Οι αντιφάσεις ή και το ενδεχόμενο κατάρρευσης της ΟΝΕ ή ακόμη και της ίδιας της ΕΕ, οφείλονται σε αίτια με ρίζες πολύ βαθιές. Έχει ρόλο η Ελλάδα στις εξελίξεις;
Γράφει ο Παναγιώτης Ήφαιστος
Ομ. Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων – Στρατηγικών Σπουδών
Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών
Συνέχεια πολλών άλλων παρεμβάσεων και συμπληρωματικά πρόσφατης ανάλυσης εδώ, θα σταθούμε στην ΕΕ για να εξηγήσουμε ότι οι ολοφάνερες αδυναμίες ενόψει της πανδημίας του κορονοϊού, οι αντιφάσεις ή και το ενδεχόμενο κατάρρευσης της ΟΝΕ ή ακόμη και της ίδιας της ΕΕ, οφείλονται σε αίτια με ρίζες πολύ βαθιές. Η κατανόηση αυτών των αιτίων στην παρούσα κρίσιμη καμπή της Ευρώπης και του κόσμου είναι προϋπόθεση ορθολογιστικών αποφάσεων και αποτελεσματικών διαπραγματευτικών προσεγγίσεων. Επί τάπητος τίθενται επιτακτικά ζητήματα που απαιτούν νέες ιεραρχήσεις προτεραιοτήτων και νέες αποφάσεις που αφορούν τόσο τις φρικτά καταστροφικές μνημονιακές αποφάσεις της δεκαετίας του 2010 εις βάρος της Ελλάδας όσο και την επιβίωση της ΟΝΕ ή και της ίδιας της ΕΕ.
Αφορμή για το παρόν έδωσε η στάση του Ελληνικού κράτους στις πρόσφατες συζητήσεις για την αντιμετώπιση της πανδημίας από τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς. Όταν διακυβεύονται τόσα πολλά υπάρχει διαφορά μεταξύ μιας σωστής συνηγορίας χαμηλών τόνων με την Ιταλία καi Ισπανία και
α)μιας ξεκάθαρης επανατοποθέτησης για την δομή και λειτουργία της ΕΕ,
β)την ταυτόχρονη έγερση αξιώσεων ενός ισότιμου και κυρίαρχου μέλους για την επιτακτική ανάγκη διόρθωσης των ομολογημένων από τους τεχνοκράτες λαθών της τελευταίας δεκαετίας εις βάρος της Ελλάδας και
γ)την υποβολή πρότασης –τις μας λείπει για να την συγκροτήσουμε και υποβάλουμε;– για μια ριζική μεταρρύθμιση της Κοινότητας που θα την θέτει πάνω σε μια βιώσιμη τροχιά. Πολλά επέρχονται και υπάρχουν ακόμη περιθώρια για μια τέτοια ορθολογιστική διαπραγματευτική στρατηγική που συμφέρει την Ελλάδα αλλά και την ΕΕ και όλα τα κράτη-μέλη της, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας.
Για ένα κράτος όπως η Ελλάδα αντί κυριαρχίας ιδεολογημάτων και ευσεβών πόθων που οδήγησαν σε λανθασμένες αποφάσεις λογικό θα ήταν οι παθολογίες να είχαν γίνει κατανοητές από καιρό. Όπως και στην ιατρική λάθος διάγνωση σημαίνει λάθος θεραπεία και μεγάλες ζημιές ή θάνατο.
Η άδικα βαρυφορτωμένη και καταχρεωμένη Ελλάδα λόγω φρικτών λαθών της ΕΕ και του ΔΝΤ που επέβαλαν μνημόνια σε ολοκληρωτικά λανθασμένη βάση (τα δικά μας λάθη είναι άλλης τάξης ζήτημα και στο πλαίσιο μιας «Κοινοτικής λογικής» δεν απαιτούσαν «θανατική» ποινή στα πεδία της οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής), οφείλει πριν είναι πολύ αργά να βρεθεί στην πρωτοπορία των πρωτοβουλιών για ριζοσπαστικές και ορθολογιστικές αποφάσεις πολιτικού, νομικού, οικονομικού και θεσμικού χαρακτήρα.
«Oι Εφιάλτες των αντί-Γερμανικών συσπειρώσεων»
Οι στάσεις της Ισπανίας και της Ιταλίας κινήθηκαν σωστά ενώ της Γαλλίας και άλλων κρατών λογικά θα κινηθούν στο πλαίσιο της ίδιας λογικής. Το ίδιο ισχύει για τις θέσεις πολλών Γερμανών που συχνά επαναλαμβάνουν τα λόγια του Μπίσμαρκ πως «δεν τον άφηναν να κοιμηθεί οι Εφιάλτες των αντί-Γερμανικών συσπειρώσεων»οι οποίες ήδη αναπτύσσονται με ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα. Υπό τις περιστάσεις, η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να κρατά πρώτη και υψηλά την σημαία υπέρ ορθολογιστικών διορθωτικών αποφάσεων.
Εάν μη τι άλλο συμμετέχει σε ένα θεσμό ισότιμα και κυρίαρχα ενώ υπήρξε το κύριο θύμα των ανορθολογικών αποφάσεων που λήφθηκαν κατά την διάρκεια της μετάβασης από τον Ψυχρό Πόλεμο στην Μεταψυχροπολεμική εποχή. Συμπληρωματικά επισημαίνεται ότι κατά την διάρκεια τη διάρκεια 63 ετών μετά την ίδρυση της Κοινότητας δεν είναι η πρώτη φορά που λιγότερο ισχυρά κράτη της Κοινότητας παίρνουν την πρωτοβουλία για μεταρρύθμιση της διαδικασίας ολοκλήρωσης. Αρκεί να το καταλάβουμε ότι είμαστε πλήρες και ισότιμο μέλος και αυτό υποστήριζαν μερικοί και εμφατικά το 2011-12 καλώντας την πολιτική ηγεσία να διαπραγματευτεί σκληρά. Μάλιστα, με θέσεις που αφορούσαν το κοινό συμφέρον να μην αυξηθούν οι Μεταψυχροπολεμικές αντιφάσεις και να μην οδηγηθεί η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση σε εκτροχιασμό.
Δεν έγινε αυτό επειδή η Ελλάδα αλλά και άλλα κράτη πειθήνια δέχθηκαν την καταστολή τους. Επειδή επίσης απουσίαζαν Κοινοτικές λογικές και επειδή οι θέσεις ακόμη και Γερμανών ηγετών όπως ο πρώην Καγκελάριος Σμίτ και πολλών άλλων χάνονταν μέσα στον χείμαρρο ανορθολογισμού και σπασμωδικών αποφάσεων με κυρίαρχους δρώντες κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτους γραφειοκράτες και τεχνοκράτες. Τα πιο κάτω αν και λογικά αυτονόητα χρήζει να αναφερθούν και τονιστούν:
Α)Ένα οποιοδήποτε κράτος το συμφέρει να συμμετέχει σε όλους τους διεθνείς θεσμούς και τους διεθνείς οργανισμούς το αφορούν. Με τον σωστό τρόπο, όμως, καθότι εδώ δεν ισχύει το «ανήκουμε στην Ευρώπη» αλλά το «συμμετέχουμε στην ΕΕ ισότιμα, κυρίαρχα και με θέσεις που εκπληρώνουν τα εθνικά συμφέροντα». Εξάλλου, στην βάση αυτών των συμφερόντων γίνονται οι διαπραγματεύσεις και όχι στην βάση κάποιων μεταφυσικά προσδιορισμένων σκοπών και επιδιώξεων.
Β) Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρεται ότι είναι ένα πράγμα να είχαμε ενταχθεί στην ΟΝΕ όταν θα ήμασταν έτοιμοι να ανταγωνιστούμε σε ένα χρηματοοικονομικό πεδίο όπου οι βαθύτατων προεκτάσεων νομισματικές αποφάσεις εξ αντικειμένου δεν θεσπίζονται και άλλο υπό την πίεση φωνών, κραυγών και ιδεολογικών συνθημάτων να ριχθούμε ανέτοιμοι, απροετοίμαστοι και «άοπλοι» μέσα στον λάκκο των λεόντων. Η βεβιασμένη και άκριτη απόφαση της Ελλάδας για ένταξη πριν να είναι έτοιμη ήταν αυτοκτονική και καταμαρτυρούσε άγνοια της Ευρωπαϊκής πολιτικής. Αποτέλεσμα: «Εάν δεν δημιουργηθούν γνήσιοι δημοκρατικοί υπερεθνικοί θεσμοί, εάν διαιωνιστεί επί μακρόν η αμφιλεγόμενη θεσμοπολιτική δομή των τελευταίων ετών και εάν η χώρα δεν αντέξει τον ανταγωνισμό, το «κλείδωμα» στην ΟΝΕ θα μετατραπεί σε φυλακή χωρίς δυνατότητα απόδρασης». Να παραμέναμε δηλαδή μέλος της ΕΕ, υποστήριζαν μερικοί, και όταν θα γινόμασταν ανταγωνιστικοί εάν θέλαμε να ενταχθούμε στην ΟΝΕ.
Γ)Σωστοί προσανατολισμοί της εθνικής στρατηγικής και σωστές αποφάσεις σε μια Ευρώπη σε μετάβαση απαιτούν σωστή γνώση και επίγνωση των διεθνών και ευρωπαϊκών υποθέσεων. Δεν μιλάμε για υψιτενή και δυσκολονόητα πράγματα αλλά για πασίδηλες Ευρωπαϊκές καταστάσεις γεμάτες αντιφάσεις που πριν το 1990 δεν δημιουργούσαν μεγάλα προβλήματα επειδή η Κοινότητα ιδρύθηκε, εκκολάφθηκε και αναπτύχθηκε στον νομικό και οικονομικό τομέα μέσα σ’ ένα Αμερικανικό στρατηγικό θερμοκήπιο το οποίο μετά το 1990 βασικά δεν υπάρχει ενώ όπως προχωράμε όλα αλλάζουν.
Ο κόσμος αλλάζει
Μείζονος σημασίας για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας είναι να συνειδητοποιηθεί έστω και αργά ότι η Ευρώπη αλλά και ευρύτερα ο πλανήτης άλλαξε ριζικά και ότι όσο προχωράμε βαθύτερα στον 21 αιώνα διαμορφώνονται νέες ισορροπίες. Η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης που προκάλεσε μια πρωτοφανή πλανητική ανακατανομή ισχύος και συμφερόντων που δεν έχει ακόμη κατασταλάξει σε ένα πλανητικό modusvivendi ισορροπίας ισχύος και συμφερόντων.
Στην Ευρώπη η επανένωση της Γερμανίας δημιούργησε μια μετάβαση, μια στρατηγική ρευστότητα και μια αβεβαιότητα που συνεχίζεται. Το Brexit δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια κίνηση του Λονδίνου και της Ουάσιγκτον να είναι κύριοι εξωγενείς εξισορροπητικοί παίχτες στο ηπειρωτικό στρατηγικό τρίγωνο Παρίσι-Βόννη-Μόσχα.
Όλοι ήταν αντίθετοι στην επανένωση της Γερμανίας, τονίζεται και υπογραμμίζεται, αλλά defacto πραγματοποιήθηκε. Τα υπόλοιπα μέλη της Κοινότητας αντιμετώπισαν αυτή την εξέλιξη σπασμωδικά αν όχι απελπισμένα. Αυτός ήταν ο κύριος λόγος δημιουργίας της ΟΝΕ που επιβλήθηκε! επί της Γερμανίας για «να δεθεί με νομισματικά δεσμά»! Αυτά και πολλά άλλα συζητήθηκαν επί μακρόν στην Γαλλία το 1993 όταν έγινε το δημοψήφισμα για την Συνθήκη του Μάαστριχτ που υπερψηφίστηκε με μισή ποσοστιαία μονάδα. Οι αντίπαλοί της ορθά, όπως αποδεικνύεται, δήλωναν ότι η Γαλλία με την ΟΝΕ «προσπαθεί να δέσει ένα γίγαντα με κλωστές».
Δεν υπάρχει αμφιβολία πλέον ότι πολλά αλλάζουν λόγω της πανδημίας και αυτή την φορά για μια σειρά λόγων που αφορούν πρωτίστως τις οικονομίες και τις κοινωνίες όλων των κρατών του πλανήτη οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες.Βασικά βρισκόμαστε στο τέλος μιας μετάβασης που άρχισε το όταν τερματίστηκε ο Ψυχρός Πόλεμος.
σον αφορά την Ευρώπη ολοκληρώνεται η μεταβατική φάση που αρχίζει με την υιοθέτηση της ΟΝΕ από την ΕΕ το 1992. Ως προς αυτό αξίζει να υπενθυμίσουμε την βαθύτατων προεκτάσεων δήλωση του Προέδρου Μιττεράν τον Δεκέμβριο 1991 μόλις ανακοινώθηκε η ΟΝΕ μετά από μια μακράς διάρκεια θυελλώδη συνάντηση με τον Καγκελάριο Κολ:«Η επανένωση (της Γερμανίας) θέτει τόσα πολλά προβλήματα ώστε να διαμορφώνω θέση και άποψη όπως τα γεγονότα θα επέρχονται».
Έξοδος από τον λάκκο των λεόντων
Πολλά συνέβησαν έκτοτε στην γνωσιακά ανυποψίαστη Ελλάδα που έσπευσε να επιταχύνει την πτώση της μέσα στον «νομισματικό λάκκο των λεόντων». Μεταξύ άλλων:
α) Αναμενόμενα δεν έγινε καμιά «Ένωση» αλλά ούτε (μέχρι και σήμερα) και η αναγκαία μεταρρύθμιση για να αφαιρέσει τα ανορθολογικά νομισματικά θεμέλια.
β) Ναι μεν η Γαλλία επανεξέτασε την ένταξή της στο ΝΑΤΟ το 1996 και διαιωνίστηκε η Ατλαντική Συμμαχία αλλά κανείς δεν θεώρησε αυτή την εξέλιξη ως κάτι μόνιμο και αδιασάλευτο. Για κάποια χρόνια, βέβαια, η σύμπλευση και συνηγορία των κρατών της Ευρώπης με το επεμβατικό όργιο των ΗΠΑ το κράτησε στην ζωή αλλά όλα είναι υπό επανεξέταση.
γ)Το μεγάλο στρατηγικό ζήτημα για τις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης δεν είναι εάν θα συνεχιστεί η ΕΕ όπως είναι (ακόμη και οι άπιστοι Θωμάδες το κατάλαβαν λόγω πανδημίας) αλλά ποια θα είναι η θέση της Γερμανίας, της Ρωσίας και κατ’ επέκταση της Γαλλίας στους υπό διαμόρφωση συσχετισμούς του πολυπολικού διεθνούς συστήματος.
δ) Οι στρατηγικοί ελιγμοί των ΗΠΑ δεν οφείλονται μόνο στον Τραμπ αλλά κυρίως στο γεγονός ότι στο διεθνές περιβάλλον που μόλις συνοψίσαμε, το Αμερικανικό Πεντάγωνο εδώ και πολύ καιρό και στην βάση αναλύσεων και εκτιμήσεων για το πώς διαμορφώνονται οι τάσεις επανεξετάζει τις μεγάλες στρατηγικές επιλογές μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
Καταληκτικά, η πανδημία του κορονοϊού αναδεικνύει την απόλυτη ανάγκη νομικά, πολιτικά και οικονομικά η ΕΕ να προσεγγιστεί από την Ελλάδα ορθολογιστικά και με τρόπο που αφήνει πίσω τα επάρατα μνημόνια τα οποία αναρίθμητες φορές οι τεχνοκράτες δράστες ομολόγησαν ότι δεν τα επέβαλαν για το συμφέρον του κράτους-μέλους Ελλάδα αλλά για να διασώσουν το τραπεζικό και εν γένει χρηματοοικονομικό σύστημα. Αυτό και σε συνδυασμό με το γεγονός, όπως μόλις υποστηρίχθηκε, ότι στην Ευρώπη και πλανητικά όλα αλλάζουν και ότι η πανδημία επιτάχυνε τις εξελίξεις, δημιουργεί την ανάγκη ορθολογιστικών στρατηγικών και διαπραγματευτικών στάσεων:
α) Η Ελλάδα παραμένει στην Κοινότητα και στην ΟΝΕ (το ζήτημα ήταν να μην ενταχθεί απροετοίμαστη τώρα είναι αργά και πρέπει να συμμετέχει στις αποφάσεις) αλλά ταυτόχρονα συνηγορεί με δραστικές αλλαγές πολιτικών που διασώζουν τα κράτη όχι μόνο από την πανδημία αλλά και από την οικονομική και κοινωνική καταστροφή που προκάλεσαν οι γραφειοκράτες και τεχνοκράτες.
β) Συμμετέχει ενεργά στις ολοένα και πιο έντονες διεργασίες με τρόπο που αναδεικνύει ένα αξιόπιστο κράτος το οποίο αφενός αναπτύσσει πρωτοβουλίες μεταρρυθμίσεων της ΕΕ και αφετέρου στις διαπραγματεύσεις κατέρχεται με ακλόνητες θέσεις όσον αφορά τα ιεραρχημένα εθνικά συμφέροντα.
γ) Απαιτεί επιτακτικά να τελειώνουν τα ημίμετρα και να υπάρξει ολιστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση του προσφυγικού και μεταναστευτικού.
δ) Η πολιτική ηγεσία συσπειρώνει την κοινωνία γύρω από τις έσχατες λογικές της εθνικής ανεξαρτησίας και των εθνικών συμφερόντων ενώ όλοι είναι έτοιμοι αν χρειαστεί να αντιμετωπιστεί η Τουρκική απειλή.
ε) Ενώ παραμένει κράτος-μέλος της ΕΕ και της ΟΝΕ για την οποία διαρκώς προτείνει νέες μεταρρυθμιστικές αποφάσεις για τους θεσμούς και πιο άμεσα για την οικονομία, διαρκώς συνεννοείται και διαπραγματεύεται ως κυρίαρχο κράτος με τις υπόλοιπες δυνάμεις και κυρίως με τις ΗΠΑ.
Τι σημαίνουν αυτά; Σημαίνουν ισχυρό κράτος, συσπειρωμένη κοινωνία, κρατικά επιτελεία, στρατηγικό σχεδιασμό και όπως εξελίσσονται τα πράγματα ευελιξία στην λήψη αποφάσεων που εκπληρώνουν το εθνικό συμφέρον.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια