47 χρόνια κοροϊδίας: Ο ελληνισμός κινδυνεύει, και αυτή δεν είναι μια συνηθισμένη επισήμανση


24 Ιουλίου 1974. Ένα τουρκικό τανκ περνάει μπροστά απ’ το Saray Hotel στο κατεχόμενο μέρος της Λευκωσίας. Στην οροφή του διπλανού κτηρίου διακρίνεται πανό με τον Μουσταφά Κεμάλ (φωτ.: αρχείο Associated Press)

Του Παντελή Σαββίδη

Παραφράζοντας τη Θάτσερ θα λέγαμε πως διεθνής κοινότητα δεν υπάρχει, υπάρχουν μόνο κρατικά συμφέροντα. Και η Κύπρος εδώ και 45 χρόνια είναι θύμα αυτών των διεθνών κρατικών συμφερόντων. Ή, καλύτερα, των συμφερόντων ισχυρών δυνάμεων που όλες μαζί  βάλθηκαν να αιχμαλωτίσουν έναν λαό 800.000 ανθρώπων.

Μεταξύ των «δυνάμεων» που ευθύνονται για την τραγωδία είναι και η Ελλάδα. Ποτέ δεν πίστεψε ότι μπορεί να βοηθήσει, ποτέ δεν είχε πολιτική για το νησί και για την περιοχή.  

Το ελλαδικό κράτος επί δικτατορίας έχει βαρύτατες ευθύνες.  Έδωσε την αφορμή με το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου για την τουρκική εισβολή. Συνήργησε το κράτος, όχι οι πολίτες, στην επιτυχία της εισβολής. Τι άλλο σημαίνει η δήλωση του Μπονάνου, αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων; Όταν ρωτήθηκε από την εξεταστική επιτροπή του Φακέλου της Κύπρου τι έκανε όταν άρχισε η τουρκική εισβολή και απάντησε πως είχε «άλλη δουλειά».

Γεωργίτσης, Κομπόκης, Μπονάνος, Ιωαννίδης και μια σειρά άλλων ανεγκέφαλων και δειλών αξιωματικών πρέπει να αποταχθούν από το στράτευμα ως τιμωρία για τη σύγχρονη τραγωδία του έθνους.

Πρωτεργάτης αυτής της διεθνούς αθλιότητας είναι ο υπερεκτιμημένος Χένρι Κίσιγκερ, ο οποίος έδωσε το πράσινο φως στην Τουρκία για την εισβολή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες φέρουν βαρύτατες ευθύνες για την κυπριακή τραγωδία, την οποία συνεχίζουν να συντηρούν. Ένα κράτος που σέβεται τον εαυτό του δεν θα σύναπτε στενές σχέσεις με τις ΗΠΑ αν εκείνες δεν αναγνώριζαν τις ευθύνες τους και δεν βοηθούσαν με στρατιωτική συμβολή στην αποκατάσταση του status quo ante στην Κύπρο.

Από κοντά ο ορισμός της αθλιότητας στην εξωτερική πολιτική, η Μεγάλη Βρετανία. Οι τουρκικές δυνάμεις βοηθήθηκαν με την παροχή πληροφοριών από τους Βρετανούς στον προσδιορισμό των στόχων που χτυπούσαν. Δυστυχώς, όχι μόνο. Μπορεί να μην έχει γίνει ευρέως γνωστό, αλλά η βρετανική αεροπορία αναχαίτισε ελληνικά Phantom που εστάλησαν στην Κύπρο για βοήθεια, και σε άλλες περιπτώσεις με ηλεκτρονικές παρεμβολές τα αποπροσανατόλιζε από το στόχο τους.

Η βρετανική πολιτική είναι μονίμως ανθελληνική. Δεν υπάρχει καμιά δυνατότητα να αλλάξει. Ακόμη και στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821 οι Βρετανοί υποστήριξαν την Ελλάδα μόνον όταν διαπίστωσαν πως η επανάσταση θα επικρατήσει και ήθελαν να έχουν καλές σχέσεις με το κράτος που επρόκειτο να δημιουργηθεί.
 
Ήρθε η ώρα Κύπρος και Ελλάδα να θέσουν θέμα βρετανικής παρουσίας στο νησί. Οι βρετανικές βάσεις είναι αποικιακό κατάλοιπο, το οποίο πρέπει να εκλείψει. Το απαράδεκτο σχέδιο Ανάν και οι παραλλαγές που εμφανίστηκαν δεν ήταν του Ανάν, αλλά βρετανικής εμπνεύσεως. Ακόμη και τώρα οι Βρετανοί υπονομεύουν τον κυπριακό ελληνισμό.

Ύπουλη και ύποπτη στάση κράτησαν και οι Σοβιετικοί, τους οποίους οι κάθε μορφής Αριστεροί προσπαθούν να καλύψουν. Η ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης γνώριζε τα περί εισβολής, αλλά όχι μόνο δεν έκανε τίποτε για να υποστηρίξει τον Μακάριο –η πολιτική του οποίου προς τη Μόσχα προκάλεσε την αμερικανική και ΝΑΤΟϊκή μήνι–, αλλά δεν ενημέρωσε και κανέναν.

Για τις ευθύνες της Τουρκίας, ενός γενοκτόνου κράτους, δεν υπάρχει λόγος να αναλωνόμαστε.

Αλλά και το Ισραήλ είχε τη δική του συμβολή στη βοήθεια της τουρκικής εισβολής. Σήμερα μπορεί να κινδυνεύσει από τις τότε επιλογές του. Αν ένα κράτος έχει συμφέρον να αποχωρήσουν τα τουρκικά στρατεύματα από το νησί και να σταματήσει η τουρκική επιρροή, είναι το Ισραήλ. Μπορεί –και θα πρέπει– να κάνει περισσότερα. Ο τουρκικός κίνδυνος δεν προκαλείται από την παρουσία του Ερντογάν. Ο κίνδυνος είναι συστημικός. Η περιοχή κινδυνεύει από τον τουρκικό μεγαλοϊδεατισμό που παίρνει διαφορετικές μορφές,  αναλόγως του ποιος κατέχει τη εξουσία.

Η μεταπολιτευτική Ελλάδα επιβεβαίωσε πως η χώρα ήταν και παραμένει προτεκτοράτο. Οι πολιτικές ηγεσίες της χώρας, όλες ανεξαιρέτως, έπαιρναν και παίρνουν εντολές για τις κινήσεις τους στην εξωτερική πολιτική από τις ΗΠΑ. Και τώρα, μετά την οικονομική κρίση και την αγορά του χρέους, κυρίως από τη Γερμανία παίρνουν εντολές, και από το Βερολίνο.


 
Ελληνικό κράτος με την έννοια που έχουν τα κράτη διεθνώς δεν συγκροτήθηκε ποτέ. Και σήμερα, με τις αλλεπάλληλες κρίσεις και με ανύπαρκτες πολιτικές ηγεσίες, τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Η Ελλάδα είναι σε διεθνές κρατικό επίπεδο μια ανυπόληπτη υπόσταση. Δεν γνωρίζει τι θέλει. Και αφού δεν γνωρίζει τι θέλει, δεν μπορεί και να διαμορφώσει πολιτική για να το επιδιώξει.

Για να επανέλθουμε στο Κυπριακό: Δεν είναι ούτε μακριά, ούτε υπόθεση των Κυπρίων. Αν πέσει η Κύπρος, που πολύ πιθανό να συμβεί όπως εξελίσσονται τα πράγματα, θα είναι η απαρχή εξάλειψης ολόκληρου του ελληνισμού.

Αυτό μπορεί να μην απασχολεί τα κέντρα διαμόρφωσης πολιτικής και ελέγχου της χώρας που ασπάζονται την ιδέα πως ελληνικό έθνος δημιουργήθηκε μετά τη συγκρότηση ελληνικού κράτους το 1830. Θα πρέπει να απασχολεί, όμως, όλους όσοι πιστεύουν πως αυτό το κουτσό και στραβό κράτος θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σε πυρήνα υποστήριξης της ύπαρξής τους και την ταυτότητάς τους ως Ελλήνων με ιστορική συνέχεια. Σε ένα σοβαρό και ευυπόληπτο κράτος.

Η Ελλάδα ούσα στη Δύση την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου δέχθηκε μετά την πτώση ων κομμουνιστικών καθεστώτων τον κατεψυγμένο για 40 χρόνια βαλκανικό εθνικισμό και τον τουρκικό μεγαλοϊδεατισμό. Δεν κατάφερε να τα αντιμετωπίσει, όπως δείχνουν τα αποτελέσματα, και δεν βοηθήθηκε από τους πρώην και νυν(;) συμμάχους της.

Η Ελλάδα και ο ελληνισμός απειλούνται. Και η υπαρξιακή αυτή απειλή δεν αντιμετωπίζεται μόνο με πολιτικά ή διπλωματικά μέσα. Όσοι απειλούν καταλαβαίνουν μόνο από ισχύ. Και την ισχύ την παρέχουν ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις.

Αν η Ελλάδα θέλει να διατηρήσει όσα με πολλούς κόπους και αίμα κατέκτησε ως σήμερα και να αποφύγει τον πόλεμο δεν έχει άλλη επιλογή από το να ισχυροποιήσει τις Ένοπλες Δυνάμεις της. Όχι, απλώς, σε μια διάταξη και με πνεύμα αποτροπής. Πρέπει η Τουρκία –και όποιος απεργάζεται σχέδια κατά της χώρας– να πάρει μήνυμα αποφασιστικότητας. Μόνο έτσι θα διασφαλιστεί η ειρήνη. Δεν έχει γίνει συνείδηση σε πόσο επικίνδυνο στάδιο είναι τα πράγματα.

Απαραίτητη προϋπόθεση όμως είναι η απεξάρτηση της πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής ηγεσίας από την επιρροή ξένων δυνάμεων. Και η προετοιμασία για την αντιμετώπιση μέγιστων δυσκολιών. Κωδικοποιώ μερικές σκέψεις:
  1. Η επιθετικότητα της Τουρκίας θα συνεχιστεί και θα φέρει την Ελλάδα μπροστά σε συνεχείς υποχωρήσεις. Τις υποχωρήσεις αυτές οι ελληνικές κυβερνήσεις και όσοι τις υπηρετούν στην χειραγώγηση της κοινής γνώμης θα τις περάσουν στην κοινωνία ως αναγκαίες για να αποφύγουμε τον πόλεμο. Θα φτάσει όμως η στιγμή που οι ίδιες κυβερνήσεις δεν θα μπορούν να κάνουν άλλο πίσω. Τότε και αυτές και η ελληνική κοινωνία θα αντιμετωπίσουν το δίλημμα: Παράδοση ή πόλεμος. Τότε οι προϋποθέσεις για πόλεμο θα είναι πολύ δυσμενέστερες.
  2. Εύλογα προκύπτει το ερώτημα: Ποια είναι η πρόταση; Πόλεμος τώρα; Φυσικά όχι. Οι προτάσεις αποσκοπούν στο πώς θα αποφύγουμε τον πόλεμο χωρίς να παραδώσουμε κυριαρχικά δικαιώματα ή κυριαρχία της χώρας. Ο μόνος τρόπος είναι να δημιουργήσουμε ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις και να ενισχύσουμε όλους τους άλλους συντελεστές ισχύος, όπως οικονομία, δημογραφικό κλπ.
  3. Για να αποφευχθεί πόλεμος με την Τουρκία πρέπει η Άγκυρα να αισθανθεί ότι αν κάνει κάτι, αν αμφισβητήσει κυριαρχικά δικαιώματα ή κυριαρχία της Ελλάδας, θα υποστεί τέτοιο ισχυρό πλήγμα που θα ήταν καλύτερο να μην το επιχειρήσει.
  4. Αυτό δεν επιτυγχάνεται με διπλωματικά ή πολιτικά μέσα. Η Τουρκία δεν καταλαβαίνει από τέτοια. Θέλει:
  • Ισχυρό στρατό.
  • Αποφασισμένο στρατό.
  • Καλά εξοπλισμένο στρατό με σύγχρονα όπλα, ώστε να μειωθούν οι πιθανότητες ανθρώπινης απώλειας σε περίπτωση του μοιραίου.
  • Μια κοινωνία προετοιμασμένη.
  • Ένα δόγμα συντριπτικού χτυπήματος που να γίνει πιστευτό.
Παράλληλα με αυτά μπορεί να δουλέψει η παραδοσιακή διπλωματία. Μπορεί να δουλέψει και η στρατιωτική διπλωματία:
  • Να διαμορφωθούν στρατιωτικές συνεργασίες με δυνάμεις της περιοχής που νιώθουν απειλή από την Τουρκία.
  • Να υπάρξει ένας κοινός τόπος συμφερόντων τους που θα διαμηνυθεί στην Τουρκία και θα αλληλοϋποστηριχθούν οι δυνάμεις στην περίπτωση που η Τουρκία προσβάλει τον κοινό αυτό τόπο.
  • Να διαμηνυθεί στις συμμαχίες και διεθνείς συμμετοχές της χώρας πως το «είμαστε δεδομένοι» τελείωσε.
  • Να υπάρξει διεθνής προσπάθεια παγκόσμιας έκθεσης της Γερμανίας, ότι με την πολιτική στρατιωτικής ενίσχυσης της Τουρκίας υπονομεύει για άλλη μία φορά την ειρήνη στην περιοχή.
  • Να δημιουργηθεί κίνημα στην Ελλάδα και στις χώρες που απειλούνται από την Τουρκία ώστε να μην παραδοθούν τα γερμανικά υποβρύχια. Το κίνημα αυτό να επεκταθεί και στο εσωτερικό της Γερμανίας.
  • Να απαιτηθούν οι γερμανικές αποζημιώσεις από την Κατοχή.
  • Να τεθεί (επιθετική κίνηση αυτή) στον ΟΗΕ ζήτημα απαγόρευσης στη Γερμανία να παράγει πολεμικά όπλα, στην ίδια λογική που της απαγορεύεται να έχει ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις.
  • Να τεθούν οι ΗΠΑ προ των ευθυνών τους, ως συμμετέχουσες στην εισβολή και κατοχή της Κύπρου. Και να της ζητηθεί στρατιωτική συμβολή για απελευθέρωση του νησιού.
Πιστεύετε πως υπάρχει ελληνική πολιτική ηγεσία που θα επιδιώξει τα παραπάνω; Όχι. Φοβάμαι, όμως, πως δεν υπάρχει ανάλογο φρόνημα και στο λαό. Πέρα από τις δημαγωγικές πολιτικές κορόνες.


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια