενισχυμένης αναλογικής, αφού η ΝΔ θα χρειαστεί υψηλό ποσοστό (υπό προϋποθέσεις ως και 38%) για να κατακτήσει την αυτοδυναμία.
Ήδη ο Τσίπρας επαναλαμβάνει σαν… χαλασμένη βελόνα γραμμοφώνου τους όρους «προοδευτική πλειοψηφία» ή «μεγάλη προοδευτική παράταξη» που διατείνεται μάλιστα ότι είναι και «στρατηγική επιλογή» του – «όμφακες εισίν» που είχε πει ο παππούς Αίσωπος, ή «όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια» που λέει ο λαός.
Όταν είδε ότι δεν βγάζει κυβέρνηση με τίποτα θυμήθηκε τους «προδότες, γερμανοτσολιάδες» και τους «Πινοσέτ» και τους ανακήρυξε επιθυμητούς προοδευτικούς συνεταίρους.
Από την άλλη και ο Μητσοτάκης στη ΔΕΘ μίλησε για μια «πλατιά, ευρεία κοινωνική συμμαχία της Ευρώπης, της λογικής, του ορθολογισμού, που απεχθάνεται την πόλωση». Με αυτό σαφώς φωτογραφίζει το ΚΙΝΑΛ.
Η ρήση του ερμηνεύτηκε ως προσπάθεια ανασυγκρότησης του αντισύριζα μετώπου. Είναι όμως και η μόνη ρεαλιστική λύση στην οποία μπορεί να προσβλέπει, στην περίπτωση μη αυτοδυναμίας.
Όσο για το αντισύριζα μέτωπο, επιτρέψτε μας να επιμένουμε, δεν δημιουργήθηκε από σχεδιασμό της ΝΔ, δημιουργήθηκε αυθόρμητα από τα κάτω, και δημιουργήθηκε ως αντίδραση στη χύδην πολιτική συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι άδικο για τον νέο Πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ να βρεθεί αμέσως στις μυλόπετρες τέτοιων διλημμάτων, αλλά η πολιτική δεν ασκείται σε συνθήκες θερμοκηπίου. Και η θέση που θα κληθεί να πάρει σε αυτό θα κρίνει ίσως την πορεία του κόμματός του.
Γιάννης Σιδέρης
0 Σχόλια