O Αλέξης Τσίπρας χρειάστηκε προχθές μια τοποθέτηση δέκα λεπτών για να εξηγήσει ότι «εγώ Μητσοτάκης δεν θα γίνω ποτέ» και τελικά να αποδεχτεί την πρόταση Μητσοτάκη και να ψηφίσει την Κατερίνα Σακελλαροπούλου για Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Δεν είναι το πρώτο πολιτικό γκολ (για να χρησιμοποιήσω ποδοσφαιρικούς όρους) που τρώει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά είναι το πιο θεαματικό.
Μέχρι τον περασμένο Μάιο το παιχνίδι έμοιαζε άνισο. Στη θέση του πρωθυπουργού ο Αλέξης «έπιανε πουλιά στον αέρα» και από την άλλη ο Κυριάκος «κρυβόταν για να μην τον συναντήσει στη Βουλή». Από τις ευρωεκλογές και μετά όλα άλλαξαν, με πρώτη και καθοριστική ανατροπή την οδυνηρή ήττα του Τσίπρα στις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου. Ξαφνικά ο σπουδαίος ηγέτης της Αριστεράς έχασε το μαγικό του ραβδί, έκλεισε τα μάτια και τα αυτιά στις δημοσκοπήσεις που προέβλεπαν τη συντριβή του και χωρίς να έχει ετοιμάσει εναλλακτική λύση σύρθηκε στις κάλπες. Οσες παροχές είχε μαζέψει και κρατούσε για να τις μοιράσει τον Σεπτέμβριο στους ψηφοφόρους έπεσαν λάφυρο στα χέρια του νικητή. Ο Μητσοτάκης τις διένειμε με τις μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ, στη φορολογία εισοδήματος και με το μέρισμα στους οικονομικά ασθενέστερους.
Ακολούθησε η αναθεώρηση του Συντάγματος στην οποία ο Κυριάκος πέρασε την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας με 151 ψήφους και κυρίως την ψήφο των αποδήμων, μια στρατηγικής σημασίας αλλαγή την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε στο τέλος να ψηφίσει. Εκεί που ο Τσίπρας έμοιαζε πρωταγωνιστής, τώρα εμφανίζεται ως φτωχός κομπάρσος. Χάνει το ένα μετά το άλλο τα αντιπολιτευτικά του ερείσματα και αναγκάζεται να στηρίξει τις επιλογές του αντιπάλου του ή να διολισθήσει σε θέσεις που δεν συνάδουν με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά πίσω με τον Συνασπισμό του 3% που πάλευε γενναία για να μπει στη Βουλή.
Στην οικονομία δεν μπορεί να αρνηθεί την εμβληματική επένδυση στο Ελληνικό που τρέχει με μεγαλύτερο ζήλο η σημερινή κυβέρνηση. Στα εθνικά τάσσεται υπέρ του διαλόγου με την Τουρκία που δεν αρνείται ο Μητσοτάκης και για το ραντεβού με τον Τραμπ από τον «πρώτο διδάξαντα» κριτική δεν γίνεται. Απομένει να υπερασπίζεται τους καταληψίες με τους τσιμεντόλιθους, αλλά εδώ η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας είναι απέναντι.
Ο Τσίπρας από την αρχή θεωρούσε εύκολο αντίπαλο τον Μητσοτάκη. Ακόμη και όταν έφαγε τις πρώτες ήττες, αρνήθηκε να το παραδεχτεί και να μελετήσει τον τρόπο που κινείται, αποφασίζει και κυβερνά ο αντίπαλός του. Ισως επειδή η μελέτη είναι μια βαρετή υπόθεση για τον ίδιο, ίσως γιατί αρνείται την πραγματικότητα, εξακολουθεί να κάνει παιδαριώδη λάθη στην πολιτική του αντιπαράθεση με τον σημερινό πρωθυπουργό.
Αντίθετα, ο Κυριάκος απέδειξε ότι «διαβάζει» και μαθαίνει, χωρίς να επαναλαμβάνει τα λάθη του και κυρίως άρχισε να γίνεται τολμηρός παρά τη συντηρητική του διαδρομή. Η κατάργηση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής ήταν λάθος. Οχι μόνο το διόρθωσε ακόμη και με καθυστέρηση 6 μηνών, αλλά το ομολόγησε και δημόσια στη συνέντευξή του αναλαμβάνοντας την πολιτική ευθύνη. Η πρόσκληση του Χαφτάρ στην Αθήνα ήταν μια κίνηση υψηλού ρίσκου που προς το παρόν τού βγήκε. Εκεί που περίπου θεωρούνταν δεδομένος, άρχισε να γίνεται διεθνής παίκτης, αρκεί να έχει και το ανάλογο αποτέλεσμα. Το μέλλον θα δείξει, αλλά είναι μια καλή αρχή.
Για τον πρωθυπουργό, η αντικατάσταση του Παυλόπουλου δεν ήταν εύκολη εξίσωση. Ο απερχόμενος Πρόεδρος είχε πολλούς και φανατικούς υποστηρικτές μέσα και έξω από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ. και ταυτόχρονα ο Τσίπρας, για τους δικούς του λόγους, του πρόσφερε τη συναίνεση στο πιάτο. Η επιλογή ενός πολιτικού προσώπου από το πάλαι ποτέ ΠΑΣΟΚ και γενικότερα την Κεντροαριστερά θα του δημιουργούσε πρόβλημα. Εψαξε όμως μεθοδικά και βρήκε την πιο εύστοχη λύση. Εκεί που ο Αλέξης τού την είχε στημένη, όχι μόνο δεν έπεσε μέσα, αλλά ανάγκασε τον βασικό πολιτικό του αντίπαλο σε οδυνηρή συνθηκολόγηση. Πιθανόν ο Αλέξης να μη γίνει ποτέ Κυριάκος - κι ας πασχίζει για μια δεύτερη ευκαιρία.
Μπάμπης Κούτρας
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια