Ο «σουλτάνος» πρέπει να επιλέξει αν θα παραµερίσει τους τακτικούς αντιπερισπασµούς ή αν θα εµµείνει στο αφήγηµά του, µε άγνωστες συνέπειες
Γράφει ο Γιώργος Καπόπουλος
Η ώρα της αλήθειας, των κρίσιµων επιλογών, πλησιάζει για την Τουρκία του Ερντογάν. Το αποτέλεσµα των δηµοτικών εκλογών µπορεί συνολικά να καταγραφεί σαν µια «κίτρινη κάρτα», σαν µια ρωγµή στην παντοδυναµία και την πολιτική κυριαρχία του προέδρου και του κυβερνώντος κόµµατος ΑΚΡ. Ολες οι αναλύσεις ερµηνεύουν τη φθορά του κυβερνώντος κόµµατος στις µεγάλες πόλεις ως µήνυµα δυσαρέσκειας για την κακή οικονοµική συγκυρία και κυρίως για τη συνεχή υποτίµηση της λίρας.
Σταθεροποίηση της οικονοµίας και πολύ περισσότερο προσέλκυση ξένων επενδύσεων, µε στόχο την επιστροφή στην ανάπτυξη, είναι αδιανόητη χωρίς την εξοµάλυνση των διµερών σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας.
Με τη σειρά της η ζητούµενη εξοµάλυνση των σχέσεων µε τις ΗΠΑ και τη ∆ύση συνολικά θα υποχρέωνε τον Ερντογάν όχι απλώς να προσαρµόσει, αλλά να αλλάξει πλήρως το αφήγηµα το οποίο έχει υιοθετήσει εδώ και έξι χρόνια από την εποχή της εξέγερσης στο Πάρκο Γεζί και κυρίως µετά το αποτυχόν πραξικόπηµα του Ιουλίου του 2016.
Το αφήγηµα θέλει τον Ερντογάν που µάχεται για την ανάδειξη της Τουρκίας σε περιφερειακή δύναµη µε ηγετικό ρόλο στο σουνιτικό Ισλάµ να είναι στο στόχαστρο των ΗΠΑ, που µε µαριονέτα τον ιµάµη Γκιουλέν προσπαθούν να τον ανατρέψουν.
Παρασκηνιακή διαπραγμάτευση
Αυτό που πρέπει να έχουµε κατά νου είναι ότι ταυτόχρονα µε τη δηµόσια αντιπαράθεση-σύγκρουση ΗΠΑ-Τουρκίας για τους S-400 και για τα F-35 υπάρχει σταθερά ανοικτός, άλλοτε στο παρασκήνιο άλλοτε περιστασιακά στο προσκήνιο, ανοιχτός συνολικός διάλογος µε επίκεντρο την πολιτική της Ουάσιγκτον στο Κουρδικό στη Βορειοανατολική Συρία. Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώθηκε για ακόµη µία φορά το βράδυ της Τετάρτης στην Ουάσιγκτον, στις συνοµιλίες Ποµπέο – Τσαβούσογλου, µε αντικείµενο, σύµφωνα µε τη σχετική ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτµεντ, τις εξελίξεις στη Συρία, την αγορά από την Τουρκία του ρωσικού πυραυλικού συστήµατος S-400 αλλά και οικονοµικά θέµατα.
Ετσι έχουµε µια έµµεση επιβεβαίωση ότι ο σκληρός πυρήνας της κρίσης στις διµερείς σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας είναι οι εγγυήσεις που ζητά η Αγκυρα για την ασφάλειά της, καθώς θα συνορεύει µε µια de facto ανεξάρτητη οντότητα που θα την ελέγχει το συριακό παρακλάδι του ΡΚΚ, PYD, µε την πολιτοφυλακή του ΥPG. Ολα τα άλλα µέτωπα από την αγορά των S-400 µέχρι και τον ρόλο και την παρουσία της Αγκυρας στον ενεργειακό χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου είναι προφανές ότι θα επηρεαστούν καθοριστικά αν υπάρξει συµβιβαστική προσέγγιση ΗΠΑ-Τουρκίας ως προς τον έλεγχο της ζώνης ασφαλείας που θα δηµιουργηθεί εντός της Συρίας δίπλα στη µεθόριο µε την Τουρκία. Σε κάθε περίπτωση η απόφαση του Τραµπ της 19.12.2018, που εξήγγειλε την αποχώρηση των αµερικανικών δυνάµεων από την περιοχή και έδινε την αίσθηση της εγκατάλειψης των Κούρδων στον βωµό της εξοµάλυνσης των σχέσεων µε την Τουρκία, έχει στην πράξη ακυρωθεί.
Παρελθόν ρεαλισμού
Μπορεί ο Ερντογάν να αλλάξει αφήγηµα και να επενδύσει στην εξοµάλυνση των σχέσεων µε τις ΗΠΑ για να σταθεροποιήσει την οικονοµία και να διαφυλάξει µια τρωθείσα µεν, αλλά παρούσα ακόµη πολιτική κυριαρχία; Το παρελθόν δείχνει ότι πολλές φορές έχει αλλάξει γραµµή πλεύσης στο… παρά πέντε, όταν το απαιτούν οι περιστάσεις. Πρώτο παράδειγµα, η αλλαγή πολιτικής όταν µετά την εξέγερση στο Πάρκο Γεζί στην Κωνσταντινούπολη, τον Ιούνιο του 2013, δικαστές προσκείµενοι στα δίκτυα του ιµάµη Γκιουλέν άρχισαν να ερευνούν το οικογενειακό περιβάλλον αλλά και στενούς συνεργάτες του Ερντογάν για διαπλοκή και διαφθορά. Τότε ο Ερντογάν έκλεισε το ανοιχτό µέτωπο µε το βαθύ κράτος - κεµαλικό κατεστηµένο µε την αµνήστευση των καταδικασθέντων και προφυλακισµένων ανωτάτων αξιωµατικών για τις συνωµοσίες «Εργκενεκόν» και «Βαριοπούλα», συνωµοσίες που χαρακτηρίστηκαν ως σκευωρίες του ιµάµη Γκιουλέν. ∆εύτερο παράδειγµα, η απότοµη στροφή προς τη Μόσχα τον Ιούνιο του 2016, πριν καν κλείσει χρόνος από την κατάρριψη στα τέλη του 2015 του ρωσικού µαχητικού Σουχόι από την Πολεµική Αεροπορία της Τουρκίας. Και σε αυτή την περίπτωση τα φιλικά προς τον Ερντογάν ΜΜΕ χρέωσαν την κατάρριψη του ρωσικού µαχητικού στον δαιµόνιο και πολυµήχανο ιµάµη Γκιουλέν.
Ζώνη ασφαλείας
Η επιλογή των ΗΠΑ να στηρίξουν τους Κούρδους της Βορειοανατολικής Συρίας δεν είναι µέρος συνωµοσίας για τον περιορισµό της περιφερειακής εµβέλειας της Τουρκίας, όπως ισχυρίζεται η κυβερνητική προπαγάνδα στην Αγκυρα. Το Κουρδικό Κίνηµα στη Συρία βρέθηκε όχι µόνο να είναι ο µόνος σύµµαχος των ΗΠΑ κατά του Ισλαµικού Κράτους, αλλά ταυτόχρονα µαζί µε το κουρδικό Βόρειο Ιράκ και µε ένα δυνητικό Κουρδικό Μέτωπο εντός του Ιράν να αποτελεί έναν διάδροµο, µια ζώνη ασφαλείας που είτε θα εµποδίζει είτε, στη χειρότερη περίπτωση, θα ανταγωνίζεται τη ζώνη επιρροής του Ιράν προς δυσµάς, που ξεκινά από τη σιιτικη κυβέρνηση στη Βαγδάτη, συνεχίζει µε το αλαουιτικό καθεστώς Ασαντ στη ∆αµασκό, για να καταλήξει στη Μεσόγειο µε τον Νότιο Λίβανο, τον οποίο κυβερνά η σιτική και φιλοϊρανική Χεζµπολάχ. Ετσι ο συµβιβασµός των ανησυχιών της Αγκυρας για την ασφάλειά της στην κατά κύριο λόγο κουρδική Νοτιοανατολική Τουρκία µε τη στρατηγική επένδυση των ΗΠΑ στο Κουρδικό Κίνηµα είναι µια περίπλοκη εξίσωση µε πολλές µεταβλητές.
«Χαμαιλέοντας»
Οι απότοµες ανατροπές του Ερντογάν, που τον είχαν στο παρελθόν πιστοποιήσει ως αριστοτέχνη της ρεαλιστικής προσαρµογής, ισχύουν και για το Κουρδικό εντός Τουρκίας. Ο Εντογάν από την άνοδό του στην εξουσία την άνοιξη του 2003 ακολούθησε µια τολµηρή σε σχέση µε το παρελθόν πολιτική στο Κουρδικό, εντός και εκτός συνόρων. Εκτός συνόρων βελτίωσε εντυπωσιακά τις σχέσεις της Αγκυρας µε το de facto κουρδικό κράτος του Βορείου Ιράκ, σε σηµείο που οι σχέσεις µε την Αγκυρα για την κουρδική κυβέρνηση του Αρµπίλ να είναι πιο στενές από αυτές µε την κεντρική κυβέρνηση του Ιράκ στη Βαγδάτη.
Στο εσωτερικό της Τουρκίας ακολούθησε πολιτική αναζήτησης συµβιβαστικής λύσης στο Κουρδικό, µε κύριο σηµείο αναφοράς τον πολυετή, σχεδόν καθηµερινό διάλογο του επικεφαλής των Υπηρεσιών Πληροφοριών, Φιντάν, µε τον έγκλειστο στο Ιµραλί ιστορικό ηγέτη του ΡΚΚ, Οτσαλάν. Την τολµηρή παραπάνω προσέγγιση του Κουρδικού ήλθε να βραχυκυκλώσει η εκλογική αναµέτρηση της άνοιξης του 2015, όταν το κουρδικό κόµµα ΗDP µπήκε στη Βουλή και στέρησε την κοινοβουλευτική αυτοδυναµία από την υπό τον Νταβούτογλου κυβέρνηση του ΑΚΡ. Την επόµενη µέρα ο Ερντογάν κήρυξε τον πόλεµο στους Κούρδους, µε τον Οτσαλάν από συνοµιλητής που ζητά τον τερµατισµό του ένοπλου αγώνα από το ΡΚΚ να γίνεται ξανά τροµοκράτης. Μέσα στο παραπάνω κλίµα το ΑΚΡ εκβίασε και απέσπασε κοινοβουλευτική αυτοδυναµία στις επαναληπτικές βουλευτικές εκλογές του Νοεµβρίου του 2015.
Τακτική σύμπλευση
Σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προσθέσουµε ότι η προσέγγιση της Τουρκίας µε τη Ρωσία ήταν µια χρήσιµη και για τις δύο πλευρές συνεργασία, οριοθετηµένη όµως ως κίνηση τακτικού και όχι στρατηγικού χαρακτήρα. Η Μόσχα µε την προσέγγισή της µε την Αγκυρα ενίσχυσε τη θέση και τον ρόλο των δύο περιφερειακών της συµµάχων του καθεστώτος Ασαντ στη ∆αµασκό αλλά και της Τεχεράνης.
Η Αγκυρα κατά κύριο λόγο αξιοποίησε την προσέγγιση µε τη Μόσχα για να ασκήσει πίεση προς τις ΗΠΑ, µε το σαφές µήνυµα ότι η παραγνώριση των ζωτικών της συµφερόντων στη Συρία και στην ευρύτερη Μέση Ανατολή θα έχει υψηλό κόστος. Μέσα στις επόµενες εβδοµάδες θα φανεί αν ο Ερντογάν παραµερίσει τους τακτικούς αντιπερισπασµούς µε τη Μόσχα για να αναζητήσει µια επαναπροσδιορισµένη στρατηγική σχέση µε την Ουάσιγκτον.
(AP Photo/Ali Unal)
* Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου ή τα περιεχόμενα του άρθρου.
0 Σχόλια