Η Ουάσιγκτον, για την ώρα, δείχνει μηδενική ανοχή σε ζητήματα δημοκρατίας, όπου είναι σαφές πως ό,τι και να κάνει ο Ερντογάν βρίσκεται εκ των πραγμάτων στην αντίπερα όχθη
Η αμερικανική διοίκηση έχει ξεκινήσει δυναμικά στην εξωτερική πολιτική.
Δείχνει, μάλιστα, αποφασισμένη να επανα-οριοθετήσει τις σχέσεις της με σειρά
κρατών, όχι μόνο με αντιπάλους αλλά και παραδοσιακούς εταίρους (βλ. άρση
υποστήριξης Σαουδική Αραβίας στην Υεμένη). Ασφαλώς, δεν αποκλείεται
προϊόντος του χρόνου η Ουάσιγκτον να προσαρμοστεί με τη σειρά της στα
δεδομένα (πολύ διαφορετικά από εκείνα του 2016), ακόμη και να «ξεφουσκώσει»
στην πορεία. Πλην όμως είναι σαφές πως ο Λευκός Οίκος έχει σχέδιο, το οποίο
σκοπεύει να ακολουθήσει προκειμένου να αποκαταστήσει το κύρος και τη θέση
των ΗΠΑ διεθνώς.
Στην περίπτωση της Τουρκίας, οι οιωνοί δεν είναι καλοί για τη γειτονική μας
χώρα. Την περασμένη εβδομάδα, κατόπιν της επικοινωνίας Καλίν – Σάλιβαν,
είχαμε ένα γαϊτανάκι αντεγκλήσεων ανάμεσα στις δύο πλευρές, που κατέστησαν
εμφανή τη διαφορά προσέγγισης ως προς την επίλυση των διαφορών. Διάθεση για
έστω μερική αποκατάσταση των σχέσεων προφανώς και υπάρχει, εντούτοις αυτή η
διαδικασία μοιάζει δύσκολη, μακρά και αβέβαιης έκβασης.
Η Τουρκία θέλει να της αναγνωριστεί ότι είναι μια ξεχωριστή περίπτωση.
Ξεχωριστή στη λειτουργία του κράτους δικαίου, της διάκρισης εξουσιών, της
ελευθερίας του Τύπου και εν γένει της αντίληψης περί δημοκρατίας. Επιθυμεί
να έχει ανοχή για τις αυταρχικές μεθόδους, κατηγορώντας μάλιστα τις ΗΠΑ για
ανάμειξη στα εσωτερικά, αξιώνοντας μια χαλαρή στάση εκ μέρους τους, στη
λογική ότι είναι πολύ σημαντική για τα συμφέροντά τους. Επίσης, θέλει να
αποδεχθούν οι Αμερικανοί ότι η Τουρκία είναι μια ανεξάρτητη δύναμη που
πρέπει να σέβονται και να αποδέχονται τις επιλογές της, όπως τη σχέση της με
τη Ρωσία. Εξίσου, η Αγκυρα ενοχλείται σοβαρά για την υποστήριξη που παρέχει
η νέα κατάσταση στην Ουάσιγκτον στους Κούρδους της Συρίας. Ο Τραμπ τους
«άδειασε» κάποια στιγμή, ο Μπάιντεν μοιάζει πρόθυμος να τους επαναφέρει στην
αγκαλιά των ΗΠΑ για να αποκτήσουν εκ νέου «πάτημα» στη Συρία μέσω ενός
αξιόμαχου και αξιόπιστου σύμμαχου. Και αυτό προφανώς δεν αρέσει καθόλου στον
Ερντογάν.
Από την άλλη, η Ουάσιγκτον, για την ώρα, δείχνει μηδενική ανοχή σε ζητήματα
δημοκρατίας, όπου είναι σαφές πως ό,τι και να κάνει ο Ερντογάν βρίσκεται εκ
των πραγμάτων στην αντίπερα όχθη. Τα δε γεγονότα με το φοιτητικό κίνημα, τη
μεταχείρισή του από την τουρκική ηγεσία, όπως και εμβληματικές δικαστικές
υποθέσεις (του Οσμάν Καβάλα) έχουν αυξήσει την πίεση εκ μέρους των ΗΠΑ,
επιβαρύνοντας περαιτέρω το κλίμα.
Επίσης, τουλάχιστον προσώρας, ο Μπάιντεν δείχνει αποφασισμένος να μην
επιτρέψει στον Ερντογάν να πατάει σε δύο βάρκες, και τη ρωσική και την
αμερικανική. Ετσι, κάποια εκ των Μόσχα και Ουάσιγκτον θα δυσαρεστηθεί. Αρα,
το ρωσοτουρκικό παρατεταμένο φλερτ, που εξελίσσεται σε σχέση με στρατηγικά
χαρακτηριστικά, θα δοκιμαστεί σοβαρά. Πήραμε, άλλωστε, μια γεύση με την
πρόταση Ακάρ για αποθήκευση των S-400 στο πρότυπο των S-300 στην Κρήτη και
την απόρριψη εκ μέρους της Ουάσιγκτον.
Ας κρατήσουμε και το εξής: σε απάντηση του Λευκού Οίκου στη «Hellas Journal»
αναφέρθηκε ότι ο Μπάιντεν έχει υποσχεθεί να εγκαλέσει την τουρκική
συμπεριφορά που δεν συνάδει με το διεθνές δίκαιο. Αν αυτό ισχύσει στην
πράξη, θα είναι ένα ατού στα χέρια της ελληνικής πλευράς, ακόμη και στις εν
εξελίξει συνομιλίες με την Τουρκία.
* Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι εκτελεστικός διευθυντής ΙΔΙΣ &
αναλυτής του Ant1
** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της
αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια