Sponsor

ATHENS WEATHER

Η κρίσιμη καμπή της πρωθυπουργίας Μητσοτάκη

Eurokinissi
H δουλειά ενός πρωθυπουργού δεν είναι μόνο η σωστή αντίδραση στις κρίσεις ή ακόμη και η καλή διακυβέρνηση εν γένει, αλλά η δημιουργία ζωτικού πολιτικού χώρου

Γράφει ο Ρωμανός Γεροδήμος

Ήταν απόγευμα Κυριακής, 20 Δεκεμβρίου 2015. Το φως έπεφτε νωρίς και η χειμωνιάτικη ψύχρα είχε ήδη απλωθεί. Έξω από το Πολιτιστικό Κέντρο του Νέου Ηρακλείου είχαν δημιουργηθεί «πηγαδάκια» γνωστών και περαστικών. Στη μεγάλη αίθουσα τελετών, η ουρά ήταν πολύ μεγάλη – εντυπωσιακή για εσωκομματική διαδικασία. Έκανε ζιγκ-ζαγκ καταλαμβάνοντας το μεγαλύτερο μέρος του χώρου, περνώντας δίπλα από τους εκπροσώπους των τεσσάρων υποψηφίων και καταλήγοντας στον μακρύ πάγκο εγγραφής και ψηφοφορίας. Παρά την πολυκοσμία και την αναμονή, επικρατούσε απόλυτη ησυχία (εξίσου εντυπωσιακή για ουρά στην Ελλάδα). 
 
Μετά από έξι χρόνια οικονομικού, πολιτικού και κοινωνικού σοκ, βαθιάς κρίσης και πόλωσης, βίαιων διαδηλώσεων, μνημονίων ακραίας λιτότητας, καθημερινής αγωνίας, αμφιβολίας για την ανθεκτικότητα του πολιτικού συστήματος, απανωτών εκλογικών αναμετρήσεων που διέλυσαν κόμματα-πυλώνες και ανέδειξαν κόμματα-καρικατούρες, με ρυθμό αλλαγής πρωθυπουργών που θύμιζε Μεσοπόλεμο, μετά από ένα δημοψήφισμα ακραίου διχασμού, και μετά από εβδομάδες καθυστερήσεων λόγω τεχνικών προβλημάτων, εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες συνέρρευσαν στα τοπικά τους κέντρα για να επιλέξουν τον επόμενο πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας. Πολλοί από αυτούς δεν είχαν γραφτεί ποτέ σε κόμμα. Άλλοι δεν είχαν ποτέ ψηφίσει «δεξιά».
 
Στα πρόσωπα των ανθρώπων που στέκονταν στην ουρά έβλεπες μια ήρεμη αποφασιστικότητα· ένα αδιόρατο χαμόγελο αξιοπρέπειας, ελπίδας και ανάληψης της ευθύνης. Το ότι οι άνθρωποι αυτοί, μετά τη συστηματική απαξίωση του κοινοβουλευτισμού και της πολιτικής, πήραν την απόφαση να θυσιάσουν την Κυριακή τους και να σταθούν στο κρύο για ώρες, προκειμένου να πληρώσουν 5 ευρώ για να ψηφίσουν αρχηγό ενός κόμματος που υπήρχε από το 1974, είναι πιο σημαντικό κι από το ίδιο το αποτέλεσμα, το οποίο αποτέλεσε ταυτόχρονα έκπληξη (μόνο όμως για όσους δεν είχαν αντιληφθεί την κόπωση από τον λαϊκισμό και την ισχύ της βούλησης μιας σιωπηλής πλειοψηφίας μετριοπαθών πολιτών) και απαρχή μιας ειρηνικής επανάστασης.
 
Ενάντια στις προβλέψεις που τον ήθελαν τρίτο και με μεγάλη διαφορά από τον δεύτερο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έλαβε 115.162 ψήφους και αναδείχθηκε δεύτερος, πίσω από τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη, περνώντας στον δεύτερο γύρο, τον οποίο και κέρδισε με 52.43%. Ο Μητσοτάκης έδωσε μια μεγάλη πολιτική μάχη, εντελώς μόνος του από την αρχή, μέσα σε ένα κόμμα του οποίου οι βαρώνοι πάντα θεωρούσαν την οικογένεια Μητσοτάκη ως ξένο σώμα και στο οποίο η φιλελεύθερη, «αντι-λαϊκιστική» τάση ήταν πάντα μειοψηφία. Τον Φεβρουάριο του 2015 ήταν ο μόνος βουλευτής της ΝΔ που καταψήφισε την υποψηφιότητα Παυλόπουλου για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Δύο μόλις μέρες μετά τον 1ο γύρο των εσωκομματικών εκλογών, στις 22 Δεκεμβρίου, ήταν από τους ελάχιστους βουλευτές της ΝΔ (και ο μόνος υποψήφιος πρόεδρος) που υπερψήφισε το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια – μια κίνηση που θα μπορούσε να του έχει στοιχίσει τη νίκη στον 2ο γύρο. 
 
Ο Μητσοτάκης κέρδισε την προεδρία και την πρωθυπουργία γιατί μετατράπηκε σε πόλο εναντίον του λαϊκισμού και της πολιτείας Τσίπρα. Ωστόσο, κανένας δεν κερδίζει εκλογές μόνο με αρνητική ατζέντα. Ο Μητσοτάκης κέρδισε επειδή προέταξε συγκεκριμένες θετικές αξίες –ισχυρή Ελλάδα στην Ευρώπη και τον κόσμο, εξωστρέφεια, αξιοκρατία, σκληρή δουλειά, πολιτικός πολιτισμός, φιλελεύθερη κοινωνία, σεβασμός στους θεσμούς, ανανέωση του πολιτικού συστήματος– αξίες που έπεσαν σαν νερό σε έρημο τόπο. Εξίσου σημαντικό ήταν ότι σταδιακά έχτισε συμμαχίες με άλλους πόλους μέσα στο κόμμα του, ενώ απέφυγε τη ρήξη με την κυρίαρχη πτέρυγα και με τα πεπραγμένα των προκατόχων του. 
 
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πλέον συγκεντρώσει σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο: από την επιτυχία στις εκλογικές αναμετρήσεις του 2019, από τη δημοσκοπική κατάρρευση και εσωστρέφεια του Σύριζα, από την επιτυχή διαχείριση του πρώτου κύματος της πανδημίας και μιας ιδιαιτέρως ύπουλης υβριδικής επίθεσης της Τουρκίας στον Έβρο τον Μάρτιο, από την αποτροπή της τουρκικής επιθετικότητας στο Αιγαίο όλους τους τελευταίους μήνες και το χτίσιμο ισχυρών συμμαχιών διεθνώς, από την εξωστρέφεια στην καινοτομία και την έλξη επενδύσεων από τεχνολογικούς κολοσσούς, από την εφαρμογή ενός φίλοδοξου προγράμματος ψηφιοποίησης του κράτους που έχει ήδη αλλάξει την καθημερινότητα εκατομμυρίων πολιτών, και από την διασφάλιση δεκάδων δισεκατομμυρίων από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ. Τι σκοπεύει να κάνει με όλο αυτό το πολιτικό κεφάλαιο;
 
Η πολιτική (όπως άλλωστε και η ζωή) είναι όπως τα χαρτιά, και συγκεκριμένα το πόκερ. Όταν έχεις κερδίσει κάποια χρήματα, έχεις ουσιαστικά τρεις επιλογές. Η πρώτη είναι να αποχωρήσεις εξαργυρώνοντας τα κέρδη σου. Η δεύτερη είναι να τα ξαναρίξεις στο παιχνίδι, επενδύοντας σε συγκρούσεις που φυσικά ενέχουν ρίσκα (κάποιες παρτίδες θα τις κερδίσεις, κάποιες θα τις χάσεις), αλλά εφόσον είσαι καλός παίκτης, μακροπρόθεσμα τα κέρδη σου θα «αυγατίσουν». Η τρίτη είναι να αποφύγεις τα ρίσκα, πηγαίνοντας συνεχώς πάσο, αιμορραγώντας σταδιακά κεφάλαιο. 
 
Οι επόμενοι μήνες είναι ούτως ή άλλως μια πολύ κρίσιμη περίοδος για την πρωθυπουργία Μητσοτάκη. Το δεύτερο κύμα του κορωνοϊού είναι εδώ, ενδεχομένως ακολουθεί και τρίτο, και οι επιπτώσεις στο ΕΣΥ, στην ψυχολογία του κόσμου και στην οικονομία είναι σοβαρές, ενώ η πιο επικίνδυνη εξέλιξη είναι η προοπτική δημιουργίας ενός ταυτοτικού κινήματος αντίδρασης στα μέτρα και τον εμβολιασμό, ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα. Ταυτόχρονα, οι επόμενες εβδομάδες μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου απαιτούν επιφυλακή στα ελληνοτουρκικά, αφού στις ΗΠΑ τώρα επικρατεί κενό εξουσίας, με προδιαγεγραμμένη τη στροφή της εξωτερικής πολιτικής της νέας κυβέρνησης απέναντι στον Ερντογάν και ενώ η Τουρκία μαστίζεται από βαθιά οικονομική κρίση. 
 
Κάθε μία από αυτές τις αναμενόμενες κρίσεις –αλλά και κάθε αναπάντεχο περιστατικό– μπορεί να εκτροχιάσει την πορεία μιας κυβέρνησης και να ταυτιστεί με το όνομα ενός πρωθυπουργού. 
 
Ωστόσο, η δουλειά ενός πρωθυπουργού –ειδικά ενός πολιτικού ηγέτη που ως αουτσάιντερ έδωσε και κέρδισε σημαντικές μάχες και συγκέντρωσε τέτοιο πολιτικό κεφάλαιο– δεν είναι μόνο η σωστή αντίδραση στις κρίσεις ή ακόμη και η καλή διακυβέρνηση εν γένει, αλλά η δημιουργία ζωτικού πολιτικού χώρου: η κωδικοποίηση κοινωνικών αιτημάτων και οραμάτων, η επαναδιαπραγμάτευση κοινωνικών συμπεριφορών, προτεραιοτήτων και αξιών, η εκπαίδευση των πολιτών και η κινητοποίησή τους, η αναδιάταξη του πολιτικού συστήματος μέσα από τη σταδιακή ανάδειξη και δοκιμή προβεβλημένων, έμπειρων πολιτικών στελεχών που θα έχουν την αναγνωρισιμότητα και τη νομιμοποίηση του σταυρού, και που εντέλει, ως εν δυνάμει διάδοχοι, θα κληθούν να συνεχίσουν το έργο του.
 
Πέντε χρόνια μετά την εσωκομματική νίκη του, και παρά τα φαινόμενα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραμένει ιδεολογικά μόνος του. Τα ποσοστά της ΝΔ στις δημοσκοπήσεις είναι ποσοστά του Μητσοτάκη ως κυβερνήτη, όχι του κόμματος ή της ηγετικής ομάδας. Βεβαίως ο πρωθυπουργός υποστηρίζεται από το κόμμα του, ενώ έχει αξιοποιήσει σε ρόλους συμβούλων, τεχνοκρατών και γενικών γραμματέων μερικά από τα ικανότερα στελέχη του ευρύτερου κέντρου. Ποιοι είναι, όμως, οι «μητσοτακικοί» υπουργοί και τα προβεβλημένα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας που θα μπορούσαν αύριο το πρωί να γίνουν πρωθυπουργοί και να εφαρμόσουν μια φιλελεύθερη ατζέντα, χωρίς να απομακρυνθούν από τις πολιτικές αρχές του Κυριάκου Μητσοτάκη; Ποιος άλλος –εντός ή εκτός Νέας Δημοκρατίας– θα μπορούσε να εκφράσει και να συσπειρώσει το κέντρο απέναντι σε μια αντιπολίτευση που σύσσωμη τηρεί μια παλαιοκομματική ή λαϊκιστική στάση; Ποια είναι τα δημοφιλή στελέχη που θα μπορούσαν να εμπεδώσουν τις αξίες και την ατζέντα της κυβέρνησης Μητσοτάκη στη Θεσσαλονίκη;
 
Το πολιτικό πρότζεκτ του Κυριάκου Μητσοτάκη αποτελεί ιστορική συνέχεια της ιδεολογίας και της πολιτικής κληρονομιάς του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του Κώστα Σημίτη: είναι, δηλαδή, ο εκσυγχρονισμός και εξευρωπαϊσμός της Ελλάδας, η αναδιάταξη του κράτους και της κοινωνίας προς τη Δύση (ασχέτως του αν η Δύση σήμερα υπολείπεται, κάποιες φορές, της ελληνικής πραγματικότητας)· ο συνδυασμός των αρχών του πολιτικού φιλελευθερισμού με το κοινωνικό κράτος. 
 
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αντιμετωπίζει ασύγκριτα μικρότερη αντίσταση μέσα στο κόμμα του από όση είχαν ποτέ ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ή ο Κώστας Σημίτης, ενώ έχει δείξει επανειλημμένως ότι λειτουργεί αποτελεσματικά υπό καθεστώς πίεσης και κρίσης. Τώρα όμως θα κριθεί το αποτύπωμα της δικής του πρωθυπουργίας. Για να αποφύγει το λάθος των δύο αυτών ηγετών, που αποδείχθηκε θανάσιμο για τη βιωσιμότητα των εγχειρημάτων τους, θα πρέπει να επιδιώξει και να πετύχει μία αξιακή υπέρβαση της ελληνικής κοινωνίας, μια εμπέδωση, δηλαδή, των αρχών της ανοιχτής κοινωνίας, που ταυτόχρονα διασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη κυριαρχία του πολιτικού κέντρου. Οι προτεραιότητες αυτές δεν αποτελούν περισπασμό ή εμπόδιο, αλλά εργαλείο στη διαχείριση των κρίσεων που ζούμε και που έρχονται. 
 
Στην Ελλάδα υπάρχει μια σιωπηλή πλειοψηφία μετριοπαθών ανθρώπων που πιστεύουν στην επιστήμη, στην αλήθεια, στην παιδεία, στην προκοπή, στην εργασία, στην πρόοδο, στην αριστεία, στη συνύπαρξη, στη Δύση, στην ανοχή του διαφορετικού. Τον Δεκέμβριο του 2015 κάποιοι από αυτούς κινητοποιήθηκαν γιατί είχαν κουραστεί να μην εκπροσωπούνται από κανέναν∙ να μη βλέπουν τη φωνή και τις αξίες τους να εκφράζονται επαρκώς από την κυβέρνησή τους. Ο πρωθυπουργός έχει χρέος να διασφαλίσει ότι η πλειοψηφία αυτή δεν θα βρεθεί πάλι αντιμέτωπη με ένα πολιτικό σύστημα που την αγνοεί και την περιπαίζει.


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια