Στο νέο γεωπολιτικό τοπίο της Μέσης Ανατολής, η Τουρκία και το Ιράν βρίσκονται πια στο επίκεντρο ενός πλέγματος περιφερειακών ανταγωνισμών, ιδεολογικών ρηγμάτων και θρησκευτικών διενέξεων
Καθώς η συριακή κρίση διανύει ήδη τον δέκατο χρόνο, η Μέση Ανατολή εξακολουθεί να βρίσκεται σε συνθήκες έντονης ρευστότητας.Από τη Μεσόγειο έως τον Περσικό Κόλπο, οι πιθανές εστίες ανάφλεξης –στη Συρία, στο Ιράκ και στον Λίβανο- συντηρούν την αστάθεια και αυξάνουν το ενδεχόμενο μιας νέας θερμής κρίσης στο κέντρο της Μέσης Ανατολής. Οι γεωπολιτικοί κραδασμοί του συριακού πολέμου είναι ακόμη ενεργοί και οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά την αποκλιμάκωση των τελευταίων δύο ετών μοιάζουν περισσότερο με μια προσωρινή αναστολή των επόμενων κρίσεων που ήδη διαφαίνονται στον ορίζοντα της περιοχής.
Ο πόλεμος στη Συρία υπήρξε και εξακολουθεί να αποτελεί τον βασικό καταλύτη αλλαγών και ανάδυσης νέων δεδομένων στην περιοχή. Εξάλλου, μέσα από αυτήν τη δεκαετή κρίση στη Συρία αναδύθηκε ο περιφερειακός ρόλος της Τουρκίας και του Ιράν. Άγκυρα και Τεχεράνη ενεπλάκησαν από νωρίς στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας, καθώς η αποσταθεροποίηση του καθεστώτος Άσαντ προσέλκυσε, για διαφορετικούς λόγους, την προσοχή τους.
Η Άγκυρα είδε τη βαθαίνουσα κρίση στη Συρία ως ευκαιρία για επέκταση της επιρροής της στη Μέση Ανατολή και επιδίωξε την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ.
Αντιθέτως, η Τεχεράνη κινήθηκε για να διατηρήσει τον Μπασάρ αλ Άσαντ στην εξουσία, καθώς το καθεστώς της Δαμασκού αποτελεί τον βασικό της σύμμαχο από τις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Η εμπλοκή της Τουρκίας και του Ιράν, σε συνδυασμό με τον ρόλο της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ, είχε ως αποτέλεσμα την απότομη κλιμάκωση του πολέμου στη Συρία και τη διεύρυνση των περιφερειακών του διαστάσεων.
Η συριακή κρίση και το νέο γεωπολιτικό τοπίο
Οι εξελίξεις στη Συρία διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό το νέο γεωπολιτικό τοπίο στη Μέση Ανατολή, αλλά και τον ρόλο της Τουρκίας και του Ιράν σε αυτό. Η συριακή κρίση ώθησε την Άγκυρα να στρέψει το βάρος της προς τη Μέση Ανατολή. Η περιφερειακή απομόνωση στην οποία βρέθηκε η Τουρκία εξαιτίας της επιθετικής πολιτικής της σε Συρία και Αίγυπτο μετά το 2012 έληξε μέσω της στρατηγικής προσέγγισης με τη Ρωσία, που από το 2016 έδωσε στην Άγκυρα μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμών και τη δυνατότητα να εισβάλει με δυνάμεις στη βόρεια Συρία, να εκτοπίσει τους Κούρδους και να επαναπροσδιορίσει τη θέση της στην περιοχή.
Από την πλευρά του, το Ιράν συνέχισε την επέκταση της επιρροής του, η οποία είχε ξεκινήσει μετά το 2003 και την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ. Το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου στη Συρία είχε απειλήσει με ρήξη την περιφερειακή στρατηγική του Ιράν που μέσω των εδαφών της συμμαχικής Συρίας εκτεινόταν από τον Περσικό Κόλπο και τη Βαγδάτη έως τον Λίβανο και τη Χεζμπολά. Κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Συρία, η Τεχεράνη κινητοποίησε τις σιιτικές παραστρατιωτικές οργανώσεις της Μέσης Ανατολής και με αιχμή του δόρατος τη Χεζμπολά κατάφερε να διατηρήσει τον Μπασάρ αλ Άσαντ στην εξουσία και να εδραιώσει την παρουσία ιρανικών και άλλων σιιτικών δυνάμεων εντός της Συρίας.
Η παρουσία των τουρκικών δυνάμεων στη βόρεια Συρία και των ιρανικών και φιλο-ιρανικών δυνάμεων κατά μήκος των συριακών εδαφών καθιστούν την Άγκυρα και την Τεχεράνη βασικούς παράγοντες και ρυθμιστές των εξελίξεων στο εσωτερικό της Συρίας.
Μια πραγματικότητα που ενισχύεται από την παράλληλη διπλωματική «διαδικασία της Αστάνα». Από το 2017, η Τουρκία και το Ιράν συμμετέχουν μαζί με τη Ρωσία σε αυτό το σχήμα με αντικείμενο τη διευθέτηση ζητημάτων που αφορούν τη συριακή κρίση.
Μέσω της «διαδικασίας της Αστάνα», η Άγκυρα, η Τεχεράνη και η Μόσχα προσπαθούν να επιλύουν τις μεταξύ τους διαφορές και να διαμορφώνουν συμβιβασμούς που ενισχύουν τη θέση τους στη Συρία ενώ παράλληλα διατηρούν άλλες δυνάμεις στο περιθώριο των εξελίξεων.
Ασφαλώς, ο ρόλος της Ρωσίας στη προσέγγιση της Άγκυρας με την Τεχεράνη είναι κομβικός, καθώς η επαναφορά της ρωσικής ισχύος στη Μέση Ανατολή και η παράλληλη υποχώρηση της αμερικανικής επιρροής λειτούργησαν καταλυτικά, τουλάχιστον όσον αφορά τα ζητήματα που σχετίζονται με τη συριακή κρίση.
Ασαφή όρια και αντίθετες οπτικές στη νέα Μέση Ανατολή
Όμως στο ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον της νέας Μέσης Ανατολής τα γεωγραφικά και χρονικά όρια των περιφερειακών συνεννοήσεων παραμένουν συχνά ασαφή, με αποτέλεσμα να υφίσταται πάντοτε το ενδεχόμενο μικρότερων ή μεγαλύτερων κρίσεων. Υπό αυτό το πρίσμα, παρά το γεγονός πως η Άγκυρα επιδιώκει σταθερές σχέσεις με την Τεχεράνη, η διείσδυση του Ιράν έως τη Μεσόγειο και η παρουσία των σιιτικών παραστρατιωτικών οργανώσεων στα συριακά εδάφη είναι μια αρνητική εξέλιξη για την κυβέρνηση Ερντογάν. Η ιρανική επιρροή σε Βαγδάτη, Δαμασκό και Βηρυτό αποτελεί, για την Τουρκία, ένα μελλοντικό ανάχωμα ως προς τις δικές της επιδιώξεις και την πρόθεση του προέδρου Ερντογάν να μετατρέψει την Τουρκία σε κυρίαρχη σουνιτική δύναμη στην περιοχή.
Το Ιράν θα συνεχίσει να βασίζει την περιφερειακή προβολή ισχύος του στις σιιτικές παραστρατιωτικές οργανώσεις και ειδικότερα τη Χεζμπολά στον Λίβανο, τις Μονάδες Λαϊκής Κινητοποίησης στο Ιράκ και τις ιρανικές ειδικές μονάδες των Φρουρών της Επανάστασης στη Συρία. Αν και είναι ακόμη ασαφές το μέγεθος του πλήγματος που έχει δεχθεί η περιφερειακή επιρροή της Τεχεράνης μετά την εκτέλεση του στρατηγού Κασέμ Σουλεϊμανί, του αρχιτέκτονα της ιρανικής στρατηγικής στη Μέση Ανατολή, η περιφερειακή οπτική της Τεχεράνης, που βασίζεται στην ασύμμετρη ισχύ των παραστρατιωτικών οργανώσεων, δεν έχει μεταβληθεί.
Ο Λίβανος και η Συρία θα συνεχίσουν να αποτελούν τα βασικά πεδία της σκιώδους αναμέτρησης ανάμεσα στο Ιράν και το Ισραήλ.
Αυτό εξάλλου δείχνει η μερική ανάφλεξη των τελευταίων ημερών, με τις ισραηλινές πυραυλικές επιθέσεις κατά στόχων γύρω από τη Δαμασκό, αλλά και την παράλληλη μετακίνηση ισραηλινών μονάδων στα σύνορα με τον Λίβανο.
Όπως και το Ιράκ θα συνεχίσει να αποτελεί ένα από τα βασικά πεδία αναμέτρησης ανάμεσα στο Ιράν και τις ΗΠΑ, όπως άλλωστε έδειξε η εκτέλεση του στρατηγού Σουλεϊμανί στο αεροδρόμιο της Βαγδάτης, αλλά και οι συχνές πυραυλικές επιθέσεις των σιιτικών παραστρατιωτικών οργανώσεων κατά αμερικανικών βάσεων. Παράλληλα, το Ιράκ γίνεται όλο και περισσότερο πεδίο προβολής των νέων τουρκικών επιδιώξεων και προθέσεων.
Απέναντι στις οπτικές της Τουρκίας και του Ιράν βρίσκονται οι αντίθετες βλέψεις και επιδιώξεις της Σαουδικής Αραβίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Οι δύο σουνιτικές μοναρχίες του Κόλπου, όπως και η Αίγυπτος, βλέπουν με εχθρικότητα την επέκταση της στρατιωτικής παρουσίας της Άγκυρας σε Λιβύη, Κατάρ και Σομαλία, όπως και τους δεσμούς της με τη μουσουλμανική αδελφότητα. Παράλληλα, το Ριάντ και το Άμπου Ντάμπι, όχι όμως και το Κάιρο, βλέπουν με επίσης μεγάλη εχθρικότητα την ιρανική διείσδυση από τον Περσικό Κόλπο έως τη Μεσόγειο. Για το Κάιρο, η τουρκική παρουσία στη Λιβύη αποτελεί μεγαλύτερη απειλή από ότι η ιρανική διείσδυση σε Ιράκ, Συρία και Λίβανο.
Στο νέο γεωπολιτικό τοπίο της Μέσης Ανατολής, η Τουρκία και το Ιράν βρίσκονται πια στο επίκεντρο ενός πλέγματος περιφερειακών ανταγωνισμών, ιδεολογικών ρηγμάτων και θρησκευτικών διενέξεων. Άγκυρα και Τεχεράνη, μέσω του κομβικού ρόλου της Μόσχας, αποφάσισαν να έλθουν σε συνεννόηση, κυρίως σε μεταξύ τους διαφορές που σχετίζονται άμεσα με τη Συρία. Όμως στη Μέση Ανατολή, όπου οι επόμενες εστίες ανάφλεξης έχουν ήδη σχηματιστεί, η σχέση της Τουρκίας με το Ιράν θα δοκιμαστεί από την έντονη γεωπολιτική ρευστότητα, τα ασαφή όρια της συνεννόησής τους και τις αντίθετες οπτικές τους για το μέλλον της περιοχής.
Δρ. Μιχάλης Σαρλής
Δρ. Γεωπολιτικής Πανεπιστημίου Αθηνών με ειδίκευση σε θέματα της Μέσης Ανατολής
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια