Sponsor

ATHENS WEATHER

Οι κάλπες του Οκτωβρίου, το αφήγημα του Τσίπρα και η αρνητική ψήφος


Γράφει ο Σταύρος Λυγερός

Από τη στιγμή που ο πρωθυπουργός αποφάσισε να εξαντλήσει την τετραετία, οι επικείμενες ευρωεκλογές εκ των πραγμάτων απέκτησαν τον χαρακτήρα προκρίματος. Δεδομένου ότι στις αυτοδιοικητικές ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σχεδόν από χέρι χαμένος όσον αφορά τις πολιτικές εντυπώσεις, η ελπίδα του είναι στραμμένη στις ευρωκάλπες. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις πρώτο κόμμα θα έλθει η ΝΔ. Το κρίσιμο ζήτημα είναι η διαφορά.

Εάν είναι κάτω από τέσσερις μονάδες, ο Τσίπρας θα έχει τη δυνατότητα να το παλέψει τον Οκτώβριο. Εάν, όμως, η διαφορά είναι μεγαλύτερη, κατά πάσα πιθανότητα, στις εθνικές κάλπες η ψαλίδα θα ανοίξει. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως εάν έκανε τριπλές εκλογές τον Μάιο θα έχανε με σαφώς μικρότερη διαφορά από ό,τι θα χάσει τον Οκτώβριο. Με άλλα λόγια, η επιλογή του πρωθυπουργού να εξαντλήσει την τετραετία εμπεριέχει ένα μεγάλο εκλογικό και κατ’ επέκτασιν και πολιτικό ρίσκο.

Αν και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως η επιλογή του Οκτωβρίου θα κοστίσει, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κερδίσει το στρατηγικής σημασίας στοίχημα: έχει εδραιωθεί ως ο άλλος πυλώνας στο πολιτικό σύστημα, ως ο άλλος πόλος απέναντι στη ΝΔ. Κι αυτό συνέβη όχι τόσο λόγω της δικής του πολιτικής, όσο του γεγονότος ότι το ΚΙΝΑΛ δεν τραβάει, με αποτέλεσμα να μην αφήνεται άλλη επιλογή στις μάζες των αντιδεξιών ψηφοφόρων.

Μνημόνιο με ΣΥΡΙΖΑ

Ο Τσίπρας και οι υπουργοί του άρχισαν τη δεύτερη κυβερνητική θητεία τους τον Σεπτέμβριο του 2015 με την πεποίθηση ότι το κόμμα τους θα ήταν η εξαίρεση του κανόνα ότι «το Μνημόνιο τρώει τους υπηρέτες του». Την πεποίθηση αυτή την είχε τροφοδοτήσει το γεγονός ότι μετά το σαρωτικό ΟΧΙ στο δημοψήφισμα και παρά την εντυπωσιακή μνημονιακή κωλοτούμπα, οι πολίτες επιβράβευσαν τον ΣΥΡΙΖΑ με μία καθαρή εκλογική νίκη.

Η αλήθεια είναι ότι εκείνη τη στιγμή, χωρίς την προοπτική μίας αντιμνημονιακής κυβερνητικής λύσης και υπό το κράτος του φόβου ότι η χώρα θα καταρρεύσει και θα εκδιωχθεί από την Ευρωζώνη, οι ψηφοφόροι προτίμησαν “Μνημόνιο με ΣΥΡΙΖΑ” παρά “Μνημόνιο με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ”:

Πρώτον, επειδή θεωρούσαν τα δύο αυτά κόμματα υπεύθυνα για την κατάντια της χώρας και επιπροσθέτως είχαν βιώσει την άγρια λιτότητα επί των ημερών των κυβερνήσεων Γιώργου Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά.
Δεύτερον, επειδή θεωρούσαν ότι η κυβέρνηση Τσίπρα είχε καλές προθέσεις, ότι διαπραγματεύθηκε επίμονα, αν και αδέξια, και ως εκ τούτου, δίνοντας βάση και στις σχετικές υποσχέσεις, έτρεφαν την ελπίδα ότι θα εξαντλήσει όλα τα περιθώρια για να αμβλύνει τα επώδυνα μέτρα.

Πριν σταλεί ο λογαριασμός

Όταν στις 20 Σεπτεμβρίου του 2015 οι Έλληνες πήγαν στις κάλπες, η κυβέρνηση Τσίπρα είχε υπογράψει και ψηφίσει το 3ο Μνημόνιο, αλλά δεν είχε αρχίσει να το εφαρμόζει. Με άλλα λόγια, οι ψηφοφόροι γνώριζαν γενικά ότι θα εφαρμοσθούν δύσκολα μέτρα, αλλά δεν τους είχε πάει ακόμα ο λογαριασμός. Δεν είχαν το βίωμα και ως εκ τούτου είχαν τη δυνατότητα να τρέφουν κάποιες αυταπάτες γι’ αυτό που ερχόταν. Από πολιτικής απόψεως, πρόκειται για κρίσιμης σημασίας διαφορά.

Τέσσερα σχεδόν χρόνια μετά, το 3ο Μνημόνιο ναι μεν αποτελεί παρελθόν, αλλά έχει αφήσει πίσω του βαθιές πληγές στο σώμα της κοινωνίας. Μπορεί η επιδοματική πολιτική της κυβέρνησης Τσίπρα να άμβλυνε κάπως την οικονομική πίεση στα φτωχά στρώματα, αλλά αυτό κατέστη δυνατόν, λόγω του γεγονότος ότι έθεσε τα μεσαία στρώματα στη μέγγενη. Πιο συγκεκριμένα, προέβη σε περαιτέρω περικοπές, σε περαιτέρω υπερφορολόγηση, σε εισβολή της εφορίας στις καταθέσεις, σε πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας κλπ.

Τώρα που νοικοκυριά και επιχειρήσεις έχουν υποστεί και συνεχίζουν να υφίστανται εμπράκτως τις επώδυνες επιπτώσεις, το κλίμα έχει αλλάξει. Στην κοινωνία και ειδικά στα μεσαία στρώματα η οργή και η απόγνωση είναι διάχυτη, ακόμα και σε εκείνους που το 2015 είχαν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ. Οι αντιδράσεις ναι μεν δεν προσέλαβαν διαστάσεις κοινωνικής αναταραχής, αλλά τροφοδοτούν το ρεύμα της αρνητικής ψήφου, το οποίο εξ αντιδιαστολής φουσκώνει τα εκλογικά πανιά της ΝΔ.

Ο Μητσοτάκης δεν έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα πλειοψηφικό ρεύμα, παρότι οι συνθήκες δεν θα μπορούσαν να είναι ευνοϊκότερες για να το επιτύχει. Ο πρώτος λόγος είναι ότι ο ίδιος δεν έχει επιδείξει ηγετικό βηματισμό. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι κατά κανόνα οι πολίτες έχουν επίγνωση πως κι αυτός θα βαδίσει σε γενικές γραμμές στο ίδιο μεταμνημονιακό μονοπάτι, πως θα εφαρμόσει τα ίδια επώδυνα μέτρα.

Αρνητική ψήφος

Μη έχοντας, όμως, εναλλακτική λύση εξουσίας, δηλαδή διέξοδο, το κυρίαρχο κριτήριο της διαμορφούμενης εκλογικής συμπεριφοράς στους κόλπους ειδικά των μικρομεσαίων είναι να διώξουν αυτή την κυβέρνηση κι ας έρθει όποια άλλη. Αυτό, άλλωστε, είναι το χαρακτηριστικό της αρνητικής ψήφου. Μπορεί, όπως προανέφερα, η ΝΔ να μην έχει πολιτική-εκλογική δυναμική, αλλά είναι σαφές πως όσο μεγαλώνει η φθορά του ΣΥΡΙΖΑ τόσο εξ αντιδιαστολής ευνοείται αυτή ευθέως (μετακινήσεις ψηφοφόρων) και εμμέσως (δια της αποχής).

Οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν ότι η διαφορά μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων είναι με μικρές διακυμάνσεις σταθεροποιημένη σε σχετικά υψηλό επίπεδο. Η “γαλάζια” αυτοδυναμία δεν μοιάζει το πιθανότερο σενάριο, αλλά και δεν αποκλείεται. Αν και οι ευρισκόμενες σε καθοδική τροχιά κυβερνήσεις έχουν την τάση να εγκλωβίζονται σε αυταπάτες, οι δημοσκοπήσεις προσγειώνουν τους σημερινούς ενοίκους του Μαξίμου στη σκληρή πραγματικότητα.

Σε τι, λοιπόν, ελπίζουν; Ελπίζουν πως με τη δέσμη των παροχών θα επικρατήσει και στην κοινωνία το αισιόδοξο σενάριο. Για την ακρίβεια, πως η οικονομία, που ήδη εμφανίζει σημάδια σταθεροποίησης, θα εισέλθει πιο δυναμικά στην τροχιά της μεγέθυνσης. Οι παλαιότερες ελπίδες για γενναία ελάφρυνση του χρέους διαψεύσθηκαν και μαζί οι ελπίδες για ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Έστω και έτσι, στο Μαξίμου θεωρούν πως με τις παροχές θα εξισορροπήσουν το κλίμα της διάχυτης λαϊκής δυσαρέσκειας και πολιτικής-εκλογικής φθοράς. Θεωρούν πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα ανακτήσει κάποιο τουλάχιστον από το χαμένο εκλογικό έδαφος και ως εκ τούτου θα δώσουν με αξιώσεις την εκλογική μάχη τον Οκτώβριο.

Αυτό είναι το αφήγημα, με το οποίο οι σημερινοί ένοικοι του Μαξίμου κατευνάζουν τις ανησυχίες τους, εκτονώνουν εσωκομματικές αντιδράσεις και διατηρούν αλώβητη την ενότητα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Η κοινοβουλευτική ιστορία, ωστόσο, διδάσκει ότι σε συνθήκες έντονης λαϊκής δυσαρέσκειας, όπως οι σημερινές, η αρνητική εκλογική τάση για μία κυβέρνηση δεν αντιστρέφεται σε πρώτο χρόνο ακόμα και εάν αυτή έχει κάποια στιγμή να επιδείξει πραγματικά επιτεύγματα.


* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια