Πιθανότατα οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών, Νίκος ∆ένδιας και Μεβλούτ
Τσαβούσογλου, να έχουν την ευκαιρία (κορωνοϊού επιτρέποντος) για μια πρώτη
-έπειτα από πολύ καιρό- συνάντηση στην Μπρατισλάβα την επόμενη Πέμπτη, στο
περιθώριο του GlobeSec 2020 Bratislava Forum, στο οποίο θα συμμετέχουν ως
ομιλητές, ενώ στο ίδιο συνέδριο θα βρίσκονται -σύμφωνα με το πρόγραμμα- και
ο γ.γ. του ΝΑΤΟ Γ. Στόλτενμπεργκ αλλά και ο Γάλλος ΥΠΕΞ Λε Ντριάν. Σε αυτή
τη συνάντηση ίσως δοθεί η δυνατότητα να πέσουν οι τόνοι προκειμένου να
ξεκινήσουν οι διερευνητικές επαφές.
Η Αθήνα πάντως δεν έχει εξασφαλίσει -και ούτε ήταν πρόθυμη να το προσφέρει
φυσικά η Τουρκία- εγγύηση ότι όσο διαρκεί η διαδικασία αυτή των
διερευνητικών θα αποφευχθεί κάθε μονομερής ενέργεια και κάθε προσπάθεια
δημιουργίας τετελεσμένων, κάτι για το οποίο -σύμφωνα με διπλωματική πηγή-
είχε υπάρξει καταρχήν συνεννόηση στην πρώτη συμφωνία Σουρανή - Καλίν.
Μάλιστα και οι Γερμανοί είχαν επιμείνει ότι θα έπρεπε αυτό το «μορατόριουμ»
να ισχύει μέχρι την ολοκλήρωση των διερευνητικών. Πλέον τέτοια συνεννόηση
δεν υφίσταται, τουλάχιστον σε σύνδεση με τη διάρκεια των διερευνητικών, και
αυτό καθιστά τη διαδικασία «όμηρο» των τουρκικών διαθέσεων. Η Αγκυρα
γνωρίζει ότι ακόμη και οι χώρες που υποστήριξαν την Ελλάδα, όπως η Γαλλία
και οι ΗΠΑ, δείχνουν συγχρόνως τον δρόμο του διαλόγου και έτσι θα είναι
εξαιρετικά δύσκολο για την Ελλάδα να εγκαταλείψει το τραπέζι των
διερευνητικών επαφών.
Αυτό μεγαλώνει τον πειρασμό της Άγκυρας να δοκιμάσει τα όρια αντοχής και
«ελαστικότητας» της ελληνικής πλευράς. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την
επόμενη ημέρα ενός ναυαγίου ή ενός υποχρεωτικού διαλείμματος στις
διερευνητικές και το πώς θα αντιδράσει σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η τουρκική
πλευρά. Καθώς μετά τις διερευνητικές και εφόσον δεν αποκατασταθεί ένας
ανθεκτικός δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ Μεγάρου Μαξίμου και Ακ Σαράι στην
Άγκυρα, κάτι που φαντάζει δύσκολο με τις σημερινές συνθήκες, δεν θα υπάρχει
άλλη βαλβίδα εκτόνωσης των εντάσεων και συγκράτησης νέων προκλήσεων.
H Τουρκία, εκτός από το «Oruc Reis», το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για
ένα «σπάσιμο νεύρων» με «αθώα» δρομολόγια κοντά στην ελληνική υφαλοκρηπίδα,
έχει δύο ακόμη εργαλεία στα χέρια της: Τη δημοσίευση στην τουρκική εφημερίδα
της κυβέρνησης των αδειών προς την ΤΡΑΟ για έρευνες στα Οικόπεδα που έχουν
χαραχθεί παράνομα βάσει του τουρκολιβυκού μνημονίου και φθάνουν μέχρι το
εξωτερικό όριο των χωρικών υδάτων των νησιών στα 6 ν.μ. Κίνηση η οποία, όπως
θα υποστηρίξει η Τουρκία, δεν διαταράσσει το κλίμα, καθώς αποτελεί άσκηση
«δικαιώματος» βάσει της Συμφωνίας με τη Λιβύη και ότι πάντως η δημοσίευση
των αδειών δεν σημαίνει ότι αυτομάτως θα ξεκινήσουν και έρευνες.
Το άλλο χαρτί είναι στη Λιβύη, όπου παρά τη συγκεχυμένη κατάσταση που
επικρατεί στη χώρα και τις διεργασίες επανέναρξης των συνομιλιών μεταξύ των
αντιτιθέμενων πλευρών, παραμένει στο τραπέζι της λιβυκής κρατικής εταιρείας
πετρελαίου το αίτημα της Τουρκίας για συμμετοχή σε έρευνες στη λιβυκή
υφαλοκρηπίδα.
Σε περιοχές που δεν είναι οριοθετημένες με την Ελλάδα και έτσι πιθανότατα θα
επιχειρηθεί να αποτυπωθεί και νότια της Κρήτης η προβολή του τουρκολιβυκού
μνημονίου με την επικάλυψη ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Και φυσικά η ακραία
ρητορική της τουρκικής ηγεσίας με την καθημερινή εκτόξευση απειλών και
προσβλητικών αναφορών, με την έγερση διαρκώς όλης της ατζέντας των
διεκδικήσεων, διαμορφώνουν ένα εντελώς αρνητικό κλίμα.
Οι Παύλος Αποστολίδης και Αλέξανδρος Κουγιού, που θα κληθούν ως Ελληνες
διαπραγματευτές να βγάλουν το «φίδι από την τρύπα», θα επιχειρήσουν να
ξαναπιάσουν το νήμα από εκεί που αφέθηκε τον Μάρτιο του 2016 και να αρχίσουν
να απορρίπτουν τα αιτήματα της τουρκικής πλευράς να προσθέσει όλο και
περισσότερα θέματα στις διερευνητικές. Οπως έλεγε καλά ενημερωμένη πηγή στη
διαδικασία αυτή των διαπραγματεύσεων, «θέματα προστίθενται μόνο με συμφωνία
των δύο πλευρών και κάθε νέα πρόταση αφαιρείται εάν δεν συμφωνήσει και η
άλλη πλευρά». Αυτό αφορά βεβαίως και το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης των
νησιών που επαναφέρει διαρκώς η τουρκική ηγεσία, αναδεικνύοντάς το σε
κορυφαίο για την τουρκική πλευρά θέμα.
Θέμα αποστρατιωτικοποίησης δεν πρόκειται να μπει στο τραπέζι, δηλώνει
κατηγορηματικά υψηλά ιστάμενη διπλωματική πηγή, καθώς ακόμη και αν η
τουρκική πλευρά το θέσει, δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτό από την ελληνική
αντιπροσωπεία. Εξάλλου και στο παρελθόν η τουρκική πλευρά είχε θέσει θέμα
αποστρατιωτικοποίησης των νησιών, χωρίς να επιμένει στη συζήτησή του (καθώς
απορρίφθηκε από την Ελλάδα), όμως εκτιμάται ότι ο λόγος που επιμένει η
Τουρκία δεν είναι τόσο ο αφοπλισμός των νησιών (γνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο
δεν είναι εφικτό), αλλά η ενοχοποίηση της Ελλάδας ότι είναι αυτή που
παραβιάζει διεθνείς συμφωνίες και όχι η Τουρκία. Επίσης με το θέμα της
αποστρατιωτικοποίησης θεωρεί η Τουρκία ότι μπορεί να στριμώξει την Ελλάδα,
ζητώντας παραίτηση από την εξαίρεση των θεμάτων άμυνας και ασφάλειας που
έχει δηλώσει η Ελλάδα στο ∆.∆. της Χάγης, αποδυναμώνοντας έτσι την
αξιοπιστία της πάγιας ελληνικής θέσης για επίλυση του θέματος της
οριοθέτησης στο ∆.∆. της Χάγης.
Επίσης η Τουρκία θα επιδιώξει επιμένοντας στο ευαίσθητο αυτό για την Ελλάδα
θέμα να αποσπάσει ανταλλάγματα σε άλλα ζητήματα. Σύμφωνα με αξιόπιστη πηγή,
πάντως, ούτε ο κ. Πομπέο ούτε η Ουάσινγκτον έχουν ζητήσει την
αποστρατιωτικοποίηση των νησιών (σ.σ. παρά το γεγονός ότι αποδέχονται την
υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησής τους, με μόνη εξαίρεση τον Αη-Στράτη για τον
οποίο έχει υπάρξει ρητή δήλωση του τότε ΥΦΥΠΕΞ Ν. Μπερνς το 2007 μετά τη
συνάντησή του στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ με την Ντ. Μπακογιάννη). Και η «μείωση
του στρατιωτικού αποτυπώματος» στην οποία αναφέρεται ο επικεφαλής της
αμερικανικής διπλωματίας αφορά όχι τα νησιά, αλλά την ανάπτυξη δυνάμεων σε
περιοχές κρίσης, όπως έγινε πρόσφατα με την ανάπτυξη των στόλων γύρω από το
«Oruc Reis».
* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο του Σαββατοκύριακου 3-4
Οκτωβρίου
0 Σχόλια