Του Δημήτρη Τσαϊλά *
Οι δύο κεντρικές προκλήσεις ασφάλειας που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σήμερα, είναι ο ενεργειακός ανταγωνισμός με την Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο, μετά και την παράνομη συμφωνία με τη Λιβύη, και η ανάσχαιση μαζικής εισροής παράτυπων μεταναστών και προσφύγων από τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Αυτές οι πρωτεύουσες προκλήσεις δημιουργούν νέα δεδομένα και συζητήσεις καθώς και προοπτικές για μια ανανεωμένη αποτροπή.
Οι συμφωνίες Τουρκίας-Λιβύης του Νοεμβρίου 2019 και η πιο πρόσφατη μαζική εισροή παράτυπων μεταναστών και προσφύγων στα ελληνοτουρκικά σύνορα αποτελούν τις δύο κεντρικές προκλήσεις για την ασφάλεια της Ελλάδας σήμερα. Η συμφωνία της Τουρκίας με την Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας (GNA) που εδρεύει στην Τρίπολη θέτει σε κίνδυνο τα ελληνικά οικονομικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο και αδυνατίζει τις ελπίδες για την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου East-Med, ενώ η εισροή παράνομων μεταναστών και προσφύγων έχει καταστήσει τεταμένες τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και έχει αμαυρώσει την τουρκική κανονιστική στάση για τη σκληρή μεταχείριση των μεταναστών και προσφύγων ωθώντας τους δια της βίας, από παραστρατιωτικές τουρκικές ομάδες στα ελληνικά σύνορα. Η Ελλάδα έχει ήδη αναπτύξει μεγάλες αστυνομικές και λιμενικές δυνάμεις συνεπικουρούμενες από τις ένοπλες δυνάμεις για να εξασφαλίσει τα ανατολικά χερσαία και θαλάσσια σύνορά της με την Τουρκία και ταυτόχρονα υποστηρίζει τον αρχηγό των λιβυκών δυνάμεων LNA Khalifa Haftar στην επίθεση κατά του GNA στη Λιβύη, αλλά η αποτρεπτική ικανότητα της Αθήνας από μόνη της εκτιμάται αρκετά ισχνή.
Τι πιστεύει η Τουρκία για την Ελλάδα
Η συγκριτικά ισχνή αποτρεπτική ικανότητα μας είναι ένα επαναλαμβανόμενο πρόβλημα για το οποίο το ελληνικό αμυντικό δόγμα έχει αγωνιστεί να επινοήσει μια θεραπεία, χωρίς όμως μέχρι σήμερα να έχει βρεθεί. Συνειδητοποιώντας, με την οικονομική ύφεση που υποστήκαμε, τα όρια της εσωτερικής εξισορρόπησης, την τελευταία δεκαετία η Ελλάδα προσπαθεί με διπλωματικές κινήσεις να προβάλλει τη δυτική υποστήριξη για να αντισταθμίσει την ανατροπή ισορροπίας με τις τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις. Ωστόσο, με την ΕΕ σήμερα σε κατάσταση στρατηγικής ατροφίας και διαιρεμένη σε μεγάλο βαθμό σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης της Τουρκίας, η δοκιμασμένη στρατηγική εξωτερικής εξισορρόπησης της Ελλάδας αντιμετωπίζει επίσης τα όρια της.
Υπό αυτές τις οριακές συνθήκες και δεδομένου των συγκριτικά περιορισμένων οικονομικών πόρων, εκτιμάται από την Τουρκία, πως ο μακροπρόθεσμος στρατηγικός ανταγωνισμός δεν θα αποτελέσει επιλογή για την Ελλάδα, καθώς και η ισορροπία ισχύος προϊόντος του χρόνου θα διαταράσσεται ακόμη περισσότερο υπέρ της. Έτσι πιστεύει, ό, τι τα συμφέροντα ασφάλειας της Αθήνας δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν με την προβαλλόμενη σημερινή αποτροπή. Αυτή η άποψη, μάλιστα, ενισχύεται από τη δεκαετία του 1970, καθώς οι Έλληνες πολιτικοί επέλεξαν σταθερά την προσέγγιση δια κατευνασμού, όταν η Ελλάδα και η Τουρκία βρισκόταν στο χείλος της ένοπλης αντιπαράθεσης αρκετές φορές για τα δικαιώματα εξερεύνησης πετρελαίου στο Αιγαίο.
Σήμερα, με την Τουρκία να έχει πολύ μεγαλύτερη οικονομική και στρατιωτική ισχύ από ό, τι είχε στο παρελθόν, η Ελλάδα, πιστεύεται ότι θα να είναι ακόμη πιο πρόθυμη να θέσει τέρμα, στην πολιτική της αντιπαράθεσης, και να επιδιώξει μια συμφιλίωση, ακόμη και συνδιαχείριση, όσον αφορά τα δικαιώματα εξερεύνησης φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο τους μετανάστες-πρόσφυγες και την κρίση της Λιβύης. Το πιο σημαντικό, στην τουρκική σκέψη είναι ότι η Ελλάδα μπορεί να ωθήσει την ΕΕ να τερματίσει τη στρατηγική της έναντι της απειλής που θέτει το συριακό καθεστώς και η Ρωσία. Διότι παραμένοντας σε πολεμική αντιπαράθεση με την Τουρκία, θα σπείρουμε περαιτέρω διχασμούς εντός της ΕΕ, θα τροφοδοτήσουμε τον λαϊκισμό και την ξενοφοβία σε ολόκληρη την ήπειρο και θα θέσουμε σε κίνδυνο τα ελληνικά και ευρωπαϊκά συμφέροντα ασφάλειας στη Μεσόγειο. Με λίγα λόγια, η Τουρκία πιστεύει ότι έχει καταφέρει τη “Φιλανδοποίηση” της Ελλάδας.
Διεθνής κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο
Είναι σαφές ότι υπάρχει ένας σοβαρός αγώνας για την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου. Ενώ τα μεσογειακά κράτη προσβλέπουν στην εξάντληση των υδρογονανθράκων στην περιοχή στοχεύοντας στην επίτευξη οικονομικού κέρδους, η ΕΕ και μη περιφερειακοί παράγοντες, εξακολουθούν να επιθυμούν την απαλλαγή από την ενεργειακή εξάρτηση της Ρωσίας. Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία προσπαθεί να εμποδίσει τους ενεργειακούς πόρους της περιοχής να φτάσουν στην Ευρώπη με σκοπό την εξάρτηση της ΕΕ από την ενέργεια. Οι ΗΠΑ προσπαθούν να μειώσουν τον αντίκτυπο που έχει η Ρωσία στους ενεργειακούς πόρους της Ευρώπης και στοχεύουν στην οικονομική αποδυνάμωση της Ρωσίας. Η Κίνα, μια περιφερειακή χώρα που δεν βρίσκεται στην περιοχή, αυξάνει όμως τις λιμενικές και εμπορικές της επενδύσεις, με σκοπό να χρησιμοποιήσει μια πιο αποτελεσματική μέθοδο στην περιοχή σε σύγκριση με άλλες χώρες.
Για τους σκοπούς αυτούς, είναι γεγονός ότι και οι δύο διεθνείς παράγοντες στην περιοχή που βρίσκονται στην Ανατολική Μεσόγειο, Ελλάδα και Τουρκία, είναι σε θέση να προκαλέσουν μια στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ των χωρών της περιοχής αυξάνοντας τον κίνδυνο αστάθειας κάθε μέρα. Κατά μία έννοια, ένας πληρεξούσιος πόλεμος διεξάγεται ήδη στην περιοχή, όπως και στη Συρία, ειδικά στη Λιβύη. Η Τουρκία προσπαθεί να διατηρηθεί πολιτικά και στρατιωτικά με κάθε κόστος. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η κούρσα των όπλων στην περιοχή μακροπρόθεσμα θα αυξηθεί, θεωρείται βέβαιο πως θα επικρατήσει η διπλωματία των κανονιοφόρων στην ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο, τελικά, εκτιμάται πως η προσοχή θα στραφεί στην Ανατολική Μεσόγειο μετά το τέλος των άλλων συγκρούσεων.
Εκτιμήσεις-συμπεράσματα
Σήμερα, αντικρίζουμε τις γεωστρατηγικές και γεωπολιτικές ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο, με αντίστοιχες γεωστρατηγικές, πολιτικές και οικονομικές συνέπειες. Αναπτύσσεται ένα δύσκολο παιχνίδι, όπου όλοι οι παίκτες ισορροπούν σε τεντωμένο σχοινί. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που προέρχονται από μέσα και έξω από την περιοχή, και η διαμάχη ισχύος συνεχίζεται όσον αφορά τα στρατηγικά και οικονομικά οφέλη. Για αυτόν τον λόγο, η ισορροπία ισχύος, η οικονομική και στρατηγική σημασία της περιοχής θα πρέπει να αναλυθούν, με ιδιαίτερη προσοχή και θα πρέπει να εκτιμηθεί πολύ καλά ο υπολογισμός των εναλλακτικών προοπτικών των κινήσεων που πρέπει να γίνουν με άριστο στρατηγικό σχεδιασμό.
Εκτιμάται ότι η Τουρκία προσβλέπει στη συνεργασία με το «Ενεργειακό Κέντρο Ηνωμένων Πολιτειών-Ανατολικής Μεσογείου», που είναι μια διεθνής πρωτοβουλία για την καθιέρωση σε αυτό το πλαίσιο, προκειμένου να δημιουργηθεί ο έλεγχος με τις χώρες οι οποίες βρίσκονται σε περιφερειακή εγγύτητα στην περιοχή υπό την ηγεσία της Τουρκίας με τη Λιβύη, και τις άλλες χώρες που θέλουν να ενταχθούν σε αυτό το Φόρουμ, έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια εναλλακτική λύση ενάντια στον αποκλεισμό της Τουρκίας από την περιοχή.
Όταν αυτοί οι παράγοντες λαμβάνονται υπόψη όλοι μαζί, αντιλαμβανόμαστε πολύ καλά τις προσπάθειες που γίνονται εντός του πεδίου ισορροπίας στην περιοχή, με σκοπό να κινητοποιήσουν, εν προκειμένω, ιδίως το Ισραήλ, τη Συρία, τον Λίβανο και την Αλγερία για να συμπεριληφθούν στη νέα οικονομική περιφερειακή συμμαχία. Λαμβάνοντας υπόψη ότι μπορεί να υπάρξει συναίνεση για νέες περιφερειακές συμφωνίες, καθώς και το γεγονός ότι η Μεσόγειος είναι η πύλη προς την Αφρικανική ήπειρο, είναι απαραίτητο να επαναξιολογηθεί η αναζήτηση νέων στρατηγικών συμμαχιών με τη Ρωσία, τις ΗΠΑ και την ΕΕ, καθώς και την Κίνα και το ΝΑΤΟ.
Πέραν όλων αυτών απαιτείται και ένας σαφής σχεδιασμός του μελλοντικού στόλου για την κάλυψη των θαλάσσιων αναγκών μας. Το Υπουργείο Άμυνας έχει καθυστερήσει να ολοκληρώσει μια Αξιολόγηση Δομής Δυνάμεων του Πολεμικού Ναυτικού, καθώς συνεχίζεται η εθνική συζήτηση σχετικά με το αν τα ελληνικά ναυπηγεία μπορούν να κατασκευάσουν πλοία. Αυτές οι αξιολογήσεις, και οι συζητήσεις σχετικά με τον συνολικό αριθμό και τύπο πλοίων, είναι χρήσιμες, αλλά δυστυχώς η αφήγηση είναι πολύ στενά εστιασμένη.
Η ικανότητα προβολής της θαλάσσιας ισχύος πρέπει να αποτελέσει στρατηγική προτεραιότητα για ολόκληρη την κυβέρνηση και όχι μόνο μια πρόκληση του Ναυτικού του Ελληνισμού για επίλυση θαλασσίων ζητημάτων. Όσες φορές η πατρίδα μας υποστήριξε και πρόσφερε στο ζήτημα της θαλάσσιας ισχύος, ακλούθησαν οι πιο λαμπρές εθνικές επιτυχίες. Οι εσωτερικές και διεθνείς υποθέσεις του Ελληνισμού συνδέονται εγγενώς με τη θάλασσα. Ολόκληρη η Ελλάδα με τα νησιωτικά συμπλέγματα συνδέεται μέσω πλωτών διαδρόμων, με ένα παγκόσμιο εμπορικό δίκτυο που είναι η ζωτική πηγή της οικονομίας μας.
* Ο Υποναύαρχος ε.α. Δημήτριος Τσαϊλάς είναι Senior Researcher of Strategy International και Member of Institute for National and international Security,
“Μακεδονία” 08.06.20
** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια