Του Δημήτρη Τσαϊλά *
Οι παλιοί πυροβολητές του Πολεμικού Ναυτικού έλεγαν, για τις σκοπεύσεις των πυροβόλων όπλων κατά τα πυρά, ότι πρέπει να κάνεις τολμηρές προσαρμογές και διορθώσεις στα σκοπευτικά όταν απαιτείται να εκτελέσεις βολές με το όπλο σου, για να είναι επιτυχής η βολή. Μετά τις τελευταίες επιθέσεις του περασμένου Σαββάτου στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Aramco στη Σαουδική Αραβία αντιλαμβανόμαστε άμεσα, ότι, πρώτον τα πρότυπα και οι νόμοι για τον πόλεμο δι’ αντιπροσώπων ενθαρρύνουν την κακή συμπεριφορά και δεύτερον ότι οι πολεμικές επιχειρήσεις έχουν πλέον αλλάξει. Αυτή η συγκεκριμένη επίθεση με “άγνωστης εθνικότητας UAV” μη επανδρωμένα αεροσκάφη (ντρόνς) και πυραύλους, είναι, ας μου επιτραπεί ο όρος, μια “πολύ έξυπνη και ασύμμετρη” επίθεση αφού δεν φέρνουν απευθείας τους εχθρούς σε σύγκρουση και επιπλέον διατάραξε τη παγκόσμια αγορά πετρελαίου καθιστώντας την κλιμάκωση αναπόφευκτη. Αλλά αυτό που δείχνουν πραγματικά τέτοιου τύπου επιθέσεις είναι ότι ο πόλεμος έχει αλλάξει εδώ και πολύ καιρό και απαιτούνται απεγνωσμένα νέοι κανόνες και στρατηγικές.
Αυτές οι επιθέσεις, θα λέγαμε ότι είναι μόνο το τελευταίο επεισόδιο στο μακροχρόνιο πόλεμο όπου εμπλέκονται οι ΗΠΑ, η Σαουδική Αραβία, η Υεμένη, το Ιράκ και το Ιράν ενώ υπάρχουν και παράπλευροι παίκτες όπως η Κίνα, η Ρωσία και η Τουρκία. Εδώ και καιρό γνωρίζουμε ότι η Τεχεράνη έχει προμηθεύσει την Υεμένη με πυραύλους και άλλες στρατιωτικές προμήθειες που η τελευταία χρησιμοποίησε για να χτυπήσει τη Σαουδική Αραβία. Εξ’ αιτίας αυτού, οι ΗΠΑ συνεργάστηκαν στενά με τη Σαουδική Αραβία και τους προμήθευσαν με νέα όπλα και πολεμικό υλικό, ενώ τους εκπαίδευσαν σε θέματα κατασκοπείας και πληροφοριών παρέχοντας τους μάλιστα και εξελιγμένο τεχνολογικό υλικό. Έχουν επίσης εκτελέσει επιχειρήσεις απαγόρευσης στο Ιράκ με σκοπό τα ιρανικά όπλα και πυρομαχικά να μην κατευθύνονται στην Υεμένη, μέσω αντιπροσώπων. Επιπλέον, οι ΗΠΑ έχουν επιβάλει αυστηρές κυρώσεις στο Ιράν. Στην περιπλοκή αυτή την εικόνα, υπάρχουν ενδείξεις ότι οι τελευταίες επιθέσεις προήλθαν από το Ιράκ, όπου το Ιράν χρησιμοποιεί τους αντιπροσώπους πολιτοφύλακες Χούτι, και όχι την Υεμένη. Εάν οι επιθέσεις προέρχονται από το Ιράκ, η ιρακινή κυβέρνηση θα αναγκαστεί να επιλέξει μεταξύ της λήψης μεγαλύτερων και πιθανώς αποσταθεροποιητικών μέτρων για την παγίδευση των πολιτοφυλάκων ή να διακινδυνεύσει επιθέσεις ή να αναγκαστεί από εξωτερικούς παράγοντες που προσπαθούν να περιορίσουν την επιρροή του Ιράν.
Όμως, όλες αυτές οι υποθέσεις δεν αλλάζουν το γεγονός ότι οι πολεμικές επιχειρήσεις άλλαξαν από το περασμένο Σαββατοκύριακο. Οι σχέσεις μεσολάβησης του Ιράν με τρομοκρατικές οργανώσεις, δείχνουν μια εξαιρετική ικανότητα να επιβάλλουν ασύμμετρες επιθέσεις με υψηλό κόστος, ενώ παρακωλύουν το ρόλο των αντιπάλων τους. Με αυτόν τον τρόπο, τους επιτρέπετε να διαχειριστούν τους κινδύνους ενώ περιορίζουν πολιτικά την αντίδραση των αντιπάλων. Μπορεί να δείχνουν όλοι το Ιράν ως υπεύθυνο αλλά δεν υπάρχουν ικανοποιητικά στοιχεία για άμεση αντίδραση εναντίον του.
Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, θέτονται κανόνες και όρια για την ευθύνη του πληρεξουσίου υπεύθυνου για τις ενέργειες του αντιπροσώπου του, καθιστώντας δύσκολη την οικοδόμηση κάθε είδους διεθνούς συναίνεσης που είναι απαραίτητη για τη νομιμότητα για οποιαδήποτε αντίποινα. Αυτό ουδόλως σημαίνει ότι η διεθνής κοινότητα γενικά δεν διαθέτει την ικανότητα για ανάληψη μέτρων με σκοπό να αποθαρρύνει το Ιράν και τους αντιπροσώπους του από μελλοντικές επιθέσεις. Στην πραγματικότητα, το εύρος και η έκταση αυτών των επιθέσεων υποδηλώνουν ότι έχει φτάσει ο κόμπος στο χτένι, για να θεσπιστούν νέα μέτρα και να θέσουμε προϋποθέσεις για την τελική επίλυση της όποιας σύγκρουσης.
Το πρώτο που εκτελείται μετά από κάθε επίθεση είναι μια διαχείριση κρίσεως και προσπάθεια αποκλιμάκωσης. Βεβαίως, όπως κάθε κράτος έτσι και η Σαουδική Αραβία δεν έχει μόνο το δικαίωμα, αλλά και την ευθύνη, για να προστατεύσει την ενεργειακή και την πολιτική υποδομή της. Αυτό το δικαίωμα επεκτείνεται στη διεξαγωγή επιθετικών ενεργειών εναντίον οποιουδήποτε δημιουργεί την απειλή. Ωστόσο, η κλιμάκωση για χάρη της κλιμάκωσης είναι αυτοκαταστροφή. Απλώς θα κάνει τις μελλοντικές επιθέσεις στην περιοχή πιο πιθανές. Έτσι εκτιμάται ότι θα δικαιολογούνται μετρημένες στρατιωτικές απαντήσεις που θα επικεντρώνονται στην προσπάθεια για καταστροφή των πυραύλων και των ντρόνς που κατέχουν οι Χούτι. Φυσικά, υπάρχουν δυσκολίες και επιπλοκές, καθώς θα επιδεινώσει μια τέτοια κίνηση τα πράγματα και απλώς θα αυξήσει τις εκκλήσεις για περαιτέρω στήριξη των ΗΠΑ. Αντ’ αυτού, οι ΗΠΑ έχουν την ευκαιρία να διαδραματίσουν έναν εποικοδομητικό και μετριοπαθές ρόλο παρέχοντας νέες δυνατότητες για κατασκοπεία και πληροφορίες στους Σαουδάραβες προκειμένου να διασφαλίσουν ότι θα εξαλείψουν την ικανότητα του Χούτι να επιτεθούν. Αν αποδειχθεί ότι οι επιθέσεις έχουν ξεκινήσει από το ιρακινό έδαφος, τότε οι ΗΠΑ θα πρέπει να παρέξουν παρόμοια βοήθεια και στην κυβέρνηση του Ιράκ για να αποφευχθεί μια νέα επίθεση. Φυσικά, θα χρειαστεί η συναίνεση από την ιρακινή κυβέρνηση. Ωστόσο, θα χρειαστεί να αποφευχθούν επιθέσεις εναντίον των πολιτοφυλακών, καθώς τέτοιες επιθέσεις μπορεί να αυξήσουν τις θρησκευτικές αντιπαλότητες και να αποσταθεροποιήσουν το Ιράκ σε μια εποχή που βρίσκεται σε μια θετική πορεία.
Το δεύτερο, είναι η διαχείριση της πολιτικής και οικονομικής απομόνωσης του Ιράν. Οι προσπάθειες απομόνωσης του Ιράν μέσω κυρώσεων και διπλωματικών δεσμεύσεων έχουν μέχρι στιγμής αποδειχθεί αναποτελεσματικές στην αλλαγή της συμπεριφοράς του. Εκτιμάται ότι μέρος του προβλήματος είναι ότι η προσπάθεια της "μέγιστης πίεσης" των ΗΠΑ αντέχει πολιτικά, αφού δεν συνδέεται με μια σαφή τελική κατάσταση. Οι ΗΠΑ, ενώ επέβαλαν καταστροφικές οικονομικές κυρώσεις στο Ιράν δεν καθορίζουν στην Τεχεράνη έναν σαφή οδικό χάρτη για το πώς μπορεί να ξεφύγει από τις κυρώσεις. Ο αντίκτυπος των κυρώσεων, πρέπει να συνδυαστεί με την απομόνωση του Ιράν από τους παραδοσιακούς εταίρους του όπως η Κίνα, η Ρωσία και η Τουρκία, καθώς και μια στρατιωτική αντίδραση για την υποβάθμιση των δυνατοτήτων του, εκτιμάται ότι θα παρότρυναν το Ιράν να απομακρύνει τουλάχιστον την απειλή που θέτει στην Υεμένη.
Το τρίτο είναι η εντατικοποίηση των διεθνών προσπαθειών για μια ειρηνική λύση στη σύγκρουση με την Υεμένη. Όπως αντιλαμβανόμαστε, τα συμφέροντα του Ιράν εξυπηρετούνται καλύτερα από τη διαιώνιση της σύγκρουσης με την Υεμένη και όχι από την επίλυση του. Όσο συνεχίζεται η σύγκρουση, διαθέτουν σχετικά ένα “φθηνό τρόπο” να επιβάλουν υψηλό κόστος στον σημαντικό περιφερειακό αντίπαλό τους. Τα πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά μέτρα θα μπορούσαν να αλλάξουν αυτόν τον υπολογισμό. Ωστόσο, εάν η διεθνής κοινότητα δεν αξιοποιήσει την ευκαιρία να ενισχύσει μια πολιτική λύση για τον εμφύλιο πόλεμο στην Υεμένη, μεγάλο μέρος των δυνατοτήτων αυτών των μέτρων θα χαθεί.
Συμπεράσματα
Τα κράτη θα ενεργοποιούν όλο και περισσότερο τους πολέμους ή τις επιθέσεις δι’ αντιπροσώπων, εφόσον μειώνουν το κόστος και τους κινδύνους της βίας και το διεθνές δίκαιο και οι κανόνες δεν αποθαρρύνουν την κατάχρηση τους. Σε συνδυασμό με τις τεχνολογικές εξελίξεις που επιτρέπουν ολοένα και πιο καταστροφικές επιθέσεις, μπορούμε να περιμένουμε ομάδες μεσαζόντων ή τρομοκρατών με δυνατότητες να οργανώνουν έναν αυξανόμενο αριθμό παγκόσμιων αποσταθεροποιητικών γεγονότων, όπως η επίθεση στις εγκαταστάσεις πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας.
Το σοκ της επίθεσης αυτής αποτελεί επίσης μια ευκαιρία. Η διεθνής κοινότητα έχει την ευκαιρία να θεσπίσει κανόνες για σχέσεις μεσολάβησης και να ενθαρρύνουν τη διαφάνεια και την υπευθυνότητα. Κάτι τέτοιο θα απαιτήσει από τους ισχυρούς να εξετάσουν τις δικές τους σχέσεις, για να διασφαλίσουν ότι θα διαδραματίσουν έναν εποικοδομητικό ρόλο και ότι δεν θα επιτρέψουν περαιτέρω κλιμάκωση ούτε θα αποτελέσουν εμπόδιο στην επίλυση της σύγκρουσης.
Τέλος, όσον αφορά για τον Ελληνισμό, ο οποίος παλεύει για άλλη μια φορά σε μια αρένα όπου επικρατεί ένας ανταγωνισμός μεγάλης ισχύος, πρέπει να μάθουμε από αυτές τις επιθέσεις. Είναι καιρός πλέον στη στρατηγική εθνικής ασφάλειας και στην αμυντική στρατηγική, η Ελλάδα να κάνει τολμηρές διορθώσεις στην αντίληψη των απειλών και σχετικά με τη στρατιωτική στάση μας έναντι της Τουρκίας αλλά και την αντιμετώπιση της διεθνούς τρομοκρατίας και των ροών μεταναστών. Πρέπει να οργανωθούμε για μελλοντικές συγκρούσεις και όχι να διατηρούμε τα παλιά επιχειρησιακά παραδείγματα. Το Διακλαδικό Σχέδιο Διοίκησης απαιτείται να εξελίσσεται πάντα για να αναγνωρίσει τις νέες πραγματικότητες. Είναι καιρός να κάνουμε γενναίες διορθώσεις και προσαρμογές. Κατά την προσωπική μου εκτίμηση, πρέπει να επικεντρωθούμε στην απρόσκοπτη άσκηση της αεροναυτικής εξάπλωσης ελέγχου, από το Αιγαίο στη Θάλασσα της Ανατολικής Μεσογείου για τη συγκράτηση της Τουρκίας στην ηπειρωτική της επικράτεια, ενώ παράλληλα να συνεργαστούμε με τους περιφερειακούς συμμάχους και τους εταίρους μας.
* Ο Δημήτρης Τσαϊλάς είναι Υποναύαρχος ε.α. ΠΝ
** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια