Περί κατευνασμού...


Του Νίκου Μελέτη

Με τρόπο που δεν ταιριάζει σε έναν πρώην πρωθυπουργό που μόλις πριν πέντε μήνες παρέδωσε την εξουσία, ο Αλέξης Τσίπρας κατηγόρησε την κυβέρνηση για πολιτική κατευνασμού έναντι της Τουρκίας.

Ο ίδιος χειρίστηκε τα ελληνοτουρκικά για πέντε ολόκληρα χρόνια και θα έπρεπε να ασκήσει με πιο προσεκτικό τρόπο την κριτική του προς την κυβέρνηση καθώς η κατηγορία περί κατευνασμού και δημιουργεί λάθος εντυπώσεις και δεν είναι ειλικρινής όταν εκτοξεύεται από τον πρώην πρωθυπουργό.

Ο κ. Τσίπρας ως πρωθυπουργός ήταν αυτός που προσκάλεσε και υποδέχθηκε τον κ. Ερντογάν στην Αθήνα για να μας διδάξει την ανάγκη αναθεώρησης της Λοζάνης, περιοδεύοντας κατόπιν ως «πορθητής» στη Θράκη, είναι ο πρωθυπουργός που έβαλε στο «ράφι» (μετά και την σκληρή στάση του Ερντογάν στη συνάντησή τους τον περασμένο Φεβρουάριο στην Άγκυρα) το σχέδιο του Ν. Κοτζιά για επέκταση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο, και ο επικεφαλής μιας κυβέρνησης που δεν πίεσε την Αλβανία όταν έπρεπε προκειμένου να υπογράψει την Συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων συνόρων την οποία είχε ακυρώσει μετά από παρέμβαση της Τουρκίας.

Και αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς θα πρέπει ο ίδιος ο κ. Τσίπρας να εξηγήσει γιατί στα πέντε χρόνια που ήταν πρωθυπουργός δεν υπέγραψε την Συμφωνία οριοθέτησης με την Αίγυπτο, για την οποία πολλές φορές είχε συζητήσει με τον Αιγύπτιο πρόεδρο, γιατί δεν προχώρησε στην ανακήρυξη ΑΟΖ, γιατί δεν φρόντισε η κυβέρνησή του να αδειοδοτήσει τα Οικόπεδα νοτιοδυτικά της Κρήτης; Όλοι γνωρίζουμε τον λόγο, ότι η επιλογή ήταν να μην γίνει κάτι που θα οδηγούσε σε αντιπαράθεση με την Τουρκία.

Και αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί κατεξοχήν κατευναστική πολιτική.

Οι κινήσεις της Άγκυρας προς την Λιβύη δεν ξεκίνησαν στις 7 Ιουλίου, αλλά έναν χρόνο πριν τον Νοέμβριο του 2018 με την επίσκεψη Ακάρ στην Τρίπολη, αλλά στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι τις εκλογές καμιά κίνηση δεν έγινε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για να αποτραπεί η προσέγγιση αυτή και η προετοιμασία του Μνημονίου.

Η απόφαση για κυρώσεις στην Τουρκία από την Ε.Ε. ελήφθη επί της προηγούμενης κυβέρνησης, επαναβεβαιώθηκε και επί της σημερινής, αλλά είναι σαφές ότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν πρόθεση να προχωρήσουν σε ουσιαστικές κυρώσεις εις βάρος της Τουρκίας και η μη επιβολή τους δεν είναι επιλογή της σημερινής κυβέρνησης προς κατευνασμό της Τουρκίας.

Προφανώς κριτική στην κυβέρνηση παρά το άλλοθι ότι είναι μόλις πέντε μηνών κυβέρνηση, είναι δίκαιο να ασκείται για το αν αμέσως με την ανάληψη της εξουσίας τον Ιούλιο και αφού υπήρχαν τα πρώτα ανησυχητικά μηνύματα κυρίως από την πλευρά της Λιβύης κινήθηκε άμεσα και αποτελεσματικά ώστε να αποτρέψει εξελίξεις οι οποίες τώρα απειλούν να δημιουργήσουν τετελεσμένα εις βάρος της Ελλάδας. Και φυσικά για την λανθασμένη εκτίμηση στην πρώτη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν ότι αρκεί η συζήτηση της «θετικής ατζέντας» για να κουκουλωθούν τα σοβαρά προβλήματα.

Οι κατηγορίες για κατευνασμό όταν δεν συνοδεύονται από πραγματικά στοιχεία που να το αποδεικνύουν και όταν δεν προβάλλεται μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση πολιτικής, δεν βοηθούν ούτε τη διαπραγματευτική θέση της χώρας, ενώ και σε επίπεδο κοινής γνώμης ενοχοποιούν κάθε πολιτική που δεν συνοδεύεται από τα τύμπανα του πολέμου. Και είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι αυτή είναι η πρόθεση του πρώην πρωθυπουργού.


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια