Το είδαμε στη Νέα Υόρκη όπου η θνητότητα από COVID-19 ήταν εξαιρετικά άνισα ανάμεσα π.χ. στο Μπρονξ και το Μανχάταν. Το είδαμε σε όλες τις ΗΠΑ όπου οι μαύροι αμερικανοί είχαν αυξημένη πιθανότητα να αρρωστήσουν βαριά στην πανδημία και να πεθάνουν. Το είδαμε στη Γαλλία όπου τα προάστια του Παρισιού με μεγάλους αριθμούς μεταναστών ή ανθρώπων μεταναστευτικής καταγωγής είχαν πολύ χειρότερες στατιστικές μέσα στην πανδημία.
Το βλέπουμε και τώρα στη Δυτική Αττική που εξελίσσεται σε μία από τις «κόκκινες ζώνες» της πανδημίας στην Ελλάδα. Και που βρίσκεται πλέον σε καθεστώς «σκληρού» lockdown, δηλαδή ιδιαίτερα αυστηρών περιορισμών στις κινήσεις των πολιτών.
Πώς οι κοινωνικές συνθήκες ευνοούν την πανδημία
Έχουμε πια διεθνώς μια εικόνα του κοινωνικού καθορισμού της ευαλωτότητας και της ευπάθειας σε σχέση με την COVID-19.
Η πανδημία ευνοείται κατά τη διασπορά της από μια σειρά από συνθήκες όπως είναι ο αριθμός των ατόμων ανά νοικοκυριό (όσο πιο πολλά τόσο πιο εύκολη η μετάδοση σε μεγάλους αριθμούς εντός νοικοκυριών), το εάν οι άνθρωποι εργάζονται σε χώρους όπου δεν υπάρχει δυνατότητα τηλεργασίας και άρα «δεν μένουν σπίτι» ή είναι εργαζόμενοι «πρώτη γραμμής» π.χ. στις εφοδιαστικές αλυσίδες, την ποιότητα του περιβάλλοντος και ατμοσφαιρικού αέρα, τη συχνότητα χρήσης των μέσων μαζικής μεταφοράς.
Ξέρουμε επίσης ότι άνθρωποι που είναι πιο φτωχοί ή αντιμετωπίζουν συνθήκη αποστέρησης ή κοινωνικού αποκλεισμού είναι πιο πιθανό να έχουν μειωμένη πρόσβαση σε συστήματα υγείας και αρρύθμιστα ή παραμελημένα υποκείμενα προβλήματα υγείας ή ακόμη και νοσήματα ή να έχουν χειρότερες διατροφικές συνήθειες, παράγοντες που μπορεί να είναι επιβαρυντικοί στη συνθήκη της πανδημίας.
Τέλος, γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι που μέσα σε συνθήκες εντεινόμενης κοινωνικής ανισότητας βρίσκονται προς τα κάτω στις εισοδηματικές κλίμακες και αντιμετωπίζουν μεγαλύτερη κοινωνική επισφάλεια τείνουν να έχουν και χειρότερους δείκτες υγείας, κυρίως εξαιτίας του κοινωνικοοικονομικού στρες. Είναι ένας μηχανισμός που θα μπορούσε να περιγραφεί και ως «η ανισότητα σκοτώνει».
Ποια τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της Δυτικής Αττικής
Η Δυτική Αττική έχει κοινωνικά και δημογραφικά γνωρίσματα που μπορούν να εξηγήσουν γιατί σήμερα είναι μια «κόκκινη ζώνη».
Η Δυτική Αττική στην περίοδο της κρίσης χτυπήθηκε περισσότερο και είχε υψηλότερα ποσοστά ανεργίας. Ήδη το 2011 όλοι οι δήμοι κατέγραφαν υψηλότερα ποσοστά από τον μέσο όσο της Περιφέρειας Αττικής. Στην περίοδο της κρίσης η ανεργία σε περιοχές του Ασπροπύργου έφτανε και το 50% και το 2015 ο Ασπρόπυργος εμφάνιζε το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας με 29,17%) στην Περιφέρεια Αττικής, ενώ τον Δεκέμβριο του 2017 καταγράφηκε στον ίδιο δήμο ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ακραίας φτώχειας στην Ελλάδα με το 17% του μονίμου πληθυσμού να είναι δικαιούχοι του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης.
Το 2015 έρευνα της Περιφέρειας Αττικής έδειξε ότι οι Δήμοι Φυλής και Ασπροπύργου είχαν τους πιο υψηλούς δείκτες φτώχειας σε όλη την Αττική, τόσο με βάση τον γραμμικό Δείκτη Φτώχειας του ΟΗΕ όσο και με βάση τον Εκθετικό Δείκτη Φτώχειας του ΟΗΕ.
Υπάρχουν και άλλοι δείκτες που δείχνουν την κοινωνική δυσανεξία στη Δυτική Αττική. Για παράδειγμα στην περίοδο 2002-2014 είχε υπερπολλαπλάσια αύξηση των αυτοκτονιών σε σχέση με τον εθνικό μέσο όσο.
Πληθυσμοί σε συνθήκη κοινωνικού αποκλεισμού
Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι η Δυτική Αττική έχει σημαντικούς πληθυσμούς σε κατάσταση οικονομικής αποστέρησης.
Αυτό αφορά πρώτα από όλα τον μεγάλο αριθμό Ρομά στην περιοχή. Παρότι εκπροσωπούν μεγάλο μέρος του πραγματικού πληθυσμού αρκετών δημοτικών ενοτήτων δεν εκπροσωπούνται στην Τοπική Αυτοδιοίκηση (πολιτικός αποκλεισμός), ούτε καν υπάρχει πλήρης καταγραφή του αριθμού τους. Μένουν σε συχνά σε περιοχές ακατάλληλες για οικισμό με περιβαλλοντική και υγειονομική επικινδυνότητα (χωρικός αποκλεισμός). Αντιμετωπίζουν στερεότυπα και προκαταλήψεις (κοινωνικός αποκλεισμός).
Συνθήκη κοινωνικού αποκλεισμού αντιμετωπίζουν στη Δυτική Αττική και αρκετοί ομογενείς από την πρώην ΕΣΣΔ που εγκαταστάθηκαν εκεί.
Όλα αυτά διαμορφώνουν τον φαύλο κύκλο του κοινωνικού αποκλεισμού και της κοινωνικής περιθωριοποίησης, που επιτείνεται από τις ελλείψεις σε βασικές υποδομές που θα αναβάθμιζαν την ποιότητα ζωής. Είναι ενδεικτικό ότι η Δυτική Αττική έχει χαμηλότερο αριθμό δομών αντιμετώπισης της φτώχειας από τις υπόλοιπες περιφερειακές ενότητες της Αττικής, πλην των Νήσων.
Οικιακός συνωστισμός
Με βάση τα στοιχεία της απογραφής του 2011 η Δυτική Αττική είχε σε όλους τους δήμους της μεγαλύτερο μέγεθος νοικοκυριού σε σχέση με το μέσο όσο της Περιφέρειας Αττικής. Με αντίστοιχο μέσο μέγεθος νοικοκυριού το 2,47 στην Περιφέρεια Αττικής, ο Ασπρόπυργος έχει 3,26 και ακολουθούν η Φυλή με 3,18, τα Μέγαρα με 2,9, η Ελευσίνα με 2,88 και η Μάνδρα-Ειδυλλία με 2,83.
Ιδιαίτερη σημασία έχει το φαινόμενο του «οικιακού συνωστισμού» δηλαδή συνύπαρξη στο ίδιο νοικοκυριό πολλών ανθρώπων είτε οικογενειών είτε συγκατοικούντων. Το 2011 στην κοινωνική κατηγορία των ανειδίκευτων εργατών και την Μητροπολιτική περιοχή της Αθήνας το 36,3% αντιμετώπιζε συνθήκη οικιακού συνωστισμού.
Σε περιοχές όπως ο Ασπρόπυργος, τα Άνω Λιόσια, το Μενίδι, ο Μαραθώνας όπου έχουμε γειτονιές κατοικίες Ρομά και μεταναστών εργατών το φαινόμενο του οικιακού συνωστισμού είναι συχνό. Το 2015 ο Δήμος Ασπροπύργου εμφάνιζε το υψηλότερο ποσοστό ποπλυπληθών νοικοκυριών στην Περιφέρεια Αττικής (29,64%).
Ο οικιακός συνωστισμός θεωρείται μία από τις βασικές μορφές διασποράς του SARS-COV-2. Μεγάλος αριθμός ανθρώπων κάτω από την ίδια στέγη, είτε πρόκειται για ένα νοικοκυριό με διαφορετικές γενιές, είτε πρόκειται για την αναγκαστική συγκατοίκηση μεγάλου αριθμού ανθρώπων, που δεν μπορούν οικονομικά να αντεπεξέλθουν σε δικό τους νοικοκυριό, επιτρέπει μεγαλύτερη διασπορά του ιού, ιδίως όταν αρκετά μέλη του νοικοκυριού κατατάσσονται στους εργαζομένους «πρώτης γραμμής» και άρα συνεχίζουν να εργάζονται εκτός σπιτιού.
0 Σχόλια