Αποσβολώθηκα. Ανατρίχιασα. Καθηλώθηκα. Αισθάνθηκα χιλιάδες χέρια κανιβάλων να με σπρώχνουν προς τα κάτω. Να μου ρουφούν κάθε ίχνος ανθρωπιάς που έχω μέσα μου. Για να μεταλλαχτώ, να κατασπαράξω, να χορτάσω.
Αμαρτίες γονέων. Ποιων γονέων; Συμβαίνει από το 1821. Οπου αρκετοί προτιμούσαν να υπακούσουν σε έναν ξένο παρά σε έναν συντοπίτη. Για να γλιτώσουν από τον καπνό έπεφταν στη φωτιά.
Και τη στιγμή που πανίδα, χλωρίδα, σπίτια, περιουσίες, ζωντανά, αγροτεμάχια και καθετί που ορθώνονταν στο οπτικό πεδίο των σαρωτικών και λαίμαργων πύρινων «στρατών», κάποιοι, και είναι μπόλικοι, χαίρονταν πότε επιτέλους οι θηριώδεις φλόγες θα κάψουν τους συντοπίτες τους ζωντανούς. Οπως ηδονίζονται οι αθεράπευτοι πυρομανείς. Περισσότερο ακόμα κι αν στο κρεβάτι τους έπεφταν μαζί με Σαρλίζ Θέρον, Μόνικα Μπελούτσι και Μπραντ Πιτ.
Εγραφαν τις αυθόρμητες σκέψεις τους. Διακινούσαν τις κανιβαλικές ορέξεις τους. Αναμόχλευαν τα κτηνώδη πάθη τους. Να καούν διακόσιοι. Μόνο διακόσιοι; Τότε πόσοι; Να καούν πεντακόσιοι. Και γιατί πεντακόσιοι; Πόσοι; Χίλιοι. Και γιατί χίλιοι; Πόσοι; Δέκα χιλιάδες. Και λίγοι είναι.
Κάποια, προερχόμενη προφανώς από καθαρόαιμη αγέλη κανιβάλων, ξεδίπλωσε τα πολιτικά και ιδεολογικά της επιχειρήματα ως εξής: «Να καούν Εκάλη και Καστρί να ξεμπερδέψουμε με την κυβέρνηση αυτή!»...
Κάποιος άλλος, επίσης από την ίδια αγέλη όρνεων που όταν οσφρίζονται ανθρώπινη σάρκα ορμάνε να γλείψουν ακόμα και το τελευταίο κοκαλάκι του δύσμοιρου ημιθανούς όντος, ξεδίπλωσε κι αυτός τα δικά του πολιτικά και ιδεολογικά επιχειρήματα ως εξής: «Αφού εκκενώνουν τα σπίτια, τότε μοιάζουν με βυτιοφόρα εκκενώσεων βόθρων, είναι βοθρατζήδες»...
Κάθε ανθρώπινο πλάσμα που γλίτωσε από τη λαίλαπα ισοδυναμεί με περιττώματα. Οι συντοπίτες μας που τελικώς κατάφεραν -με τη συνδρομή και τις αυστηρές εντολές των κρατικών μηχανισμών- να δραπετεύσουν είναι όπως οι κουράδες των αλόγων, των ζώων.
Κάποιος άλλος, κι αυτός από την ίδια ράτσα βρικολάκων, ήθελε να εφορμήσει και να κολυμπήσει σε ωκεανούς αίματος, καμένης σάρκας πασαλειμμένης από τόνους στάχτης ώστε στη συνέχεια να εκτιναχτεί και σαν αυτοκράτωρ κάθε αγέλης όρνεων και βρικολάκων να ουρλιάξει προς κάθε κατεύθυνση: να καεί, να καεί η Ελλάδα ζωντανή!
Τι είναι όλοι αυτοί; Συριζαίοι θα πείτε. Λάθος θα πω. Είναι και Συριζαίοι, είναι και Δεξιοί, είναι από παντού. Είναι και από το είδος εκείνο το προσφιλές και δημοφιλές της νέας Ελλάδας, που τη μία στιγμή από εδώ, την άλλη από εκεί, και πάντα «όλοι το ίδιο είναι». Προέρχονται και έρχονται από παντού.
Και μετά σου λένε ότι όλοι οι πολίτες είναι ίδιοι και απέναντι στον νόμο ίσοι. Πλάνη. Ο διαχωρισμός, όχι μόνο ιδεολογικός, πολιτικός και παραταξιακός. Είναι κυρίως πολιτιστικός. Είναι ακόμα και ψυχολογικός. Είναι διαχωρισμός χαρακτήρων, προσωπικοτήτων και φυσικά λογικής. Στοιχειώδους λογικής. Γιατί είμαι σίγουρος ότι ακόμα κι αν ο αιμοδιψής Πινοσέτ ή ο αρχιφασίστας Βιντέλα κυβερνούσαν, ουδείς νουνεχής θα επιθυμούσε για τον τόπο του τέτοια και τόση πύρινη, ανελέητη καταστροφή.
Τι μου θυμίζει αυτή η πολτοειδής συγχορδία διαταραγμένων, ψυχοπαθών και κανιβάλων; Τη θηριωδία που διέπραξαν τα «παλικάρια» του Οδυσσέα Ανδρούτσου όπως ακριβώς την περιγράφει στο υποδειγματικό και ανεπανάληπτο ιστορικό πόνημά του «Τα καπάκια» ο μακαρίτης Κωστής Παπαγιώργης: «Οι δολοφόνοι (του σατράπη Γκούρα) ανέβασαν το πτώμα του αγωνιστή Σαρρή στην Ακρόπολη και αφού το τεμάχισαν, πετούσαν τα κομμάτια του πάνω από τις επάλξεις κραυγάζοντας στους Αθηναίους που παρακολουθούσαν αποσβολωμένοι: Θέλετε πόδι; Θέλετε πλευρό; Πάρτε!» Ηταν 23 Ιουνίου του 1823...
Ε, λοιπόν, ό,τι κι αν κάνουν, ό,τι κι αν πουν και όσο και να προσπαθήσουν να με τραβήξουν στον πάτο του πολτού, εγώ εκεί. Οπως έλεγε και ο Ουίνστον Τσόρτσιλ: «We shall never surrender». Εσύ στην αγέλη των κανιβάλων, εγώ και εμείς στην πλευρά της απλής, στοιχειώδους λογικής. Ουστ από δω, κανίβαλε! Μπας και είσαι πράκτορας της MIT και δεν το ξέρεις;
Δημήτρης Δανίκας
0 Σχόλια