Του Δρ. Βενιαμίν Καρακωστάνογλου,
Διεθνολόγου, Λέκτορα Νομικής Σχολής Α.Π.Θ,
Προέδρου του Περιφερειακού Συμβουλίου Κεντρικής Μακεδονίας
Από τον Δεκέμβριο 2017, στην επίσκεψη του στην Αθήνα, ο Ερντογάν επιχειρεί να αναιρέσει τη Συνθήκη της Λωζάννης (1923). Η κεντρική ιδέα της Λωζάννης είναι σαφής: η Τουρκία παίρνει τη Μ.Ασία, την Ανατ.Θράκη και τα 3 νησιά στην είσοδο των Δαρδανελλίων και η Ελλάδα όλα τα νησιά του Αιγαίου, ενώ η Ιταλία, τότε, τα Δωδεκάνησα. Στη συνέχεια (1932) διευκρινίσθηκε και οριστικοποιήθηκε η οριοθέτηση της αιγιαλίτιδας ζώνης και το καθεστώς των Δωδεκανήσων και του Καστελλόριζου, που από το 1947 εκχωρήθηκαν στην Ελλάδα
Αυτό πρέπει να το κατανοήσει και να το αποδεχθεί η Τουρκία με όλες τις συνέπειες του, καθώς ισχύει και εφαρμόζεται ήδη επί σχεδόν 100 χρόνια. Το Αρχιπέλαγος του Αιγαίου έχει κατ’ εξοχήν ελληνικό χαρακτήρα για λόγους ιστορικούς, πολιτιστικούς, πληθυσμιακούς, γεωγραφικούς και νομικούς: ο συνδυασμός του διεθνούς δικαίου της θάλασσας και της γεωγραφίας, οδηγεί στη δεσπόζουσα θέση των νησιών επί του θαλάσσιου χώρου (δηλαδή των θαλάσσιων ζωνών στην περιοχή), με δεδομένη την ισοτιμία δικαιωμάτων των νησιωτικών με τις ηπειρωτικές ακτές (α.121 παρ.2 της Σύμβασης για το δίκαιο της θάλασσας του 1982). Το Αιγαίο λοιπόν, αποτελεί ελληνικό Αρχιπέλαγος ανέκαθεν και η τουρκική, η ενετική και φραγκική παρουσία ήταν προσωρινή και κατακτητική, χωρίς να αλλοιώσει ουσιαστικά την ελληνική πληθυσμιακή σύνθεση και χαρακτήρα των νησιών που υφίσταται για 3-4 χιλιετίες τουλάχιστον.
Συνεπώς, η πολύπλευρη συνοχή του Αρχιπελάγους με την ηπειρωτική Ελλάδα είναι προτεραιότητα, αδήριτη ανάγκη, και διεθνώς αποδεκτό δικαίωμα. Μάλιστα αποτελεί πάγια αρχή ή μη παρεμβολή ξένης κυριαρχίας ή οικονομικών κυριαρχικών δικαιωμάτων μεταξύ του χερσαίου και νησιωτικού εδάφους μιας χώρας. Ελάχιστες είναι οι εξαιρέσεις «εγκλωβισμού» και επιβάλλονται από άκρως ιδιαίτερες γεωγραφικές συνθήκες (π.χ. νησιά της Μάγχης), ενώ αντίθετα π.χ. τα γαλλικά νησιά St. Pierre –Miquelon, που βρίσκονται 2.200 ν.μ. από το μητροπολιτικό γαλλικό έδαφος και μόλις 10 ν.μ από το έδαφος του Καναδά, πήραν με δικαστική απόφαση (1992) περιοχή ΑΟΖ μήκους 200 ν.μ. και εύρους 10,5 ν.μ νοτίως προς τον ωκεανό, ενώ αιγιαλίτιδα ζώνη και ΑΟΖ προς την ακτή του Καναδά 24 ν.μ.
Η Ελλάδα κατατάσσεται στα μικτά Αρχιπελαγικά κράτη και όχι στα αμιγή (όπως π.χ. οι Φιλιππίνες και η Ινδονησία), και συνεπώς δεν δικαιούται να περιβάλει με μια περιμετρική γραμμή όλο το Αρχιπέλαγος, ώστε όλα τα ύδατα εντός του δημιουργούμενου χώρου να ονομάζονται «αρχιπελαγικά», δηλαδή ουσιαστικά παρόμοια με την αιγιαλίτιδα ζώνη. Παραταύτα η αρχιπελαγική δομή είναι θετική συναφής περίσταση (πλεονέκτημα), ώστε να επιτυγχάνεται η συνοχή του Αρχιπελάγους με την ηπειρωτική χώρα. Αυτό θα ληφθεί σοβαρότατα υπόψη σε κάθε οριοθέτηση με γειτονικά κράτη (κυρίως την Τουρκία), είτε γίνει μέσω διαπραγμάτευσης είτε μέσω δικαστικής απόφασης.
Βεβαίως, το Αιγαίο παραμένει μια θάλασσα (πέλαγος) και με διεθνή ύδατα απ’ όπου διέρχεται η διεθνής ναυσιπλοΐα, τα οποία φθάνουν μέχρι το 20% της περιοχής, ακόμη και αν η Ελλάδα και η Τουρκία επεκτείνουν την αιγιαλίτιδα ζώνη τους στα 12 ν.μ.!
Αυτό το αποκρύπτει με την προπαγάνδα της «περί ελληνικής λίμνης» η Τουρκία, και το «ξεχνούν» οι εντόπιοι υποστηρικτές (ηθελημένα ή αθέλητα) των τουρκικών θέσεων! Ακόμα και με 71% του Αιγαίου να ανήκει στην ελληνική αιγιαλίτιδα ζώνη και με 9 % στην αντίστοιχη τουρκική, το 20% είναι διεθνή ύδατα (ανοικτή θάλασσα)! Σήμερα, με 6 ν.μ και για τα 2 κράτη, η κατανομή είναι 43% Ελλάδα και 7,5% Τουρκία, 49% περίπου διεθνή ύδατα. Παραταύτα, ούτε η ναυσιπλοΐα της Τουρκίας παρακωλύεται, ούτε των άλλων χρηστών της θάλασσας του Αιγαίου, (κράτη του Εύξεινου Πόντου και λοιπά κράτη). Το ίδιο ισχύει για την υπέρπτηση των αεροσκαφών και την κατασκευή υποθαλάσσιων αγωγών ή την πόντιση υποβρύχιων καλωδίων, που επιτρέπεται στο βυθό των διεθνών υδάτων, ακόμη και όταν η περιοχή ανήκει στην υφαλοκρηπίδα ή την ΑΟΖ ενός παράκτιου κράτους. Άλλωστε, το εθιμικά και συμβατικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της αβλαβούς διέλευσης διευκολύνει την διέλευση από την αιγιαλίτιδα ζώνη, χωρίς προηγούμενη ενημέρωση ή οποιαδήποτε έγκριση από το παράκτιο κράτος. Επίσης, ανάμεσα στα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, στο βόρειο και κεντρικό τμήμα του (μέχρι τη Σάμο – Ικαρία), παραμένουν επαρκείς δίαυλοι διεθνών υδάτων ώστε τα τουρκικά πλοία (εμπορικά, επιβατηγά και πολεμικά) να φθάνουν και χωρίς χρήση της αβλαβούς διέλευσης στα παραμένοντα διεθνή ύδατα του Αιγαίου (δηλαδή το 20%).
Τέλος, το δίκαιο του transit passage (πλους διελεύσεως) δίνει ακόμη μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων στα τουρκικά ή άλλα ξένα πλοία, εκεί όπου υπάρχουν ή δημιουργούνται (με την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ν.μ.) στενά διεθνούς ναυσιπλοΐας, που ενώνουν ανοικτή θάλασσα και ΑΟΖ και η Ελλάδα θα μπορούσε να προσδιορίσει έναν μικρό αριθμό τέτοιων διαύλων για σχεδόν ελεύθερη ναυσιπλοΐα.
Δυστυχώς, η ουσία δεν είναι η ναυσιπλοΐα ή η υπέρπτηση στην περιοχή, αλλά η μόνιμη ορατή πρόθεση της Τουρκίας να συγκυριαρχήσει στο Αιγαίο (συχνά εμφανίζει ως όριο σε χάρτες, τον 25ο Μεσημβρινό που τέμνει στο μέσο την Κρήτη και ανέρχεται βόρεια μέχρι τη Θάσο) και να ελέγχει το ανατολικό μισό του Αιγαίου αφήνοντας τα ελληνικά νησιά χωρίς υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ και μόνο με 6 ν.μ. αιγιαλίτιδα ζώνη!
Δι’ αυτού του τρόπου όμως, αποκαλύπτει τη θρασύτατη, παράνομη και διεθνώς απαράδεκτη άρνηση της να αποδεχθεί τη Σύμβαση του 1982 για το Δίκαιο της θάλασσας που έχουν επικυρώσει 168 κράτη και που ως εθιμικό δίκαιο επίσης καλύπτει τις περισσότερες ρυθμίσεις της, άρα δεσμεύει και την ίδια την Τουρκία αναμφίβολα.
Με την απειλή χρήσης βίας (casus belli) δηλαδή ένα από τα σοβαρότερα ατοπήματα με βάση τον Χάρτη των Η.Ε. και τις μονομερείς αυθαιρεσίες της, προσπαθεί να επιβάλλει τις ανυπόστατες θέσεις της και να εξαναγκάσει σε ασύμφορους συμβιβασμούς την Ελλάδα.
Η Ελλάδα από το 1975 απέδειξε την ετοιμότητα της να επιλύσει το ζήτημα της οριοθέτησης μέσω του δικαστικού τρόπου (Χάγη). Η Τουρκία το απέρριψε ή το εξήρτησε από απαράδεκτους και μη σύννομους όρους, που παραβιάζουν κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας. Έκτοτε μάλιστα διεύρυνε τον κατάλογο των μονομερών διεκδικήσεων της, διεκδικώντας την κυριαρχία ελληνικών νησιών και βραχονησίδων, αναιρώντας τα δικαιώματα μεγάλων νησιών που έχουν πλήρη θαλάσσια δικαιώματα και συνάπτοντας πρόσφατα ένα ψευτοσύμφωνο με τη Λιβύη, μια χώρα σε εμφύλιο πόλεμο με καταρρέουσα την υποτιθέμενη «νόμιμη» κυβέρνηση της που ελέγχει μόνο το 10% της χώρας.
Κάποιοι στην Ελλάδα διερωτώνται αν η Χάγη πρέπει να θεωρείται ουτοπία ή διέξοδος ( Καθηγητής κ.Χρ.Ροζάκης, Καθημερινή 23/2/20). Η απάντηση είναι απλή: είναι ουτοπία, με δεδομένη την άρνηση της Τουρκίας να αποδεχθεί το συμβατικό αλλά και το εθιμικό διεθνές δίκαιο, ενώ επιχειρεί να εξαιρεθεί παρανόμως από αυτό και μάλιστα «α λα καρτ» (σε ό,τι την βολεύει)! Επίσης, αρνείται την καλόπιστη δικαστική λύση, από το 1976 μέχρι σήμερα! Δηλαδή τη δικαστική οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και στο μέλλον (όταν θα θεσπιστεί) και της ΑΟΖ με την Ελλάδα τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Αφήνει ενίοτε να εννοηθεί ότι τη δέχεται ίσως, μόνο με τους δικούς της απαράδεκτους όρους, ως πακέτο επτά ζητημάτων, που σημαίνει ότι μετατρέπει τις παράνομες και αυθαίρετες μονομερείς διεκδικήσεις της απέναντι στην Ελλάδα, σε «διαφορές», ώστε να ενισχύσει νομικά τη θέση της!
Η Ελλάδα δεν έχει κανένα λόγο να παρασυρθεί σ’ αυτό το «πακέτο» παραχωρώντας έτσι ουσιαστικά σοβαρά κυριαρχικά της δικαιώματα.
Η Χάγη αντίθετα θα ήταν πράγματι μια «διέξοδος», αν η Τουρκία ήταν ένα διεθνώς νομιμόφρον και καλοπροαίρετο κράτος.
Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα “Μακεδονία”
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια