Η επικείμενη κρίσιμη συνάντηση του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν με τον Τούρκο ομόλογό του, Ταγίπ Ερντογάν, στις 15 του μηνός στις Βρυξέλλες προοιωνίζεται καλά και κακά νέα για τον ισχυρό άνδρα της Άγκυρας. Τα καλά νέα είναι ότι η τουρκο-αμερικανική σχέση, η οποία, όπως ο ίδιος παραδέχεται είναι τεταμένη όσο ποτέ κατά τη θητεία των τριών τελευταίων προέδρων των ΗΠΑ, προορίζεται αναπόφευκτα να βελτιωθεί. Τα κακά νέα είναι ότι θα πρέπει με κάποιον τρόπο να πληρώσει προσωπικά ο Ερντογάν το τίμημα αυτής της βελτίωσης...
Η νέα αμερικανική κυβέρνηση απλώνει πάνω από την γείτονα ένα πυκνό δίκτυ πολιτικών επαφών, διανθισμένων με υψιπετείς δηλώσεις για την ετοιμότητα των δύο ηγετών να "εξετάσουν το πλήρες εύρος" της σχέσης των χωρών τους σε μια "διευρυνόμενη ατζέντα", όπως το έθεσε στο μπρίφινγκ της Δευτέρας ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου Τζέικ Σάλιβαν.
Αρκεί και μόνο να αναλογισθεί κανείς ότι την "σιγή ασυρμάτου" απέναντι στην Άγκυρα κατά τους τρεις πρώτους μήνες της προεδρίας Μπάιντεν διαδέχθηκαν αλλεπάλληλες τηλεφωνικές επαφές σε διάφορα επίπεδα, καθώς και οι επισκέψεις στην Τουρκία της Αμερικανίδας υφυπουργού Εξωτερικών Ουέντι Σέρμαν και της εκπροσώπου των ΗΠΑ στον ΟΗΕ Λίντα Τόμας-Γκρίνφιλντ. Τα επιτελεία των δύο πλευρών εργάζονται εντατικά για μία καρποφόρο διμερή συνάντηση κορυφής.
Απλώνει όμως η κυβέρνηση Μπάιντεν πάνω από τον Ερντογάν και ένα δίχτυ ολοένα και εντονότερων πιέσεων, όπου στα δεδομένα σημεία τριβής, ήτοι την εγκατάσταση των συστημάτων S-400 (ως συμπύκνωση της ρωσο-τουρκικής συνεργασίας) και την αμερικανική στήριξη προς το κουρδικό στοιχείο σε Συρία και Ιράκ, έρχονται να προστεθούν οι συχνότερες πλέον αναφορές της αμερικανικής διπλωματίας στις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία, η δικαστική εκκρεμότητα της τουρκικής κρατικής τράπεζας Halbank στα αμερικανικά δικαστήρια για παραβίαση των κυρώσεων εναντίον του Ιράν, ακόμη ενδεχομένως και οι αλλεπάλληλες αποκαλύψεις του αρχιμαφιόζου Σεντάτ Πεκέρ. Τουλάχιστον ο εκλεκτός των εθνικιστών συμμάχων του Ερντογάν, υπουργός Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού, που κατεξοχήν βρίσκεται στο επίκεντρο αυτών των αποκαλύψεων, υποστηρίζει ανοικτά ότι πρόκειται για έργο του "αμερικανικού δακτύλου”.
Η ανάγκη... φιλοτιμία
Και ο Ερντογάν, περισσότερο πιεσμένος από ποτέ, λόγω της καθίζησης της δημοτικότητας των κυβερνώντων εν μέσω οικονομικής κρίσης, αισθάνεται υποχρεωμένος να χαιρετίζει προκαταβολικά την συνάντησή του με τον Μπάιντεν ως δυνάμει "προάγγελο μιας νέας εποχής”.
Το πώς παίζει η Ουάσιγκτον το παιχνίδι του μαστιγίου και του καρότου με τον Ερντογάν φαίνεται και από το γεγονός ότι η συνάντηση της 15ης Ιουνίου καθορίστηκε κατά την τηλεφωνική κλήση της 23ης Απριλίου, με την οποία ο Μπάιντεν γνωστοποίησε στον συνομιλητή του ότι την επομένη θα προχωρήσει σε αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας.
Υπήρξε δε τόσο προσεκτική η φρασεολογία αυτής της αναγνώρισης (που έβγαζε εκτός κάδρου την σύγχρονη Τουρκική Δημοκρατία, άρα και πιθανές δικαστικές διεκδικήσεις αποζημιώσεων εις βάρος της) που οι Τούρκοι ιθύνοντες αντέδρασαν με χαρακτηριστική υποτονικότητα σε ένα θέμα, υποτίθεται, απόλυτης εθνικής ευαισθησίας για τους ίδιους.
Με άλλα λόγια: ούτε η άρχουσα τάξη της Τουρκίας είναι σε θέση να διαρρήξει τους δεσμούς της με τη "συλλογική Δύση", ούτε και η Ουάσιγκτον σκοπεύει να "χάσει" την γείτονα. Για την ακρίβεια, έχει μεγάλα σχέδια για λογαριασμό της στο νεοψυχροπολεμικό τοπίο: ρόλο "ασπίδας" απέναντι στην Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν, ρόλο συμμετόχου στην διαμόρφωση της "επόμενης ημέρας" και καθοδηγητή των τουρκογενών λαών της Κεντρικής Ασίας.
Η ίδια η κυβέρνηση Ερντογάν κόπτεται πλέον να αποδείξει την χρησιμότητά της για τη Δύση σε ένα τέτοιο πλαίσιο, συνάπτοντας στρατιωτικές συμφωνίες με την Ουκρανία, υποδεχόμενη τον ηγέτη της Πολωνίας για την πώληση τουρκικών drones, υποστηρίζοντας την ένταξη της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ, συμμετέχοντας επιδεικτικά στις τελευταίες ασκήσεις του ΝΑΤΟ στη Ρουμανία, απομακρύνοντας το ρωσικό προσωπικό που εργαζόταν για την λειτουργία των S-400 κ.ο.κ.
Το ότι η Μόσχα ήδη εκφράζει δημοσίως τη δυσφορία της για κινήσεις σαν αυτές, καθιστά αυτοεκπληρούμενη προφητεία την επιστροφή του Ερντογάν στο δυτικό "μαντρί".
Ωστόσο, ο Τούρκος ηγέτης θα πρέπει να διαχειριστεί (διεκδικώντας τα σχετικά ανταλλάγματα) την υποστολή των φιλοδοξιών του για "στρατηγική αυτονομία" και το κόστος που αυτή θα έχει για την εικόνα του στο εσωτερικό. Θα πρέπει επίσης να δώσει στον εαυτό του την απάντηση αν ο ορίζοντας των κινήσεων Μπάιντεν είναι η ανατροπή του ιδίου ή μια νέα διευθέτηση με κάπως σταθερά χαρακτηριστικά είναι εφικτή. Τα αντιδυτικά στοιχεία στην πολιτική σκηνή και τον κρατικό μηχανισμό της Τουρκίας φροντίζουν ήδη να παροξύνουν τους φόβους του περί σχεδιαζόμενης ανατροπής του, ώστε να αποτρέψουν την ολοκλήρωση της νέας στροφής.
Σε κάθε περίπτωση, το γεωπολιτικό "στρίμωγμα" του Ερντογάν επιβάλλει αλλαγές συμμαχιών στο εσωτερικό. Υπό οποιοδήποτε σενάριο, η πολιτική ζωή της γείτονος προβλέπεται ταραχώδης στο προσεχές μέλλον.
0 Σχόλια