Γράφει ο Δημήτριος Ν. Τσαϊλάς *
Μια ήρεμη επανάσταση προβλέπεται ότι ξεκινάει στη χάραξη της εθνικής μας στρατηγικής. Η εθνική μας άμυνα πλέον φαίνεται ότι δεν πρέπει να επικεντρώνεται μόνο στη μετωπική καταπολέμηση αδίστακτων και αναθεωρητικών κρατών γύρω από τα σύνορά μας, τρομοκρατικών ομάδων και άλλων θανατηφόρων εχθρών. Αντ’ αυτών, χρειάζεται να προσανατολιστεί στους αντιπάλους εναντίον της ελληνικής ευημερίας και ασφάλειας. Σαφώς, ο κύριος και μεγάλος αντίπαλος ισχύος παραμένει η Τουρκία που αμφισβητεί τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα και απειλεί με το γκριζάρισμα των θαλασσίων ζωνών. Η κεντρική πρόκληση όμως για την ελληνική ευημερία και ασφάλεια σήμερα, εκτός από την εμφάνιση μακροπρόθεσμου, στρατηγικού ανταγωνισμού από τον τουρκικό ρεβιζιονισμό με την εργαλειοποίηση του προσφυγικού ζητήματος τελευταία, είναι τα παγκόσμια θέματα, όπως οι μεταναστευτικές ροές λόγω της κλιματικής αλλαγής και η διασπορά επιδημιών. Η εξάλειψη αυτών των αντιπάλων και η νίκη τους θα απαιτήσουν μεγάλες αλλαγές στη στρατηγική σκέψη. Η στενή συνεργασία με τους συμμάχους, τους εταίρους μας, ακόμη και με τους αντιπάλους θα είναι επίσης απαραίτητη προϋπόθεση για την ελληνική ασφάλεια.
Υπό την επίδραση της επανάστασης της πληροφορίας και της παγκοσμιοποίησης, η παγκόσμια πολιτική αλλάζει δραματικά. Οι τεχνολογίες του 21ου αιώνα είναι παγκόσμιες όχι μόνο στη διανομή τους, αλλά και στις συνέπειές τους. Οι παθογόνοι ιοί, τα συστήματα Τεχνητής Νοημοσύνης, οι ιοί υπολογιστών και η πυρηνική ακτινοβολία που άλλοι μπορεί να απελευθερώσουν κατά λάθος θα μπορούσαν να γίνουν και δικό μας πρόβλημα. Όχι μόνο δικό τους. Συμφωνημένα συστήματα αναφοράς, επιμερισμένοι έλεγχοι, κοινά σχέδια έκτακτης ανάγκης, κανόνες και συνθήκες πρέπει να επιδιωχθούν ως μέσο για τον μετριασμό των πολυάριθμων αμοιβαίων κινδύνων.
Η πανδημία του ιού COVID-19 δίνει ένα μάθημα στην ανθρωπότητα και δεν είναι το μοναδικό. Να θυμηθούμε τη χρηματοπιστωτική ύφεση των προηγούμενων δέκα ετών ως παράδειγμα ζωτικής σημασίας για την ελληνική ευημερία, όπου χρειαστήκαμε στην ΕΕ τη συνεργασία όλων των εταίρων για να την καταπολεμήσουμε. Και ενώ οι οικονομικοί πόλεμοι φέρουν σκεπτικισμό όσον αφορά την παγκοσμιοποίηση, είμαστε πολύ πίσω στην αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής παγκοσμιοποίησης που αντιπροσωπεύουν οι πανδημίες και η αλλαγή του κλίματος.
Ο κύριος πυλώνας μιας νέας στρατηγικής είναι μια ριζοσπαστική προσέγγιση για την επιβολή του σχεδιασμού, η οποία θα περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να οικοδομηθεί ο ελληνισμός για να πολεμήσει όλες τις διαφαινόμενες απειλές. Από τη μεταπολίτευση και μετά, ο ελληνισμός διατήρησε ένα πρότυπο ολοκληρωτικού πολέμου εναντίον της Τουρκίας, ενώ μετά το 1996 εφάρμοσε τη στρατηγική διαχείρισης κρίσεων και αντιμετώπισης θερμών επεισοδίων. Σε έναν κόσμο όπου τα σύνορα γίνονται ολοένα και πιο πορώδη στα πάντα, από τα ναρκωτικά, τις μολυσματικές ασθένειες, τις άναρχες μετακινήσεις μεταναστών μέχρι την τρομοκρατία, ο ελληνισμός πρέπει να χρησιμοποιήσει, πέραν της σκληρής ισχύος, ιδιαίτερα την ήπια ισχύ του για την ανάπτυξη δικτύων και θεσμών που αντιμετωπίζουν αυτές τις νέες απειλές. Για παράδειγμα, προτείνεται μια αξιοσημείωτη συνεισφορά μας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, τώρα που τον χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ.
Μια επιτυχημένη στρατηγική εθνικής ασφάλειας πρέπει να αντικατοπτρίζει σοβαρή στρατηγική σκέψη και να έχει τις ρίζες της σε πραγματικούς δημοσιονομικούς περιορισμούς. Απαιτείται η αναγνώριση ότι η νίκη θα ήταν πολύ πιο δύσκολη από ό, τι μπορούσαν να καταφέρουν οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις εδώ και δεκαετίες και ότι η απώλεια ενός πολέμου θα είναι καταστροφική. Σκοπός είναι να επιφέρουμε τις ριζικές αλλαγές που είναι απαραίτητες για να αποφύγουμε να ζήσουμε αυτό το ζοφερό σενάριο.
Ο πιο προφανής κίνδυνος ενός προτύπου πολέμου είναι ότι η Ελλάδα μπορεί να χρειαστεί να πολεμήσει περισσότερους από έναν πόλεμο τη φορά. Στην πραγματικότητα, το πρότυπο ενός πολέμου με αφανείς εχθρούς θα μπορούσε να αυξήσει αυτόν τον κίνδυνο, την ίδια στιγμή που εμφανίζεται κι ένας ευκαιριακός αντίπαλος (όπως για παράδειγμα οι απελπισμένοι μετανάστες), με σκοπό να αναλώσουν τη δύναμή μας σε ένα θέατρο επιχειρήσεων, ενώ η ο στρατός μας θα αγωνίζεται σε ένα άλλο. Ταυτόχρονα, στον σχεδιασμό θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε και τη βιολογική βόμβα μιας πανδημίας. Οι υποστηρικτές της προσέγγισης ενός μόνο πολέμου προσφέρουν διάφορες επιλογές για την αποφυγή ενός δεύτερου πολέμου, αν είναι δυνατόν ή για την καταπολέμησή του, εάν είναι απαραίτητο, αλλά αυτές οι επιλογές δεν είναι ελπιδοφόρες. Θα αφήσουν την Ελλάδα στρατηγικά εκτεθειμένη, στρατιωτικά να εξαρτάται από εξαιρετικά κλιμακωτές επιλογές που στερούνται αξιοπιστίας. Και καθώς θα χάνουμε την ικανότητα να χειριστούμε προκλήσεις σε περισσότερα από ένα θέατρα επιχειρήσεων, θα χαθεί η μόχλευση ειρήνης.
Για να παραμείνει η εθνική μας ασφάλεια ισχυρή, ο ελληνισμός θα πρέπει να καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες συνεργασίας. Σε διακρατικά θέματα, όπως ο ιός COVID-19 και η κλιματική αλλαγή, η δύναμη αντιμετώπισης γίνεται ένα παιχνίδι θετικού αθροίσματος. Πρέπει επίσης να σκεφτούμε το ζήτημα και από την άποψη της επίτευξης κοινών στόχων που αφορούν την επιβίωσή μας.
Κλείνοντας, πιστεύω ότι το κλειδί για τη μελλοντική ασφάλεια και την ευημερία, όχι μόνο του ελληνισμού αλλά και όλων των κρατών, είναι να γίνει κατανοητή η διαφορά της σημασίας ανάμεσα στη «δύναμη» και την «ισχύ». Κάθε χώρα προσπαθεί να διαμορφώσει τα εθνικά συμφέροντά της, αλλά το σημαντικό ερώτημα είναι το πόσο ευρεία ή στενά καθορίζονται αυτά τα συμφέροντα. Η νέα απειλή για την ασφάλεια των κρατών δεν οφείλεται μόνο στις εθνικές δυνάμεις ισχύος, αλλά εξαρτάται και από εξωγενείς παράγοντες που απαιτείται να έχουμε τη δύναμη να αντιμετωπίσουμε, όπως η πανδημία από τον COVID-19, την κλιματική αλλαγή, αλλά και από θεομηνίες. Πρέπει να προσαρμόσουμε τη στάση μας σε αυτόν τον νέο κόσμο. Αυτό είναι ένα μάθημα που μας διδάσκει ο COVID-19.
* Υποναύαρχος ε.α. ΠΝ. Δίδαξε, μεταξύ άλλων, επί σειρά ετών, στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως και της Στρατηγικής και Ασφάλειας σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια