Του Μανούσου Μαραγκουδάκη *
Ακούγεται σαν αστείο, αλλά μια προσεκτική ματιά στο θέμα θα φανέρωνε ότι η απάντηση δεν είναι αυταπόδεικτη. Ας δούμε το θέμα προσεκτικά λοιπόν. Το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας στις εκατό πρώτες ημέρες της στην εξουσία χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο είναι ο συνδυασμός ορθολογικοποίηση της δημόσιας διοίκησης και επιθετική πολιτική πρόσκλησης ξένων άμεσων επενδύσεων με σκοπό την αύξηση του ΑΕΠ και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας ∙ αυτό που ονομάζουμε στην κοινωνιολογική επιστήμη «οργανωσιακή διάσταση της ανθρώπινης διάδρασης».
Το δεύτερο μέρος του προγράμματος της Νέας Δημοκρατίας είναι απόν ∙ είναι αυτό που αντίστοιχα ονομάζεται στην κοινωνιολογία «συμβολική διάσταση της ανθρώπινης διάδρασης». Η απουσία της συμβολικής διάστασης από το πρόγραμμα της Νέας δημοκρατίας δεν είναι τυχαία ∙ δεν μπορεί να είναι τυχαία. Οφείλεται στην άρρητη υπόθεση εργασίας ότι είναι αχρείαστη ∙ ότι η δημιουργία και προώθηση συμβόλων που νοηματοδοτούν την ορθολογικοποίηση της γραφειοκρατίας και την επιθετική πολιτική επενδύσεων και ανάπτυξης είναι αχρείαστη επειδή η ίδια η οργανωσιακή διάσταση της ανθρώπινης διάδρασης, από μόνη της, δημιουργεί και τη νοηματοδότησή της. Καλώς ήρθατε στην μαρξιστική θεωρία.
Τα αποτελέσματα αυτής της εικασίας έχουν ήδη κάνει την εμφάνισή τους. Το Υπουργείο Παιδείας (Εκπαίδευσης στην πραγματικότητα), δεν τολμά να αγγίξει την καταστροφική εξομοίωση των ΤΕΙ με τα ΑΕΙ που νομοθετήθηκε τις ύστατες στιγμές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ούτε να περιορίσει τον απίστευτα υψηλό αριθμό των ΑΕΙ, που αυξήθηκε ακόμη περισσότερο επί των ημερών του ΣΥΡΙΖΑ, με τον φόβο μήπως και κατηγορηθεί για ελιτισμό. Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και το Υπουργείο Δικαιοσύνης λειτουργούν με δύο μέτρα και δύο σταθμά – το ένα για τους κανονικούς ανθρώπους, το άλλο για το ΚΚΕ και την επαναστατική βία.
Το μοτίβο είναι ξεκάθαρο και δεν σταματά εδώ. Αλλά ας προχωρήσουμε. Η εικασία πάνω στην οποία βασίζεται αυτή η συμπεριφορά είναι προφανής: Η ανάπτυξη της οικονομίας θα ομαλοποιήσει τα ήθη και θα περιθωριοποιήσει την επαναστατική γυμναστική. Εναλλακτικά, ότι «έλα μωρέ, δεν βαριέσαι, πάντα έτσι ήταν αυτοί». Όμως δεν ισχύει ούτε η μία, ούτε η άλλη εκτίμηση.
Αναφορικά με την πρώτη, η μεγάλη μάζα των ροπαλοφόρων επαναστατών είναι εργαζόμενοι, ή προστατευμένα μέλη μικροαστικών και αστικών οικογενειών – όχι άνεργοι. Ο λόγος που συμπεριφέρονται με βίαιο τρόπο δεν είναι κάποιο αίσθημα «σχετικής στέρησης» ή επικινδυνότητας της θέση τους στον καταμερισμό της εργασίας, αλλά διότι είναι πεπεισμένοι ότι η φιλελεύθερη-καπιταλιστική κοινωνία είναι βέβηλη. Και έχουν βαλθεί να την ξεκάνουν.
Όμως ακόμη χειρότερη στις επιπτώσεις της είναι η δεύτερη εκτίμηση: ότι η ακροαριστερή βία είναι κατά κάποιο τρόπο «κανονική» ∙ ότι εμείς οι υπόλοιποι μπορούμε να συνεχίσουμε τη ζωή μας δίπλα στους ροπαλοφόρους επαναστάτες, ως ένας διαβάτης ανοίγει την ομπρέλα του όταν πιάνει βροχή. Μπορεί πράγματι να θεωρείται κανονική η αριστερή βία στην Ελλάδα, αλλά το γεγονός ότι ποτέ δεν εμπεδώθηκε στην χώρα μας το πρότυπο της νομοταγούς συμπεριφοράς οφείλεται πρωτίστως σε αυτήν την «κανονικότητα».
Η νομοταγής συμπεριφορά στην Ελλάδα ποτέ δεν απέκτησε τα χαρακτηριστικά της φυσιολογικής κατάστασης διότι δεν ισχύει παντού και πάντα - όπως θα έπρεπε να συμβαίνει για να εμπεδωθεί ως απαραβίαστος «νόμος της φύσης».
Έχω γράψει σε προηγούμενη επιφυλλίδα ότι η νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις τελευταίες εκλογές δεν οφείλεται στη νίκη των φιλελεύθερων αρχών πάνω στις σοσιαλιστικές, αλλά στην εξόφθαλμη διαφθορά και την καταγέλαστη ανικανότητα του ΣΥΡΙΖΑ. Οι ιδέες της αριστεράς περί κοινωνικής εξίσωσης, λαϊκής βουλησιαρχίας, και επαναστατικής βίας συνεχίζουν να κυριαρχούν στη δημόσια σφαίρα, διότι δεν έχουν αμφισβητηθεί ως τέτοια: ως νοήματα και σύμβολα.
Και αυτή η κυριαρχία δεν αποτελεί μία «φυσική» κατάσταση. Προήλθε από την συνειδητή δημιουργία και καλλιέργεια συμβόλων και νοημάτων τόσο στον καλλιτεχνικό κόσμο, όσο και στα πανεπιστήμια, και αποτελεί μία ένσκοπη και μεθοδική εφαρμογή των διδαχών του νεομαρξιστή Αντόνιο Γκράμσι, και την επιμονή του ότι προτεραιότητα πρέπει να έχει η ιδεολογική, όχι οικονομική, ηγεμονία∙ ότι αν έχεις την ιδεολογική ηγεμονία, το κράτος, κάποια στιγμή, θα πέσει στα χέρια σου – όπως και συνέβη στην Ελλάδα το 2015.
Η ανάπτυξη των φιλελεύθερων συμβόλων και νοημάτων δεν εκρέουν από την καπιταλιστική ανάπτυξη. Δεν εκρέουν από την εργασία ούτε από την αύξηση του πλούτου. Ο πλούτος και η εργασία πρέπει να αποκτήσουν νόημα που δεν εμπεριέχεται στον τραπεζικό λογαριασμό μας, ούτε στην δουλειά που κάνουμε, ούτε στην ακίνητη περιουσία μας. Εμπεριέχεται στην έξωθεν νοηματοδότηση που πρέπει να πλαισιώσει όλα αυτά τα αποκτήματα: στην αυταξία του ατόμου, στην πολιτική κοινότητα ως κατάστασης ειρήνης και εμπιστοσύνης ανάμεσα στα μέλη της, στον αυτοθυσιαστικό πατριωτισμό, και στην ισονομία.
Με άλλα λόγια, απαιτείται η νοηματοδότηση της ίδιας της φιλελεύθερης Δημοκρατίας. Και ο τρόπος επίτευξής της είναι αυτός που έχει ακολουθήσει η αριστερά για να επιτύχει τη δική της κυριαρχία: Τελετές, εορτές, και συνεχής νοηματοδότηση των φιλελεύθερων θεσμών, που ξεκινάει από το φιλελεύθερο σχολείο, και καταλήγει στην φιλελεύθερη τύπου διαμαρτυρία και διαδήλωση. Τα εθνικά σύμβολα, οι εθνικοί εορτασμοί, και οι εθνικές ομιλίες δεν μπορούν να καλύψουν αυτό το κενό σήμερα.
Χωρίς αυτή τη νοηματοδότηση, η οικονομική ανάπτυξη που επαγγέλλεται η Νέα Δημοκρατία θα είναι έρμαιο οικονομικών κρίσεων, εγωιστικής ανομίας, πολυπολιτισμικής κακοφωνίας, και αριστερών «εφόδων στην εξουσία». Ας ελπίσουμε ότι η Νέα Δημοκρατία, ως φορέας του φιλελευθερισμού στην Ελλάδα σήμερα, δεν θα συνεχίσει να εφαρμόζει στην πράξη τον κλασσικό μαρξισμό. Ας γίνει τουλάχιστον οπαδός του Γκράμσι.
* O κ. Μανούσος Μαραγκουδάκης είναι Καθηγητής Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια