Ο Ιανουάριος είναι από τους πλέον «πυκνούς» μήνες των τελευταίων ετών για την ελληνική διπλωματία. Εν αρχή, η υπογραφή για τον East Med ανάμεσα σε Ελλάδα, Κύπρο και Ισραήλ, που αποτελεί ένα πρώτο σημαντικό – πλην όμως όχι ακόμη καθοριστικό – βήμα προς την υλοποίηση του εν λόγω σχεδίου. Η συμμετοχή της Ιταλίας είναι αναγκαία συνθήκη για την επιτυχή έκβαση (πολύ θετικό νέο η επιστολή στήριξης του αρμόδιου Ιταλού υπουργού) και βέβαια η τύχη του project θα προσδιοριστεί από τις ανάγκες της αγοράς, τις τιμές φυσικού αερίου αλλά και τη σταθεροποίηση της κατάστασης στην ευρύτερη περιοχή.
Λίγες μόνο μέρες μετά, η σύγκληση της τριμερούς Ελλάδας, Κύπρου και Αιγύπτου με τη συμμετοχή της Γαλλίας, η οποία διατηρεί ιστορικά και ενεργειακά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο (βρισκόμενη σε τροχιά αντιπαράθεσης με την Τουρκία), θα διαμηνύσει στην Άγκυρα ότι υπάρχει η κοινή βούληση για συμπράξεις ώστε να μετριαστεί η επιθετικότητά της. Εν συνεχεία, ο Έλληνας Πρωθυπουργός θα συναντηθεί με τον Αμερικανό πρόεδρο στην Ουάσιγκτον, πριν επισκεφθεί το Παρίσι στα τέλη του μήνα. Ασφαλώς, στις επισκέψεις του Έλληνα Πρωθυπουργού σε ΗΠΑ και Γαλλία θα συζητηθούν και θέματα αμυντικής συνεργασίας, ενδεχόμενες νέες αγορές και τρόποι αξιοποίησης της σταθερά αυξανόμενης παρουσίας των δύο συμμάχων της στην περιοχή. Εντός του μήνα θα διερευνηθούν και τα περιθώρια συμφωνίας οριοθέτησης ΑΟΖ με Ιταλία και Αίγυπτο.
Είναι αναμενόμενο πως η Τουρκία θα θελήσει να δείξει εμπράκτως την ενόχλησή της για την υπερδραστηριοποίηση της ελληνικής διπλωματίας. Άλλωστε, οι προσεχείς εβδομάδες είναι κρίσιμες και για τις διεργασίες στο ζήτημα της Λιβύης, όπου το σύμφωνο οριοθέτησης ΑΟΖ και στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ Άγκυρας και Τρίπολης αφύπνισε τους υπόλοιπους δρώντες προκειμένου να αποτρέψουν την εμβάθυνση της τουρκικής εμπλοκής.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία δεν θα προσπαθήσει να έχει ισχυρό ρόλο στις διαβουλεύσεις (βλ. Σύνοδος του Βερολίνου), αλλά επειδή δεν μπορεί να ορίσει τις εξελίξεις στον επιθυμητό βαθμό, ευελπιστεί σε μία γρήγορη ανακωχή/ισοπαλία ώστε να μην τροποποιηθεί δραματικά το status quo και απονομιμοποιηθεί περαιτέρω η κυβέρνηση της Τρίπολης, κάτι που θα την υποχρέωνε ακόμη και να αναλάβει δράση – δεν αποτελεί την πρώτη της επιλογή.
Το πρόβλημα για την Άγκυρα είναι ότι σχεδόν όλοι οι εμπλεκόμενοι δεν επιθυμούν να αποκτήσει ισχυρό πάτημα στη Λιβύη, ενώ ανησυχούν και για την εγκαθίδρυση ακόμη μεγαλύτερου αριθμού τζιχαντιστικών στοιχείων σε ένα κράτος που καλείται να ελέγξει τις προσφυγομεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη όσο και να ανασχέσει την τζιχαντιστική τρομοκρατία προερχόμενη από γειτονικά κράτη (Τσαντ, Νίγηρας, Σουδάν αλλά και Μάλι). Ίσως, η ευρωπαϊκή προσπάθεια υπό τον Μπορέλ, που θα επισκεφθεί την Τρίπολη στις 7 Ιανουαρίου, αν ευδοκιμήσει, αποτελέσει (προσωρινή;) σανίδα σωτηρίας και για την Άγκυρα, που αντί της αποστολής τουρκικών στρατευμάτων – με τους κινδύνους που συνεπάγεται – προκρίνει μία καταλυτική παρέμβαση του διεθνούς παράγοντα που θα προστατέψει την κλονιζόμενη κυβέρνηση Αλ Σαράτζ και θα κερδίσει χρόνο για την ίδια. Όμως, πρέπει να δείχνει αποφασισμένη για όλα ώστε να ανταλλάξει την υπαναχώρησή της με μία καλή θέση στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης.
* Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι εκτελεστικός διευθυντής του ΙΔΙΣ και συγγραφέας του βιβλίου «Τουρκία, Ισλάμ, Ερντογάν»
** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια