Υπάρχουν μερικά σημεία των ημερών τα οποία αξίζει τον κόπο να τα παρατηρήσουν οι πολιτικοί παρατηρητές.
Γράφει ο Παντελής Σαββίδης
1.-Ακόμη και οι άνθρωποι που σκέφτονται με τον θεσμικό, κατεστημένο τρόπο
δείχνουν μια αξιοσημείωτη επιφύλαξη σ αυτό που λέγεται Γιορτή της Δημοκρατίας
και γιορτάστηκε, χθες, στο Προεδρικό Μέγαρο. Θέλετε η επιφυλακτικότητά τους ως
προ τα αποτελέσματα αυτής της δημοκρατίας, θέλετε η αίσθησή τους ότι η
αποκατάσταση στοίχισε τον ακρωτηριασμό της Κύπρου, θέλετε η ανησυχητική
διαίσθηση ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά και το πολιτικό σύστημα δεν
εκσυγχρονίζεται για να τα αντιμετωπίσει, σημασία έχει ότι πέραν των θεσμικών
ΜΜΕ κανείς δεν ενδιαφέρθηκε για την ημερομηνία αυτή.Η Ελλάδα απέκτησε την δημοκρατία της στις 24 Ιουλίου 1974 θυσιάζοντας, ως Ιφιγένεια, την Κύπρο. Και αυτό είναι ένα ιστορικό βάρος το οποίο δεν μπορεί να παραβλεφθεί.
Το αθηναϊκό σύστημα έχει μια νοοτροπία του “έλα μωρέ και τι έγινε, εμείς να είμαστε καλά” αλλά αυτή η νοοτροπία δεν μπορεί να χαρακτηρίζει κανέναν λαό που θα μπορέσει να σταθεί στα πόδια του. Αυτή η ιδεολογία, που θεωρεί πως τα πραγματικά σύνορα της χώρας εξικνούνται στο λεκανοπέδιο είναι που οδηγεί τη χώρα από το κακό στο χειρότερο.
Βασική αιτία είναι η υποκουλτούρα της αστικής τάξης η οποία θεωρεί τα μπουζούκια σημαντικότερα από τον Παρθενώνα.
Η δικτατορία επέφερε πολλά δεινά στον ελληνισμό με πρώτο τον ακρωτηριασμό του.
Μεταξύ αυτών των δεινών που δεν έχουν επισημανθεί, δεόντως, είναι ότι σταμάτησε μια προσπάθεια εκσυγχρονισμού της χώρας και της αστικής της τάξης που άρχισε μετά τον πόλεμο και έπαιρνε σαφή χαρακτηριστικά τη δεκαετία του ’60. Αυτός είναι και ο λόγος που κατά της δικτατορίας δεν τάχθηκαν, μόνο, κόμματα της αριστεράς αλλά και αστικές εκδοχές του πολιτικού συστήματος. Το Κίνημα του Ναυτικού, το, ας το πούμε κίνημα της αεροπορίας που συμπαραστάθηκε στον πρώην βασιλιά, αλλά, περισσότερο μικρές οργανώσεις στρατιωτικών που αντιτάχθηκαν με οδυνηρές συνέπειες για τα μέλη τους, είναι ενδείξεις πως και ο αστικός χώρος ήταν αντίθετος σε μια προσπάθεια να επανέλθει η Ελλάδα σε εμφυλιοπολεμικές λογικές, την στιγμή που άρχισε να αποστασιοποιείται από αυτές.
Το κύκνειο άσμα του Εμφυλίου, μέσω του δικτατορικού καθεστώτος, ήταν η υποδούλωση της μισής Κύπρου.
Η μεταπολίτευση δεν μπορούσε να εκφραστεί πολιτικά από την καραμανλική δεξιά, γι αυτό και ο σύντομος βίος της. Η κοινωνία είχε ριζοσπαστικοποιηθεί και αναζητούσε κάτι άλλο από τα σύμβολα του παρελθόντος αλλά που δεν θα ήταν και αριστερά.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν το πρόσωπο της εποχής. Δεν το λέω εγώ αλλά η πολιτική του επικράτηση.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε την διορατικότητα να δει τα ανερχόμενα κοινωνικά στρώματα της δεκαετίας του ΄60, με έμφαση στους αγρότες και τη μικρομεσαία τάξη. Αυτά τα στρώματα ήταν πλειοψηφικά. Αυτά, κατά κύριο λόγο εξέφρασε πολιτικά. Τα υποσχέθηκε μερίδιο πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής εξουσίας και τον στήριξαν.
Εξέφρασε, όμως, και μια αγανάκτηση της πλειοψηφίας της κοινωνίας από τις παρεμβάσεις του ξένου παράγοντα στην πολιτική ζωή και τον ακρωτηριασμό του ελληνισμού. Με το σύνθημα “η Ελλάδα στους Έλληνες”.
Με την αστική τάξη είχε ανοικτούς λογαριασμούς.
Για την σύντομη ιστορία, η μεταπολεμική αστική τάξη συγκροτήθηκε, κυρίως, από οικογένειες που είχαν προβληματική στάση τη δεκαετία του 40 και μετά. (Για να το πω διακριτικά). Και που επεδίωξαν και πέτυχαν τον περιορισμό, την περιθωριοποίηση μέχρι και την εξάλειψη των προσφύγων αστών της μικρασιατικής καταστροφής που αποτέλεσαν τον πυρήνα της προσπάθειας ανασυγκρότησης της χώρας μετά το ’22.
Ενώ ήρθε σε ρήξη και αποδόμησε την μεταπολεμική αστική τάξη, ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν βοήθησε στην διαμόρφωση μιας νέας, με πολιτισμικό και εθνικό υπόβαθρο ηγεμονεύουσας οικονομικής και πολιτισμικής τάξης πραγμάτων. Άφησε τη δυναμική της εξέλιξης σε περιθωριακούς καιροσκόπους που το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν το γρήγορο και χωρίς όρια κέρδος. Χωρίς καμιά κοινωνική, πολιτισμική και εθνική αντίληψη. Ό,τι φάμε και ό,τι πιούμε στα μπουζούκια.
Παράλληλα, χωρίς την αίσθηση της αναγκαίας ισορροπίας ιδιωτικού και κρατικού άφησε στην τύχη της την οικονομία. Συγκεντρωτισμός, παρασιτισμός, καιροσκοπισμός, εύκολο κέρδος, συνδικαλιστική κυριαρχία και άλλα τινά οδήγησαν σε ένα αμάλγαμα απροσδιορίστου συνθέσεως. Όποιος είχε μπάρμπα στην Κορώνη μπορούσε να παίξει.
Κάποια αστικά στρώματα είδαν, ορθά, το μέλλον της χώρας στην ευρωπαϊκή εμβάθυνση και επέλεξαν έναν λογιστή για να πετύχουν κακήν κακώς, χωρίς να συντρέχουν οι οικονομικές προϋποθέσεις την ένταξη στο ευρώ. Ο λογιστής ήταν ο Σημίτης.
Μια κομματικά οριζόντια συμμαχία (αριστεροί, δεξιοί, κεντρώοι) επέπεσαν στα κοινοτικά κονδύλια. Οι ίδιοι μπορεί να πλούτισαν αλλά η χώρα έμεινε στάσιμη. και οικονομικά αλλά, κυρίως, από νοοτροπία.
Τα επόμενα χρόνια μερικοί τοποτηρητές (στην Ελλάδα τους λένε πρωθυπουργούς) δεν μπόρεσαν να αποφύγουν ούτε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο με αποτέλεσμα σήμερα η χώρα να βρίσκεται υπό αιχμαλωσία και να έχει μετατραπεί σε προτεκτοράτο.
Τον ρόλο του προτεκτοράτου ορισμένοι τον αμφισβητούν και αναζητούν τρόπους να σταματήσουν τον κατήφορο. Δεν είναι η κύρια τάση στη χώρα.
Η κύρια τάση είναι ένα κράμα ανθρώπων όλων των κοινωνικών τάξεων και πολιτικών φορέων που κινούνται γύρω από την ιδεολογία του “και τι έγινε, δεν πειράζει” ό,τι και να συμβεί, “να έχουμε την ησυχία μας και ας αφήσουμε τις εθνικές μεγαλομανίες” (ως μεγαλομανίες θεωρούν την διεκδίκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, “οι Κύπριοι φταίνε για ό,τι τους συμβαίνει (οι περισσότεροι από όσους το υποστηρίζουν γνωρίζουν τι πραγματικά συνέβη), και άλλα παρεμφερή.
Έτσι, σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στο φαινόμενο:
-Να έχει καταρρεύσει το εσωτερικό μέτωπο (η κοινωνία έχει κατακερματιστεί)
-Η πολιτική ηγεσία να είναι μικρού βεληνεκούς, εξαρτημένη απόλυτα από Ουάσιγκτον και Βερολίνο και δορυφοροποιημένη από την Τουρκία
-Η αστική τάξη ελάχιστη αριθμητικά και σε εκτόπισμα, με χαρακτηριστικά υποκουλτούρας και χωρίς εθνική και κοινωνική αναφορά.
-Οι συντεταγμένες της κρατικής υπόστασης να αλλάζουν ανάλογα με τον άνεμο.
-Να έχει διαμορφωθεί ένα ρεύμα αξιοσημείωτο αριθμητικά που δεν επηρεάζεται από κανέναν, ούτε την εκκλησία (το αντιεμβολιαστικό κίνημα, όσο και αν το ειρωνεύεται κανείς είναι ένα παράδειγμα)
-Η χώρα, ως σύνολο να εμφανίζεται διεθνώς χωρίς αξιοπρέπεια και να γίνεται κλωτσοσκούφι.
Αυτή η κατάσταση δεν διορθώνεται όσες ψευδαισθήσεις και αν διαμορφώσουμε.
Και η διαπίστωση αυτή είναι η τρίτη καληνύχτα μου.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της
αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια