Οι ΗΠΑ έχουν ήδη περιορίσει στο ελάχιστο την εμπλοκή τους στη Συρία, ενώ και
στο Ιράκ έχει ανακοινωθεί η αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων. Τους
προηγούμενους μήνες υπήρξε σαφής αποστασιοποίηση της Ουάσιγκτον
από την πάγια πολιτική στήριξης της Σαουδικής Αραβίας, ενώ και με τα ΗΑΕ δεν
φαίνεται να υπάρχει η στενή μέχρι τώρα στήριξη που προσέφεραν οι
προηγούμενες αμερικανικές κυβερνήσεις.
Καθώς στην περιοχή οι περιφερειακές συγκρούσεις, στη Συρία, στην Υεμένη και
στη Λιβύη απέχουν πολύ από το να επιλυθούν και η κατάσταση στο Ιράκ
είναι εξαιρετικά ρευστή και επικίνδυνη, η διατήρηση πυρήνων της
ισλαμικής τρομοκρατίας σε ολόκληρη την περιοχή και η αναμενομένη ενθάρρυνση
τέτοιων πυρήνων μετά την επιλογή των ΗΠΑ να μείνουν μακριά, και κυρίως η
αίσθηση ότι η Ουάσιγκτον δεν είναι πρόθυμη για μια δυναμική απάντηση
στον διευρυνόμενο ρόλο του Ιράν, δημιουργεί ένα γενικό κλίμα
ανασφάλειας και αποσταθεροποίησης.
Οι αιφνιδιαστικές επισκέψεις του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΑΕ
σεΐχη Tahnoun bin Zayed Al-Nahyan στην Τουρκία και στο Κατάρ για
συνομιλίες με τους ηγέτες των δυο χωρών Τ. Ερντογάν και Αλ Θάνι, προκάλεσαν
έκπληξη καθώς ειδικά με την Τουρκία, τα Εμιράτα είναι σε διαρκή και
έντονη σύγκρουση από τη Συρία μέχρι τη Λιβύη και στο Κέρας της Αφρικής, σε
έναν ανταγωνισμό άσκησης επιρροής και κατοχύρωσης περιφερειακού ρόλου.
Τούρκοι αναλυτές έσπευσαν να αποδώσουν την κίνηση των Εμιράτων, ως
αποτέλεσμα της πίεσης που δέχονται από την «απομόνωση» τους στον αραβικό
κόσμο αλλά και το γεγονός ότι το δίδυμο Κατάρ-Τουρκίας έχει μια σειρά
επιτυχιών σε μια σειρά κρίσεις. Στη Λιβύη, στη Συρία αλλά και στο
Αφγανιστάν, καθώς το Κατάρ είναι η μοναδική ίσως χώρα με τόσο στενούς
δεσμούς με το καθεστώς των Ταλιμπάν.
Παρά το ότι παραμένουν οι ριζικά διαφορετικές επιδιώξεις μεταξύ των δυο
χωρών, δεν πρέπει να περάσουν απαρατήρητες οι δηλώσεις τούρκων
αξιωματούχων τις οποίες επιβεβαίωσε και ο Μπασάρ Σουέντ
CEO του International Holding Company (IHC) του Αμπού Ντάμπι, ότι
υπάρχει βούληση για επενδύσεις των ΗΑΕ στην Τουρκία σε τομείς που αφορούν
την υγεία, τη βιομηχανία, τις υποδομές και τη βιομηχανία τροφίμων.
Τέτοιες επενδύσεις θα ήταν σωτήριες για το καθεστώς Ερντογάν και τη
χειμαζόμενη τουρκική οικονομία την οποία προς το παρόν αιμοδοτεί το Κατάρ.
Συγχρόνως όμως μέσω αυτών των επενδύσεων τα ΗΑΕ θα αποκτήσουν μοχλό πίεσης
και επιρροής στην Τουρκία, τον περιφερειακό αντίπαλο τους.
Αυτό όμως που φαίνεται να αποτελεί το κίνητρο ώστε τα ΗΑΕ να δρομολογούν τη
διαχείριση ανοικτών μετώπων είναι κυρίως η αβεβαιότητα για τις
προθέσεις της Ουάσιγκτον να διατηρήσει την εμπλοκή της ως εγγυητής της
ασφάλειας στην περιοχή του Κόλπου και συγχρόνως να ηγηθεί της προσπάθειας
αντιμετώπισης του Ιράν ως απειλής για την ασφάλεια των χωρών του Κόλπου.
Η Ιρανική απειλή εξάλλου ήταν η συγκολλητική ουσία που με πρωτοβουλία της
κυβέρνησης Τραμπ έφερε κοντά τις αραβικές χώρες με το Ισραήλ, με τις
ιστορικές «Συμφωνίες του Αβραάμ» (Abraham Accords).
Ούτε η Σ. Αραβία, ούτε τα ΗΑΕ, μπορούν με δικές τους δυνάμεις να
αντιμετωπίσουν το Ιράν και αυτό οδηγεί τα Εμιράτα στην αναζήτηση
στηριγμάτων ή ακόμη και διαύλων επικοινωνίας (όπως έχει κάνει ήδη η Σ.
Αραβία) με τις δυο χώρες που έχουν στενές σχέσεις με την Τεχεράνη, Το Κατάρ
και την Τουρκία. Αυτό φυσικά είναι μια μακρά και δύσκολη διαδικασία,
καθώς το Κατάρ και η Τουρκία δεν θα είναι τόσο πρόθυμες να θυσιάσουν τη
σχέση τους με το Ιράν, ενισχύοντας τα Εμιράτα σε μια περιφερειακή
αντιπαράθεση στην οποία είναι προφανές ότι τα ΗΑΕ διεκδικούν
πρωταγωνιστικό ρόλο.
Το Κατάρ θέλοντας να εμπεδωθεί ο πρωταγωνιστικός ρόλος του και πέραν της
περιοχής του Κόλπου είναι αυτό που «σπρώχνει» προς την αποκατάσταση των
σχέσεων των χωρών της περιοχής ώστε να υπάρχει ένα ενιαίο μέτωπο έναντι των
νέων απειλών ασφαλείας στο οποίο εκτός της Τουρκίας θα συμμετέχουν και
η Σ. Αραβία, τα ΗΑΕ και η Αίγυπτος. Όμως αυτή είναι μια πολύ δύσκολη
εξίσωση.
Η Σ. Αραβία έχει επιλέξει να αναζητήσει τρόπους απευθείας επικοινωνίας με το
Ιράν, ελπίζοντας ότι αυτό θα συμβάλει στον τερματισμό των απειλών από το
έδαφος της Υεμένης, αλλά το Ιράν δεν έχει κανέναν λόγο να παραιτηθεί του
πρωταγωνιστικού ρόλου του στον σιϊτικό κόσμο που της προσφέρει και
περιφερειακό ρόλο, μέσω της επιρροής που ασκεί σε Ιράκ, Συρία, Λίβανο και
στη Γάζα.
Ειδικά σε ό,τι αφορά στο Ιράν, τα ΗΑΕ και η Αίγυπτος δεν θα επιχειρήσουν
κινήσεις οι οποίες θα πλήξουν τη σχέση τους με το Ισραήλ, που αυτή τη στιγμή
είναι ένας από τους πιο ισχυρούς παίκτες στην περιοχή και η μοναδική χώρα η
οποία μπορεί να θέσει αποτελεσματικό ανάχωμα σε μια επέκταση της ιρανικής
επιρροής στην περιοχή.
Τόσο για τη Σ. Αραβία όσο και για τα ΗΑΕ και την Αίγυπτο, παραμένει
όμως ως διαρκής απειλή και το ζήτημα των Αδελφών Μουσουλμάνων, οι οποίοι
στηρίζονται από την Τουρκία και το Κατάρ και αυτό θα μένει ένα μόνιμο
πρόβλημα που θα υπονομεύει μια γενική συνεννόηση μεταξύ τους.
Ειδικά για την Αίγυπτο δεν είναι τυχαίο ότι οι προσπάθειες που
ξεκίνησαν την Άνοιξη για τη σταδιακή αποκατάσταση των σχέσεων της με την
Τουρκία δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα και η προγραμματισμένη συνάντηση
υψηλόβαθμων αξιωματούχων μεταξύ των δυο χωρών που είχε προγραμματισθεί
για τον Ιούνιο ματαιώθηκε χωρίς να προσδιοριστεί νέο ραντεβού.
Γιατί εκτός των άλλων η Αίγυπτος όχι μόνο έχει απευθείας ανταγωνισμό
με την Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά αισθάνεται την απειλή και στα
δυτικά σύνορά της με τη Λιβύη, χωρίς να παραβλέπεται η πολεμική και με
βαρύτατους συχνά χαρακτηρισμούς εναντίον του ίδιου του προέδρου Αλ Σίσι από
την τουρκική ηγεσία.
Οι εξελίξεις αυτές δεν αφήνουν αδιάφορη την Ελλάδα, καθώς η στρατηγική
των τελευταίων ετών έχει προσανατολισθεί στη δημιουργία στενών και
συμμαχικών σχέσεων, με το Ισραήλ, την Αίγυπτο και τα ΗΑΕ. Η Ελλάδα προσέφερε
διάδρομό για την παρουσία των Εμιράτων στην Ανατολική Μεσόγειο, κάτι που
ενισχύει τον ρόλο τους και προσφέρει σημαντικό διαπραγματευτικό χαρτί έναντι
και της Τουρκίας.
Το ερώτημα είναι εάν αυτή η τακτική προσέγγισης των Εμιράτων με
περιφερειακούς αντιπάλους, σηματοδοτεί μια γενική προσπάθεια αναδιάταξης των
συμμαχιών τους στην περιοχή, ή αν πρόκειται για τακτικές κινήσεις σε ένα
ιδιαίτερα ρευστό σκηνικό.
Σύμφωνα με πληροφορίες έχουν δοθεί διαβεβαιώσεις σε Λευκωσία και Αθήνα, ότι
δεν αλλάζει τίποτα στο πλαίσιο των σχέσεων που έχουν δρομολογηθεί. Ο Νίκος
Δένδιας έχει ανοικτή γραμμή με τον ομόλογο του των ΗΑΕ και δεν είναι τυχαίο
ότι ο κύπριος ΥΠΕΞ Ν. Χριστοδουλίδης είχε τηλεφωνική επικοινωνία με
τον εμιρατιανό ομόλογο του αμέσως μετά την αποκάλυψη της επίσκεψης του
Συμβούλου Ασφαλείας του Αμπού Ντάμπι στην Άγκυρα. Σύμφωνα με τις ίδιες
πληροφορίες έχουν προγραμματισθεί κοινές στρατιωτικές
ασκήσεις μεταξύ των χωρών, ενώ είναι στα σκαριά και μια
εξαιρετικά σημαντική Αμυντική Συμφωνία μεταξύ της Κύπρου και των ΗΑΕ.
Σε κάθε περίπτωση πάντως σε αυτό το ρευστό και γεμάτο απειλές σκηνικό που
διαμορφώνεται μετά την αποχώρηση των Αμερικανών από το Αφγανιστάν και καθώς
επιβεβαιώνεται ότι δεν υπάρχουν ούτε «αιώνιες συμμαχίες», ούτε εγγυήσεις
ασφαλείας γραμμένες στην «πέτρα του Μωυσή», δημιουργούνται σοβαρές
προκλήσεις και για την ελληνική εξωτερική πολιτική…
0 Σχόλια