Από την πρώτη στιγμή τονίσαμε πως το νέο μέτωπο εσωτερικής ρήξης που δημιουργείται στην Τουρκία, ως απόρροια της μαξιμαλιστικής ρητορικής του Ερντογάν μέσω της οποίας στοχοποιείται ευθέως ΚΑΙ η Συνθήκη του Μοντρέ στο πλαίσιο της ευρύτερης Τουρκικής αναθεωρητικής ατζέντας, συνιστά μια απρόσμενα θετική εξέλιξη την οποία η χώρα μας οφείλει να σπεύσει να κεφαλαιοποιήσει με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και στρατηγικά σχεδιασμένους βηματισμούς…
Του Κ. Κυριακόπουλου
Οι δυνάμεις που στηρίζουν αυτήν την κίνηση και τοποθετούνται απέναντι στους σχεδιασμούς του Τούρκου προέδρου, προφανώς ΔΕΝ είναι δημοκρατικές, ΔΕΝ διακρίνονται για τις ιδιαίτερες επιδόσεις τους στον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και φυσικά ΔΕΝ συνιστούν τον πολιτικό στυλοβάτη στον οποίο θα μπορούσε να προσβλέψει η Ελλάδα αλλά και οι λοιπές περιφερειακές δυνάμεις, προκειμένου να οικοδομήσουν μια διμερή και πολυμερή σχέση με την Τουρκία, βασισμένη σε αρχές και κανόνες στην μετά Ερντογάν εποχή.
Με την πρωτοβουλία τους όμως οι Τούρκοι Ναύαρχοι, με τα ζητήματα που επέλεξαν να θέσουν με τρόπο ευθύ και ξεκάθαρο, αλλά και με την αντιμετώπιση που τους επεφύλαξε το καθεστώς Ερντογάν, συμβάλουν ώστε να δημιουργείται ένα πρώτης τάξεως στρατηγικό άλλοθι που υπενθυμίζει στους πάντες…
Ότι η σημερινή Τουρκία συνιστά παράγοντα αποσταθεροποίησης…
Ότι η επιρρέπεια πολιτικών και στρατιωτικών της κύκλων και η τάση τους να φλερτάρουν με λογικές περιφερειακής αποσταθεροποίησης βρίσκεται σε απόλυτη συνάφεια με τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται τον ιστορικό της ρόλο στην σύγχρονη εποχή. Και…
Ότι και οι ίδιοι κατά την διάρκεια της δικής τους ιστορικής διαδρομής, στήριξαν, ενίσχυσαν και διεύρυναν έτι περαιτέρω το... πακέτο των αναθεωρητικών αντιλήψεων πάνω στο οποίο μεγαλούργησε ο Ερντογανικός φρανκενστάιν.
Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό το γεγονός πως μεταξύ των αντιδρώντων και σήμερα διωκώμενων, βρίσκεται και ο ναύαρχος Τζεμ Γκιουρντενίζ, εμπνευστής του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας», το οποίο ως αντίληψη συνιστά την πεμπτουσία του επιθετικού και κατάφωρα αποσταθεροποιητικού Τουρκικού αναθεωρητισμού.
Πρόκειται επομένως για μια κίνηση την οποία δεν θα πρέπει να αξιολογήσουμε ξεκομμένα και ανεξάρτητα από το συνολικό σύστημα αντιλήψεων που κυριαρχεί στην σύγχρονη Τουρκία. Σε αυτό ενσωματώνονται ΚΑΙ οι πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας. Και αυτό το σύστημα αντιλήψεων, κατά βάση και σε ότι αφορά στον σκληρό πυρήνα του, παραμένει εξόχως αναθεωρητικό.
Έχουμε λοιπόν μια κίνηση διορατικών απόστρατων Ναυάρχων οι οποίοι συνειδητοποιούν πως εάν το Φαραωνικό ντελίριουμ από το οποίο διακατέχεται ο μεγαλομανής Ερντογάν, ανοίξει τον ασκό του Αιόλου και επιχειρήσει να ανατρέψει εμπράκτως το πακέτο των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει η Τουρκία μέσα από την Συνθήκη του Μοντρέ, τότε ο κίνδυνος να τεθούν υπό σοβαρή διεθνή αμφισβήτηση τα κυριαρχικά δικαιώματα που της διασφαλίζει η εν λόγω Συνθήκη, είναι υπαρκτός. Και αυτήν την δυσάρεστη εξέλιξη είναι που επιχειρούν να προλάβουν.
Αυτό όμως δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα που τους ανησυχεί.
Οι Τούρκοι Ναύαρχοι συνειδητοποιούν, πως εάν ξεκινήσει μια συζήτηση η οποία θα θέσει σε αμφισβήτηση τα δικαιώματα που θεμελίωσε η Τουρκία μέσω της Συνθήκης του Μοντρέ, τότε ο κίνδυνος να αμφισβητηθεί συνολικά η αναθεωρητική της ατζέντα, όχι μόνο από τους άμεσα ενδιαφερόμενους αλλά από την Διεθνή κοινότητα εν συνόλω, είναι υπαρκτός και οι συνέπειες για την Τουρκία θα είναι απρόβλεπτες.
Επομένως, αυτό που οφείλουμε να έχουμε καθαρό στο μυαλό μας, είναι ότι αυτή κίνηση των Τούρκων Ναυάρχων, προσβλέπει στην στρατηγική υπεράσπιση των Τουρκικών κατακτήσεων και δεν συνιστά κρίση ευλαβικής προσέγγισης απέναντι στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.
Στο περιβάλλον αυτής της εσωτερικής ρήξης, επιβεβαιώνεται ότι στην σημερινή Τουρκία και στο επίπεδο της πολιτικοστρατιωτικής της ελίτ, συνυπάρχουν δύο τάσεις:
Η μια οριοθετείται από την αντίληψη του προέδρου Ερντογάν, ο οποίος επιδιώκει να προωθήσει τις νεο-οθωμανικές ηγεμονικές του φιλοδοξίες, ακόμη και με επιλογές που θα μπορούσαν να τον φέρουν σε ελεγχόμενη και κατά την γνώμη του διαχειρίσιμη ρήξη με το κλαμπ των ισχυρών γεωπολιτικών δρώντων.
Η άλλη, επενδύει και προσβλέπει στην διασφάλιση της ανοχής των παραδοσιακών συμμάχων της Τουρκίας, στο πλαίσιο μιας ελεγχόμενης προώθησης της αναθεωρητικής της ατζέντας με επιλεκτικές περιφερειακές ρήξεις που δεν θα θέτουν σε αυξημένους κινδύνους το τουρκικό οικοδόμημα.
Η ακτινογραφία λοιπόν αυτού που διαδραματίζεται αυτήν την στιγμή στην Τουρκία, είναι απολύτως σαφής, ερμηνεύεται απόλυτα και με τα κλασικά εργαλεία της γεωστρατηγικής σκέψης και φυσικά δεν προσφέρεται για αυθαίρετες και επιφανειακές προσεγγίσεις.
Η χώρα μας οφείλει να αποτιμήσει τα διαδραματιζόμενα με αυτά ακριβώς τα εργαλεία...
Οφείλει να τα σταθμίσει από την σκοπιά των ευκαιριών αλλά και των πρόσθετων δυνατοτήτων που δημιουργούνται, ώστε να παρέμβει με τρόπο εποικοδομητικό και - γιατί όχι - πρωταγωνιστικό στην αρχιτεκτονική των τετελεσμένων. Η μοιραία αντίληψη που καθηλώνει την στρατηγική σκέψη στην απραξία και συντηρεί την αναποφασιστικότητα στο όνομα μιας αναμενόμενης δήθεν «εξωτερίκευσης» της εσωτερικής κρίσης εκ μέρους της Τουρκίας, με επιθετική συμπεριφορά απέναντι στην χώρα μας, είναι ερμηνευτικό εργαλείο παλαιότερων εποχών, που δεν αντιστοιχίζεται ούτε κατ’ ελάχιστον στα σημερινά δεδομένα και θα πρέπει να εγκαταλειφθεί άμεσα.
Η Τουρκία δεν εξωτερικεύει καμία εσωτερική κρίση. Έχει αμιγώς επιθετική στρατηγική την οποία προωθεί συστηματικά και σε όλα τα επίπεδα με όλα τα πολιτικοδιπλωματικά και επιχειρησιακά εργαλεία που έχει στην διάθεσή της. Τα όποια εσωτερικά της προβλήματα και η περαιτέρω επιδείνωση που παρατηρείται σε αυτά, είναι απότοκος ΚΑΙ της επιθετικής της εξωστρέφειας και ΔΕΝ είναι αυτά η γενεσιουργός αιτία που την προκαλούν. Ας σταματήσει επιτέλους αυτή η αυθαίρετη, αντιπαραγωγική και εν τέλει επικίνδυνη προσέγγιση.
Άλλωστε… Οι απόπειρες «εξωτερίκευσης» των εσωτερικών κρίσεων, ΔΕΝ προϋποθέτουν την ύπαρξη ολοκληρωμένης και στρατηγικά επεξεργασμένης αναθεωρητικής ατζέντας. Είναι μια διαδικασία πολύ πιο βατή και ιστορικά προϋποθέτει δύο πράγματα για να εκδηλωθεί:
Η εσωτερική κρίση να είναι πολιτικοοικονομική - κοινωνική. Ενώ…
Στο επίπεδο των μηχανισμών και των επιτελείων με την ευρεία έννοια, η πραγματική εικόνα να είναι αρραγής και συνεκτική, έτσι ώστε να μπορεί να αναζητηθεί βάσιμα μια τέτοια διέξοδος προκειμένου να ακυρώσει εσωτερικά προβλήματα και να «αγοραστεί» πολιτικός χρόνος. Δεν είναι αυτή όμως η σημερινή Τουρκία…
Η πολιτικοοικονομική και κοινωνική κρίση στο εσωτερικό της επιδεινώνεται ΚΑΙ εξ αιτίας των συνεπειών από την διαχείριση της κοστοβόρας επιθετικής της ατζέντας, ενώ η σύγκρουση που παρατηρείται μεταξύ των ιστορικών πολιτικοϊδεολογικών ρευμάτων που κυριαρχούν στο εσωτερικό της, αφορά σε ανταγωνισμό πλειοδοσίας πρωτίστως, γύρω από την αποτελεσματικότερη προώθηση αυτής της ατζέντας και προφανώς σχετίζεται ΚΑΙ με σύγκρουση αντιλήψεων για την σύνθεση των στρατηγικών της συμμαχιών, αλλά ΚΑΙ με θεμελιώδεις τακτικές διαφωνίες που σχετίζονται με την συνολική κατεύθυνση των γεωστρατηγικών της βηματισμών.
Το αναπάντεχα θετικό όμως με την εμφάνιση αυτών των ανταγωνιστικών τάσεων, είναι η κρίση εμπιστοσύνης μεταξύ των συστημικών συνιστωσών, η σύγκρουση αντιλήψεων για τον χαρακτήρα και την φυσιογνωμία της εξουσίας και κυρίως το γεγονός ότι εκδηλώνονται στην πράξη με ανεξέλεγκτο πολιτικό και φυσικό κανιβαλισμό, ενώ όλα δείχνουν πως συνεπικουρούνται και από ξένες δυνάμεις.
Η Ελλάδα οφείλει να πάρει σοβαρά υπ’ όψιν της αυτές τις εξελίξεις και να σκεφτεί επίσης σοβαρά την στρατηγική και επιχειρησιακή τους αξιοποίηση. Πολύ δε περισσότερο που όλα τούτα εκδηλώνονται σε μια εποχή σοβαρών ανακατατάξεων, με την χώρα μας να καταγράφει ιστορικά (αν και δεν αποτολμά να τα αξιοποιήσει) μια σειρά από σημαντικά συγκριτικά και στρατηγικού χαρακτήρα πλεονεκτήματα, και την Τουρκία να έχει παραδοθεί στην περιδίνηση σοβαρών φυσιογνωμικών και στρατηγικών στροβιλισμών, οι οποίοι διαδραματίζονται σε ένα περιβάλλον στρατηγικής ανασφάλειας και διαφαινόμενης επιχειρησιακής αδυναμίας.
Η Ελλάδα οφείλει να ΜΗΝ δώσει χρόνο στην εξισορρόπηση αυτών των αντιθέσεων. Αντιθέτως αυτό που υποχρεούται είναι να σχεδιάσει την σταδιακή μετατροπή τους σε στρατηγικό πλεονέκτημα μακράς πνοής.
Η ενεργοποίηση και τυπικά ενός περιβάλλοντος σοβαρών αντιθέσεων κατά το μέρος της τουρκικής αναθεωρητικής ατζέντας που αφορά στην Συνθήκη του Μοντρέ και ιδιαίτερα το γεγονός ότι αυτές τις αντιθέσεις τις πυροδοτεί η οργανωμένη αντίδραση Τούρκων Ναυάρχων, είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την χώρα μας να κλείσει άμεσα το σύνολο των ιστορικών της εκκρεμοτήτων με τον κουμπαρά του Διεθνούς Δικαίου τον οποίο απέφυγε συστηματικά να αξιοποιήσει.
Επέκταση χωρικών υδάτων…
Προσδιορισμός συνορεύουσας ζώνης…
Οριοθέτηση Ελληνοκυπριακής ΑΟΖ με τρόπο που να αποδεικνύει στην πράξη ότι η χώρα μας σέβεται πλήρως το κυριαρχικό δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να προσυπογράφει Διεθνείς συμφωνίες… Δεν είναι παρά η αναγκαία πρώτη απάντηση που θα πρέπει να δοθεί άμεσα με τρόπο ενιαίο και συνολικό.
Έτσι… Η έμπρακτη και αποφασιστική προώθηση ενός Ολοκληρωμένου Αμυντικού Αρχιπελαγικού Δόγματος, πολλαπλά οχυρωμένου και ικανού να συνδυάσει τις αδιαπραγμάτευτες εθνικές προτεραιότητες με τον απόλυτο και υποδειγματικό σεβασμό των προβλέψεων του Διεθνούς Δικαίου, δεν είναι μόνο ώριμη… Είναι η απολύτως αναγκαία απάντηση του Ελληνισμού στην πρόκληση της «Γαλάζιας Πατρίδας» και αυτή η απάντηση θα πρέπει να δοθεί τώρα και χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της
αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια