Sponsor

ATHENS WEATHER

Βαθιά κρίση στην ελληνική οικονομία


Οι προβλέψεις που δημοσιοποίησε την Τρίτη το ΔΝΤ για υποχώρηση του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη κατά 7,5% το 2020 (με το βασικό σενάριο, δηλαδή το καλύτερο) δείχνουν με απόλυτη σαφήνεια το βάθος της κρίσης και τα προβλήματα που δημιουργούνται, τα οποία θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν από κοινού και άμεσα από τις χώρες της Ευρωζώνης. Μόνο έτσι θα περιοριστούν οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις αυτής της πρωτοφανούς κρίσης.

Διαχρονικά η Ε.Ε. λαμβάνει σημαντικές αποφάσεις όταν είναι με την πλάτη στον τοίχο, αυτή τη φορά όμως η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή για να παίξει με τον χρόνο, γιατί από την ταχύτητα και την ποιότητα των αποφάσεων θα εξαρτηθούν το μέγεθος της ύφεσης και οι κοινωνικές επιπτώσεις αυτής.
Για την Ελλάδα οι προβλέψεις είναι οι δυσμενέστερες (μόνο το Σαν Μαρίνο προβλέπεται να παρουσιάσει μεγαλύτερη ύφεση) από τις χώρες της Ευρωζώνης: 10% το 2020, πάντα με το καλύτερο σενάριο. Παράλληλα προβλέπεται άνοδος της ανεργίας στο 22,3% και αύξηση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στο 6,5%.

Η Ελλάδα βρίσκεται δηλαδή αντιμέτωπη με μια κρίση σοβαρότερη από οποιαδήποτε άλλη οικονομία της ζώνης του ευρώ. Οι λόγοι μπορούν να αναζητηθούν στο υπάρχον παραγωγικό υπόστρωμα της χώρας, το οποίο, δυστυχώς, μετά από δέκα χρόνια μνημονιακής πολιτικής δεν μεταβλήθηκε, αλλά αντιθέτως βγήκε εντελώς εξουθενωμένο από αυτή την περιπέτεια.

Καμία χώρα στην Ευρωζώνη, εκτός της Κύπρου, δεν εξαρτάται περισσότερο από τον τουρισμό όσο η Ελλάδα, και ο τουρισμός έχει ουσιαστικά σταματήσει να υπάρχει. Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις το 2019 διαμορφώθηκαν στα 18,179 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 12,295 εκατ. προήλθαν από τους κατοίκους των χωρών της Ε.Ε. των «28», και 5,385 εκατ. από τους κατοίκους των χωρών εκτός της Ε.Ε. (στοιχεία της ΤτΕ). Συνυπολογίζοντας και τα πολλαπλασιαστικά οφέλη του τουρισμού -με πολλαπλασιαστή 2,4-, η συνολική συνεισφορά του ανέρχεται περίπου στα 45 δισ. ευρώ. Επομένως, ένα μεγάλο μέρος των εξαγωγών της χώρας μάλλον θα υποστεί δραματική μείωση (το ύψος της θα εξαρτηθεί από τις προσδοκίες των τουριστών ότι οι διακοπές τους θα είναι ασφαλείς έναντι του ιού). Σημειωτέον ότι οι εξαγωγές αποτέλεσαν σημαντικότατο παράγοντα στη μικρή ανάκαμψη που παρουσίασε η ελληνική οικονομία τα τελευταία έτη.

Η οικονομία της Ελλάδας είναι κράτος μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι περισσότερες από τις οποίες δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους για να αντιμετωπίσουν δύσκολους καιρούς λόγω του μεγέθους τους, αλλά και λόγω της επιβάρυνσης από τη δεκαετή περίοδο της δημοσιονομικής προσαρμογής. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ορατός ο κίνδυνος της πτώχευσης και της απόσυρσης από την αγορά μεγάλου αριθμού από αυτές. Κάτι άλλωστε που η ελληνική οικονομία έζησε την προηγούμενη δεκαετία. Σε αυτό συνίσταται και η μεγάλη διαφορά με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης.

Ενα ακόμη πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει η χώρα είναι η αύξηση του ήδη υψηλού δημοσίου χρέους (ο λόγος Δ.Χ./ΑΕΠ βρίσκεται στο 180%). Μόνο η μείωση του ΑΕΠ κατά 10% θα ανεβάσει τον λόγο Δ.Χ./ΑΕΠ στο 200%, χωρίς να συνυπολογιστεί καθόλου ο νέος δανεισμός για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων που θα δημιουργηθούν λόγω των έκτακτων μέτρων (αύξηση δαπανών και μείωση εσόδων) για την αντιμετώπιση της κρίσης. Παράλληλα, ο μέχρι σήμερα σχεδιασμός διαχείρισης και μείωσης του ελληνικού δημοσίου χρέους τίθεται στις ελληνικές καλένδες και θα χρειαστεί εκ νέου σχεδιασμός, κάτι που εν μέσω κρίσης και με την υπάρχουσα γερμανική λογική ενέχει αρκετούς κινδύνους που χρειάζεται να ληφθούν υπόψη.

Η Ελλάδα το 2020 κινδυνεύει να εμφανίσει πάλι διπλά ελλείμματα (δημοσιονομικό και ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών), για την εξάλειψη των οποίων κατέβαλε μεγάλο κόστος την προηγούμενη δεκαετία. Το ύψος των έκτακτων δημοσιονομικών μέτρων που σχεδιάζει -σωστά- η κυβέρνηση θα εκτοξεύσει το δημοσιονομικό έλλειμμα περίπου στο ίδιο ύψος της μείωσης του ΑΕΠ, το οποίο χρειάζεται να διαχειριστεί, υποθέτοντας ότι το 2021 έχει συμβεί η επανεκκίνηση της οικονομίας, με τρόπο που να μην έχει αρνητικές επιδράσεις στη μεγέθυνση του ΑΕΠ. Αυτό θα εξαρτηθεί από τον βαθμό ελευθερίας της ίδιας της οικονομίας, αλλά και το πώς θα συμπεριφερθούν οι πολιτικές αρχηγεσίες της Ε.Ε.

Για τον λόγο αυτό, η από κοινού αντιμετώπιση της κρίσης από τις χώρες της Ευρωζώνης θα ήταν το απαραιτήτως λογικό. Μέχρι τώρα, όμως, οι επιλογές της Ε.Ε. δεν φαίνεται να συμμερίζονται αυτή την άποψη.

Κώστας Μελάς,
Καθηγητής Διεθνούς Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια