Πριν από τις χριστουγεννιάτικες γιορτές είχα γράψει σ’ αυτήν τη στήλη ότι προετοιμάζεται η προσφυγή στη Χάγη και παρέθεσα δηλώσεις του Τούρκου πρέσβη και του αναπληρωτή συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας του Έλληνα πρωθυπουργού. Η μεθόδευση ήταν εμφανής. Προϊόντος του χρόνου, οι υποστηρικτές της προσφυγής έγιναν σαφέστεροι. Σήμερα, μας θέτουν λίγο πολύ το δίλημμα Χάγη ή πόλεμος. Και εγκαλούν την κοινωνία γιατί δεν συναινεί αμέσως στις σοφίες τους.
Είναι τόσο περιορισμένο το εύρος της πολιτικής σκέψης τους που αδυνατούν να βρουν εναλλακτικές λύσεις; Ή πιστεύουν πως μετά από μια απόφαση της Χάγης η Τουρκία θα την αποδεχθεί και θα σταματήσει να εγείρει αξιώσεις;
Παρόλο που μερικοί από αυτούς θεωρούνται επιφανείς εκπρόσωποι της τάξης που κυβερνά πέρα από κόμματα, εμφανίζονται με περιορισμένη στρατηγική αντίληψη. Εκτός και αν προκειμένου να πετύχουν τακτικούς στόχους τους προσπαθούν να καθησυχάσουν την κοινωνία πως μια απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου θα εκτονώσει την ελληνοτουρκική ένταση.
Η Χάγη (αν και σε μερικά άρθρα γίνεται αναφορά σε διεθνή διαιτησία) δεν είναι απορριπτέα εξ ορισμού. Το θέμα είναι το περιεχόμενο του συνυποσχετικού το οποίο θα εξετάσει το Δικαστήριο. Κι εκεί τα πράγματα αφήνονται, σκοπίμως, ασαφή. Όχι τόσο από την κυβέρνηση όσο από τους ερμηνευτές και προπομπούς της πολιτικής της.
Η επίκληση της διαχρονικής αναγνώρισης από την Ελλάδα μίας μόνο διαφοράς, της υφαλοκρηπίδας, και η αποδοχή της προσφυγής στη Χάγη για την επίλυσή της, σκοπίμως δεν διασαφηνίζεται. Γνωρίζουν καλύτερα παντός άλλου πως η Τουρκία δεν θα συναινέσει σε συνυποσχετικό αν δεν θέσει όλα τα ζητήματα που κατά καιρούς προβάλλει. Από τα χωρικά ύδατα μέχρι τις «γκρίζες ζώνες».
Η Τουρκία έχει διευρύνει την ατζέντα των διμερών σχέσεων στη λογική να ζητήσει πολλά για να πάρει όσο γίνεται περισσότερα. Αλλά και έτσι να γίνει, η Τουρκία δεν θα ησυχάσει. Η Τουρκία αμφισβητεί την ελληνική ύπαρξη. Οι επιδιώξεις της Άγκυρας ξεπερνούν τις αξιώσεις της προς την Ελλάδα. Οι φιλοδοξίες της πρέπει να ανακοπούν. Και θα ανακοπούν με σθεναρή αντίσταση. Σθεναρή αντίσταση δεν σημαίνει πόλεμος. Σημαίνει αποφασιστικότητα στην προάσπιση της ελληνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων με τη δύναμη αποτροπής που έχει η Ελλάδα, με την οικοδόμηση συμμαχιών, με την ανάπτυξη μιας ευφυούς και ευέλικτης διπλωματίας.
Αν και το πολιτικό σύστημα άφησε αρκετά πίσω τις Ένοπλες Δυνάμεις, υπάρχει ακόμα σημαντική αποτρεπτική δυνατότητα. Κυρίως, υπάρχει μια συμμαχική δυναμική.
Δεν έχει μόνο η Ελλάδα ανάγκη την Αμερική. Έχουν και οι Ηνωμένες Πολιτείες ανάγκη την Ελλάδα.
Η Τουρκία δεν συμπεριφέρεται με τον τρόπο που έχουμε συνηθίσει από καπρίτσιο του Ερντογάν. Το κάνει διότι στις κρίσιμες θέσεις της γειτονικής χώρας έχει επικρατήσει η ευρασιατική ομάδα που θεωρεί δεδομένη την απόσταση από τη Δύση και τη συνεργασία της με δυνάμεις της Ανατολής (Ρωσία, Κίνα). Σε αυτήν τη συνεργασία, με άλλον τρόπο, προσβλέπει και η Γερμανία.
Αν αυτή είναι η μια ομάδα χωρών με διαθέσεις συνεργασίας, η άλλη είναι η Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ, Αίγυπτος κτλ. Η δεύτερη αυτή πρωτοβουλία δεν είναι ελληνικής έμπνευσης, αλλά αμερικανικής. Αυτός ο άξονας δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς την Ελλάδα και την Κύπρο. Θα είναι λειψός. Καλώς η Ελλάδα αποδέχεται την πρόταση. Δεν θα πρέπει να ζητήσει, τουλάχιστον, ανταλλάγματα ασφαλείας από τις ΗΠΑ;
Ναι, μας λένε, αλλά κανείς δεν θα πολεμήσει για μας. Κανείς δεν ζήτησε από κανέναν ξένο, ακόμη και σύμμαχο, να διακινδυνεύσει τη ζωή του για την Ελλάδα και τους Έλληνες. Πόλεμος κατά τον οποίο Ελλάδα και Τουρκία θα έρθουν στο κλασικό είδος αναμέτρησης δεν θα γίνει. Πόλεμος όμως με τους σύγχρονους όρους, ήδη διεξάγεται μεταξύ των δύο χωρών εδώ και καιρό. Αυτό που βιώνουμε είναι μια μορφή πολέμου. Και σ’ αυτό το είδος και οι ΗΠΑ και η Γαλλία μπορούν να συνεισφέρουν. Υπάρχουν τρόποι αντιμετώπισης της Τουρκίας χωρίς την απώλεια ζωών. Αυτούς ας επικαλεστεί η κυβέρνηση προς τις σύμμαχες χώρες.
Η Χάγη ως επιλογή που θα λύσει το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας δεν είναι απορριπτέα. Η Χάγη ως προσφυγή για να πάρει η Τουρκία όσο γίνεται περισσότερα από τα ζητήματα που θέτει εδώ και πενήντα χρόνια είναι καταστρεπτική.
Και σίγουρα δεν είναι μονόδρομος το δίλημμα που θέτει σε άρθρο του στην Καθημερινή ο πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ Λουκάς Τσούκαλης με την πρόταση «Δεν βλέπω άλλη ειρηνική επιλογή εκτός από τον διάλογο, τη διαπραγμάτευση και στο τέλος του δρόμου τη διεθνή διαιτησία για την επίλυση των διαφορών μας με την Τουρκία. Όσοι έχουν αντίρρηση επειδή λένε ότι δεν έχουμε απολύτως τίποτα να δώσουμε, ή έχουν απλώς πειστεί ότι η Τουρκία είναι ένας μη αξιόπιστος συνομιλητής που ζητάει κάθε μέρα και περισσότερα, απορρίπτοντας τον διάλογο, θα πρέπει να ετοιμαστούν για πόλεμο».
Μάλλον κάνει λάθος. Αλίμονο αν οι κοινωνίες και τα κράτη εγκλωβίζονταν σε μανιχαϊστικά διλήμματα. Ιδιαίτερα στην περιοχή μας η Τουρκία αρχίζει να δυσκολεύεται. Το γιατί, σε άλλο σχόλιο.
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια