Sponsor

ATHENS WEATHER

Τι σημαίνει η επανέναρξη έμμεσων συνομιλιών ΗΠΑ - Ιράν


Του Κώστα Ράπτη

Στον τρίτο μήνα της θητείας του ο Τζο Μπάιντεν άνοιξε επιτέλους τα χαρτιά του ως προς την σημαντικότερη ίσως διπλωματική πρόκληση της προεδρίας του. Η τηλεδιάσκεψη που διοργάνωσαν την Παρασκευή οι λοιποί συνυπογράφοντες (Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία, Κίνα) της JCPOA, ήτοι της διεθνούς συμφωνίας του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, από την οποία ο Ντόναλντ Τραμπ απέσυρε τη χώρα του τον Μάιου του 2018, κατέληξε σε συμφωνία για έναρξη την Τρίτη εκ του σύνεγγυς (αλλά όχι άμεσων) συνομιλιών με φυσική παρουσία στη Βιέννη ανάμεσα σε αντιπροσωπείες των ΗΠΑ και της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Οι "5” πρόκειται να συγκροτήσουν δύο ομάδες εργασίας ενώ ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ε.Ε. Ζοζέπ Μπορέλ θα μεταφέρει από την ιρανική στην αμερικανική πλευρά και αντιστρόφως τις διατυπούμενες θέσεις και προτάσεις, με στόχο την επιστροφή αμφοτέρων στις προβλέψεις της JCPOA.

Η περίπλοκη αυτή χορογραφία, όπως την χαρακτήρισε ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Μοχάμαντ Τζαβάντ Ζαρίφ, οφείλεται αφενός στο γεγονός ότι η ιρανική πλευρά δεν συγκατατίθεται σε άμεση επικοινωνία με την αμερικανική, όσο παραμένουν σε ισχύ οι μονομερείς κυρώσεις κατά της Ισλαμικής Δημοκρατίας οι οποίες έχουν οδηγήσει σε ασφυξία την οικονομία της, και αφετέρου στο ότι ο ρυθμός της άρσης τους σε σχέση με τα βήματα επανόδου της Τεχεράνης στις προηγούμενες δεσμεύσεις αποτελεί γόρδιο δεσμό από την άποψη του χρονισμού και της προτεραιότητας.

Το Ιράν επικαλείται την απώλεια αξιοπιστίας της αμερικανικής πλευράς, αφ ής στιγμής η JCPOA επλήγη μόλις τρία χρόνια μετά την σύναψή της, αλλά και της ευρωπαϊκής, στον βαθμό που οι συνυπογράψαντες δεν μπόρεσαν (για τον φόβο των αμερικανικών δευτερογενών κυρώσεων) να τηρήσουν τις υποχρεώσεις που τους αντιστοιχούσαν για παροχή οικονομικών κινήτρων στο Ιράν. Επικαλείται δε προς υπεράσπισή της η Τεχεράνη το γεγονός ότι ανέμενε για έναν ολόκληρο χρόνο μετά τον Μάιο του 2018, πριν αρχίσει τις δικές της κινήσεις σταδιακής αποδέσμευσης από τις προβλέψεις της JCPOA ως προς εμπλουτισμό ουρανίου, με βάση το ίδιο το κείμενο της συμφωνίας.

Σε κάθε περίπτωση, η διαπραγματευτική θέση της Ιρανικής Δημοκρατίας είναι ότι δεν νοείται καμία "βήμα προς βήμα” επιστροφή στις προβλέψεις της JCPOA, παρά μόνον η πλήρης άρση των αμερικανικών κυρώσεων. Επιπλέον, η Τεχεράνη δεν δέχεται να διαπραγματευτεί ζητήματα εκτός της JCPOA, τα οποία βρίσκονται στην καρδιά των ανησυχιών των ΗΠΑ και των περιφερειακών συμμάχων τους, όπως είναι το ιρανικό βαλλιστικό πρόγραμμα και η "διεθνής συμπεριφορά” της Ισλαμικής Δημοκρατίας, ήτοι η στήριξή της προς τη Δαμασκό, τη Χεζμπολλάχ του Λιβάνου, τους Χούθι της Υεμένης και βέβαια τις σιιτικές παρατάξεις στο Ιράκ, όπου το κοινοβούλιο έχει ψηφίσει την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη χώρα.

Υπενθυμίζεται ότι τον Ιούνιο πρόκειται να διεξαχθούν προεδρικές εκλογές στο Ιράν, με τον μεταρρυθμιστή νυν πρόεδρο Χασάν Ροχανί (εκ των αρχιτεκτόνων της JCPOA) να παραδίδει τη θέση του σε κάποιον σκληροπυρηνικό διάδοχο, καθώς οι εξελίξεις των τελευταίων ετών έχουν ενισχύσει το επιχείρημα του ανώτατου ηγέτη αγιατολλάχ Αλί Χαμενεϊ, ότι η διαπραγμάτευση με τις ΗΠΑ δεν έχει νόημα και μόνος δρόμος είναι αυτός της "αντίστασης” και της αυτάρκειας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σε έρευνα της IranPoll, μόλις το 51% των Ιρανών εγκρίνει την JCPOA, αν και το 69% δέχεται την επιστροφή στις προβλέψεις της σε περίπτωση άρσης των κυρώσεων. Παρά ταύτα το 60% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι οι ΗΠΑ θα παραβιάσουν τη συμφωνία ξανά και μόνο το 28% δέχεται να μπουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων πρόσθετα ζητήματα όπως το βαλλιστικό πρόγραμμα.

Για τον Τζο Μπάιντεν, πάλι, το πρόβλημα είναι πώς να συνδυάσει την αποκατάσταση της JCPOA, που υπήρξε το μεγαλύτερο διπλωματικό επίτευγμα της προεδρίας Ομπάμα και προσφέρει έναν βαθμό ελέγχου στις εξελίξεις, με τις ενστάσεις περιφερειακών συμμάχων όπως το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία, που άλλωστε διαθέτουν ισχυρά λόμπι στη Ουάσιγκτον. Είναι προφανές ότι η αναμονή των προηγούμενων δύο μηνών οφειλόταν στην ανάγκη να μην συναντήσει προσκόμματα η επικύρωση της νέας ομάδας άσκησης εξωτερικής πολιτικής στη Γερουσία, όπου ακόμη και αρκετοί Δημοκρατικοί, όπως ο Μπομπ Μενέντεζ, πιέζουν για τήρηση αδιάλλακτης στάσης έναντι της Τεχεράνης.

Ωστόσο, η παράταση της ασάφειας ενείχε τον κίνδυνο να οδηγήσει σε μη αντιστρεπτές καταστάσεις έντασης, χωρίς μάλιστα αυτό να έχει στρατηγικά αποφασιστεί από την Ουάσιγκτον, όπως δείχνουν οι (ιρανικής ενθαρρύνσεως) επιθέσεις της τελευταίας διετίας σε εμιρατιανά τάνκερ στα στενά του Ορμούζ ή σε πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Σαουδικής Αραβίας με ρουκέτες των Χούθι.

Εξ ού και η κυβέρνηση Μπάιντεν πλαισιώνει τις αποφάσεις της το τελευταίο διάστημα και με άλλες κινήσεις σχετικής αποδέσμευσης (ή αποστολής "μηνυμάτων”) προς τους περιφερειακούς συμμάχους: άρση των κυρώσεων κατά του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου το οποίο εγκαινίασε έρευνα κατά του Ισραήλ, πάγωμα της αποστολής F-35 στις αραβικές μοναρχίες, δημοσιοποίηση έκθεσης της CIA για την προσωπική ευθύνη του Σαουδάραβα διαδόχου στην δολοφονία Χασόγκι κ.ο.κ.

Το κυριότερο όμως είναι ότι σε μία συγκυρία κατά την οποία πολλαπλασιάζονται οι νεοψυχροπολεμικές εντάσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και τις ευρασιατικές δυνάμεις (όπως καταδεικνύουν και τα "τύμπανα πολέμου” που ηχούν και πάλι στην ανατολική Ουκρανία) το "μεσανατολικό μέτωπο” του Μπάιντεν διαμορφώνεται με τρόπο πολύ διαφορετικό από ό,τι ίσχυε το 2015 ή και το 2018. Η στήριξη που έχουν προσφέρει η Ρωσία και η Κίνα στο Ιράν (υπό τον όρο ότι δεν θα παραβιάσει το "ολιγοπώλιο” των πυρηνικών στρατιωτικών δυνάμεων) δίνει σταδιακά τη θέση της σε μία συνεργασία με περισσότερο στρατηγικά χαρακτηριστικά. Η 25ετής συμφωνία Κίνας-Ιράν, η διαρκής αύξηση παρά τις αμερικανικές κυρώσεις των πωλήσεων ιρανικού πετρελαίου στην κινεζική αγορά, οι διεργασίες για ένταξη της Ισλαμικής Δημοκρατίας στο Σύμφωνο της Σαγκάης και οι αλλεπάλληλες επισκέψεις τόσο του Ουανγκ Γι όσο και του Σεργκέι Λαβρόφ στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων και των σουνιτικών μοναρχιών, το εικονογραφούν αυτό χαρακτηριστικά. 


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια