Η επίσκεψη του Κάρολου στην Αθήνα και τα τόσο θερμά του λόγια αφήνουν σίγουρα σε ορισμένους από εμάς μια γλυκόπικρη γεύση.
Μια δόση νοσταλγίας αλλά και την αίσθηση ενός αναχρονισμού. Αν υπάρχει μια χώρα πιο στενά συνδεδεμένη με τον ελληνικό αγώνα της ανεξαρτησίας, αυτή χωρίς αμφιβολία είναι η Μεγάλη Βρετανία. Ηθελημένα, αλλά κι ως ένα βαθμό αθέλητα, η δική της στάση σφράγισε την επιτυχία της Επανάστασης. Ήταν μόνο η αρχή. Για τα επόμενα 100 και πλέον χρόνια, η μοίρα της χώρας ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τις γεωπολιτικές επιδιώξεις και τα συμφέροντα των Βρετανών. Το στοιχείο που μας συνέδεε ήταν, φυσικά, η θάλασσα. Στην εποχή των κανονιοφόρων σήμαινε ότι η Ελλάδα δεν είχε τα περιθώρια να αγνοήσει και πολύ περισσότερο να εναντιωθεί στις επιδιώξεις των Άγγλων. Όποτε αποπειράθηκε να το κάνει, το πλήρωσε ακριβά. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, όταν οι στόχοι των δύο κρατών ευθυγραμμίζονταν, η Ελλάδα μπορούσε να προβάλλει διεκδικήσεις δυσανάλογες με την πραγματική της ισχύ. Ο Μαυροκορδάτος πρώτος και ο Βενιζέλος, έναν σχεδόν αιώνα αργότερα, το αξιοποίησαν στο έπακρο.
Αυτά όμως ανήκουν στο παρελθόν. Ακόμα και στο Κυπριακό, όπου τυπικά παραμένει εγγυήτρια δύναμη, η Αγγλία έχει παραιτηθεί του ρόλου της. Το έκανε με τον πιο ηχηρό τρόπο και το 1974, όταν η δική της άρνηση να παρέμβει μετά το πραξικόπημα της Χούντας, άνοιξε τον δρόμο στον Ετσεβίτ.
Η θάλασσα βέβαια εξακολουθεί να ενώνει. Το Σίτι φιλοξενεί και σήμερα τα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού εφοπλισμού. Τα αγγλικά πανεπιστήμια εξάλλου έχουν αποδειχθεί μια από τις πιο ισχυρές σταθερές των σχέσεών μας. Στο παρελθόν με την καλλιέργεια των κλασικών σπουδών, σήμερα με τους χιλιάδες Έλληνες φοιτητές που τα επιλέγουν. Πολλοί συνεχίζουν και μετά τις σπουδές. Οι σχέσεις, με άλλα λόγια, παραμένουν ισχυρές, όπως και οι τριβές, αν συνυπολογίσουμε τα μάρμαρα του Παρθενώνα. Τίποτα όμως δεν είναι πια το ίδιο. Χωρίς αυτά τα δύο, ιδίως μετά το Brexit, η μία χώρα θα μπορούσε να αγνοήσει την άλλη. Ακριβώς όπως έκανε τελικά η Αγγλία την περίοδο της ελληνικής κρίσης.
Με αυτή την έννοια ίσως έχει ενδιαφέρον ότι στον εορτασμό προσκαλέσαμε τις υπερδυνάμεις του 1821, αγνοήσαμε ωστόσο τις δύο χώρες που περισσότερο επηρεάζουν τις τύχες μας σήμερα: τις ΗΠΑ και τη Γερμανία. Η τρίτη, η Γαλλία, ήταν ευτυχώς παρούσα.
Και ως προς τις ΗΠΑ δεν υπάρχει πρόβλημα. Καλύτερα δεν γίνεται στις μεταξύ μας σχέσεις. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τη Γερμανία. Μια χώρα η οποία έχει επίσης επηρεάσει καθοριστικά τη σύγχρονη Ελλάδα: μέσα από τις κλασικές σπουδές ήταν ίσως η μήτρα του φιλελληνισμού, ενώ η «βαυαροκρατία» αποτέλεσε την κατευθυντήρια δύναμη στη συγκρότηση σύγχρονου κράτους. Ανάμεσα σε άλλα, η Αθήνα χτίστηκε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση των δικών της αισθητικών αντιλήψεων για την αναβίωση του ελληνικού πολιτισμού. Όχι τυχαία το Μόναχο, το έχουν ονομάσει και Αθήνα πάνω στον ποταμό Ίζαρ.
Σε αντίθεση όμως με τη Βρετανία τον καιρό της παντοδυναμίας της, η Γερμανία σήμερα δίνει την εντύπωση ότι το μόνο που θέλει, τουλάχιστον από την Ελλάδα, είναι να μην την ενοχλούμε. Ακόμα και στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, η στάση της ήταν σαν τον γονιό που τιμωρεί το παιδί επειδή τον ξύπνησε. Δεν μπορούσε να μας αγνοήσει, λόγω του ευρώ, επέβαλε όμως στη χώρα μια τιμωρητική οικονομική συνταγή, αρνούμενη να δεχθεί ότι η αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης ήταν λειψή και ετεροβαρής. Όσο για τη γεωπολιτική της αντίληψη, ο αφορισμός του Πάγκαλου για τον γίγαντα με τα πήλινα πόδια εξακολουθεί, ως ένα βαθμό, να ισχύει. Η πολιτική της εστιάζεται περισσότερο σε μια πρακτική αντιμετώπιση των προβλημάτων όπως ανακύπτουν παρά σε μια συνολική αντίληψη για το μέλλον και τον ρόλο της Ευρώπης. Αυτό δυσκολεύει τις σχέσεις. Χρειάζεται κάθε φορά να παίρνουμε πρωτοβουλίες, να βρίσκουμε την ισορροπία ανάμεσα σε διαφορετικές ή και αλληλοσυγκρουόμενες επιδιώξεις. Δεν αναιρεί ωστόσο το κορυφαίο γεγονός ότι οι τύχες μας είναι πια απολύτως συνδεδεμένες. Κι όσο κι αν η βαρύτητα κάθε χώρας διαφέρει, οι σχέσεις μας ορίζονται σε μεγάλο βαθμό από τους κανόνες της Ένωσης. Αυτό κι αν είναι επανάσταση.
Στις προσφωνήσεις του βέβαια ο Κάρολος δεν αναφέρθηκε σε τέτοια ζητήματα. Απευθύνθηκε περισσότερο στο συναίσθημα, κι αυτό μας άρεσε. Ξέρουμε πολύ καλά ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει. Θα θεωρούμε όμως πάντα δικό μας τον λόρδο Βύρωνα, θα διαβάζουμε με συγκίνηση τη Μάνη του Φιλεντέμ της αντίστασης και θα ξεχνάμε όσα μας έχουν κακοκαρδίσει. Άλλωστε είμαστε συναισθηματικός λαός.
Παντελής Καψής
0 Σχόλια