Το 1973 κυκλοφόρησε το βιβλίο του Γάλλου, πολιτικού, διπλωμάτη και διανοούμενου Alain Peyrefitte που έφερε τον τίτλο, τον οποίον δανείστηκε το παρόν άρθρο ,και ανέλυε τον ρόλο της Κίνας που ήταν τότε στο περιθώριο και τις δυνατότητες της να αναλάβει μία πιο ενεργή παρουσία στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Η ανάλυση του στηριζόταν στο τότε επικρατούν πολιτικό, οικονομικό, ιδεολογικό, στρατιωτικό πλέγμα σχέσεων μέσα από το οποίο είχε δομηθεί η τότε παγκόσμια ισορροπία και η δυναμική των διακρατικών σχέσεων.
Κατά ορισμένους ιστορικούς, ο Αυτοκράτωρ Ναπολέων Βοναπάρτης το 1816 είχε πεί την φράση «Αφήστε την Κίνα να κοιμάται γιατί όταν ξυπνήσει ολόκληρος ο κόσμος θα ταρακουνηθεί».
Η πρόσφατη στρατηγική συνεργασία μεταξύ ΗΠΑ, Βρετανίας και Αυστραλίας ,αποκαλούμενη AUKUS από τα αρχικά των τριών συμβαλλομένων, για την προμήθεια και κατασκευή πυρηνοκίνητων υποβρυχίων από την Αυστραλία ,πήρε μεγάλη δημοσιότητα λόγω της ακύρωσης ενός συμβολαίου πολλών δισεκατομμυρίων που είχε συνάψει πρόσφατα η Αυστραλία με την Γαλλία για την προμήθεια από αυτήν δώδεκα μη πυρηνοκίνητων υποβρυχίων, με αποτέλεσμα το δημόσιο ενδιαφέρον να επικεντρωθεί όχι τόσο στην σημασία της σταδιακής υλοποίησης της αποτρεπτικής Αμερικανικής πολιτικής έναντι της Κίνας αλλά στις ευρωαμαρικανικές και ενδονατοϊκές σχέσεις και την μελλοντική τους δομή και ισορροπία.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήδη από την Προεδρία Ομπάμα δηλαδή προ δώδεκα ετών είχαν εκφράσει μέσα από γενικόλογες τότε δημόσιες δηλώσεις τις ανησυχίες τους για την επιρροή που είχε αναπτύξει η Κίνα όχι μόνο στον οικονομικό τομέα αλλά κυρίως στον στρατιωτικό στην περιοχή του Ινδικού και Ειρηνικού ωκεανού και ιδίως στην στρατικοποίηση των τεχνιτών νήσων στην Νότια Κινεζική θάλασσα και την δημιουργία στρατιωτικών βάσεων σε τρίτες χώρες. Τις ανησυχίες αυτές ενίσχυσε και μία επίσημη κινεζική δήλωση για τριπλασιασμό των πυρηνικών τους βλημάτων ο δε Πρόεδρος Xi Jinping επέτεινε ακόμη περισσότερο το πρόβλημα δηλώνοντας ότι η Κίνα θα μετατραπεί σε παγκόσμια στρατιωτική δύναμη και δεν απέκρυψε την φιλοδοξία για παγκόσμια επικράτηση, πολιτική που έρχεται σε αντίθεση με την μέχρι τότε δηλωμένη Κινεζική στρατηγική της «ελάσσονος αποτροπής» και της «μη πρώτης χρήσης πυρηνικών όπλων», Εξ άλλου ο Πρόεδρος Xi είχε δηλώσει το 2018 ότι η Κίνα θα «ηγηθεί της μετατροπής του παγκόσμιου συστήματος διακυβέρνησης» σε αντίθεση με την αρχή της «μη επιδίωξης ηγεσίας» που είχε καθιερώσει το 1989 ο τότε ηγέτης της Κίνας Deng Xiaoping. Κατά πληροφορίες αρμοδίων φορέων η Κίνα κατασκευάζει 230 πυραυλικές βάσεις σε τρείς διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές για διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους οι οποίοι ,κατά τους ειδικούς, μπορούν να μετατραπούν και σε πυρηνικούς, αριθμός που υπερβαίνει τις ρωσικές πυραυλικές βάσεις και εξισορροπεί τον αριθμό των αντίστοιχων αμερικανικών πυραυλικών βάσεων.
Είναι προφανές ότι η συμφωνία της 16ης Σεπτεμβρίου του AUKUS αποτελεί προϊόνμακρόχρονης διαπραγμάτευσης μεταξύ των τριών και το περιεχόμενο της δεν θα αρκείται στην προμήθεια και κατασκευή πυρηνοκίνητων υποβρυχίων από την Αυστραλία αλλά θα περιλαμβάνει και συνεργασίες σε άλλους ευαίσθητους τομείς άμυνας και ασφάλειας. Η Αυστραλία παρά την συμμετοχή της σε διάφορους περιφερειακούς οργανισμούς της περιοχής στους οποίους συμμετέχουν και οι ΗΠΑ είναι η πρώτη μετά την Βρετανία χώρα που λαμβάνει από τις ΗΠΑ τέτοια προηγμένη τεχνολογία υποβρυχίων που την κατατάσσει πλέον στην έβδομη θέση των χωρών που κατέχουν πυρηνοκίνητα υποβρύχια μετά τις ΗΠΑ με 68 ,από τα οποία 14 φέρουν πυρηνικά όπλα ,την Ρωσία με 29( 11 με πυρηνικά όπλα),την Κίνα με 12( 6 με πυρηνικά όπλα), την Βρετανία με 11 ( 4 με πυρηνικά όπλα) ,την Γαλλία με 8 ( 4 με πυρηνικά όπλα )και την Ινδία με 1 με πυρηνικά όπλα. Η επιλογή των πυρηνικών υποβρυχίων για την Αυστραλία αντί των γαλλικών συμβατικών έχει προφανή στρατιωτικά πλεονεκτήματα που δεν κάλυπταν τα γαλλικής κατασκευής.
Η Αυστραλιανή πλευρά ,όπως μεταδίδεται, μεταξύ των λόγων ακύρωσης της συμφωνίας των πενήντα δισεκατομμυρίων ευρώ καταλόγισε στην γαλλική πλευρά ( Naval Group) καθυστερήσεις και υπερβάσεις ( τα 36 δις αυξήθηκαν στα 50 δις) γεγονός που δεν εκπλήσσει τους αναλυτές και που θα πρέπει η Γαλλική κυβέρνηση να το αντιμετωπίσει έγκαιρα και αποτελεσματικά για να μην αδικούνται τα εξαιρετικά και υψηλής τεχνολογίας γαλλικά οπλικά συστήματα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεργάζονται στρατιωτικά ,μεταξύ άλλων χωρών της περιοχής, με την Ιαπωνία και την Νότιο Κορέα στα εδάφη των οποίων στρατοπεδεύουν και περίπου ογδόντα χιλιάδες αμερικανοί στρατιώτες και στην δαπάνη της εκεί παρουσίας τους συμμετέχουν τα δύο αυτά κράτη. Η Ιαπωνία λόγω της γνωστής μετά τον Β΄.Π.Π ,πολιτικής της στα πυρηνικά όπλα των τριών «ΜΗ» ,κατοχής, παραγωγής, εισαγωγής, δεν μπορούσε να επιλεγεί για την προμήθεια των πυρηνοκίνητων υποβρυχίων, η Ν. Κορέα , προφανώς λόγω ισορροπίας του τρόμου με την Β. Κορέα, η Ινδία ,είναι ήδη κάτοχος αλλά και πυρηνική δύναμης, ως εκ τούτου ο κύκλος επιλογών ήταν εξ αντικειμένου περιορισμένος.
Ο αποκλεισμός , προκλητικός για ένα συμμαχικό κράτος, των γαλλικών υποβρυχίων ενδεχομένως να αποβλέπει και στον περιορισμό της γαλλικής επιρροής στην περιοχή όπου η Γαλλία διατηρεί υπεράκτια εδάφη όπως την Νέα Καληδονία ,Πολυνησία κ λ π και ως εκ τούτου εκλαμβάνει τον εαυτό της ως δύναμη στην περιοχή του Ινδικού και Ειρηνικού ωκεανού ,έχοντας μάλιστα υιοθετήσει το 2018 ένα εθνικό σχέδιο στρατηγικής για την περιοχή ,για την οποίαν η Ε. Ένωση ,μετά από γαλλικές παροτρύνσεις, υιοθέτησε κοινοτική στρατηγική την οποίαν ,κατά ειρωνική συγκυρία ,ανακοίνωσε ο Ύπατος εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας την ίδια ημέρα της ανακοίνωσης της συμφωνίας AUKUS.
Ο τρόπος που η Αυστραλία κατήγγειλε την συμφωνία των υποβρυχίων μεταξύ αυτής και της Γαλλίας μετά από πέντε χρόνια υλοποίησης του προγράμματος , πέραν της δυσβάσταχτης οικονομικής απώλειας για την Γαλλία , είναι και προσβλητικός για το κύρος ενός κράτους που αποτελεί βασικό εταίρο στην δυτική συμμαχία. Πολύ περισσότερο που είναι η δεύτερη φορά τα τελευταία χρόνια που η Γαλλία υποχρεώνεται να ακυρώσει συμβόλαιο αμυντικής συνεργασίας με τρίτο κράτος -την Ρωσία για τα πλοία Mistral-.
Η στρατηγική συνεργασία ΗΠΑ-Αυστραλίας-Βρετανίας στοχεύει να συμβάλλει στην ενίσχυση της αμερικανικής πολιτικής ανάσχεσης της κύριας απειλής που εκτιμούν ότι αποτελεί η Κίνα για τα παγκόσμια συμφέροντα της και επιρροή της.
Το ερώτημα είναι αν οι ευρωπαίοι εταίροι των Ηνωμένων Πολιτειών συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα έπρεπε να κληθούν συμμετάσχουν σε αυτήν την πολιτική ανάσχεσης των ΗΠΑ έναντι της Κίνας.
Η απάντηση είναι αυτονόητη. Όταν οι Ευρωπαίοι που συμμετέχουν στο ΝΑΤΟ και το θεωρούν ως τον οργανισμό άμυνας και ασφάλειας τους, καλύπτουν μετά βίας το 25% των δαπανών ( η Γερμανία ,η μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη δεν αγγίζει το όριο του 2% )και το 75% καλύπτεται από τις ΗΠΑ, όταν αναλαμβάνουν στρατιωτικές επιχειρήσεις -βλέπε Λιβύη-και δεν μπορούν να τις διεκπεραιώσουν χωρίς την λογιστική τουλάχιστον υποστήριξη των ΗΠΑ, όταν αδυνατούν να σχηματίσουν ευρωπαϊκό στρατό και άμυνα και εξωτερική πολιτική , όταν αδυνατούν να διασφαλίσουν τα εξωτερικά σύνορα της ούτω αποκαλούμενης ¨ενωμένης» Ευρώπης, πέραν μίας πολιτικής στήριξης ,που και αυτή θα είναι δυσεύρετη λόγω των τεράστιων οικονομικών συμφερόντων των μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών με την Κίνα ,δεν προβλέπεται κάτι πέραν αυτού.
Εν κατακλείδι ,η συμφωνία AUKUS θα πρέπει να αφυπνίσει τους ευρωπαίους ηγέτες ώστε η ΕΕ να αποκτήσει τις πολιτικές και δομές που θα τις επιτρέψουν να μετατραπεί από θεατής σε πρωταγωνιστή διεθνών εξελίξεων.
* Ο Ε.Ν.Καραγιάννης είναι Πρέσβυς ε.τ.
Πηγή “Μακεδονία” της Κυριακής
0 Σχόλια