Υδρογονάνθρακες και θησαυροί


Γράφει ο Ραφαήλ Μωυσής *

Πληροφορούμαι από την Οικονομική «Κ» (6 Αυγούστου) ότι ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για ενεργειακούς πόρους Φράνσις Φάνον, ήρθε στη χώρα μας για να λάβει μέρος στην 1η Ενεργειακή Διάσκεψη στην οποία, μεταξύ άλλων, «θα δοθεί ουσιαστική ώθηση στη διακυβερνητική συμφωνία για τον αγωγό αερίου Eastmed». Αναφέρεται ασφαλώς στην τριμερή κατ’ αρχήν συμφωνία την οποία υπέγραψαν στην Ιερουσαλήμ, στις 20 Μαρτίου 2019, οι πρωθυπουργοί Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας, με την εντυπωσιακή, πράγματι, παρουσία του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Μάικ Πομπέο. Αλλη μια παρουσία, λοιπόν, που επιβεβαιώνει το ζωηρό ενδιαφέρον της Αμερικής για τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων που, ένα μετά το άλλο, εντοπίζονται στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Στο παρόν σημείωμα γίνεται μια προσπάθεια ερμηνείας του αμερικανικού ενδιαφέροντος και εκτίθενται κάποιες σκέψεις για τη σχετική στρατηγική που εξυπηρετεί καλύτερα τα ελληνικά συμφέροντα.

Ο «χορός» των ανακαλύψεων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο άνοιξε το 2009 με την ανακάλυψη από την εταιρεία Noble στην αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) του Ισραήλ, του κοιτάσματος Tamar, δυναμικού της τάξεως των 260 bcm (δισεκατομμύρια κυβικών μέτρων). Ακολούθησε το 2010 η ανακάλυψη στην ίδια ΑΟΖ του κοιτάσματος Leviathan των 480 bcm. Για μια εκτίμηση της σημασίας αυτών των μεγεθών, σημειώνουμε ότι η ετήσια κατανάλωση φυσικού αερίου στην Ελλάδα προβλέπεται να κυμανθεί στο ύψος των 5 έως 10 bcm ετησίως. Την αξία των παραπάνω κοιτασμάτων επισκίασε το 2015 η ανακάλυψη από την ιταλική ΕΝΙ του κοιτάσματος Zohr στην ΑΟΖ της Αιγύπτου. Πρόκειται για ένα υπεργιγαντιαίο κοίτασμα μεγέθους 800 bcm, έναν «θησαυρό» με ακαθάριστη σημερινή αξία που εκτιμάται στην περιοχή των 120 δισεκατομμυρίων ευρώ, δηλαδή όσο το 50% του ΑΕΠ της Ελλάδας.

Η Κύπρος μπήκε δειλά στη νέα ενεργειακή και γεωπολιτική σκηνή το 2012, όταν ανακαλύφθηκε από την αμερικανική Noble Energy μαζί με την ισραηλινή Delek στο οικόπεδο12 το κοίτασμα «Αφροδίτη» με δυναμικό που αρχικά εκτιμήθηκε μέχρι τα 170 bcm αλλά αργότερα υποβαθμίστηκε στα 125. Μετά μία όχι ενθαρρυντική γεώτρηση στο δεύτερο εξάμηνο του 2017 που πραγματοποιήθηκε στο οικόπεδο 11, ανακαλύφθηκε το 2018 από τις ENI-TOTAL στο οικόπεδο 6, το κοίτασμα «Καλυψώ» με αρχική εκτίμηση δυναμικού στα 170-230 bcm.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η ανακάλυψη τον Φεβρουάριο του 2019 στο οικοπέδο10, που θεωρείται το πλέον ελπιδοφόρο της κυπριακής ΑΟΖ, από την ExxonMobil σε συνεργασία με την Qatar Petroleum, του κοιτάσματος «Γλαύκος 1». Το γεωτρύπανο κατέβηκε συνολικά 4.200 μέτρα σε σημείο όπου το βάθος της θάλασσας ξεπερνάει τις 2.000 μέτρα. Το φυσικό αέριο χαρακτηρίστηκε εξαιρετικής ποιότητας, η δε αρχική εκτίμηση για την ποσότητα τη φέρνει στα 142 έως 227 bcm, ενώ συνεχίζεται η ανάλυση στοιχείων για την ακριβέστερη αξιολόγηση του κοιτάσματος. Οι πρόσφατες γεωφυσικές μελέτες αποκαλύπτουν, όμως, κάτι πολύ σημαντικό για εμάς, τη σοβαρή πιθανότητα ύπαρξης κοιτασμάτων ισοδύναμων ή και μεγαλύτερων του Zohr, στα νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης. Πρώτο βήμα για την εξακρίβωση αυτού του ενδεχόμενου αποτελεί η υπογραφή στις 27 Ιουνίου 2019, σύμβασης μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου και της κοινοπραξίας «Exxon Mobil - TOTAL - ΕΛΠΕ» για την παραχώρηση του δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης.

Ο τρόπος οικονομικής αξιοποίησης των όποιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου επιβεβαιωθούν τελικά, επιβάλλεται να αποφασιστεί μετά την εξέταση και συγκριτική αξιολόγηση όλων των υπαρκτών δυνατοτήτων. Μια τέτοια αξιολόγηση αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης που έγινε πριν από λίγα χρόνια (2013) από την Πρωτοβουλία Ενέργειας του ΜΙΤ σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Κύπρου. Μελετήθηκαν τότε οι αγορές προς τις οποίες θα μπορούσε να διοχετευθεί το αέριο (προς Ανατολή και Νότο ή προς τη Δύση) καθώς και η μορφή και ο τρόπος μεταφοράς. Οι επιλογές που εξετάστηκαν περιελάμβαναν τη δημιουργία μονάδας υγροποίησης του αερίου (LNG), την κατασκευή μονάδας πεπιεσμένου αερίου (CNG), τη μετατροπή του αερίου σε χημικά στοιχεία (GtC), τη μετατροπή σε ηλεκτρισμό (GtP), τη μεταφορά του αερίου με αγωγό μέσω Τουρκίας ή μέσω του αγωγού Eastmed.

Από τις παραπάνω διάφορες επιλογές θα επικεντρωθώ σε δύο. Τη δημιουργία μονάδας υγροποίησης του αερίου LNG στην Κύπρο, που αποτέλεσε τότε την επιλογή του ΜΙΤ και τη μεταφορά μέσω του αγωγού Eastmed, που φαίνεται να είναι αυτή που τώρα πιο σοβαρά εξετάζεται. Μακρύς θα μπορούσε να είναι ο κατάλογος των πλεονεκτημάτων και αδυναμιών και των δύο επιλογών κάτω από τις συνθήκες που ήδη έχουν διαμορφωθεί. Στα «συν» του αγωγού σίγουρα περιλαμβάνεται η σταθερότητά του ως μέσον εφοδιασμού που θα συμπληρώσει το έλλειμμα που δημιουργείται στην Ευρώπη από την εξάντληση των αποθεμάτων της Βορείου Θαλάσσης και του πεδίου Groningen, ενώ θα συμβάλει και στην απεξάρτηση της Ευρώπης από το αγκάλιασμα της Gazprom. Τέλος, το αέριο δεν θα είναι εκτεθειμένο, όπως είναι το LNG, στους ιδιότροπους ανέμους της αγοράς και ιδιαίτερα στον ανταγωνισμό της Αμερικής και της Αυστραλίας που έχουν εξελιχθεί σε σοβαρούς παίκτες και μπορούν –κυρίως η Αμερική– να επιδοθούν σε έναν σκληρό πόλεμο τιμών.

Εχει όμως η επιλογή του αγωγού και σοβαρές αδυναμίες. Το υποθαλάσσιο μήκος του Eastmed υπολογίζεται σε 1.300 χιλιόμετρα και θα είναι το μεγαλύτερο που έχει μέχρι σήμερα υπάρξει. Οι αγωγοί που ήδη έχουν κατασκευαστεί, διασχίζουν θάλασσες με σχετικά μικρά βάθη και ομαλό πυθμένα. Η Βόρειος Θάλασσα και η Βαλτική είναι σχετικά ρηχές (περί τα 100-200 μέτρα) με γενικά επίπεδο πυθμένα. Η Μαύρη Θάλασσα είναι βαθιά (γύρω στις 2.000 μέτρα) αλλά με γενικά επίπεδο πυθμένα. Οι περιοχές της Μεσογείου όπου υπάρχουν αγωγοί από Αλγερία και Λιβύη, είναι επίσης σχετικά ρηχές με ομαλούς πυθμένες. Αντίθετα, ο Eastmed πρέπει να ακολουθήσει διαδρομή όπου βρίσκονται τα μεγαλύτερα βάθη της Μεσογείου με σημαντικές διαφοροποιήσεις βάθους και απότομες κλίσεις του πυθμένα, στοιχεία που μεγιστοποιούν το κόστος και κάνουν ενδεχόμενες σοβαρές υπερβάσεις.

Η μεγάλη αδυναμία, όμως, του αγωγού δεν είναι κατασκευαστική αλλά αυτή ακριβώς που παραπάνω αναφέρθηκε ως πλεονέκτημα, δηλαδή η σταθερότητά του. Γιατί σε περίπτωση μείωσης της ζήτησης στην Ευρώπη, ο παραγωγός δεν έχει τη δυνατότητα να αλλάξει προορισμό και να διοχετεύσει το καύσιμο στην Ασία ή στην Αφρική, όπως μπορεί να γίνει με το LNG. Η μεταφορά φυσικού αερίου μέσω αγωγού είναι τεχνικά εξαιρετικά σταθερή ,αλλά εμπορικά η πιο ανελαστική. Το τελευταίο και αδιαμφισβήτητο επιχείρημα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η τελική επιλογή μεταξύ αγωγού και υγροποιημένου αερίου πρέπει να εξαρτηθεί όχι τόσο από παράγοντες στον τομέα της προσφοράς αλλά από τη διαφαινόμενη μακροχρόνια προοπτική για τη ζήτηση φυσικού αερίου στις διάφορες περιοχές της υφηλίου. Ολοι οι έγκυροι διεθνείς οργανισμοί, όπως ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, ο Διεθνής Οργανισμός Ανανεώσιμης Ενέργειας, η ΒΡ και άλλοι, προβλέπουν αυξημένη ζήτηση για το φυσικό αέριο για πολλές δεκαετίες, με προορισμό την Κίνα, τις Ινδίες και τις αναπτυσσόμενες περιοχές της Αφρικής και της Ασίας.

Δεν ισχύει, όμως, αυτό στις προβλέψεις για την Ευρώπη. Η Ευρωπαϊκή Ενωση από το 2009, πρωτοστάτησε στην προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής υιοθετώντας τον περίφημο στόχο του «Τρία Είκοσι μέχρι το 2020» και ολοκλήρωσε πρόσφατα τη δέσμευσή της σε αυτήν την προσπάθεια σχεδιάζοντας το Πακέτο Καθαρής Ενέργειας (ΠΚΕ), που αποτελεί πλέον κυρίαρχο στοιχείο ενεργειακού σχεδιασμού για την Ευρωπαϊκή Ενωση, με προοπτική την περίοδο 2030-2050. Το ΠΚΕ έχει ως πρωταρχική επιδίωξη και στόχο τη δραστική μείωση, μέχρι και πλήρη κατάργηση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων. Ο στόχος αυτός περιλαμβάνει και το φυσικό αέριο για το οποίο όμως, ειδικά, αναφέρεται ο ρόλος του ως «ενδιάμεσο καύσιμο για την απανθρακοποίηση του ενεργειακού συστήματος». Ο χρονικός ορίζοντας της διαδραμάτισης αυτού του «ενδιάμεσου» ρόλου του φυσικού αερίου, παραμένει η μεγάλη και κρίσιμη αβεβαιότητα.

Ο αγωγός Eastmed, ακόμη και αν ξεκινήσει να κατασκευάζεται σε ένα με δύο χρόνια από σήμερα και αν, χωρίς απρόβλεπτες καθυστερήσεις, ολοκληρωθεί σε άλλα επτά, θα είναι νέος και ολοκαίνουργιος γύρω στο 2030. Τότε, σύμφωνα με τους στόχους του ΠΚΕ, το μερίδιο του φυσικού αερίου στην συνολική ενεργειακή κατανάλωση στην Ε.Ε. θα έχει ήδη αρχίσει να μειώνεται, ενώ μέχρι το έτος 2050, η στοχευόμενη μείωσή του είναι ευθέως ανάλογη προς τον βαθμό αποφυγής των καταστροφικών συνεπειών της κλιματικής αλλαγής. Με άλλα λόγια: Οσο πιο αισιόδοξοι θέλουμε να είμαστε για το μέλλον της αγοράς του φυσικού αερίου, άλλο τόσο απαισιόδοξοι πρέπει να είμαστε για το μέλλον του πλανήτη. Ενας αγωγός όπως ο Eastmed έχει νόημα οικονομικά μόνο εάν μπορείς να τον εκμεταλλευθείς για πολλές δεκαετίες και συνεπώς μόνο αν υπάρχει θετική μακροχρόνια προοπτική για τη ζήτηση φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν παραπάνω, το μόνο βέβαιο για αυτήν τη μακροχρόνια προοπτική είναι η μεγάλη αβεβαιότητα που τη χαρακτηρίζει. Σε περίπτωση αβεβαιότητας, οι σωστές επενδυτικές επιλογές είναι εκείνες που περιέχουν το στοιχείο της ευελιξίας. Οπως έγραφα προ δέκα ετών στα πρακτικά μιας εκδήλωσης της Επιτροπής Ενέργειας της Ακαδημίας Αθηνών, «ο μακροχρόνιος ενεργειακός σχεδιασμός πρέπει να είναι αρκετά ευέλικτος ώστε ούτε να δημιουργεί σπατάλη πολύτιμων πόρων σε περίπτωση επαλήθευσης των αρνητικών υποθέσεων για την οικονομία αλλά ούτε η ανεπάρκεια ενέργειας να αποτελέσει τροχοπέδη στην περίπτωση επίτευξης υψηλών ρυθμών ανάπτυξης». Στην ίδια εκείνη εργασία, σε τελείως ανύποπτο δηλαδή χρόνο, παρουσίαζα ως παραδείγματα ευέλικτων επιλογών, το υγροποιημένο φυσικό αέριο και τους πλωτούς τερματικούς φυσικού αερίου ενώ κατέτασσα στην πλευρά των ανελαστικών επιλογών τους διεθνείς αγωγούς φυσικού αερίου και τους σταθερούς τερματικούς.

Καταλήγω σημειώνοντας παρενθετικά, ότι σύμφωνα με έγκυρους σχολιαστές, η μεταφορά LNG στον κόσμο είναι υπόθεση ελληνική.

* Ο κ. Ραφαήλ Μωυσής υπήρξε πρόεδρος του Συμβουλίου Εθνικής Ενεργειακής Στρατηγικής.


** Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια