Του Κώστα Ράπτη
Πρακτικά, η ιδέα αναβολής, με την επίκληση της πανδημίας, τον αμερικανικών προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου, έστω και διατυπωμένη υπό μορφήν "ενδιαφέροντος ερωτήματος” από τον Ντόναλντ Τραμπ στο Twitter, δεν έχει καμία τύχη. Οι συνταγματικές προβλέψεις είναι συγκεκριμένες, ενώ ο τελικός λόγος ανήκει πάντοτε στο Κογκρέσο, όπου το ένα σώμα ελέγχεται από τους Δημοκρατικούς και το άλλο από τους Ρεπουμπλικανούς, που όμως εμφανίζονται εξίσου απρόθυμοι να παρακολουθήσουν στις εμπνεύσεις του τον πρόεδρό τους.
Όπως το ξεκαθάρισαν οι Ρεπουμπλικανοί ηγέτες της πλειοψηφίας στη Γερουσία και της μειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων τυχόν αναβολή των εκλογών (κίνηση που δεν αποτολμήθηκε ούτε σε εποχές πολέμων και τεράστιων κρίσεων) θα έδινε μήνυμα αποδυνάμωσης της χώρας – και βέβαια και της παράταξής τους, με βάση το ότι ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο νυν ένοικος του Λευκού Οίκου, που θεωρητικά θα είχε το πλεονέκτημα της επανεκλογής.
Αν η φιλολογία της αναβολής των εκλογών έχει περιορισμένη πρακτική σημασία, τούτο δεν σημαίνει και ότι δεν είναι πολιτικά εκρηκτική. Συνδεόμενη με την διατύπωση ανησυχιών για νόθευση της εκλογικής διαδικασίας λόγω της γενίκευσης της επιστολικής ψήφου, ιδίως σε πολιτείες που ελέγχουν οι Δημοκρατικοί, για τον φόβο της πανδημίας, η πρόταση Τραμπ μοιάζει περισσότερο με πολιτικό ελιγμό διαχείρισης επερχόμενης ήττας, με το βλέμμα στραμμένο σε μια (αορίστως προσδιοριζόμενη) "επόμενη μέρα”. Πρόκειται για μήνυμα προς τον σκληρό πυρήνα της εκλογικής βάσης του Αμερικανού προέδρου και όχι προς το εθνικό ακροατήριο.
Η αναζήτηση "αποδιοπομπαίου τράγου” για μια ήττα που φαντάζει όλο και πιο πιθανή, εν μέσω χαοτικής διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης και υποχώρησης του αμερικανικού ΑΕΠ κατά 32% αθροιστικά φέτος, δεν θα ήταν κάτι το συγκλονιστικό, αν δεν άγγιζε τα επικίνδυνα όρια της εκ των προτέρων απονομιμοποίησης της νίκης των αντιπάλων. Πράγμα που επαναφέρει το ερώτημα αν είναι πια δυνατόν να βρει πολιτική και εκλογική λύση το αδιέξοδο των Ηνωμένων Πολιτειών.
Το παιχνίδι της απονομιμοποίησης δεν έχει ξεκινήσει τώρα και δεν το ακολουθεί μόνο ο Τραμπ. Αποτυπώνει την απώλεια κοινού εδάφους, την αδυναμία συνδιαλλαγής επί ενός κοινώς νοούμενου εθνικού συμφέροντος, ανάμεσα στα δύο τμήματα της πολωμένης αμερικανικής κοινωνίας, οι ηγεσίες των οποίων αισθάνονται "φυσικοί ιδιοκτήτες” της χώρας.
Στο πολιτικό προσκήνιο ο Τραμπ εκτοξεύθηκε ως κατεξοχήν εκπρόσωπος των birthers, αυτών δηλ. που θεωρούσαν απονομιμοποιημένη την προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα, ως γεννημένου υποτίθεται εκτός αμερικανικού εδάφους. Διέπρεψε επίσης και στην καταγγελία της μεταναστευτικής "εισβολής” από τα νότια σύνορα. Κατέκτησε έτσι ο Νεοϋορκέζος μεγιστάνας την καρδιά όσων αισθάνονται ότι χάνουν τον έλεγχο της "χώρας που ήξεραν”, μπροστά στην ενδυνάμωση μειονοτήτων υποθαλπτόμενων από το "φιλελεύθερο κατεστημένο”.
Η φιλολογία περί νόθευσης των εκλογών, καίτοι πατά στις σχεδόν τριτοκοσμικές δυσλειτουργίες του συστήματος ψηφοφορίας (το "θρίλερ του Μαϊάμι” το 2000 είναι χαρακτηριστικό) περισσότερο αποτυπώνει το άγχος της "βαθιάς Αμερικής” μπροστά στη διεύρυνση της εκλογικής βάσης, που παραδοσιακά ευνοεί τους Δημοκρατικούς. Ήδη από το 2017 σε δημοσκόπηση-σοκ για λογαριασμό της Washington Post το 52% των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων δήλωνε ότι θα υποστήριζε μια αναβολή των προεδρικών εκλογών του 2020, αν ο πρόεδρος το ζητούσε, "για να επιβεβαιωθεί ότι μόνο όσοι Αμερικανοί έχουν πραγματικά το δικαίωμα, μπορούν και να ψηφίσουν”.
Αλλά και η υποδοχή της ανάδειξης του Τραμπ το 2016 με την εκκίνηση ευθύς αμέσως της συζήτησης περί καθαίρεσής του, ο πολιτικός ακτιβισμός του FBI και της CIA σε σύμπραξη με τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, το φιάσκο του Russiagate, κ.ο.κ. δείχνουν και μιαν άλλη κατηγορία "φυσικών ιδιοκτητών” της Αμερικής, που δεν έχουν συμφιλιωθεί καθόλου με την ιδέα του περιορισμού της εξουσίας τους και καταφεύγουν στο δικό τους αφήγημα απονομιμοποίησης.
Είναι μέγα ερώτημα πώς η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να θεραπευτεί.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια