Sponsor

ATHENS WEATHER

Γιατί ο Πούτιν «ψηφίζει» Ερντογάν – Στο ναδίρ οι ελληνορωσικές σχέσεις


Παρότι παραδοσιακά η Ελλάδα ζητούσε τη ρωσική υποστήριξη στα ζητήματα που αφορούν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η συγκυρία του «νέου Ψυχρού Πολέμου» έχει κάνει τα πράγματα πιο σύνθετα

Εάν κανείς κοιτάξει την ιστορία των ελληνορωσικών (και πιο παλιά των ελληνοσοβιετικών) σχέσεων, θα διαπιστώσει ότι οι περισσότερες ελληνικές κυβερνήσεις προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν την έστω και σε φραστικό επίπεδο υποστήριξη της Ρωσίας στα ζητήματα που αφορούν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Ακόμη πιο έντονη είναι αυτή η τοποθέτηση εάν δούμε τις ρωσικές (και παλαιότερα σοβιετικές) τοποθετήσεις για το Κυπριακό, όπου υπάρχει μια πάγια στάση υποστήριξης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Σε αυτό συντελούσε και το γεγονός ότι η Ρωσία, επέμεινε σε μια πιο «κλασική» αντίληψη των διεθνών σχέσεων, με έμφαση στην ειρηνική συνύπαρξη, την αποφυγή επεμβάσεων και τις ισορροπίες ισχύος. Αυτή είναι μια στάση που γενικά την έφερνε σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, όταν αυτές υιοθετούσαν μια στρατηγική περισσότερο δυναμικών επεμβάσεων.

Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια οι ελληνορωσικές σχέσεις δείχνουν να περνούν μια περισσότερο αμήχανη θέση. Η επιδείνωση που υπήρξε επί θητείας του Νίκου Κοτζιά στο ΥΠΕΞ, παρά τη μετέπειτα προσπάθεια να πέσουν οι τόνοι, δεν ακολουθήθηκε από μια πραγματική σημαντική βελτίωση παρά τις σχετικές διαβεβαιώσεις.

Ούτε είναι τυχαίο το κλίμα που διαμορφώθηκε με αφορμή τα αρχικά δημοσιεύματα για τουρκική NAVTEX για ρωσικές ασκήσεις στη Μεσόγειο που οδήγησαν σε διαδοχικές διαψεύσεις και από τη ρωσική διπλωματία, που μίλησε ουσιαστικά για κατευθυνόμενη προπαγάνδα, αλλά και από την Κυπριακή κυβέρνηση που αποσαφήνισε ότι δεν έγινε κάτι διαφορετικό από προηγούμενες διαδικασίες.

Το φόντο του νέου Ψυχρού Πολέμου

Κομβικός παράγοντας που επικαθορίζει τις ελληνορωσικές σχέσεις τα τελευταία χρόνια είναι η επιδεινούμενη σχέση ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία, σχηματικά αυτό που ονομάστηκε ο «νέος Ψυχρός Πόλεμος».

Αυτό έχει οδηγήσει σε μια συστηματική πίεση από τις ΗΠΑ προς την ΕΕ και τις άλλες δυτικές χώρες να υιοθετήσουν κυρώσεις προς τη Ρωσία και γενικά να περιορίσουν τις οικονομικές και πολιτικές σχέσεις μαζί τους.

Χαρακτηριστική η αντιπαράθεση γύρω από τον αγωγό, με τις ΗΠΑ να πιέζουν τη Γερμανία να εγκαταλείψει το σχέδιο του αγωγού Nord Stream 2.

Μάλιστα, ήδη οι κυρώσεις έχουν επιπτώσεις οικονομικές σε διάφορες χώρες που είδαν να περιορίζονται οι οικονομικές συναλλαγές με τη Ρωσία, ανάμεσά τους και η Ελλάδα.

Επιπλέον, το γεγονός ότι η Ελλάδα προώθησε την επίλυση του «Μακεδονικού» κυρίως στο φόντο της επέκταση του ΝΑΤΟ στα Δυτικά Βαλκάνια επίσης έριξε τη σκιά του στις ελληνορωσικές σχέσεις (παρότι η ίδια η Ρωσία είχε αναγνωρίσει προ πολλού τη γειτονική χώρα με το συνταγματικό της όνομα). Δεν είναι τυχαίο ότι τότε ξέσπασε και η σοβαρή κρίση στις ελληνορωσικές σχέσεις, την απέλαση των ρώσων διπλωματών.

Η σημασία των ρωσοκυπριακών σχέσεων

Την ίδια στιγμή οι σχέσεις της Ρωσίας με την Κυπριακή Δημοκρατία παρέμειναν καλές. Αυτό αποτυπώνει και η παραδοσιακή θετική στάση της Ρωσία απέναντι στα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου.

Βέβαια, παράμετρος που έπαιξε ρόλο από ένα σημείο και μετά ήταν το γεγονός ότι ένας σημαντικός αριθμός ρωσικών εταιρειών αλλά και ρώσων πολιτών είχαν επιλέξει την Κύπρο ως έδρα οικονομικών δραστηριοτήτων, εκμεταλλευόμενοι και το ευνοϊκό σχετικό πλαίσιο.

Η στενή σχετικά σχέση της Κύπρου, μιας χώρας που δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ, με τη Ρωσία βρέθηκε στο στόχαστρο των ΗΠΑ που ήθελαν να αναβαθμίσουν τη σχέση τους να περιορίσουν τη ρωσική επιρροή. Ενδεικτικό και το γεγονός ότι η πρόσφατη απόφαση των ΗΠΑ για άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων στην Κύπρο, που είχαν εφαρμόσει από το 1987 ως μοχλό πίεσης για να ενισχύσουν το διάλογο για την επανένωση της Κύπρου, κατεξοχήν παρουσιάστηκε από την πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Κύπρο Τζούντιθ Γκάρμπερ ως κίνηση περιορισμού της ρωσικής επιρροής παρά ως παρέμβαση στην ελληνοτουρκική αντιπαράθεση.

Άλλωστε, οι ΗΠΑ πιέζουν συστηματικά την Κυπριακή Δημοκρατία να εφαρμόσει μέτρα κατά του «ξεπλύματος χρήματος» (δηλαδή να περιορίσει την παρουσία ρωσικών κεφαλαίων) και να σταματήσει να προσφέρει στα ρωσικά πολεμική σκάφη πρόσβαση σε λιμάνια για ανεφοδιασμό.

Οι κατά καιρούς ρωσικές σιωπές

Τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές κυβερνήσεις γενικά δεν προκρίνουν τις ρωσικές παρεμβάσεις για τα ελληνοτουρκικά, ακόμη και εάν γνωρίζουν ότι αυτές έστω και διακηρυκτικά θα ήταν υπέρ της τήρησης της διεθνούς νομιμότητας.

Αντίθετα, έχουν προκριθεί να προβληθούν πολύ περισσότερο οι τοποθετήσεις άλλων χωρών, που θεωρούνται ότι προσφέρουν την αίσθηση μιας «απομόνωσης» της Τουρκίας, παρότι στην πραγματικότητα η Ρωσία θα μπορούσε να θεωρηθεί χώρα που όντως μπορεί να ασκήσει πίεση στην Τουρκία.

Από τη μεριά της, η Ρωσία το τελευταίο διάστημα έχει επιλέξει να μην τοποθετείται ιδιαίτερα συχνά ούτε ιδιαίτερα αιχμηρά για τα ελληνοτουρκικά ζητήματα, υπογραμμίζοντας συχνά ότι πρόκειται για μια διαφορά εντός του ΝΑΤΟ που θα έπρεπε να έχει μηχανισμούς για να χειρίζεται τέτοιες καταστάσεις. Εντύπωση, είχε προκαλέσει και η στάση στο θέμα της Αγίας Σοφίας, αν και το Ρωσικό Πατριαρχείο είχε πολύ σαφή τοποθέτηση. Πάντως πρόσφατα το Ρωσικό ΥΠΕΞ πήρε σαφή θέση κατά της μετατροπής της Μονής Χώρας σε Τζαμί. Ωστόσο, την ίδια στιγμή η ρωσική διπλωματία έχει επίσης αποφύγει και δηλώσεις που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως λήψη θέσης υπέρ των τουρκικών αξιώσεων.

Η στάση αυτή αντανακλά και την έμμεση δυσαρέσκεια της Μόσχας για το γεγονός ότι η Αθήνα υιοθετεί ολοένα και περισσότερο μια στάση συμμόρφωσης στις αμερικανικές επιλογές.

Τι ακριβώς συμβαίνει με τις ρωσουτουρκικές σχέσεις

Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η Ρωσία και η Τουρκία συνεργάζονται σε διάφορα επίπεδα. Αυτό αφορά και το οικονομικό επίπεδο, αλλά και την κατάσταση στη Συρία.

Όμως, ειδικά στο γεωπολιτικό επίπεδο η συνεργασία αφορά πολύ περισσότερο το γεγονός ότι η Ρωσία είναι ο power broker στη συριακή κρίση και άρα αναγκαστικά ήταν η δύναμη στην οποία έπρεπε να απευθυνθεί η Τουρκία για να αποφύγει το ενδεχόμενο μιας κουρδικής οιονεί κρατικής οντότητας στη βορειοανατολική Συρία, παρά κάποια στρατηγική σύγκλιση.

Αυτό άλλωστε δείχνει και το γεγονός ότι στη λιβυκή κρίση η Τουρκία και η Ρωσία στηρίζουν αντίπαλες παρατάξεις στον εμφύλιο πόλεμο, με τη Ρωσία εμφανώς να δείχνει εκεί ότι δεν συμφωνεί με τον αλαζονικό τρόπο που η Τουρκία διεκδικεί ρόλο περιφερειακής δύναμης.

Η ελληνική αμηχανία

Υπό κανονικές συνθήκες η ελληνική πλευρά θα είχε ήδη απευθυνθεί στη Ρωσία, στο βαθμό που η τελευταία μπορεί όντως ως έναν βαθμό να ασκήσει πίεση στην Τουρκία, εφόσον η Άγκυρα γνωρίζει ότι εξαρτάται σε κρίσιμα ζητήματα από τη ρωσική στάση και εφόσον η Ρωσία δείχνει να επιμένει σε μια αντίληψη αποφυγής εντάσεων και αμφισβητήσεων κυριαρχικών δικαιωμάτων.

Την ίδια στιγμή η ελληνική διπλωματία έχει να αντιμετωπίσει έναν ευρύτερο γεωπολιτικό περίγυρο, όπου η κλιμάκωση των νέων πολώσεων, οδηγεί σε πολύ πιο μεγάλες απαιτήσεις «στράτευσης» εντός αυτού που συνηθίσαμε να ονομάζουμε «Δύση», όπως συχνά πυκνά υπογραμμίζουν οι εκπρόσωποι των ΗΠΑ.

Αυτό μπορεί να διαμορφώνει αυξημένη δυσκολία ως προς τον στόχο μιας πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, ωστόσο δεν μειώνει την αναγκαιότητά της.


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια